Πολιτική Δημοκρατία και Συμβουλιακό προτσές

 

I. Προσδιοριστικό πλαίσιο εργασίας


Στην οπτική μας, η πολιτική δημοκρατία είναι το εμμενές στο 1848 ιστορικά προσδιορισμένο κίνημα. Αυτό στην γενική πλευρά του περιλαμβάνει την αντιμοναρχική επανάσταση στην Φραγκική Επικράτεια,1 την επανάσταση για την πολιτική ενοποίηση της Γερμανίας, το Ιταλικό Ριζορτζιμέντο,2 το κίνημα για την Πολωνική ανεξαρτησία,3 την πάλη για την κατάργηση της δουλείας και το Χαρτιστικό4 κίνημα για την απόδοση πολιτικών εξουσιών στους εργάτες. Η πολιτική αριστερά οφείλει να αναδεικνύει και να επιβεβαιώνει μέσα στην ίδια την πράξη τον εμμενή χαρακτήρα της σε αυτό. Αν δεν διαθέτει ή αν συνειδητά δεν προσπαθεί για την απόκτηση τέτοιου, μάλλον δεν είναι τέτοια.

Στην ειδικά προσδιορισμένη διάσταση της η πολιτική δημοκρατία είναι σε επαρκή βαθμό οργανικά συνδεδεμένη με το προτσές νεωτερικοποίησης, όπως στον Ηπειρωτικό χώρο έχει περιγραφεί από την Γερμανική Ιστορική Σχολή Οικονομίας5. Αμφότερα η πολιτική δημοκρατία και το νεωτερικοποιητικό προτσές ορίζουν μια μακρά αντιφατική ιστορική διαδρομή ανάπτυξης και εξέλιξης της κοινωνικής συνολικότητας που συντείνει στην ανάδυση και επιβολή ενός βιομηχανικού κόσμου και του προσίδιου πολιτισμού.

Ειδικότερα, αυτό είναι το κεντρικό πλαίσιο ανάπτυξης του επιστημονικού σοσιαλισμού από τον 19ο αιώνα και εντεύθεν. Αυτή η κριτική αναγνώριση επετεύχθη σε γενικό επίπεδο κύρια με την κριτική του Ένγκελς στον ουτοπικό σοσιαλισμό,6 και μετέπειτα με την εκ μέρους του ανάπτυξη του Γερμανικού σοσιαλισμού7.

Σε επίπεδο ταξικού ανταγωνισμού, αυτό που εμπεριέχει και εξασφαλίζει ο βιομηχανικός κόσμος, είναι την πολιτική κεντρικότητα της κοινωνικής εργασίας, την πάλη για υπεροχή των κάθε τόσο επαναστατικοποιημένων παραγωγικών δυνάμεων έναντι των εκμεταλλευτικών παραγωγικών σχέσεων, τις σχετικά ελεύθερες συνθήκες ανάπτυξης της ταξικής πάλης ένεκα του ίδιου του αντικαταπιεστικού, αντικληρικαλικού χαρακτήρα της πολιτικής δημοκρατίας.

Αναφερόμενοι στις Ευρωπαϊκές χώρες, το επίπεδο της πολιτικής δημοκρατίας κατά τις τελευταίες δεκαετίες έχει για ιστορικά διαπιστωμένους και συγκεκριμένους λόγους υποχωρήσει. Αυτό διαμορφώνει μια συνεχή κατάσταση κινδύνου σε σύγκριση με τα προωθημένα ζητήματα, τα οποία το εργατικό κίνημα αντιμετώπιζε και επέλυε σε προηγούμενες δεκαετίες.

Κι όμως, αυτή η διαπιστωτική περιγραφή δεν είναι ζήτημα “αριστερής μελαγχολίας” ή μιας κάποιας αυτόνομης απόγνωσης. Η υποχώρηση της πολιτικής δημοκρατίας είναι κοινωνικοϊστορικό προϊόν προσωρινών πολιτικών ηττών του εργατικού κινήματος.

Από άποψη επιστημονικής κριτικής ανάλυσης είναι ωφέλιμο να διαπιστωθεί, ποια είναι εκείνα τα πλαίσια λειτουργίας στο οικονομικό επίπεδο, τα οποία έχουν αναπτυχθεί και ως τέτοια διαφεύγουν των αρχικών, συστατικών οριζουσών αυτού που καλείται Ευρωπαϊκός βιομηχανικός κόσμος.

Αδιαμφισβήτητα, πρόκειται για την εσωτερίκευση εκσυγχρονισμένων δυναμικών από τον Ασιατικό τρόπο παραγωγής στην κυρίαρχη μορφή των λεγόμενων Ισλαμικών οικονομικών.

Η βασική διαφορά έγκειται στο ότι η Ισλαμική εμπορευματική ανταλλαγή δεν κατανοείται και δεν παρουσιάζεται μέσα από τους όρους της αξίας, ήτοι μέσα από μια ανεξάρτητη αντικειμενικότητα, αλλά μέσα από όρους ηθών, ανταποδοτικότητας και δικαιοσύνης (δηλαδή, από την σκοπιά της κλασικής πολιτικής οικονομίας μέσα από κατά βάση εξω-οικονομικά κριτήρια).8 Ωστόσο, αυτό δεν έχει αποτρέψει την Ισλαμική οικονομική επέκταση στην Ευρώπη, κυρία στην μορφή της Ισλαμικής χρηματιστικής,9 κάτι το οποίο στην συνέχεια απλώνεται και κωδικώνεται στο κυκλοφοριακό προτσές του κεφαλαίου, λαμβάνοντας την μορφή του προσίδιου εμπορευματικού κεφαλαίου και των κυκλωμάτων του. Αυτό σε ένα εμπειρικό και φαινομενολογικό επίπεδο σημαίνει, ότι τα Ισλαμικά οικονομικά νιώθουν πιο άνετα στις περιγραφόμενες οικονομικές επικράτειες του Δεύτερου Τόμου του “Κεφαλαίου” και στην ανάλυση της τραπεζικής και χρηματιστηριακής του Tρίτου Τόμου.

Εντός αυτού αναπτύσσεται διαδικασία ωσμώσεων, ιδιοποιήσεων, αναβιώσεων, ανταγωνισμών. Ωστόσο, επ' αυτού δεν είμαστε τόσο αισιόδοξοι, ή μάλλον δεν προκρίνουμε μια ιδεολογικών κινήτρων οπτική συνθέσεων και εναρμονισμών. Αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με την ενεργοποίηση του ανταγωνισμού της μεγάλης βιομηχανίας, του κεφαλαίου υψηλής οργανικής σύνθεσης προς τα μικρότερα κεφάλαια, εντός του προτσές συσπείρωσης κεφαλαίου, αλλά και με την ίδια την συνολικότητα των εργατικών συμφερόντων.

Το πράγμα θεσμικά περιπλέκεται κατά το εύρος στο οποίο η Ισλαμική χρηματιστική, τα Ισλαμικά οικονομικά αντανακλώνται ή εισρέουν μέσα στις έδρες της κοινωνικής και πολιτικής ισχύος, μέσα στο σύστημα της καπιταλιστικής διανομής.

Στο νομικό και δικανικό επίπεδο αυτό εκφράζεται μέσα από την προβληματική περί του in concreto νόμιμου δικαστή (“Gestzlicher Richter”), της in concreto δικαιοδοσίας από την σκοπιά της εφαρμοστέας έννομης τάξης. Λαμβάνοντας υπόψη αυτό, οι νομικοί ανταγωνισμοί και συγκρούσεις όλο και περισσότερο λαμβάνουν διάσταση πολιτισμικού ανταγωνισμού, καθίστανται “Kulturkampf”. -Το αυτό κι ίσως πιο έντονα ισχύει και για την εκπαίδευση.

Δεν θεωρούμε, ότι είναι ζήτημα συγκρητισμού, συνθετικότητας ή μιας ευκταίας μακράς διαδικασίας αφομοίωσης, αλλά από θεσμική σκοπιά αποτελεί ζήτημα Σμιτικής νομικοθεσμικής και παιδαγωγικής αποφασιστικότητας

Επ' αυτού η αξιοποίηση της συναφούς και σχετικής παιδαγωγικής εμπειρίας της ΕΣΣΔ και του ΚΚΣΕ, είναι για όλες τις Ευρωπαϊκές χώρες ωφέλιμη: δηλαδή, πως σε ένα πολυπολιτισμικό, πολύγλωσσο περιβάλλον εφαρμόζεται και εμπεδώνεται η συλλογική απόφαση.

Από την άλλη, στα νομικά ζητήματα, κι αυτό λόγω της από κοινωνική σκοπιά επιτακτικής αναγκαιότητας τους, φαίνεται ότι η εφαρμογή οργανικού κεντρισμού10 προσφέρει τις πιο επιτυχείς και οικονομικές λύσεις.

Στον ίδιο χρόνο, μέσα στο επίπεδο της θεωρητικής πρακτικής πάλης, του θεωρητικού πρακτικού αγώνα, η καθιερωμένη αστική επιστήμη συχνά παραδομένη στις απ’ τον Ασιατικό τρόπο παραγωγής γνωσιακές προκλήσεις εμφανίζεται μέσα από μορφές αυτού του γνωσιακού in sich. Αυτό –φυσικά- δικαιολογείται από συγκεκριμένες μερίδες της μπουρζουάδικης τάξης με προσφυγή στον ίδιο τον οριενταλισμό. Ωστόσο, η εσωτερίκευσή του είναι σε τόση έκταση, ώστε δεν μπορεί να δικαιολογηθεί χάριν των οποιων διπλωματικών σκοπιμοτήτων, και επομένως τείνει να πάρει χαρακτηριστικά μιας αλλοιωμένης, αν όχι μεταλλαγμένης, φυσιογνωμίας.

Ενάντια στο κάθε λογής Ισλαμιστικό φτιασίδωμα της μεσοπολεμικής θεωρίας για την “παρακμή της δύσης”, αντιπαραβάλλουμε, με την ίδια συνέπεια και το ίδιο πείσμα όπως στα 2007, την διαλεκτική της δυτικής οπτικής, την διαλεκτική του μητροπολιτικού βλέπειν.11


II. Αντίδραση και αντεπαναστάσεις


Η παραδοσιακή πολιτική αντίδραση παίρνει τις μορφές της μηχανιστικής φορμαλιστικής αντί-θεσης:

Φερ’ ειπείν, απέναντι στην βιοτική διαδικασία του υποκειμένου για χειραφέτηση: όπως στα χρόνια του Μαρτέλου, του Πεπίνου, του Καρλομάγνου αντιτείνει τον παπαδίστικο συμβιβαστισμό ως προς την πάλη ενάντια στην Ισλαμική κατοχή, αναπτύσσει Παπικού τύπου παρεμβατισμό στην βιοτική σφαίρα του υποκειμένου με τον ίδιο τρόπο κατά τον οποίο η Παπική έδρα παρενέβαινε στα εσωτερικά της Γερμανικής Αυτοκρατορίας στο όνομα των συνεχών πολιτικών πολέμων για τον Γερμανικό θρόνο (“Deutch Thronestreit”), αυτοπροβάλλεται με τον Ιησουίτικο ηθικισμό της Συνόδου του Τρέντo όταν συνειδητοποιεί πως το υποκείμενο προσχωρεί στον Λουθηρανισμό κι ακόμα χειρότερα στον Καλβινισμό, παίρνει την μορφή του Ισπανού Ιεροεξεταστή όταν το υποκείμενο κάνει παρέες με τύπους και τύπες της ετερότητας, παίρνει την μορφή του Πρωσικού καμεραλισμού και λογοκρισίας απέναντι στην Χεγκελιανή ελευθεριακότητα του υποκειμένου, ξεσκονίζει τις αγίες-Ιδέες της Φραγκικής Επανάστασης καθώς το υποκείμενο συναναστρέφεται κομμουνιστές.

Τα προσωπεία της εγχώριας πολιτικής αντίδρασης είναι κάτι γνωστό απ’ τα χρόνια της “Αγίας Οικογένειας”.

Στην περαιτέρω ανάπτυξη, συνιστά κοινό θεωρητικό πολιτικό κεκτημένο τουλάχιστον για τον Γερμανικό αυτόνομο χώρο περί τον Ρήνο και στα νότια της χώρας,12 ότι η κεντρική αντεπαναστατική δυναμική ορίσθηκε από το Ιρανικό 1979, και όπως έχουμε γράψει επανειλημμένως, στην συνέχεια από την αντισοβιετική αντεπανάσταση των Ταλιμπάν. Αυτό το κεκτημένο επιθέτει μια οριζόντια διχοτόμηση σε κάθε δοσμένο βαθμό ανάπτυξης του ανταγωνισμού, ανάλογα με την κατανόηση και εμπέδωση του ή μη.

Η δεύτερη χρονολογικά αντεπαναστατική δυναμική έχει να κάνει με την νεοφιλελεύθερη ιδεολογικοποίηση της “εξέγερσης ενάντια στην ιστορία” μέσα από το ιδεολόγημα του τέλους της ιστορίας και συνολικά με τον ιστορικό ρεβιζιονισμό.

Αυτή η δυναμική είναι πιο στενά δεμένη με την παραδοσιακή και παραδοσιοκρατική αντίδραση στις Ευρωπαϊκές χώρες και σε Ρωσία.

Η τρίτη προϊούσα αντεπαναστατική δυναμική παίρνει την μορφή της αντίδρασης στην θεμελίωση του ανταγωνισμού επί της μη διαμεσολαβημένης αντίθεσης μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας, και εμφανίζει την διαλεκτική της διαμεσολάβησης ως φορέα των κοινωνικών και πολιτικών εξελίξεων. Σ’ αυτό χωράνε και αναπτύσσονται από τις γνωστές πολιτικές των ταυτοτήτων έως τον γουοκισμό.

Αδιαμφισβήτητα, η μετααποικιακή ιδεολογία και επιστημολογία πασχίζει, ώστε να χαρακτηρισθεί το τελευταίο στιγμιότυπο –και φυσικά να πάρει και τα ανάλογα υπηρεσιακά και κομματικά εύσημα- αυτής της αντεπαναστατικής δυναμικής.

Το μετααποικιακό προβάλλει ως μια καθολικά διαχωρισμένη μορφή της διαμεσολάβησης, κατατείνοντας στην ταύτιση με την αλλοτρίωση μέσα από το φιλοσοφικό σχήμα της Différence. Αυτό είναι κάτι ποιοτικά διαφορετικό από την ευρύτερη κριτική στον νεωτερικό πολιτισμό ως ρατσιστικό,13 ή από την ειδικά προσδιορισμένη κριτική στον καπιταλισμό ως ab initio αποικιοκρατικόν14.

Ο ριζικά (και γι' αυτό μυστικοποιημένος) αντεπαναστατικός χαρακτήρας του μετααποικιακού αποδεικνύεται στην απ' αυτόν κατάφαση στην αλλοτρίωση ως δήθεν επικύρωση της διαφοράς του εαυτού, κάτι το οποίο σημαίνει την εγκατάλειψη του für sich της εργατικής τάξης.

Είναι αυτό ο πιο πρόσφατος δευτεροκοσμικός σοσιαλ-κάτι ή κάτι το οποίο δομικά αντιπαρατίθεται στην ίδια την οντολογία του ιστορικού κομμουνιστικού κινήματος στην Ευρώπη;

Φρονούμε, ότι, όσο μέσα από την διαπάλη διευκρινίζονται τα χαρακτηριστικά του, έχουμε να κάνουμε με την δεύτερη περίπτωση.


ΙΙΙ. Η μορφή κόμμα ως “μαχόμενη εκκλησία” και ο Iσλαμισμός


Ο Τραμπισμός στην πρώτη φάση ανάπτυξής του αναβίωσε πλείστες όσες των Αγγλοσαξονικών πρωτοϊδεολογιων (από τον ριζοσπαστικό Αγγλικανισμό μέχρι τους Υπερβατιστές), δηλαδή των ιδεολογιών οι οποίες προηγούνται χρονολογικά της Γερμανικής Ιδεολογίας, χωρίς να αποτελούν όλες εξ αυτών με αναγκαίο τρόπο προαπαιτούμενα αυτής.

Αυτό αναπόδραστα επέφερε μια επικαιροποιημένη πολιτική θεολογία, η οποία διαπλεκόμενη τόσο με τον μεσσιανισμό όσο και με τον Σταυροφορικό Βιβλικό σιωνισμό κατέτεινε στην επαναμορφοποίηση της κομματικής μορφής μέσα από την έννοια της “ecclesia militans”.

Αυτό από τα πράγματα διαπλέχθη με εμπειρίες και αναπαραστάσεις μεταπολεμικού παναραβικού σοσιαλισμού, όπου η έννοια του θείου έχει αντικατασταθεί με την έννοια του κόμματος (και vice versa), και η έννοια της θρησκευτικής υποταγής έχει ταυτισθεί με την κομματικά επιβαλλόμενη ιδεολογική και βιοπολιτική πειθαρχία.

Όλο αυτό δεν είναι κάτι βολικό για ελευθεριακούς τύπους σαν κι εμάς. Aντίθετα, παρίσταται ως κάτι πραγματικά ενοχλητικό, κρινόμενο με Συνταγματικά μέτρα.

Όμως, δεν πρόκειται για τον κλασικό κομματικό ανταγωνισμό, ο οποίος στην πορεία ανάπτυξης του αντιτίθεται στο προς το κράτος Συνταγματικό conatus. Αλλά, για κάτι το οποίο θέτει εαυτόν εκτός ακόμα και από την ίδια την συντακτικότητα των Συνταγματικά αναγνωρισμένων “volksrechten”.

Επ’ αυτού επανεπιβεβαιώνεται η διαπιστωμένη συγχώνευση του αντιίμπ πολιτικού χώρου (στην πλειοψηφία του, Μαοϊκά προσδιορισμένου στο παρελθόν) σε επικαλυπτόμενες μορφές πολιτικής θεολογίας, οι οποίες όλες κατατείνουν σε έναν δομικά προσδιορισμένο πολιτισμικό αντιδυτικισμό, ανεξάρτητα του με ποια από τις τρεις θρησκευτικές μορφές πολώνονται κάθε φορά.15

Δι' αυτού παρατηρείται η δόμηση μιας επί μέρους πολιτικής πραγματικότητας μέσα στις Ευρωπαϊκές μητροπόλεις, η οποία ελίσσεται δια της late seventies φόρμουλας “εντός εκτός ενάντια”, την οποία αναγνωρίζει ως την ίδια την συμμετοχή της στον πόλεμο ελιγμών, ώστε στην κατανοητικότητά της ο εκάστοτε επιτυχής ελιγμός (δήθεν) αντιστοιχεί σε θέση.


IV. Πραγματική πολιτική και πολιτική των πραγμάτων


Η σύγχρονη realpolitik είναι τέτοια διότι αναγνωρίζει την πραγμότητα ως ένα σχετικά ανεξάρτητο οντολογικό πεδίο συγκρότησης σχέσεων, και άντλησης νοηματοδοτήσεων και τυπικών προσδιορισμών. Αυτό έχει αναντικατάστατη αξία για το νομικό, δικανικό προτσές (“Rechtprozess, Gerichtprozess”).

Η πραγμότητα είναι τέτοια διότι εντός της ενέχει πράγματα τα οποία προκύπτουν ως σημειωτικοποιήσεις των ίδιων των πραγμοποιημένων σχέσεων. Σε αυτό, η πραγμότητα συνδέεται στενά με τις λειτουργίες του σημειοκαπιταλισμού.

Έχει καταδειχθεί κατά τα τελευταία χρόνια η χάριν του ατομικισμού άρνηση της πραγματικότητας.16 Αυτό υπερασπίζεται έναν για χάρη του Φιχτεϊκού Εγωισμού πολιτικό flatearthism. -Όλοι είναι ξεχωριστά παρμένα άτομα, άσχετα από τα πράγματα, ξέχωρα των κοινωνικών ανταγωνισμών, και όπως έλεγε η Αόρατη Επιτροπή, συνεχίζει να μην πηγαίνει καλά το πράγμα, μέχρι το μέσο άτομο του δυτικού κόσμου να ξυπνήσει ένα πρωί και να ακούσει ότι στον Ουκρανικό ουρανό χορεύουν νέου τύπου πύραυλοι. Βέβαια, η άρνηση της πραγματικότητας εμπεριέχει κι έναν αριστερό παλιμπαιδισμό,17 μια νέα μορφή πολιτικής ανευθυνότητας και ανηλικότητας. Κατ' αυτόν τον τρόπο δικαιολογείται στα ποικίλα κομματικά και κυβερνητικά γραφεία, διότι πλέον η πυρηνική προσωπική ευθύνη έχει αποδοθεί στο κόμμα-αφαίρεση, και ούτω τρόπω δήθεν έχει εκλείψει.

Αυτό είναι μέσες-άκρες η τραγωδία της σύγχρονης Ευρωπαϊκής αριστεράς: αρνείται την προσωπική υπευθυνότητα, προκειμένου να αποσοβήσει την ιδία πολιτική ευθύνη στο όνομα του ότι είμαστε απλά και μόνο άτομα του πυρήνα/εργοστασίου-κόμματος, και τελειώνει η ιστορία. Αυτό είναι μια νέα μορφή κομματικής ιδιώτευσης μέσω της προσφυγής στην μορφή του συλλογικού αφηρημένου.

Σε ένα πιο δυστυχές επίπεδο, αυτός ο νεόκοπος αριστερός ατομικισμός δικαιολογείται πάλι μέσα στα γραφεία με προσφυγή στον ψυχολογισμό. Ώστε η όλη προσπάθεια είναι η κατάδειξη του ότι οι ενεργά κομμουνιστές αντίπαλοι είναι δήθεν τρελοί. -Κι αν λοιπόν τεκμηριώσουμε την τρέλα των κομμουνιστών αντιπάλων, τότε θα μπορούμε απερίσπαστοι να φάμε την δεξιά.

Το ότι όμως η πολιτική των πραγμάτων μετέρχεται όλο και πιο πολύ των μέσων και του λεξιλογίου του ψυχολογισμού, σημαίνει σε τελική ανάλυση ότι η ίδια η έννοια της ψυχής, της εικαζόμενης ψυχικής ευταξίας ή διαταραχής κοκ. λειτουργεί σαν υπερχειλές του εμπορευματικού φετιχισμού: σε νομικό επίπεδο κατ' επανάληψη, καθ' έξιν και κατ' επάγγελμα συκοφαντική δυσφήμηση. Το ψυχικό status καθίσταται εικαζόμενη αναπαράσταση της ίδιας της ενδοκομματικής επικράτησης του εμπορευματικού φετίχ.

Πρόκειται –γενικά- για μια βαρετή παράσταση, η οποία ανέβηκε για πρώτη φόρα στην αριστερή σκηνή του μαρτυρίου κατά τα τέλη της δεκαετίας του ‘70, μετέπειτα στις αρχές του ’90, και προσφάτως κατά τα 2017-2023, και είναι, όπως και τότε, δείγμα, ότι ένα σημαντικό εύρος των αριστερών δυνάμεων τήρησαν ανοικτά αντικομμουνιστικές, αντιεξεγερτικές, αντεπαναστατικές, παράτυπες στάσεις. Κι αυτό έχει ως συνέπεια, ότι η πολιτική των πραγμάτων (και γι’ αυτό εγκολπώνεται με ευκολία από αυτά τα κομμάτια της αριστεράς) είναι απλά η δικαιολόγηση των παραπάνω αναφερομένων στάσεων.


V. Η ανθρωπολογικοποίηση της φιλοσοφίας της ζωής


Στις λειτουργίες της σύγχρονης πολιτικής δημοκρατίας εμφανίζεται μια νέα απ' τα παλιά μόδα, η οποία συχνά παίρνει τον χαρακτήρα της υποτροπής.

Πρόκειται για μια διαδικασία πολιτικής υποστασιοποίησης (θεωρητικά πλαισιωμένη μέσω όψεων της ανθρωπολογικής επιστήμης) του “credo” της ανθρώπινης βιοποικιλότητας: πολιτική ρητορική περί απ' τα πάνω διατήρησης προκαπιταλιστικών μορφών ζωής.18 Αυτό δεν είναι άσχετο από τις πολιτικές περί μειονοτήτων. Σε ένα πιο ειδικά προσδιορισμένο επίπεδο δεν είναι άσχετο από τις μετενσωματώσεις του Δαρβινισμού κλπ. στην με Μαλθουσιανών προθέσεων οικονομική πολιτική.

Αυτό που σε ειδικά προσδιορισμένο επίπεδο ίσταται έναντι αυτού, είναι η ίδια η αντικειμενικότητα της επιβολής της νεκρής εργασίας, ήτοι η ίδια η μηχανική-αυτοματοποιητική αντικειμενικότητα της κεφαλαιακής μηχανουργίας, που καθιστά όλο και πιο πολλά τμήματα της εργατικής τάξης cyborg εργάτες.

Οι ανθρωπολογικοί καημοί της εδραίας πολιτικής δεν είναι άσχετοι από τα προτσές της λεγόμενης διαρκούς πρωταρχικής συσσώρευσης κεφαλαίου. Απ' αυτήν την άποψη αντανακλούν και αποτυπώνουν τις τελευταίες τάσεις του αναρχοκαπιταλισμού.

Τα νομοσχέδια για την "προστασία" εν μέρει προσδιορισμένων μορφών ζωής και οι συνοδεύουσες αυτά πολιτικές και ιστορικές δικαιολογήσεις συμπυκνώνουν την όλη προβληματική και τα ίδια τα καπιταλιστικά αδιέξοδα, ακόμα κι αν η ανθρωπολογική-βιολογική επίκληση στην προκαπιταλιστική ή μη-καπιταλιστική19 κοινότητα γίνεται στο όνομα της πάλης ενάντια στον αστικό νεο-φιλελευθερισμό.

Φρονούμε, ότι αυτές οι καμπές δεν φέρουν αντικειμενική πρόοδο.

Επ' αυτών επικαιροποιείται η συστηματική κριτική του Ένγκελς στην Σελλινγκική φιλοσοφία ζωής, το Ενγκελσικό Αντι-Σέλλινγκ.20


Συμβούλια – Συνελεύσεις – Καταλήψεις 21


Θεωρησιακά, η ενεργή σύνδεση Κομμουνιστικό Κόμμα – εργατική τάξη – ταξικό κίνημα παρέχει την βάση για την θεμελίωση της υλικής – πολιτικής ενότητας της εργατικής τάξης.

Ωστόσο, αντικειμενικά δεν βρίσκουμε τους εαυτούς μας εν όψει ενός τέτοιου τρέχοντος καθήκοντος. Μάλλον πρέπει να πούμε, ότι είμαστε στην φάση ανεύρεσης και ισχυροποίησης των διαθεσιμοτήτων τόσο στο επίπεδο του θεωρητικού πρακτικού αγώνα, όσο και στο επίπεδο της ημερήσιας ταξικής αντιπαράθεσης μέσα στην εργασία.

Αυτό έχει και την πρακτική συνέπειά του ότι για όλους τους ανωτέρω εκτιθέμενους λόγους η έμπρακτη συνεισφορά στο επίσημο λαϊκό κίνημα, μάλλον τελεί σε αντίφαση με αυτό που τίθεται στην πρώτη παράγραφο της παρούσης ενότητας.

Βέβαια, υπάρχουν παραπάνω από ένας τρόποι για να παράγεις ταξική εργατική πρακτική πολιτική: από την συνεργασία αυτόνομων ομάδων και κομμουνιστικών συλλογικοτήτων και εγχειρημάτων έως τον μητροπολιτικό καταστασιασμό.

Επιμένουμε στην ανάπτυξη, ότι άνευ της ύπαρξης, της εμπειρίας και της πρακτικής των συμβουλίων σε μητροπολιτικό επίπεδο (χωρίς να υποτιμώνται οι θεωρητικές και πολιτικές συμβολές) συνολικά η συναφής πολιτική διαδικασία είναι τουλάχιστον απονευρωμένη.



1 Βλ. Die Klassenkämpfe in Frankreich 1848 bis 1850, MEW, Band 7, Berlin, 1960, S. 9-107, Der achtzehnte Brumaire des Louis Bonaparte, ibid., Band 8, ibid., S. 111-207.

2 Βλ. Antonio Gramsci, Prison Notebooks, I3. Notes on Italian History, edited and translated by Quentin Hoare and Geoffrey Nowell Smith, London, 1999, pp. 191-311.

3 Βλ. https://www.marxists.org/archive/marx/works/subject/poland/index.htm, H. Malcolm MacDonald, “Marx, Engels, and the Polish National Movement”, The Journal of Modern History, Vol. 13, No. 3 (Sep., 1941), pp. 321-334.

4 Βλ. https://www.marxists.org/archive/marx/works/subject/england/chartists.htm

5 Βλ. https://www.hetwebsite.net/het/schools/historic.htm

6 Βλ. Friedrich Engels, Die Entwicklung des Sozialismus von der Utopie zur Wissenschaft, MEW, Band 19, Berlin, 1987, S. 176-228.

7 Ενδεικτικά βλ. Friedrich Engels, Der Sozialismus des Herrn Bismarck, ibid, S. 166-175, Der Sozialismus in Deutschland, ibid., Band 22, ibid., 1977, S. 345-260.

8 Ενδεικτικά βλ. Muhammad Baqir al-Sadr, Iqtisaduna. Our Economics, 1982, Murniati Mukhlisin, Nurizal Ismail, Reza Jamilah Fikri, “Mind the gap: theories in Islamic accounting and finance, Islamic economics and business management studies”, https://www.emerald.com/insight/0128-1976.htm, https://www.meforum.org/the-rise-of-the-islamic-economy-part-ii-defining

9 Ενδεικτικά βλ. https://www.thecityuk.com/news/the-uk-remains-the-leading-western-hub-for-islamic-finance/, https://www.researchgate.net/figure/slamic-finance-in-Western-Countries-Adopted-from-Lifegatecom-As-Islamic-finance_fig1_368465278, ECB-Eurosystem, Occasional Paper Series, No 146, June 2013, Islamic Finance in Europe, TheCityUK, Islamic finance: global trends and the UK market, 2022

10 Βλ. Amadeo Bordiga, Draft theses for the 3rd Congress of the Communist Party of Italy presented by the Left – Lyon Theses, 1926, https://www.marxists.org/archive/bordiga/works/1926/lyons-theses.htm

11 Ενδεικτικά βλ. Bahamas, Mit den Augen des Westens, Heft 54/Winter 2007, Susan Buck-Mors, Η Διαλεκτική του Βλέπειν. Ο Walter Benjamin και το Σχέδιο Εργασίας περί Στοών, μτφ. Αθανασάκης Μανόλης, Πανεπιστημιακές Εκδόσεις Κρήτης, Αθήνα, Δεκέμβριος 2011.

12 Βλ. Thesen zum Islamismus, 01. Oktober 2018, Von LA BANDA VAGA, https://kosmoprolet.org/index.php/de/thesen-zum-islamismus

13 Βλ. Hannah Arendt, Elemente und Ursprünge totaler Herrschaft. Antisemitismus, Imperialismus, totale Herrschaft, Piper, München Berlin Zürich, 2016, S. 284-558.

14 Βλ. Das Kapital. Kritik der politischen Ökonomie, Erster Band. Buch I: Der Produktionsprozeß des Kapitals, VII. Der Akkumulationsprozeß des Kapitals, 25. Die moderne Kolonisationstheorie, MEW, Band 23, Berlin, 1962, S. 792-802, Das Argument, 342, Dekoloniales Denken und marxistische Theorie,(HEFT2/2023 - ERSCHIENEN FEBRUAR 2024).

15 Βλ. Materiaux Critiques, Journal 2, Islamism the criminal complicity of the left and the extreme left of capital, December 2020, https://materiauxcritiques.wixsite.com/monsite/tex, https://theshadesmag.wordpress.com/2024/03/14/eglimatiki-sinergia-tis-aristeras/

16 Παράβαλε Διαλυτικό, Η πραγματικότητα της άρνησης και η άρνηση της πραγματικότητας, 5/1/2022, https://dialytiko.espivblogs.net/2022/01/05/i-pragmatikotita-tis-arnisis-kai-i-arnisi-tis-pragmatikotitas/

17 Παράβαλε Λένιν, Για τα “αριστερά” παιδιαρίσματα και τον μικροαστισμό, εκδ. Προγκρές, Αθήνα, Δεκέμβριος 1983.

18 Ενδεικτικά βλ. Emanuela Conversano, Zur Kritik der Anthropologie. Marx’ Theorie des Kapitals und seine ethnologischen Studien, MEJ 2017/18, Berlin/Boston, pp. 9-40.

19 Ενδεικτικά βλ. Γιάννης Ευσταθίου, Η Απωθημένη Κοινότητα. Η Επιθυμητική Παραγωγή και ο Ιστορικός Υλισμός πέρα από το Κράτος, Ακυβέρνητες Πολιτείες, Θεσ/νίκη, Ιούλιος 2024.

20 Βλ. Friedrich Engels, Anti-Schelling: Schelling über Hegel Von Friedrich Oswald, Schelling und die Offenbarung Kritik des neuesten Reaktionsversuchs gegen die freie Philosophie, Schelling, der Philosoph in Christo, oder die Verklärung der Weltweisheit zur Gottesweisheit Für gläubige Christen, denen der philosophische Sprachgebrauch unbekannt ist, MEW, Band 41, Berlin, 1967, S. 163-170, 171-221, 224-245.

21 https://www.marxists.org/archive/gramsci/1924/10/fascism-liberalism.htm


De Gaza al conflicto global: Guerra capitalista y solidaridad internacionalista

  De Gaza al conflicto global: Guerra capitalista y solidaridad internacionalista Gaza: de un ataque genocida a desplazamientos masivos y li...