Εισαγωγικό Σημείωμα
Ι. Η επαφή μας με την σύγχρονη Κινεζική πραγματικότητα προκύπτει μέσα από την μεσολάβηση και εισδοχή της Μαοϊστικής πολιτικής εμπειρίας στις Ευρωπαϊκές χώρες, μέσα από την μετεγγραφή της ορμής της ΜΠΠΕ στο Ευρωπαϊκό πολιτικό κίνημα, και από πρόσφατους και τρέχοντες αγώνες σε Κινεζικά εργοστάσια και επιχειρήσεις στις καπιταλιστικές χώρες. Αποτύπωση αυτής της γνωριμίας είναι δύο δημοσιευθέντα κείμενα στο συντροφικό και συνεργατικό blog Ταξικές Μηχανές (2021).1 Στον ίδιο, χρόνο η οργανικότητα της σχέσης με το aufheben είχε inter alia ως αποτέλεσμα την μετάφραση (2023) του σχετικού debate (2016) μεταξύ aufheben και Chuǎng, διά της οποίας αναδείχθηκε η δυνατότητα μια πιο ενδελεχούς και εμβριθούς κριτικής μελέτης.2
Επαναλαμβάνουμε και ξεκαθαρίζουμε, ότι δεν πρόκειται για κάποια Σινολογία, ομόλογη της παλιάς Σοβιετολογίας, ούτε για κάποια εξωτικιστική περιέργεια τύπου Μάρκο Πόλο. Η κριτική μελέτη της Κίνας επιβάλλεται από το ότι η μεγαλύτερη ποσότητα εμπορευματικού κεφαλαίου παράγεται σε αυτήν την χώρα μέσα από μη διαμεσολαβημένο βιομηχανικό προτσές, και από ότι έχει την πολυπληθέστερη και πιο συγκεντρωμένη εργατική τάξη στον κόσμο. Επιπλέον, πρόκειται για μια χώρα, που με όλους τους επίσημους τόνους διακηρύττει και αναλύει την προσήλωσή της στην σοσιαλιστική οικοδόμηση και στην μέθοδο της εργατικής κριτικής για τον γενικό κοινωνικό μετασχηματισμό. Αυτό επιβεβαιώθηκε και ανά περιστάσεις ενισχύθηκε στο πρόσφατο (2022) Συνέδριο του ΚΚΚ.3
Υπάρχουν κάποια στρατηγικά επίδικα, κάποια ζητήματα διαθέτοντα βασικότητα για το πολιτικό κίνημα της εργατικής τάξης των καπιταλιστικών χωρών σε σχέση με την Κίνα. Η σταχυολόγηση της σχετικής γραμματείας και δημοσιολογίας υποδεικνύει τρεις κεντρικούς άξονες ερωτημάτων και προβληματισμών:
-Η πραγματικότητα και η εμπειρία του “Σοσιαλισμού με Κινεζικά Χαρακτηριστικά” και η σχέση του με την εργατική κριτική.4
-Η διαπίστωση της επιστήμης της πολιτικής οικονομίας περί επιβράδυνσης και δυνάμει οικονομικής υποχώρησης της Κίνας.
-Η κριτική διαύγαση της εξέλιξης της τεχνητής νοημοσύνης και του αυτοματικού σταθερού κεφαλαίου στην Κίνα.
Στις ακόλουθες γραμμές επιχειρούμε να προσεγγίσουμε (έστω και αποσπασματικά) αυτά τα ζητήματα, με όρους συνεπούς εργατικής κριτικής, σε διαχωρισμό από τις κυρίαρχες ιδεολογίες, από τις πολυπολικές ή διπολικές γεωστρατηγικές αναλύσεις, και από οποιαδήποτε παίγνιο ανακατανομής της εσωτερικής ή της εξωτερικής δυνάμεως στο ΚΚΚ, ή σε κάποιο απείκασμα αυτού.
ΙΙ. Τόσο από την μελέτη των επίσημων και θεωρητικών επεξεργασιών του ΚΚΚ και της Κινεζικής διανόησης, όσο και από την θεωρητική ανάπτυξη για την Κινεζική πολιτική οικονομία στις καπιταλιστικές χώρες, καθίσταται ευδιάκριτη η ύπαρξη και λειτουργία μιας εσωτερικής διαλεκτικής στην Κινεζική οικονομική ανάπτυξη, η οποία είναι κατανοητή με τους κλασικούς όρους και το λεξιλόγιο της Δυτικής διαλεκτικής. Αυτό σε ένα ευρύτερο επίπεδο σημαίνει, ότι παρουσιάζεται σταδιακά και προοδευτικά μείωση της διαφορετικότητας μεταξύ του Κινεζικού και του Δυτικού πολιτισμού.
Συγκεκριμένα, στην επίσημη φρασεολογία του ΚΚΚ, πρόκειται για το προτσές της “σοσιαλιστικής νεωτερικοποίησης”5 (modernisation) και για την εννοιολόγηση και θεμελίωση της Κινεζικής πολιτικής οικονομίας ως “σοσιαλιστικής οικονομίας της αγοράς”6.
Όσον αφορά το πρώτο, πρόσφατα,7 επανεπιβεβαιώθηκε ρητά και επίσημα, ότι ο Μαρξισμός, ο επιστημονικός σοσιαλισμός συνιστά την κεντρική διανοητική και πραγματική δύναμη θέσεως σε κίνηση όλης αυτής της διαλεκτικής.8
Ο ίδιος ο όρος νεωτερικοποίηση -θέλοντας και μη- παραπέμπει στις πολιτισμικές διαστάσεις του Ευρωπαϊκού Ιστορικού προτσές (1600 - 1900).9 Από την άλλη, η προσήλωση στο ιστορικοπολιτικό φορτίο της Νεωτερικότητας μπορεί να εκληφθεί ως προσήλωση στον Ρεαλιστικό Ουμανισμό: ίσως έτσι μπορεί να κατανοηθεί κριτικά ο συνοδευτικός του σοσιαλισμού όρος “Κινεζικά χαρακτηριστικά”. Αυτό, τελεί, και πιθανά στο μέλλον τελέσει σε πιο σφοδρή αντίθεση με συγκεκριμένες επιλογές της Κινεζικής high-tech βιομηχανίας και της βιομηχανίας παραγωγής αυτοματισμών.
Σε συνολικό επίπεδο, μπορεί να ειπωθεί, ότι ο συνδυασμός των επίσημων Κομματικών και Κρατικών όρων “σοσιαλισμός με κινεζικά χαρακτηριστικά”, “ανανέωση του έθνους”, “σοσιαλιστική νεωτερικοποίηση”, “σοσιαλιστική οικονομία της αγοράς”, “μεταρρυθμίσεις”, “ανανεωμένες παραγωγικές δυνάμεις” παραπέμπει σε μια κατανόηση διαρκούς Σοσιαλιστικής Παθητικής Επανάστασης, κάτι που παρέχει το εξηγητικό και κατανοητικό νήμα των εξελίξεων και μετασχηματισμών από την λήξη της ΜΠΠΕ και εντεύθεν.
Αυτό, αδιαμφισβήτητα, είναι ένα εξαγώγιμο κρατικό και πολιτικό παράδειγμα για χώρες και σχηματισμούς μέσης ανάπτυξης, καθώς και για κάποιες απ' τις αναπτυσσόμενες χώρες.10 Ωστόσο, δεν πρέπει να παραγνωρίζεται, ότι τόσο στην ιστορική διαμόρφωσή του, όσο και στις σύγχρονες μορφές της, αυτή η στρατηγική αντίληψη είναι άμεσο προϊόν της ταξικής πάλης στην παραγωγή, στην κοινωνία, στο κράτος, στο κόμμα.
Σε μια stricto sensu οπτική εργατικής κριτικής πρόκειται για απανωτούς ιστορικούς κύκλους συσσώρευσης, στους οποίους εκδηλώνεται και εξωτερικεύεται η αντίθεση μεταξύ της περιοδικά ποσοτικοποιημένης αξίας του κοινωνικού προϊόντος της εργασίας και του ποσοστού αυτής, που μετατρέπεται και λειτουργεί εντός των ίδιων περιόδων, εντός των ίδιων κύκλων, ως κοινωνικό συνολικό κεφάλαιο. Αυτό, όπως έχουμε γράψει, είναι κάτι ποιοτικά διαφορετικό από την σοσιαλιστική συσσώρευση στην ΕΣΣΔ και από το ΝΕΠ-“intermission” έντασης του καταμερισμού εργασίας, ειδικοποίησης και μαζικής με οιονεί αναγκαστικούς όρους εκβιομηχάνισης. Στην εσωτερικότητά του, η μετατροπή σε κοινωνικό συνολικό κεφάλαιο έχει να κάνει με την ποσοτικοποιητική εξίσωση μεταξύ κοινωνικού προϊόντος και αξίας των εμπορευμάτων, στο μέτρο που η κοινωνική εργασία μετατρέπεται και εκφράζεται σε αξία εμπορευμάτων.11 Αυτό, αναμφισβήτητα, είναι κάτι που διεξάγεται στην Κίνα, και εξαρτάται από την ίδια την ύπαρξη καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής.12 Επομένως, αυτό που υπόκειται σε “μεταρρύθμιση”, στο μέτρο που οι παραγωγικές δυνάμεις “ανανεώνονται”, είναι οι ίδιες οι (καπιταλιστικές) σχέσεις παραγωγής και διανομής. Η παθητική επανάσταση έγκειται στο ότι το Κράτος και το Κόμμα διασφαλίζουν την ανά κύκλους, ανά περιόδους ενότητα μεταξύ των και όχι το ξέσπασμα της μεταξύ των αντίθεσης με επιθετικούς, βίαιους τρόπους, κάτι (τα ξεσπάσματα της αντίθεσης) που έστω και με λανθάνοντες και ημιπαράνομους τρόπους συνέβαινε στην ΕΣΣΔ.
Αυτό πρέπει να αποδοθεί στην μακραίωνη διάρκεια των χαρακτηριστικών και της φύσης του Aσιατικού τρόπου παραγωγής.13 Απ’ αυτήν την σκοπιά, ο συνοδευτικός όρος “Kινεζικά χαρακτηριστικά” είναι ένας στον ίδιο χρόνο αμφίπλευρος όρος, ο οποίος παρουσιάζει την δυτική πλευρά του μέσα από την “σοσιαλιστική νεωτερικοποίηση”, αλλά και την ιστορικά ανατολική πλευρά του μέσα από το στοιχείο της “υπέρ όλων συλλογικής ενότητας” [die zusammenfassende Einheit, die über allen], το οποίο χαρακτηρίζει τον Ασιατικό τρόπο παραγωγής, σε ποιοτική διάκριση προς τον ανταγωνιστικό χαρακτήρα των καπιταλιστικών κοινωνιών. Απ’ αυτό, άλλωστε, προέκυπτε (-θέλουμε να ελπίζουμε, ότι δεν προκύπτει πια) ως ιστορικοκοινωνική νομοτέλεια η ύπαρξη της κρατικής γραφειοκρατίας με χαρακτηριστικά αυτοτελούς κοινωνικής τάξης.
Ωστόσο, η Κινεζική “σοσιαλιστική οικονομία της αγοράς” ως επιστημονική ανάπτυξη πολιτικής οικονομίας επί του κεντρικού εννοιολογικού πλαισίου εργασίας της εργατικής κριτικής αναπτύσσει και εμφανίζει μια πιο δυναμική, ευέλικτη πλευρά, η οποία φαίνεται ότι αψηφά, ή αποπειράται να ενσωματώσει με άλλους τρόπους, τους ατσαλένιους πρωτότυπους προσδιορισμούς της εργατικής κριτικής.
Αυτό που φαίνεται, ότι τίθεται σε κίνηση και λειτουργία για λογαριασμό όλης αυτής της ανάπτυξης, είναι το ίδιο το ανταλλακτικό προτσές:14
Το σχετικό κεφάλαιο στον Πρώτο Τόμο του “Κεφαλαίου” έχει γραφεί με μια αναπαραστατική, παιγνιώδη διάθεση, σαν να φέρνεις ένα βιωματικό παράδειγμα σε παιδιά εργατικών οικογενειών, ώστε να κάνουν εικόνα στο μυαλό τους, το πώς τα εμπορεύματα πηγαίνουν στην αγορά (ας πούμε στο παζάρι), και πώς ανταλλάσσονται μεταξύ τους, όχι τα ίδια τα εμπορεύματα, αλλά μέσω των φυλάκων τους, των φρουρών τους. Αυτό είναι μια κοινή ενεργή κοινωνική κίνηση σε Ανατολή και Δύση. Αυτό, όμως, που συνδέεται με το παραγωγικό προτσές του κεφαλαίου, είναι ο μυστικισμός του ότι στο ανταλλακτικό προτσές οι μάσκες οικονομικών χαρακτήρων των προσώπων είναι μόνο προσωποποιήσεις των οικονομικών σχέσεων, τις οποίες αντιπαραθέτουν, και των οποίων είναι φορείς.15 Αυτό ενέχει την εσωτερική αναβάθμιση της διαλεκτικής της αντιπροσώπευσης των εμπορευμάτων από τους κτήτορες και τους μεσίτες των, σε διαλεκτική προσωποποίησης των οικονομικών σχέσεων, διά των οποίων παρήχθησαν και ανταλλάσσονται, απ’ τους ίδιους. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, στον κατανοητικό και νοηματικό ορίζοντα (παιδικών) υποκειμένων προκύπτει “ο κύριος κεφάλαιο”, “η κυρά βιομηχανία”, “το κύριο εργοστάσιο”, και πάει λέγοντας. Ωστόσο, αυτό με την σειρά του και στην συνολικότητα των οικονομικών, εμπορευματικών ανταλλαγών της αστικής κοινωνίας δομεί μια ακραία πραγμοποιημένη κοινωνία, μια κατά κυριολεξία εμπορευματική κοινωνία, όπου ακόμα και η μη εμπορευματική ανταλλαγή μεταξύ των υποκειμένων ανάγεται στα εμπορεύματα, τα οποία έχουν, φέρουν, ή έχουν καταναλώσει πριν την εκάστοτε μη εμπορευματική (μη διαμεσολαβημένη εμπορευματικά) ανταλλαγή τους.
Κρατώντας αυτές τις επισημάνσεις, μπορούμε να δούμε τις πιο πρόσφατες αναπτύξεις αυτής της γραμματείας, και δη της πτέρυγας, που έχουμε υπ' όψη μας, και αναγιγνώσκουμε τα κείμενά της: της λεγόμενης “Σχολής Σύνθεσης Νέων Μαρξιανών Οικονομικών”.
Σε αυτό, εντοπίζεται τόσο η Αντικειμενική, όσο και η α λα RealPolitik αντιμετώπιση των κατηγοριών της κλασικής πολιτικής οικονομίας και της κριτικής της:
“Ο Ζου16 (2021) επιχειρηματολόγησε ότι η ύπαρξη “κεφαλαίου” στην σοσιαλιστική οικονομία με Κινεζικά χαρακτηριστικά ήταν ένα αντικειμενικό γεγονός. Το Σοσιαλιστικό κεφάλαιο δεν έχει μόνο την γενική φύση του κεφαλαίου -η οποία είναι, μια ορμή για αυτο-διάδοση, αλλά επίσης κατέχει ειδικές ιδιότητες, οι οποίες είναι διαφορετικές από το καπιταλιστικό κεφάλαιο. Το κείμενο του Ζου ερεύνησε την κατηγορία του “κεφαλαίου” από την οπτική της Μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας, και διερεύνησε την αντικειμενική βάση της ύπαρξης “κεφαλαίου” στην σοσιαλιστική οικονομία με Κινεζικά χαρακτηριστικά. Εκκινώντας από δύο ίχνη, που είναι, ο έλεγχος της εργασίας από το κεφάλαιο και η αποζημίωση της εργασίας από το κεφάλαιο, ο Ζου περιέγραψε την ειδική φύση του ανήκοντος στο κράτος κεφαλαίου, του συλλογικού κεφαλαίου και του ιδιωτικού κεφαλαίου. Το συμπέρασμά του ήταν, ότι στο τωρινό στάδιο η εξώτερη επιβολή, που ενασκείται από το κεφάλαιο επί της εργασίας, συνεχίζει να τυγχάνει εφαρμογής, αλλά αυτοί οι τρεις τύπου κεφαλαίου είχαν διαφορετικούς σκοπούς στο ελέγχειν την εργασία, απασχολούσαν διαφορετικές μορφές για να αποζημιώνουν εργασία, και την αποζημίωναν σε διαφορετικούς βαθμούς. Γι’ αυτό, αυτοί οι τρεις τύποι κεφαλαίου μπορούν να αναφερθούν ως “ειδικό” και “ατομικό” κεφάλαιο. Τελικά, και από την οπτική διαμόρφωσης διαφωτιστικών πολιτικών, πρέπει να δοθεί μεγάλη ιδιαίτερη σημασία στον ρόλο της δημόσιας περιουσίας ως “οικουμενικού διαφωτισμού”, τιμωρώντας την γενική φύση του κεφαλαίου ως ενός μηχανισμού για την απόσπαση κέρδους και έτσι αποτρέποντάς το από την επέκταση με δύστακτο τρόπο”.17
Στην συνέχεια αναλύεται το σχήμα της “διττής κυκλοφορίας” (οικιακής/εσωτερικής και διεθνούς/εξωτερικής) και η “θεωρία των κύκλων”.18
Σε όλο αυτό, η προσδιοριστική επιστημολογία των συντρόφων και συντροφισσών από την Σχολή είναι τόσο οικεία και γνώριμη, που εύκολα κάποιος μπορεί να την πει Γερμανικού τύπου ή άμεσα συνδιαλεγόμενη με την Γερμανική Επιστήμη.
Παρατηρείται, βέβαια, ένας πλούτος αναλύσεων, προσεγγίσεων, προτάσεων, ανά περιστάσεις πολιτικά αποκλινουσών μεταξύ τους. Στην πιο μετριοπαθή παρουσίαση τονίζεται η συμβολή της Σχολής στην θεωρία και πολιτική της σοσιαλιστικής οικονομίας της αγοράς.19 Σε αυτό εκτίθεται η διοικητική, κυβερνετική πλευρά των διττών σχέσεων εντός του Κινεζικού σοσιαλισμού.
Το μόνο σίγουρο είναι, ότι αυτή η ανάπτυξη σηματοδοτεί μια πιο συστηματική και εγκύκλια εμβάθυνση της Κινεζικής επιστημονικής σκέψης στην θεωρητική πλευρά της εργατικής κριτικής, που προσεγγίζει το επίπεδο των κλασικών πανεπιστημιακών και θεωρητικών κέντρων του Μαρξισμού. Απ’ την άλλη, η Κινεζική επιστήμη αυτής της μορφής πρέπει να αντιληφθεί, ότι από την σκοπιά της ενεργότητας (Wirklichkeit) η θεωρητική ανάπτυξη της εργατικής κριτικής ως ταξική πάλη είναι ab initio κάτι σχετικά διαφορετικό και σίγουρα ανεξάρτητο (ως αντικειμενική μορφή Εργατικής Αυτονομίας) από την πανεπιστημιακή ανάπτυξη του Μαρξισμού ως τέτοιου.
Ανήκει στις απόψεις μας, ότι λιγότερο ή περισσότερο σημαντικά στοιχεία αυτού, όπως πιθανά και παραδοσιακά δεξιές Κινεζικές προσεγγίσεις, οι οποίες μυστικοποιούνται μέσω της Κρατικής Επιστήμης (Staatswissenschaften), έχουν εσωτερικοποιηθεί σε ένα εύρος στην θεσμική και θεωρητική ανάπτυξη καπιταλιστικών χωρών, οι οποίες απέκτησαν αργότερα, σε σχέση με την Μεγάλη Βρετανία και την Γερμανία, συστηματικά κέντρα θεωρητικού Μαρξισμού. Ωστόσο, αυτό δεν είναι κάτι, που πρέπει να ξενίζει ή να φοβίζει. Προκύπτει από την ίδια την αντικειμενική λογική του κεφαλαίου, από την ίδια την κανονικότητά του, ότι η παρουσία και λειτουργία Κινεζικού παραγωγικού κεφαλαίου στις καπιταλιστικές χώρες αποτυπώνεται είτε ως τέτοιο, είτε διαμεσολαβημένα, και στην θεσμική και επιστημονική λειτουργία αυτών των χωρών.
ΙΙΙ. Κατά τα πρόσφατα έτη, εν όψει στοιχείων και δειγμάτων οικονομικής επιβράδυνσης της Κίνας, της κρίσης και των χρεοκοπιών στην βιομηχανία κατασκευών, καθώς και των δυσκολιών στην βιομηχανία μεταφορών, από κορυφαίους και έγκυρους εκπροσώπους της επιστήμης της πολιτικής οικονομίας εκφέρεται δημόσια η εκτίμηση περί μη βιωσιμότητας της Κινεζικής οικονομίας, λόγω της αβυσσαλέας απόκλισης μεταξύ πραγμάτωσης πρόσθετης αξίας από εξαγωγή κεφαλαίου και υποκατανάλωσης στην εσωτερική αγορά,20 και περί του κινδύνου της “παγίδας μεσαίου εισοδήματος”21.
Παρότι αυτές οι εκτιμήσεις πλέον διατυπώνονται ρητά από σύγχρονες αυθεντίες της οικονομικής σκέψης, κάποιος θα μπορούσε να αντιλέξει, ότι και σε προηγούμενες φάσεις είχαν διατυπωθεί παρόμοιου τύπου προβλέψεις.
Η Μονάδα Νοημοσύνης και η Νοημοσύνη του Economist στις πρόσφατες σχετικές αναφορές τεκμηρίωσης κρατάει μια πιο ψύχραιμη στάση, μάλλον αναδεικνύοντας ως κρίσιμο παράγοντα τον αναπτυσσόμενο ανταγωνισμό μεταξύ Κίνας και Ινδίας.22
Συνολικά, δεν είναι κάτι, το οποίο συναρτάται στην κύρια πλευρά του (παρά την περί τούτου εσχατολογική πολιτική ρητορική) με την έκβαση των τωρινών ενεργών πολιτικών αντιπαραθέσεων, των τρεχόντων ή και συγκυριακών διακρατικών ανταγωνισμών [όπως είπαμε, για μας ελάχιστη αναλυτική ή κατανοητική αξία σε όλο αυτό έχουν οι γεωστρατηγικές κλπ. αναλύσεις, αφορισμοί και προτιμήσεις], καθ’ όσον πρόκειται στο περιεχόμενό του για κάτι που εκδηλώνεται και διεξάγεται στην παγκόσμια αγορά. Από την άλλη, στην γενικότητά του δεν πρέπει να παραγνωρίζεται το οικονομικό φαινόμενο των ψευδαισθήσεων και αυταπατών του οικονομικού ανταγωνισμού.23
Σε κάθε περίπτωση, υπάρχει κι η κλασική Αγγλοσαξονική και Βρετανική οπτική να κατανοήσεις κριτικά την Κινεζική οικονομία ως ούτω καλούμενο “εξουσιαστικό/αυταρχικό καπιταλισμό” (authoritarian capitalism) -κι απ’ αυτήν την άποψη είναι απλά ζήτημα πολιτικής και ιδεολογικής αντιπαράθεσης προς αυτό, όπως ήταν προς τον “κρατικό καπιταλισμό” της ΕΣΣΔ..24 Φρονούμε, ότι ο par excellence καπιταλιστικός τομέας της Κινεζικής οικονομίας προσιδιάζει σε κάτι τέτοιο.
Εν τούτοις, δεν αρκεί μια τέτοια γενική εκτίμηση, για να πεις πως ξεμπέρδεψες θεωρητικά με την Κινεζική πολιτική οικονομία, καθ’ όσον αυτό σε οδηγεί σε μια μερική αντιληπτικότητα.
IV. Πέρα από την τρέχουσα δημοσιολογία έχουμε κατά νου την προσφάτως εκδοθείσα έρευνα για την ιστορία και το μέλλον της τεχνητής νοημοσύνης στην Κίνα,25 καθώς και βιβλία δημοσιευθέντα από το ίδιο εκδοτικό κέντρο.26
Prima facie, αυτού του τύπου η έρευνα λειτούργησε ενώπιόν ημών ως τεχνοπολιτική νοητικών ηλεκτρικών εκκενώσεων, που εισάγει νέες πραγματικότητες, αφορώσες τόσο την λειτουργία του προσίδιου σταθερού κεφαλαίου και της εργασίας, όσο και τις οριακές σχέσεις μεταξύ human agency και συστημάτων νοημοσύνης.
Στην πορεία ανάπτυξής του έγινε τόσο πολυσχιδές, ώστε συνδεόμενο με αυτό ένα νέο εγχείρημα, τα Chaosmotics, ανήλθε στην επιφάνεια.27
Ως συστατική δυναμική σε όλο αυτό εκλαμβάνουμε το μηχανικό ασυνείδητο και ως κεντρική αφηρημένη δυναμική την Χουσερλιανή έννοια της αποβλεπτικότητας, εμπροθετότητας (Intentionalität).
Η πρωτοτυπία της παραπάνω έρευνας συνίσταται στο ότι το σύστημα της AI δεν εξετάζεται ως μορφή κεφαλαίου. Επομένως, δεν αποτυπώνεται η λειτουργία του και η πραγμάτωση της αξίας του στο κυκλοφοριακό προτσές, και μετέπειτα οι διασπάσεις της αξίας του στο συνολικό προτσές καπιταλιστικής παραγωγής. Αυτό σημαίνει, ότι πρόκειται για ποιότητες συστημάτων AI, οι οποίες δεν παράγονται, ούτε προκύπτουν υπό τον σκοπό της εμπορευματοποίησης και κεφαλαιακής αυτοαξιοποίησης. Παράγονται, ίστανται και λειτουργούν ως κατά κάποιο τρόπο ab sich.28
Αυτό είναι κάτι ποιοτικά διαφορετικό από την αμιγώς καπιταλιστική AI, είτε ιδωθεί ως per se εμπόρευμα, είτε ως συστατικό της μηχανουργίας, είτε ως λειτουργούν στο σύστημα πραγματικής υπαγωγής της εργασίας στο κεφάλαιο, είτε στην καθαρή επιχειρησιακή μορφή του Axys.
Ωστόσο, αυτή η μη καπιταλιστική Κινεζική AI διαμορφώνει με την σειρά της στοιχεία από σύστημα πραγματικής υπαγωγής της εργασίας (ιδιαίτερα των κοινωνικών εκφράσεων και αποβλέψεών της) στον κεντρικό σχεδιασμό. Πιο συγκεκριμένα, μπορεί να ειπωθεί, ότι πρόκειται για τεχνοδυναμικές, οι οποίες συντείνουν σε μια Χουσερλιανού τύπου σχάση του εγώ, σχάση του εαυτού (Ichspaltung), σε μια ποιοτική μετάβαση από την Αδιαιρετότητα στην Πολλαπλότητα.
Αυτή η διαπίστωση είναι απλά μια τέτοιας ποιότητας εννοιολόγηση με βάση την εμπειρία. Κάποιος άλλος το εννοιολογεί διαφορετικά, ακόμα κι αν έχει την ίδια εμπειρία. Αυτό έχει να κάνει με τον ίδιο τον χαοσμοτικό, εντροπικό, ανοικτό χαρακτήρα αυτής της τεχνολογίας.
Στην πορεία εκτύλιξής της αποκτά και τους απαραίτητους γλωσσολογικούς φετιχισμούς της τεχνο-λογικής μαγείας -την φαντασμαγορία, ότι δεν έχει φτιαχτεί υπό τους όρους του τυπικού Δυτικού ορθολογισμού και της Καντιανής μηχάνευσης, ότι εκφεύγει εύκολα από τους μιμητικούς όρους του δυαδισμού της Τρίτης Βιομηχανικής Επανάστασης.
Δεν είναι εύκολο να κατηγοριοποιηθεί ή να ταξινομηθεί με τα τρέχοντα εργοστασιακά κριτήρια της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης.
Αν είχαμε να συμβουλεύσουμε κάποιον βιομήχανο, θα τον συμβουλεύαμε να μην αγοράσει κάτι τέτοιο για να το βάλει στα εργοστάσια. Αν είχαμε να συμβουλεύσουμε κάποιον τραπεζίτη ή στρατοκράτη θα του λέγαμε, ότι μπορεί να αγοράσει ένα τέτοιο πράγμα, επειδή προσαρμόζεται και συναρθρώνεται στο προτσές μετατροπής του συνολικού Ζώντος Πράγματος (Lebensdige) σε ενεργό κεφάλαιο, ακόμα κι αν δεν έχει παραχθεί για κάτι τέτοιο.
4 Ενδεικτικά βλ. Xinwen Zhang, “Is China Socialist? Theorising the Political Economy of China”, Journal of Contemporary Asia, Volume 53, 2023 - Issue 5: Feature section: The Question of Socialism in China. Guest Edited by Richard Westra, pp. 810-827.
5 Ενδεικτικά βλ. Xi, οπ., αποσπάσματα: “We have put forward the Chinese Dream of the great rejuvenation of the Chinese nation and proposed promoting national rejuvenation through a Chinese path to modernization … We have advanced reform, opening up, and socialist modernization and have written a new chapter on the miracles of fast economic growth and long-term social stability … Scientific socialism is brimming with renewed vitality in 21st-century China. Chinese modernization offers humanity a new choice for achieving modernization … To uphold and develop Marxism, we must integrate it with China's specific realities. Taking Marxism as our guide means applying its worldview and methodology to solving problems in China; it does not mean memorizing and reciting its specific conclusions and lines, and still less does it mean treating it as a rigid dogma. We must continue to free our minds, seek truth 14 from facts, move with the times, and take a realistic and pragmatic approach. We must base everything we do on actual conditions and focus on solving real problems arising in our reform, opening up, and socialist modernization endeavors in the new era”.
6 Βλ. Ding, Xiaoqin (1 April 2009). "The Socialist Market Economy: China and the World". Science & Society. 73 (2): 235–241, Cui, Zhiyuan (2012). "Making Sense of the Chinese 'Socialist Market Economy': A Note". Modern China. 38 (6): 665–676, Kjeld Erik Brødsgaard, Koen Rutten, From Accelerated Accumulation to Socialist Market Economy in China: Economic Discourse and Development from 1953 to the Present, Brill, Boston, Leiden, 2017, Maxence Poulin, “Comparative Analysis of the Economic Structure of the Socialist Market Economy of China and the New Economy Policy”, International Critical Thought , Volume 11, 2021 - Issue 4, pp. 519-534.
7 Βλ. Full text: Communique of the Third Plenary Session of the 20th Central Committee of the Communist Party of China, αποσπάσματα: “Chinese modernization has been advanced continuously through reform and opening up, and it will surely embrace broader horizons through further reform and opening up. We must purposefully give more prominence to reform and further deepen reform comprehensively with a view to advancing Chinese modernization in order to better deal with the complex developments both at home and abroad, adapt to the new round of scientific and technological revolution and industrial transformation, and live up to the new expectations of our people … By 2035, we will have finished building a high-standard socialist market economy in all respects, further improved the system of socialism with Chinese characteristics, generally modernized our system and capacity for governance, and basically realized socialist modernization”, σε http://en.cppcc.gov.cn/2024-07/19/c_1006186.htm
8 Βλ. Jillian Szewczak, Reno, Nevada, Evidence for Marxism's Continued Role in Chinese Economic Modernization Theory. An Analysis, Bachelor of Arts- History and English Writing, University of Nevada, Reno, 2013, A Thesis presented to the Graduate Faculty of the University of Virginia in Candidacy for the Degree of, Master of Arts, East Asian Studies Center, University of Virginia, April 2017, Wei Liu, Renmin University, Beijing, “China, Combining Marxism and China’s practices for the development of a socialist political economy with Chinese characteristics”, China Political Economy, Vol. 1 No. 1, 2018, pp. 30-44.
9 Για την κατανόηση σε καθημερινό μητροπολιτικό επίπεδο μιας δοσμένης πρότερης φάσης ανάπτυξης της Κινεζικής νεωτερικοποίησης στην Σανγκάη βλ. Anna Greenspan, Shanghai Future. Modernity Remade, Oxford University Press, November 15 2014.
10 Ενδεικτικά βλ. Wrobel, Ralph M. (2012): The social market economy as a model for sustainable growth in developing and emerging countries, Economic and Environmental Studies (E&ES), ISSN 2081-8319, Opole University, Faculty of Economics, Opole, Vol. 12, Iss. 1, pp. 47-63
11 Βλ. Das Kapital, III. Band: Der Gesamtprozeß der kapitalistischen Produktion, VII. Die Revenuen und ihre Quellen, 49. Zur Analyse des Produktionsprozesses
12 Βλ. ibid., 51. Distributionsverhältnisse und Produktionsverhältnisse
13 Ενδεικτικά βλ. Grundrisse der Kritik der politischen Ökonomie. 1857-1858, Das Kapitel vom Kapital - Epochen ökonomischer Gesellschaftsformation, Formen, die der kapitalistischen Produktion vorhergehen (Über den Prozeß, der der Bildung des Kapitalverhältnisses oder der ursprüngliche Akkumulation vorhergeht), extract: wie in den meisten asiatischen Grundformen, die zusammenfassende Einheit, die über allen diesen kleinen Gemeinwesen steht, als der höhere Eigentümer oder als der einzige Eigentümererscheint, die wirklichen Gemeinden daher nur als erbliche Besitzer. Da die Einheit der wirkliche Eigentümer ist und die wirkliche Voraussetzung des gemeinschaftlichen Eigentums – so kann dieseselbst als ein Besondres über den vielen wirklichen besondren Gemeinwesen erscheinen, wo der einzelne dann in fact eigentumslos ist oder das Eigentum – i.e. das Verhalten des einzelnen zu dennatürlichen Bedingungen der Arbeit und Reproduktion als ihm gehörigen, als den objektiven, als unorganische Natur vorgefundner Leib seiner Subjektivität – für ihn vermittelt erscheint durch das Ablassen der Gesamteinheit, die im Despoten realisiert ist als dem Vater der vielen Gemeinwesen – an den einzelnen durch die Vermittlung der besondren Gemeinde. Das Surplusprodukt – dasübrigens legal bestimmt wird infolge der wirklichen Aneignung durch Arbeit – gehört damit von selbst dieser höchsten Einheit. Mitten im orientalischen Despotismus und der Eigentumslosigkeit, diejuristisch in ihm zu existieren scheint, existiert daher in der Tat als Grundlage dieses Stamm- oder Gemeindeeigentum, erzeugt meist durch eine Kombination von Manufaktur und Agrikultur innerhalbder kleinen Gemeinde, die so durchaus self-sustaining wird und alle Bedingungen der Reproduktion und Mehrproduktion in sich selbst enthält. Ein Teil ihrer Surplusarbeit gehört der höhernGemeinschaft, die zuletzt als Person existiert, und diese Surplusarbeit macht sich geltend sowohl im Tribut etc. wie in gemeinsamen Arbeiten zur Verherrlichung der Einheit, teils des wirklichen Despoten, teils des gedachten Stammwesens, des Gottes.Diese Art Gemeindeeigentum kann nun, soweit es nun wirklich in der Arbeit sich realisiert, entweder so erscheinen, daß die kleinen Gemeinden unabhängig nebeneinander vegetieren und in sichselbst der einzelne auf dem ihm angewiesnen Los unabhängig mit seiner Familie arbeitet (eine bestimmte Arbeit für gemeinschaftlichen Vorrat, Insurance sozusagen, einerseits, und für Bestreitung der Kosten des Gemeinwesens als solchen, also für Krieg, Gottesdienst etc.;
14 Βλ. οπ., Das Kapital, I. Band: Der Produktionsprozeß des Kapitals, I. Ware und Geld, 2. Der Austauschprozeß
15 Βλ. οπ., απόσπασμα: Die Personen existieren hier nur füreinander als Repräsentanten von Ware und daher als Warenbesitzer. Wir werden überhaupt im Fortgang der Entwicklung finden, daß die ökonomischen Charaktermasken der Personen nur die Personifikationen der ökonomischen Verhältnisse sind, als deren Träger sie sich gegenübertreten.
16 Βλ. Zhou, S. 2021. “The Category of ‘Capital’ in the Socialist Market Economy.” [In Chinese.] Chinese Journal of Political Economics, no. 3: 102–112.
17 Βλ. Xia Lu and Xiaoqin Ding, “Socialist Political Economy with Chinese Characteristics and Research on the Chinese and Foreign Economies,. A Survey of the Viewpoints Expressed by the New Marxian Economics Synthesis School in 2021”, World Review of Political Economy, Vol. 13 No. 4 Winter 2022, pp. 482-483.
18 Βλ. οπ., pp. 485 επ.
19 Βλ. Yang Zhang, “The Contribution of the “School of New Marxist Economics” to China's Socialist Market Economy”, World Review of Political Economy, Spring 2020, Vol. 11, No. 1 (Spring 2020), pp. 4-27.
20 Βλ. https://www.bloomberg.com/news/videos/2024-06-03/nobel-laureate-krugman-china-s-economic-model-is-not-sustainable
21 Βλ. China Confronts the Middle-Income Trap by Nouriel Roubini | Apr 4, 2024 | Project Syndicate σε https://nourielroubini.com/china-confronts-the-middle-income-trap/
22 Βλ. The Economist - Intelligence Unit, Economic Power Play: Accessing China’s Trade Policies, 2021, Economist Intelligence, China Going Global Investment Index 2023, The Belt and Road Initiative’s Index 2023. Παράβαλε https://merics.org/en/1-new-era-xi-steers-chinas-economy-different-path
23 Βλ. Das Kapital, III. Band, ibid, 50. Der Schein der Konkurrenz
24 Βλ. Witt, M.A. & G. Redding, ‘China: Authoritarian Capitalism’. In M.A. Witt & G. Redding (Eds.), The Oxford Handbook of Asian Business Systems. Oxford, Oxford University Press, 2014, Petry, Johannes (2020) Financialization with Chinese characteristics : exchanges, control and capital markets in authoritarian capitalism. Economy and Society, 49 (2). pp. 213-238
25 Βλ. Benjamin Bratton, Bogna Konior, Anna Greenspan (eds.), Machine Decision is Not Final. China and the History and Future of Artificial Intelligence, Urbanomic, UK, January 2nd, 2079, https://www.urbanomic.com/document/china-ai/
26 Βλ. Yuk Hui, The Question Concerning Technology in China. An Essay in Cosmotechnics, urbanomic, UK, Dec. 2016, https://www.urbanomic.com/book/question-concerning-technology-china/
27 Βλ.https://www.chaosmotics.com/en/featured/what-is-chaosmotics-beginnings-and-ends-in-the-pathway. Η ονομασία είναι άμεση αναφορά στο Felix Guattari, Chaosmosis. an ethico-aesthetic paradigm, translated by Paul Bains and Julian Pefanis, Power Institute, USA, 1995.
28 Βλ. https://www.chaosmotics.com/en/variations/machine-decision-is-not-final-i, https://www.chaosmotics.com/en/variations/machine-decision-is-not-final-ii-2, https://www.chaosmotics.com/en/variations/machine-decision-is-not-final-iii-2
Aufheben #14 – 2006, pp. 1-22
Καλώς ήλθατε στον “Κινεζικό αιώνα”;
Η μεταμόρφωση της Κίνας
Τμήμα Πρώτο: η Κίνα από τον Μάο έως σήμερα
-Εισαγωγή
[1] Για μια πιο λεπτομερή καταγραφή της Μαοϊκής περιόδου βλ. Maurice Meisner, Mao’s China: A History of the People’s Republic (Free Pres 1977). Για μια ιστορία της μεταρρυθμιστικής περιόδου βλ. Gordon White, Riding the Tiger: The Politics of Economic Reform in Post-Mao China (Macmillan, 1993).
[1] Το ερώτημα του σε τι έκταση οι φιλελεύθερες οικονομικές μεταρρυθμίσεις, οι οποίες εισήχθησαν στα τέλη της δεκαετίας του 1970, ήταν ένα αποτέλεσμα του καθαρού σχεδίου από μεριάς του Deng Xiaoping ή της ακούσιας έκβασης των ενδο-κομματικών αγώνων, είναι εκτός του σκοπού αυτού του άρθρου.
[3] Στην σοσιαλιστική ορολογία η λέξη χρέωση (charge) δεν σημαίνει την δανειστική χρέωση (credit), αλλά την ανάθεση ενός καθήκοντος, ευθύνης, έργου.
[4] Το χρήμα, όπως λέει ο Σέυ, γινόταν ο βολικός πράκτορας.
-Ανταγωνισμός επί σπανίων φυσικών πόρων
Δύο από τα πιο επιστρεφόμενα θέματα που μπορούν να ανευρεθούν στις ανακοινώσεις της Κινεζικής εξωτερικής πολιτικής στα πρόσφατα χρόνια, είναι η αναγκαιότητα εγκαθίδρυσης ενός “πολύ-πολικού κόσμου” και η επιμονή στην μη-επέμβαση στις υποθέσεις των κυρίαρχων εθνών. Αμφότερα τα θέματα έχουν εκδιπλωθεί σε διάφορες διπλωματικές πρωτοβουλίες μέσω των οποίων η Κίνα έχει αναζητήσει να χτίσει συμμαχίες μεταξύ των “αναπτυσσόμενων κρατών” ώστε να αντισταθμίσει τις καταπατήσεις από την ΗΠΑ ηγεμονία. Πράγματι, αυτά τα θέματα έχουν γίνει τμήμα αυτού που έχει γίνει γνωστό ως “Consensus του Πεκίνου”[1], το οποίο παρουσιάζεται ως μια εναλλακτική στον ευαγγελικό νέο-φιλελευθερισμό του “Consensus της Ουάσιγκτον”, το οποίο έχει πλατιά ιδωθεί ως απόπειρα οικουμενικοποίησης του Αμερικανικού-στυλ καπιταλισμού και της δημοκρατίας.
Ωστόσο, καθώς οι παραγωγοί της Κινεζικής εξωτερικής πολιτικής καλά αναγνωρίζουν, η Κίνα δεν είναι σε θέση, τουλάχιστον προς το παρόν (2006 όταν δημοσιεύθηκε το άρθρο), να προκαλέσουν σοβαρά την ΗΠΑ ηγεμονία, ούτε να αμφισβητήσουν τα βασικά δόγματα της νέο-φιλελεύθερης ιδεολογίας της. Πράγματι, υπογράφοντας στον ΠΟΕ, η Κίνα μπορεί να ιδωθεί ότι έχει κάνει μια ανεπίστρεπτη αφοσίωση στην αρχή της προοδευτικής φιλελευθεροποίησης του εμπορίου και της ελεύθερης κίνησης κεφαλαίου. Έχει γίνει ένα αξιοσέβαστο μέλος της διεθνούς μπουρζουάδικης κοινότητας και έχει εγγραφεί στην Αμερικανοκρατούμενη Νέα Παγκόσμια Τάξη, η οποία εγκαθιδρύθηκε ακολουθώντας την αποσύνθεση της ΕΣΣΔ. Για την Κίνα το “Consensus του Πεκίνου” απλά επιβεβαιώνει το δικαίωμα των “αναδυόμενων αγοραίων οικονομιών” να επιδιώξουν νέο-φιλελεύθερες πολιτικές με τον δικό τους τρόπο, με σεβασμό στις δικές τους πολιτικές και κοινωνικές περιστάσεις και παραδόσεις.
Πράγματι, έχοντας αποδεχθεί τους κανόνες του παιχνιδιού, η Κίνα έχει αναζητήσει να τους μετατρέψει σε δικό της πλεονέκτημα. Η Κίνα έχει αναζητήσει να στεριώσει την οικονομική θέση της ως το αναδυόμενο κέντρο της Ασιατικής μεταποίησης προωθώντας συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου στην Ασία. Έχει εγκαθιδρύσει στενούς διπλωματικούς δεσμούς με τις χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας εξ ίσου ευθέως, και μέσω του Συνδέσμου των ΝοτιοΑνατολικών Ασιατικών Εθνών (ΣΝΑΕ) έχει κερδίσει περιορισμένη πρόσβαση στην ΣΝΑΕ Περιοχή Ελεύθερου Εμπορίου.[2] Παρομοίως, η Κίνα έχει εγκαθιδρύσει στενούς διπλωματικούς και οικονομικούς δεσμούς με τις χώρες της Νότιας Ασίας και ως αποτέλεσμα έχει κατοχυρώσει “ειδική εταιρική σχέση” με την ΝοτιοΑνατολική Ένωση για την Περιφερειακή Συνεργασία (ΝΑΕΠΣ) και την συνδεδεμένη Νοτιοανατολική Περιοχή Ελεύθερου Εμπορίου.[3] Περαιτέρω, μακρόθεν, η Κίνα έχει συνάψει διμερείς εμπορικές συμφωνίες με την Βραζιλία, ώστε να εξασφαλίσει φαγητό και ακατέργαστα υλικά.
Στον ΠΟΕ, η Κίνα μαζί με την Ινδία και την Βραζιλία, έχει ηγηθεί μιας χαλαρής συμμαχίας “αναπτυσσόμενων οικονομιών”, οι οποίες έχουν επιτύχει στο να αμφισβητούν τις προτεραιότητες της φιλελευθεροποίησης προωθούμενης από τις ΗΠΑ και την Ευρώπη. Αυτή η συμμαχία, κάποιες φορές γνωστή όπως η G20, πέτυχε στο να μπλοκάρει τον πιο πρόσφατο γύρο εμπορικής φιλελευθεροποίησης προταθέντα στο Cancun στα 2003. Και, κάνοντας ούτω τρόπω, έχει επιμείνει ότι οι χώρες του “Βορά” θα έπρεπε, ως ζήτημα προτεραιότητας, να διαλύσουν τα υψηλά επίπεδα προστασίας των φάρμερ τους.
Διπλωματικές προσπάθειες να προωθήσει την “κοινή ασφάλεια”, οικονομική συνεργασία και ελεύθερο εμπόριο μπορούν να ιδωθούν ότι τελούν σε τέλεια συμφωνία με τον πολυμερισμό της “νέας παγκόσμιας τάξης”. Ωστόσο, είναι ακριβώς η ικανότητα των μακροπρόθεσμων αντιπάλων στην ηγεμονία της Αμερικής να στρέψουν την “νέα παγκόσμια τάξη” ώστε να εξυπηρετεί τους δικούς τους σκοπούς, που έχει ενδυναμώσει την υπόθεση των νέο-συντηρητικών ενός της διακυβέρνησης Μπους. Οι νέο-συντηρητικοί επιχειρηματολογούν ότι αν οι ΗΠΑ σκοπεύουν να διατηρήσουν την παγκόσμια ηγεμονία τους, πρέπει να προετοιμασθούν, όποτε είναι αναγκαίο, να διακόψουν τις διπλωματικές διεμπλοκές, οι οποίες έχουν αναπτυχθεί με την “νέα παγκόσμια τάξη”, ώστε μονομερώς να επιβεβαιώσουν τα στρατηγικά και οικονομικά συμφέροντά τους. Πουθενά αυτό δεν φαίνεται τόσο αναγκαίο όσο η εξασφάλιση της παροχής ακατέργαστων υλικών, ιδιαίτερα πετρελαίου, όπως ο πόλεμος στο Ιράκ έχει καθαρά δείξει.
-Η Ζήτηση της Κίνας για ενέργεια
Κατά τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια η Κίνα δεν έχει μόνο την εμπειρία της ραγδαίας εξαγωγικά-οδηγούμενης ανάπτυξης στην μεταποίηση, απαιτώντας το χτίσιμο νέων εργοστασίων και αυξανόμενα μεγέθη εισροών ακατέργαστων υλικών, αλλά επίσης ένα επί μακρόν διατηρούμενο κατασκευαστικό μπουμ, καθώς ολόκληρες πόλεις έχουν έλθει στην ύπαρξη. Ως αποτέλεσμα, η ζήτηση της Κίνας για ακατέργαστα υλικά ώστε να τροφοδοτήσει την ραγδαία ανάπτυξή της, έχει εκτοξευθεί. Όμως, η ραγδαία οικονομική μεταμόρφωση της Κίνας δεν έχει απαιτήσει μόνο αχανείς και όλο και πιο αυξανόμενες ποσότητες ακατέργαστων υλικών, αλλά επίσης και αυξανόμενα μεγέθη ενέργειας. Πράγματι, κατά τα τελευταία δύο χρόνια, οι ελλείψεις ενέργειας έχουν καταστεί ένα μείζον όριο στην συνεχιζόμενη συσσώρευση κεφαλαίου –καθώς οι οικονομικοί σχεδιαστές της Κίνας απασχολούνται με τα σοβαρά εμπόδια στην παραγωγή και διανομή άνθρακα, ηλεκτρισμού και πετρελαίου, έχουν οξυμένη επίγνωση. Έτσι, για παράδειγμα, παρά την εγκατάσταση γεννήτριας ικανότητας 440GW ηλεκτρικής ενέργειας –περισσότερης από την συνολική γεννήτρια ικανότητα ηλεκτρισμού του ΗΒ, Φραγκίας, Γερμανίας μαζί –η ζήτηση για ηλεκτρισμό ακόμα ξεπερνάει την παροχή.[4] Ως αποτέλεσμα, κατά τα τελευταία δύο έτη έχουν παρατηρηθεί σοβαρές ενεργειακές περικοπές στις πιο ραγδαία αναπτυσσόμενες Νότιες επαρχίες. Παράτολμες προσπάθειες να διατηρηθεί υψηλά η αυξανόμενη ζήτηση για άνθρακα για παραγωγή ηλεκτρισμού έχουν οδηγήσει σε μια σειρά σοβαρών ατυχημάτων στα ορυχεία. Στους πρώτους έξι μήνες του 2005, 2.672 εργάτες ορυχείων καταγράφτηκαν πεθαμένοι σε ατυχήματα ορυχείων –αναγκάζοντας την κυβέρνηση να ανακοινώσει πρόσφατα το κλείσιμο του ενός τρίτου των ορυχείων της Κίνας για λόγους ασφαλείας. Ενώ η πρόσφατη αύξηση στην τιμή του πετρελαίου, συνδυασμένη με τα μεταφορικά προβλήματα, έχει οδηγήσει σε δριμείες περικοπές πετρελαίου.
Τέτοια μπλοκαρίσματα στην παραγωγή και διανομή ενέργειας γενικά, φυσικά, εν μέρει αντανακλούν το πιο γενικό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι οικονομικοί σχεδιαστές της Κίνας περί διατήρησης επαρκούς κρατικής επένδυσης στις βασικές εγκαταστάσεις και οικονομικές υποδομές, ώστε να διατηρήσουν υψηλά την ραγδαία επέκταση του εξαγωγικά-προσανατολισμένου μεταποιητικού τομέα. Ωστόσο, αυτό εμπλέκει επίσης το μακροπρόθεσμο πρόβλημα εξασφάλισης επαρκών παροχών πετρελαίου. Παρόλο που η Κίνα έχει επαρκή αποθέματα άνθρακα ώστε να συναντήσει την επιδιωκόμενη αύξηση της ζήτησης για παραγωγή ηλεκτρισμού, έχει αυξανόμενα εξαρτηθεί στο εισαγόμενο πετρέλαιο ώστε να συναντήσει τις ανάγκες των αυξανόμενων οδικών μεταφορών. Στα 1994 η Κίνα εισήγαγε μόνο το 6% της ζήτησής της για πετρέλαιο, κατά το 2004 αυτό αυξήθηκε σε 42% και αναμένεται να αυξηθεί σε 60% στα 2014. Με την ζήτησή της για εισαγόμενο πετρέλαιο να αναμένεται να διπλασιασθεί εντός των επόμενων δέκα ετών, οι κρατικοί σχεδιαστές της Κίνας έχουν καταστεί αγχωτικοί ώστε να εξασφαλίσουν αλλοδαπές παροχές πετρελαίου.[5]
Καθώς η Κίνα είναι υποχρεωμένη να ψάξει στον υπόλοιπο κόσμο για τις μελλοντικές
πετρελαϊκές παροχές της, βρίσκει την παγκόσμια βιομηχανία πετρελαίου σε μια
υψηλής αβεβαιότητας κατάσταση μετάβασης.
-Τα μεταβαλλόμενα γεω-πολιτικά του πετρελαίου και των πετρελαϊκών προσόδων
Κατά τα μέσα της δεκαετίας του 1990 γινόταν αυξανόμενο καθαρό ότι τα μείζονα πετρελαϊκά πεδία της Βόρειας Θάλασσας και της Αλάσκα είχαν προσεγγίσει το υψηλό της παραγωγής του και ότι εντός μιας δεκαετίας θα ήταν σε πτώση. Ως συνέπεια, η εποχή της υπερβάλλουσας ικανότητας στην παγκόσμια βιομηχανία πετρελαίου, η οποία είχε τις ρίζες της στην μαζική υπερεπένδυση στην βιομηχανία σε απάντηση των πετρελαϊκών σοκ της δεκαετίας του 1970, θα τελείωνε. Με άλλα Δυτικά πετρελαϊκά πεδία να ακολουθούσαν σύντομα, η παγκόσμια βιομηχανία πετρελαίου θα γινόταν αυξανόμενα εξαρτώμενη σε αυτό το οποίο έχει γίνει τώρα γνωστό ως Ευρύτερη Μέση Ανατολή: το οποίο είναι τα πετρελαϊκά πεδία του Περσικού Κόλπου, του Καυκάσου και Κεντρικής Ασίας.
Κατά την διάρκεια της υπερβάλλουσας πετρελαϊκής ικανότητας, η ΗΠΑ πολιτική αναφορικά με το πετρέλαιο ήταν να αποτρέψει την κατάρρευση στην τιμή του πετρελαίου που θα σήμαινε το γκρέμισμα της Αμερικανικής υψηλού κόστους πετρελαϊκής βιομηχανίας. Σε αυτόν τον στόχο οι ΗΠΑ επιδίωκαν να κρατήσουν το πετρέλαιο εκτός της παγκόσμιας αγοράς. Οι Αμερικανοί υποστήριζαν τις προσπάθειες της Σαουδικής Αραβίας να αστυνομεύσει τις αυστηρές πετρελαϊκές ποσοστώσεις του OPEC και να επιδιώξει μέσω πολεμικών και οικονομικών κυρώσεων να αποτρέψει την ανάπτυξη των μειζόνων πετρελαϊκών πεδίων σε Ιράν και Ιράκ.[6] Ωστόσο, με την προοπτική αυτής της εποχής να τελειώνει, ήταν αναγκαίο, αν οι ΗΠΑ σκόπευαν να διατηρήσουν την κυριαρχία τους στην παγκόσμια πετρελαϊκή βιομηχανία, να αναπτύξουν μια στρατηγική ώστε να διευθύνουν την μετάβαση στην νέα εποχή.
Η στρατηγική που εξελίχθηκε επί της Κλίντον διακυβέρνησης είναι πρώτα να ανοίξουν τα πετρελαϊκά πεδία του Ιράν και του Ιράκ σε Αμερικανική και Δυτική επένδυση κεφαλαίου. Αυτό έμελλε να γίνει είτε μέσω διπλωματικών προσπαθειών να πεισθούν οι κυβερνήσεις του Ιράν και του Ιράκ να λάβουν μια πιο φιλο-Δυτική θέση, ή αποτυγχάνοντας αυτό, με το να επιφέρουν μια αλλαγή καθεστώτος σε αμφότερες αυτές τις χώρες μέσω κεκαλυμμένων επιχειρήσεων. Δεύτερον, σε σύζευξη με το άνοιγμα των πετρελαϊκών πεδίων σε Ιράκ και Ιράν, η στρατηγική του Κλίντον ήταν να λάβει την ευκαιρία της αποσύνθεσης της ΕΣΣΔ και της ιδιωτικοποίησης της Ρωσικής βιομηχανίας πετρελαίου, ώστε να κερδίσει πρόσβαση για τις ΗΠΑ πετρελαϊκές βιομηχανίες στην Ρωσία, Καύκασο και Κεντρική Ασία, με ευνοϊκούς όρους.
Ωστόσο, η στρατηγική του Κλίντον ξεπεράσθηκε από τα γεγονότα. Ακολουθώντας τα πετρελαϊκά σοκ της δεκαετίας του 1970, η ανάπτυξη των νέων πηγών ενέργειας και της τεχνολογίας αποθεματοποίησης ενέργειας, μαζί με την βραδεία οικονομική ανάπτυξη, σήμαναν, ότι κατά την διάρκεια της δεκαετίας του 1980 και στις αρχές της δεκαετίας του 1990 η παγκόσμια ζήτηση για πετρέλαιο μόλις και αυξανόταν. Ως αποτέλεσμα, η κύρια αιτία της προοπτικής πτώσης στην υπερβάλλουσα ικανότητα της παγκόσμιας βιομηχανίας πετρελαίου φαινόταν να είναι στην πλευρά της παροχής: η οποία είναι η πτώση στην παροχή πετρελαίου από τα γερασμένα πετρελαϊκά πεδία. Ως τέτοιο, το επιδιωκόμενο σημείο, στο οποίο η εποχή του υπερβάλλοντος πετρελαίου ήταν να φτάσει σε ένα τέλος, ήταν κάπου γύρω στα 2010, κάτι που παρείχε επαρκή χρόνο για την ανοιχτή τιμολόγηση των νέων πετρελαϊκών πεδίων. Όμως, από τα τέλη της δεκαετίας του 1990, η παγκόσμια ζήτηση για πετρέλαιο ξεκίνησε να αυξάνει οξυμένα. Ένα μεγάλο μέρος αυτής της αύξησης στην ζήτηση προερχόταν από την μη αναμενόμενη ραγδαία οικονομική ανάπτυξη της Κίνας. Όπως οι πρόσφατες οξυμένες αυξήσεις στην τιμή του πετρελαίου έχουν επιβεβαιώσει, το πετρελαϊκό ράγισμα έχει έλθει αρκετά νωρίτερα απ’ αυτό που αναμενόταν πριν δέκα χρόνια.
Όπως έγινε ξεκάθαρο, ότι η μακροπρόθεσμη στρατηγική του Κλίντον ξεπεράσθηκε από τα γεγονότα, η θέση των νέο-συντηρητικών στο κατεστημένο της Αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής έγινε ενδυναμωμένη. Ακολουθώντας την επίθεση στους Δίδυμους Πύργους τον Σεπτέμβρη του 2001, οι νέο-συντηρητικοί εντός της νέας διακυβέρνησης του Μπους (jnr) έλαβαν την ευκαιρία να πιέσουν για μια ριζική αλλαγή στην ΗΠΑ εξωτερική πολιτική. Σε ανοιχτή εναντίωση προς τον πολυμερισμό της κατεστημένης Αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής, επιχειρηματολόγησαν ότι ήταν αναγκαίο να διακόψουν όλες τις διπλωματικές διεμπλοκές, ώστε μονόπλευρα να επανασυστήσουν τα γεω-πολιτικά της ευρύτερης Μέσης Ανατολής μέσω ξεκάθαρης στρατιωτικής ισχύος.
Πρώτον, με την εισβολή στο Αφγανιστάν στα 2002, οι ΗΠΑ ήταν ικανές να αποκτήσουν ένα πάτημα στην Κεντρική Ασία, που μέχρι τότε γινόταν αποδεκτό ότι ήταν εντός της Ρωσικής σφαίρας επιρροής, όχι μόνο με το να καταλάβουν το Αφγανιστάν, αλλά και με την εγκαθίδρυση στρατιωτικών βάσεων στις Κεντρικοασιατικές δημοκρατίες. Δεύτερον, η εισβολή στο Ιράκ όχι μόνο επέτρεψε στις ΗΠΑ να καταλάβουν μια χώρα με τα παγκόσμια δεύτερα μεγαλύτερα γνωστά αποθέματα πετρελαίου, αλλά τις τοποθέτησε σε μια θέση εξ ίσου ικανή να στηλώσει, διά στρατιωτικής ισχύος αν ήταν αναγκαίο, το φιλο-Αμερικανικό Σαουδικό καθεστώς- το οποίο φυσικά επικρατεί επί των παγκοσμίων μεγαλύτερων γνωστών αποθεμάτων πετρελαίου –και να επέμβουν ώστε να ανατρέψουν το αντι-Αμερικανικό Ιρανικό καθεστώς.
Ωστόσο, το θρασύ αλλά παράτολμο σχέδιο των νέο-συντηρητικών για να επιλύσουν το πρόβλημα της συνεχιζόμενης κυριαρχίας της Αμερικής επί της παγκόσμιας πετρελαϊκής βιομηχανίας με το διά της ισχύος να επαναδιατάσσουν τα γεω-πολιτικά της “ευρύτερης Μέσης Ανατολής” είχε αποτύχει. Είχε τραπεί στην άμμο της Ιρακινής αντίστασης. Μακριά από το να προβάλλει την ΗΠΑ στρατιωτική δύναμη, και να δείχνει στον κόσμο ότι είχε εξορκίσει το φάντασμα του Βιετνάμ, το Ιράκ έχει δείξει τα όρια της ΗΠΑ δύναμης. Κάνοντας έτσι, έχει διανοίξει αυτό το οποίο έχει γίνει γνωστό ως το “νέο μεγάλο παίγνιο δύναμης” επί του ελέγχου της παραγωγής και διανομής του πετρελαίου –και των πετρελαϊκών προσόδων, οι οποίες εγείρονται εξ ενός τέτοιου ελέγχου –των πλατιά αναξιοποίητων πετρελαϊκών πεδίων της Κεντρικής Ασίας.
[1] Ενδεικτικά βλ. Joshua Cooper Ramo, The Beijing
Consensus, The Foreign Policy Centre, London, 2004. Σε αυτό το βιβλίο η παρουσίαση δεν περιορίζεται
μόνο στα τυπικά γνωρίσματα της επίσημης εξωτερικής πολιτικής, αλλά διεισδύει
και εμβαθύνει σε κομβικές πλευρές της Κινεζικής επιστημονικής αντίληψης για την
κοσμική συγκρότηση του πραγματικού, όπως η αξιωματική ανάπτυξη της φυσικής
επιστήμης, των μαθηματικών, της κβαντικής, των χωροχρονικών προβλημάτων.
[2] Το ΣΝΑΕ περιλαμβάνει τις τέως
Ανατολικοασιατικές τίγρεις: Ινδονησία, Μαλαισία, Φιλιππίνες, και την Σιγκαπούρη,
μαζί με Ταϊλάνδη, Μπρουνέι, Βιετνάμ, Λάος, Μιανμάρ (τέως Μπούρμα) και Καμπότζη.
[3] Η ΝΑΕΠΣ αποτελείται από την Ινδία,
Πακιστάν, Μπαγκλαντές, Μπουτάν, τις Μαλβίδες, Νεπάλ και Σρι Λάνκα. Η Κίνα έχει αποκτήσει
την ειδική σχέση του “διαλογικού εταίρου” με την ΝΑΕΠΣ.
[4] Βλ. ‘China’s Electric Power
Sector Reaches Growth Limit’, Asian Times, May 5th, 2005
[5] Βλ. ‘Pressure on Beijing
Over Fuel Shortages’, Financial Times, August 18th, 2005.
[6] Για την πιο λεπτομερή ανάλυσή
μας περί των γεω-πολιτικών του πετρελαίου και του πρόσφατου Πολέμου στο Ιράκ βλ.
‘Oil Wars and World Orders Old and New’, Aufheben #12, 2004.
-Το μεγάλο παίγνιο δύναμης
Οι κύριοι παίκτες στο νέο μεγάλο παίγνιο δύναμης[1] στην Κεντρική Ασία είναι πρώτα: οι κύριες αναπτυγμένες καπιταλιστικές δυνάμεις: οι ΗΠΑ, των οποίων οι πολυεθνικές πετρελαϊκές εταιρείες κυριαρχούν στην παγκόσμια πετρελαϊκή αγορά, οι δυνάμεις της Δυτικής Ευρώπης, και η Ιαπωνία. Δεύτερον, υπάρχουν οι κύριες Ασιατικές δυνάμεις των οποίων η εγγύτητα στην Κεντρική Ασία ενισχύει την γεωπολιτική θέση τους: Κίνα, Ρωσία και Ινδία. Τρίτον, υπάρχουν τα πέντε Κεντρικοασιατικά κράτη: Καζακστάν και Τουρκμενιστάν, που μαζί με την Ρωσία επικάθονται στο περισσότερο του πετρελαίου και των αποθεμάτων φυσικού αερίου, μαζί με: Ουζμπεκιστάν, Τατζικιστάν και Κιργιστάν, που είναι όλοι στρατηγικά τοποθετημένοι για όποιον εύχεται να ελέγξει την διανομή πετρελαίου στην περιοχή.
Καθώς οι ΗΠΑ έχουν βαλτώσει κάτω στο Ιράκ, το Κινεζικό κράτος έχει επιδιώξει ένα σύνθετο σύνολο από διπλωματικές, εμπορικές και στρατιωτικές πρωτοβουλίες για να εξασφαλίσει τις μελλοντικές πετρελαϊκές παροχές του και να προωθήσει τις επιχειρηματικές θέσεις του στο αιχμαλωτίζειν τις πετρελαϊκές προσόδους. Κεντρικό σε αυτό είναι μια σειρά από διπλωματικούς ελιγμούς σχεδιασμένη να δημιουργήσει ένα Ασιατικό μπλοκ που είναι ικανό να αντιτεθεί στην κυριαρχία των ΗΠΑ και των Δυτικών πετρελαϊκών συμφερόντων στην Κέντρική Ασία.[2]
Ίσως, το πιο σημαντικό απ’ αυτά είναι το κορτάρισμα της Ρωσίας. Η πρόσφατη ανάκαμψη της Ρωσίας από την καταστροφική “νέο-φιλελεύθερη θεραπεία του σοκ” της δεκαετίας του 1990, που είδε την Ρωσική οικονομία να βυθίζεται κοντά 50%, είναι ευρέως το αποτέλεσμα του αυξανόμενου κρατικού ελέγχου επί των Ρωσικών πετρελαϊκών εταιρειών –οι οποίες είναι τώρα τουλάχιστον υποχρεωμένες να πληρώνουν τους φόρους τους –και η αυξανόμενη τιμή του πετρελαίου. Η εξάρτηση της Ρωσίας στον πετρελαϊκό πλούτο σημαίνει ότι είναι υπό δυνατή πίεση να εκμεταλλευθεί την θέση της ως παίκτης κλειδί στο σκάλισμα της “ευρύτερης Μέσης Ανατολής”. Το περισσότερο των μη αναπτυχθέντων πετρελαϊκών αποθεμάτων στην Κεντρική Ασία κείνται είτε στην Ρωσική επικράτεια είτε στην επικράτεια της πρώην ΕΣΣΔ. Η οικονομική υποδομή, συμπεριλαμβανομένων των αγωγών πετρελαίου, των πρώην ΕΣΣΔ δημοκρατιών της Κεντρικής Ασίας, όσο υπάρχουν, είναι ακόμα ευρέως ενταγμένη στην Ρωσική οικονομία. Κατά συνέπεια, η Ρωσία είναι ο θυροφύλακας των πετρελαϊκών πεδίων της Κεντρικής Ασίας, ελέγχοντας, όπως κάνει, όχι μόνο την απόσπαση από τα δικά της πετρελαϊκά πεδία, αλλά και την μεταφορά του περισσότερου πετρελαίου αποσπασμένου εντός της πρώην αυτοκρατορίας της.
Από τότε που ο Hu Jintao παρέλαβε από τον Jiang Zemin ως ο διαπρεπής ηγέτης της Κίνας στα 2002, έχει επισκεφτεί την Ρωσία για συζητήσεις υψηλού επιπέδου όχι λιγότερες από πέντε φορές. Ωστόσο, μέχρι πρόσφατα αυτό έδειχνε να έχει λίγη επίδραση στις Σινο-Ρωσικές σχέσεις.
Αναφορικά με το πετρέλαιο, η Ρωσία επιδιώκει να χτίσει εμπορικές σχέσεις με Δυτικές πετρελαϊκές εταιρείες για να κερδίσει την αναγκαία επένδυση και τεχνολογία ώστε να εκμεταλλευθεί τα αποθέματά της και δυνητικά να αποκτήσει επικερδή συμβόλαια για να προμηθεύσει τις Ευρωπαϊκές οικονομίες με πετρέλαιο και φυσικό αέριο, απ’ την στιγμή που οι υδρογονάνθρακες της Βόρειας Θάλασσας έχουν γίνει εξαντλημένοι. Πιο γενικά, παρόλο που η Ρωσία αντιτέθηκε στην ΗΠΑ εισβολή στο Ιράκ, ο Πούτιν σκέφτεται ότι είναι σοφό να διατηρήσει εγκάρδιες σχέσεις με τις ΗΠΑ.
Προκειμένου να διατηρήσει την διαπραγματευτική θέση της ως προς την Ευρώπη, η Ρωσία πρότεινε να χτίσει έναν δια-Σιβηρικό αγωγό έως τον Ειρηνικό, που θα της έδινε μια εναλλακτική έξοδο για το πετρέλαιό της. Επέτρεψε έναν πόλεμο προσφορών μεταξύ Ιαπωνίας και Κίνας επί του πού ο αγωγός έπρεπε να καταλήγει και ποιος θα πλήρωνε για την κατασκευή του. Στα 2004 οι Ρώσοι κατέληξαν υπέρ της Ιαπωνικής προσφοράς.
Ωστόσο, ακολουθώντας την προώθηση της “Πορτοκαλί Επανάστασης” από την Αμερική στην Ουκρανία, που ευθέως απειλεί τα πετρελαϊκά συμφέροντα της Ρωσίας στον Καύκασο, η εξωτερική πολιτική του Πούτιν έχει σημειώσει μια αποφασιστική στροφή προς την Κίνα. Αυτό έχει γίνει γεγονός με την εκτεταμένη κοινή στρατιωτική άσκηση διεξαχθείσα από την Κίνα και την Ρωσία στον Αύγουστο του 2005 –η πρώτη τέτοια κοινή στρατιωτική άσκηση για παραπάνω από πενήντα χρόνια.[3] Των ασκήσεων αυτών προηγήθηκε η ανακοίνωση της 30ης Ιουνίου ότι η Ρωσική κυβέρνηση είχε συμφωνήσει να έχει ένα παράρτημα του δια-Σιβηρικού αγωγού διελθόντος της Κίνας, προς δυσαρέσκεια των Ιαπώνων.
Η ανακοίνωση ότι θα υπήρχε ένα παράρτημα του αγωγού ήλθε στην φόρα μιας συνεδριακής συνάντησης του Οργανισμού της Σανγκάης για Συνεργασία (ΟΣΣ). Μια συνάντηση που κάποιοι αναλυτές βλέπουν να έχει μεγαλύτερη παγκόσμια σημασία από την πολύ πιο δημοσιοποιημένη περίσταση της συνάντησης των G8 που γίνεται στον ίδιο χρόνο. Ο ΟΣΣ αρχικά συστήθηκε στα 2001 ως διακυβερνητικός οργανισμός για να προωθήσει την συνεργασία επί οικονομικών και ασφάλειας ζητημάτων μεταξύ Ρωσίας, Κίνας και τεσσάρων από τις πέντε Κεντρικοασιατικών δημοκρατιών: Καζακστάν, Ουζμπεκιστάν, Τατζικιστάν και Κιργιστάν.[4]
Όσο αφορά τα οικονομικά ζητήματα η Κίνα ενδιαφερόταν στο να αποκτήσει πρόσβαση όχι μόνο στα αναξιοποίητα πετρελαϊκά και φυσικού αερίου αποθέματα των Κεντρικοασιατικών δημοκρατιών αλλά επίσης σε τέτοια ακατέργαστα υλικά, όπως βαμβάκι, αλουμίνα, ψευδάργυρο, μόλυβδο, σιδηρομετάλλευμα και χρυσό. Η Κίνα επίσης ήλπιζε ότι οι Κεντρικοασιατικές δημοκρατίες θα παρείχαν κλειστές αγορές για τις μεταποιητικές βιομηχανίες που είχαν σχεδιασθεί για τις οικονομικά μη αναπτυχθείσες δυτικές περιοχές.
Όσον αφορούσε την ασφάλεια όλα τα κράτη μέλη της ΟΣΣ αντιμετώπιζαν στρατιωτικές Ισλαμικές ομάδες, οι οποίες τότε γινόντουσαν πιο τολμηρές, καθώς οι Ταλιμπάν στερέωναν τον έλεγχό τους επί του Αφγανιστάν, καθώς και διάφορα εθνικά βασισμένα χωριστικά κινήματα. Η ίδια η Κίνα αντιμετώπιζε αυξημένα περιστατικά εθνικών ταραχών, πολιτικών δολοφονιών και σαμποτάζ των εργοστασίων πετρελαίου και των αγωγών στην μακρινή δυτική αυτόνομη περιοχή της, του Σινγκάνγκ. Μέσω του ΟΣΣ ελπίζετο ότι η συντονισμένη δράση μεταξύ των κρατών μελών θα ήταν πολύ πιο αποτελεσματική στο να τσακίσει τέτοια “τρομοκρατία”, η οποία ευρέως βασιζόταν στα ορεινά χερσαία σύνορα.
Ωστόσο, εντός μηνών από την σύσταση του ΟΣΣ η κατάσταση στην Κεντρική Ασία μεταμορφώθηκε ριζικά από την ΗΠΑ εισβολή στο Αφγανιστάν. Αρπάζοντας την ευκαιρία να ελευθερωθούν από την παραδοσιακή καθυπόταξή τους στην Μόσχα, οι Κεντρικοασιατικές δημοκρατίες συμμετείχαν στον από την Αμερική καθοδηγούμενο πόλεμο ενάντια στην “τρομοκρατία”. Προς αντάλλαγμα για ουσιώδη μεγέθη στρατιωτικής και οικονομικής συνδρομής, το Ουζμπεκιστάν και το Κιργιστάν επέτρεψαν στην Αμερική να χτίσει αεροπορικές βάσεις και σταθμούς περισσότερων από 3.000 στρατευμάτων στο έδαφός τους, ενώ το Καζακστάν και το Τατζικιστάν συμφώνησαν να αφήσουν τις ΗΠΑ να χρησιμοποιούν τον εναέριο χώρο τους για στρατιωτικές υπερ-πτήσεις.
Η δοκιμαστική πρόταση να χτιστεί ένας αγωγός 3.000 χλμ από τα πετρελαϊκά πεδία του Καζακστάν κοντά στην Κασπία Θάλασσα και στην Κίνα κρατήθηκε σε αναστολή. Απεναντίας, η κυβέρνηση του Καζακστάν ανανέωσε την δέσμευσή της στην Αμερικανική πρόταση για έναν αγωγό διερχόμενο κάτω από την Κασπία Θάλασσα κατά μήκος του Αζερμπαϊτζάν και της Γεωργίας στο Τουρκικό λιμάνι του Κεϋχάν. Ένα αγωγός που θα παρείχε μια εναλλακτική στον υπάρχοντα αγωγό που φτάνει στο Ρωσικό λιμάνι του Νοβοροσίσκ στην Μαύρη Θάλασσα.
Κι όμως, όπως η Ρωσία, οι απόψεις των Κεντρικοασιατικών δημοκρατιών προς τις ΗΠΑ έχουν διέλθει μια απότομη στροφή κατά το προηγούμενο έτος. Υπό πίεση από τους Αμερικάνους να ανοίξουν τις οικονομίες τους στην “ελεύθερη αγορά”, και με την απειλή των ΗΠΑ-χορηγούμενων “πορτοκαλί επαναστάσεων”, αν δεν το κάνουν, οι Κεντρικοασιατικές δημοκρατίες έχουν επιστρέψει στις αγκαλιές της Κίνας και της Ρωσίας. Ως αποτέλεσμα, ο ΟΣΣ έχει επαναζωογονηθεί. Στην συνάντηση του Ιουλίου 2005 συμφωνήθηκε ότι ο αγωγός μεταξύ Καζακστάν και Κίνας θα χτιζόταν όπως και να είχε. Επιπρόσθετα, ο ΟΣΣ κάλεσε τις ΗΠΑ να αποσύρουν όλα τα στρατεύματά τους από την Κεντρική Ασία. Εντός εβδομάδων το Καζακστάν ακολούθησε αυτό ανακοινώνοντας ότι οι Αμερικανικές στρατιωτικές βάσεις στο έδαφός του θα έκλειναν. Μόνο μια φωτιστική περιοδεία των κεφαλαίων της Κεντρικής Ασίας από τον Ντόναλντ Ράμσφέλντ κατάφερε να αποσοβήσει, τουλάχιστον για την ώρα, την ανάληψη παρομοίων δράσεων απομάκρυνσης της Αμερικανικής στρατιωτικής παρουσίας κάπου άλλου στην περιοχή.
Μαζί με τις διπλωματικές πρωτοβουλίες στοχεύουσες στην Ρωσία και τις Κεντρικοασιατικές δημοκρατίες, η Κίνα έχει επίσης προσπαθήσει να χτίσει στενότερους διπλωματικούς δεσμούς με την Ινδία, ιδιαίτερα επί του ζητήματος του πετρελαίου. Ως τέτοια, η Ινδία είναι ένας δυνητικός αντίπαλος με την Κίνα επί του σκαλίσματος των πετρελαϊκών αποθεμάτων της Κεντρικής Ασίας. Ωστόσο, η Κίνα επιδιώκει να χτίσει επί του κοινού συμφέροντός της με την Ινδία για να αμφισβητήσει την “Δυτική κυριαρχία” της παγκόσμιας πετρελαϊκής βιομηχανίας. Σε αυτό τον σκοπό η Κίνα έχει εισάγει ένα κοινό εγχείρημα με την Ινδία και το Ιράν για να αναπτύξει την Ιρανική πετρελαϊκή παραγωγή.[5] Επιπρόσθετα, ως ένα βήμα προς την μορφοποίηση του Ασιατικού μπλοκ, υπάρχουν ενδείξεις ότι η Ινδία θα συμμετάσχει σε στρατιωτικές ασκήσεις στα 2006 με Ρωσία και Κίνα.
Στο εμπορικό επίπεδο, οι κρατικά-ανηκόμενες πετρελαϊκές εταιρείες της Κίνας ασχολούνται με το να αγοράζουν δικαιώματα πετρελαϊκής έρευνας και εκμετάλλευσης γύρω στην Ασία. Η πιο θρασεία από αυτές τις κινήσεις ήταν η προσφορά από την Κινεζική Εθνική Εξωχώρια Πετρελαϊκή Εταιρεία (ΚΕΕΠΕ) να εξαγοράσει την σχετικά μικρή ΗΠΑ πετρελαϊκή εταιρεία, Unocal. Μια εξαγορά η οποία μπλοκαρίσθηκε στο όνομα του “Αμερικανικού εθνικού συμφέροντος”. Το περισσότερο της αντίθεσης στο ντιλ βασιζόταν στο επιχείρημα ότι οι Κινέζοι ίσως καταλάμβαναν Αμερικανικά πετρελαϊκά αποθέματα. Ωστόσο, η ΚΕΕΠΕ θα εξαγόραζε, αλλά θα αποσυρόταν από τα συμφέροντα της Unocal στα πετρελαϊκά πεδία στην Αμερική, αν το ντιλ προχωρούσε. Το κύριο συμφέρον της ΚΕΕΠΕ στην Unocal ήτο το πετρέλαιό της και τα συμφέροντα φυσικού αερίου στην Ασία, όπως κι οι επιχειρήσεις της στην Μιανμάρ (πρώην Μπούρμα), Μπαγκλαντές, Τουρκμενιστάν.
Παρά το ότι η προσφορά της ΚΕΕΠΕ για την Unocal μπλοκαρίσθηκε, αυτό αποζημιώθηκε από μια άλλη κρατικά-ανηκόμενη Κινεζική πετρελαϊκή εταιρεία –την Κινεζική Εθνική Πετρελαϊκή Εταιρεία (ΚΕΠΕ) –σπρώχνοντας συμφωνία 580 μύρια δολάρια για να πάρει την καταχωρισμένη στον Καναδά Πετρο-Καζακστάν. Η Πετρο-Καζακστάν είναι η τρίτη μεγαλύτερη πετρελαιοπαραγωγός στο Καζακστάν.[6]
Αυτό το ντιλ, μαζί με τον προτεινόμενο αγωγό, όχι μόνο συμβάλει στο παραπέρα στέριωμα της πρόσβασης της Κίνας στους πετρελαϊκούς και φυσικού αερίου πόρους του Καζακστάν αλλά επίσης επιτρέπει την αιχμαλωσία των πετρελαϊκών προσόδων εγειρόμενων από την εξαγωγή τους.
Έτσι, εν ολίγοις, στους πρόσφατους μήνες το “νέο μεγάλο παίγνιο δύναμης” να σκαλίσεις τα αποθέματα υδρογονανθράκων της Κεντρικής Ασίας έχει οξυμένα μεταβληθεί κατά των ΗΠΑ και υπέρ της Κίνας. Αυτό, μαζί με τις ανησυχίες προκαλούμενες από την αυξανόμενη τιμή του πετρελαίου, συμβάλει στο να πυροδοτεί την έννοια μιας επικείμενης Κινεζικής απειλής στα συμφέροντα της Αμερικής στα διάφορα οικοδομικά τετράγωνα της Αμερικανικής μπουρζουαζίας. Αυτό έχει εκδηλώσει εαυτό, όχι μόνο στην ισχυρή αντίθεση στην ΚΕΕΠΕ προσφορά για την Unocal, αλλά επίσης στις κινήσεις στο ΗΠΑ Κογκρέσο για να επιβάλει οικονομικές κυρώσεις ενάντια στην Κίνα αν αποτύχει να επαναξιοποιήσει/υπερτιμήσει το γουάν. Εκ των ένδον της ίδιας της διακυβέρνησης Μπους, ο Ντόναλντ Ράμσφελντ έχει δημόσια εκφράσει τις ανησυχίες του εν όψει της αυξανόμενης στρατιωτικής ισχύος του ΛΑΣ.
Ωστόσο, το “νέο μεγάλο παίγνιο δύναμης” γύρω στην Κεντρική Ασία είναι σε ένα πρώιμο στάδιο και η κατάσταση είναι εισέτι σε μια αναλογίσιμη κατάσταση ροής. Μαζί με αμφότερες Ινδία και Ρωσία να κρατάνε τις διπλωματικές επιλογές τους ανοιχτές, αμφότερες γενικά και αναφορικά με το πετρέλαιο, η σταθεροποίηση ενός συνεκτικού αντι-Δυτικού Ασιατικού μπλοκ είναι ακόμη μακριά. Πράγματι, η κατάσταση θα μπορούσε να στραφεί εναντίον της Κίνας τόσο γρήγορα όσο έχει στραφεί υπέρ της κατά τους παρελθόντες μήνες.
Στις συμφωνίες του Μπους με την Κίνα, οι ανησυχίες περί της “Κινεζικής απειλής”, είναι πιθανόν να χρησιμοποιούνται ως κάτι περισσότερο από διαπραγματευτικά αντισταθμίσματα επί ελάσσονων ζητημάτων. Η διακυβέρνηση Μπους έχει ανάγκη συνεχιζόμενη Κινεζική συνεργασία στο να περιέχει την Βόρεια Κορέα. Επίσης μοιράζεται με την Κινεζική κυβέρνηση κοινά συμφέροντα σε αντιστεκόμενες κλήσεις από την Ευρώπη για μειωμένες εκπομπές άνθρακα για να αποφύγουν την κλιματική αλλαγή, και αμφότερες οι κυβερνήσεις έχουν κοινό σκοπό στο να αντιτίθενται σε προτάσεις επέκτασης του Συμβουλίου Ασφαλείας των ΗΕ.
Ωστόσο, πολύ πιο σημαντικό από τέτοια κοινά συμφέροντα εξωτερικής πολιτικής, είναι το γεγονός ότι ο Μπους δεν μπορεί να αγνοήσει τα συμφέροντα του Αμερικανικού κεφαλαίου στο να κάνει κέρδη από την ραγδαίως επεκτεινόμενη Κινεζική οικονομία. Όσο η σχέση μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ παραμένει μία σχέση αμοιβαίας επανισχυροποίησης της συσσώρευσης κεφαλαίου, η προοπτική της ευθείας στρατιωτικής αντιπαράθεσης παραμένει μακρινή.
Πράγματι, όπως θα επιχειρηματολογήσουμε, η άριστη προοπτική για τις ΗΠΑ να
υπερφαλαγγίσει την μακροπρόθεσμη απειλή της Κίνας στην ηγεμονία της θα έμοιαζε
να είναι, όχι οι νέο-συντηρητικά-εμπνεόμενες στρατιωτικές περιπέτειες του είτε
να περιέχεις ή ακόμα και να αντιμετωπίσεις την Κίνα, αλλά ο Τρωϊκός ίππος
γεμισμένος με νέο-φιλελεύθερους ιδεολόγους.
-Τρωικοί ίπποι;
Για τους Αμερικανούς μπουρζουάδες σχολιαστές υπάρχουν δύο εξέχουσες ανησυχίες αναφορικά με το τρέχον στάδιο φιλελευθεροποίησης της Κίνας και ένταξής της στην “παγκόσμια οικονομία”. Η πρώτη και πιο επικρατούσα, είναι το ζήτημα του ποσοστού ανταλλαγής (συναλλαγματικής ισοτιμίας) του γουάν με το ΗΠΑ δολάριο. Η δεύτερη είναι η βραδύτητα των Κινεζικών αρχών στο να επιφέρουν χρηματιστικές και τραπεζικές μεταρρυθμίσεις. Όπως θα δούμε, αμφότερα των ζητημάτων είναι διασυνδεδεμένα, όντα πλευρές μιας πιο θεμελιακής αντίθεσης στην τρέχουσα κρατικά-διευθυνόμενη εθνική συσπείρωση κεφαλαίου στην Κίνα.
Ύστερα από αύξουσα πίεση από τις ΗΠΑ, ανακοινώθηκε στην 21η Ιουλίου 2005 ότι οι Κινεζικές χρηματικές αρχές είχαν αποφασίσει ότι, μετά από δέκα χρόνια, δεν θα επιδίωκαν πια να κρατήσουν το ποσοστό ανταλλαγής του γουάν με το ΗΠΑ δολάριο σταθερό εντός ενός στενού εύρους. Αντί να έχουν κολλημένο το γουάν στο ΗΠΑ δολάριο, θα ήταν από τώρα και μπρος κολλημένο στο καλάθι των πιο προβεβλημένων νομισμάτων του κόσμου.[7] Ωστόσο, αυτή η παραχώρηση έχει μέχρι τώρα συντελέσει σε μια μετριοπαθή υπερτίμηση 2% του γουάν έναντι του ΗΠΑ δολαρίου, πολύ μικρή ως προς το 30% της υπερτίμησης του ευρώ που έχει συμβεί κατά τα τελευταία λίγα χρόνια.
Για το ΗΠΑ λαϊκίστικο προστατευτικό λόμπι, που είναι πιο ηχηρό και πολιτικά ενεργό στο να εγείρει αυτό το ζήτημα, η επιμονή της Κίνας στο να έχει κολλημένο το γουάν στο ΗΠΑ δολάριο έχει δώσει στους εξαγωγείς της Κίνας ένα άδικο εμπορικό πλεονέκτημα. Αυτό, λέγεται, φαίνεται στο αυξανόμενο εμπορικό πλεόνασμα της Κίνας ως προς τις ΗΠΑ. Αν οι Κινεζικές αρχές απείχαν από το να παρεμβαίνουν στις αλλοδαπές ανταλλακτικές αγορές, και γι’ αυτό επέτρεπαν στο γουάν να υπερτιμηθεί στο αγοραίο επίπεδό του, τότε η μεγάλη ανισορροπία εμπορίου μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ θα περιορίζετο. Δοσμένης της άρνησης της Κίνας να ακολουθήσει μια τέτοια ελεύθερη αγοραία πολιτική αναφορικά με το νόμισμά της, τότε η ΗΠΑ κυβέρνηση θα έπρεπε να επέμβει στο “πεδίο του επιπέδου του παιγνίου” επιβάλλοντας δασμούς στις Κινεζικές εισαγωγές, προκειμένου να προστατεύσει τις “Αμερικανικές δουλειές”.
Σε απάντηση, οι Κινέζοι σημειώνουν ότι παρόλο που η Κίνα έχει ένα ουσιώδες εμπορικό πλεόνασμα ως προς τις ΗΠΑ, αυτό είναι συμψηφισμός από ένα ισότιμα ουσιώδες εμπορικό έλλειμμα με τον υπόλοιπο κόσμο. Πράγματι, στα 2004, η Κίνα είχε ένα συνολικό εμπορικό έλλειμμα. Αυτό, λέγεται, δείχνει ότι το πρόβλημα δεν είναι η υπεραξιοποίηση του γουάν, αλλά η αποτυχία των Αμερικανικών εταιρειών να παράξουν αυτό που θέλει ο Κινέζος καταναλωτής να αγοράσει, και επομένως η αποτυχία να αυξηθούν οι Αμερικανικές εξαγωγές στην Κίνα, τόσο ώστε να μειωθεί η εμπορική ανισορροπία μεταξύ των δύο χωρών.
Φυσικά, είναι σίγουρα αληθές ότι ο κατακλυσμός των φθηνών Κινεζικών εισαγωγών στην Αμερική κατά τα πρόσφατα χρόνια έχει οδηγήσει αρκετές μικρές επιχειρήσεις στον τοίχο και έχει επιταχύνει την πτώση συγκεκριμένων βιομηχανιών και βιομηχανικών περιοχών στις ΗΠΑ. Αυτή η επίδραση στις “Αμερικανικές δουλειές” έχει υπηρετήσει ως ένα σημείο καμπάνιας για μια πολιτικά πιθανή λαϊκίστικη συμμαχία μεταξύ τομέων της βιομηχανικής μπουρουαζίας, των μικροαστών και τομέων της εργατικής τάξης. Ωστόσο, για την Αμερικανική μπουρζουαζία όλη αυτή η “απώλεια Αμερικανικών δουλειών” είναι μικρής ανησυχίας συγκρινόμενη με τις επικερδείς ευκαιρίες που η συνεχιζόμενη Κινεζική συσσώρευση κεφαλαίου διανοίγει.
Πράγματι, η Κινεζική απάντηση στα επιχειρήματα των Αμερικανών προστατευτιστών απολαμβάνει μιας συγκεκριμένης συμπάθειας μέσα στην Αμερικανική μπουρζουαζία και στους νέο-φιλελεύθερους προπαγανδιστές τους. Ωστόσο, έχοντας πει αυτό, αρκετοί ανάμεσα στην Αμερικανική μπουρζουαζία έχουν τους δικούς τους λόγους να θέλουν ένα τέλος σε ένα σταθερό ποσοστό ανταλλαγής του γουάν, βλέποντάς το ως ένα μέσο να μοχλεύσουν το άνοιγμα των ορίων της Κίνας στην ελεύθερη κίνηση κεφαλαίου. Ως αποτέλεσμα αυτοί έχουν προβάλει τους δικούς τους διακριτούς και ίσως πιο αποπλανητικούς λόγους για τις Κινεζικές αρχές να εγκαταλείψουν τις προσπάθειές της να διευθύνουν το νόμισμά τους.
Σε αντίθεση στα λαϊκίστικα επιχειρήματα ότι το κόλλημα του γουάν στο δολάριο είναι ενάντια στα Αμερικανικά συμφέροντα, αρκετοί νέο-φιλελεύθεροι ιδεολόγοι επιχειρηματολογούν ότι αυτό είναι επίσης ενάντια στα της Κίνας ιδία οικονομικά συμφέροντα. Επισημαίνεται ότι το περισσότερο από τα πρόσθετα δολάρια που εισέρχονται στην Κίνα, που αγοράζονται από την Κινεζική κεντρική τράπεζα, είναι λόγω της ενροής της Αμερικανικής αλλοδαπής επένδυσης παρά αποτέλεσμα του εμπορικού πλεονάσματος της Κίνας. Μετά, χρησιμοποιώντας αυτά τα πρόσθετα δολάρια για να αγοράζουν ΗΠΑ λογαριασμούς θησαυροφυλακίου, οι Κινεζικές αρχές επί του πρακτέου εγγυώνται τα ΗΠΑ βραχυπρόθεσμα δάνεια, τα οποία μετά χρησιμοποιούνται για να χρηματοδοτήσουν μακροπρόθεσμες επενδύσεις στην Κίνα που έχουν την προοπτική του να δίνουν πολύ υψηλότερες επιστροφές. Έτσι, στην μακρά πορεία η Κίνα χάνει επί της διαφοράς μεταξύ του τόκου λαμβανόμενου επί των ΗΠΑ λογαριασμών θησαυροφυλακίου και των μελλοντικών επιστροφών που πρέπει να ξεπληρώσουν σε Αμερικανικές επενδύσεις. Πράγματι, θα μπορούσε να λεχθεί, ότι η Κίνα θα ήταν καλύτερα με το να επενδύει τα δικά της αυξανόμενα αποθέματα αλλοδαπού νομίσματος στις δικές της βιομηχανίες.
Φυσικά, παρά την σαγηνευτική απλότητα τέτοιων επιχειρημάτων, η Κινεζική κυβέρνηση έχει καλούς λόγους για να διατηρεί ένα σταθερό ποσοστό ανταλλαγής μεταξύ του γουάν και του ΗΠΑ δολαρίου. Αν μη τι άλλο, με το να κολλάς το γουάν στο ΗΠΑ δολάριο, οι Κινεζικές αρχές είναι ικανές να διατηρούν όχι μόνο το επίπεδο αλλά επίσης το ποσοστό αύξησης των εξαγωγών στις ΗΠΑ. Στον ίδιο χρόνο, καθώς το γουάν έχει πέσει με το ΗΠΑ δολάριο έναντι του Ευρώ, οι Κινεζικές εξαγωγές είναι ικανές να διανοίξουν περισσότερες αγορές στην Ευρώπη. Ωστόσο, ίσως πιο σημαντικό, από το να διατηρεί ένα σταθερό ποσοστό ανταλλαγής με ένα δολάριο σε πτώση κατά τα παρελθόντα πέντε χρόνια, η Κινεζική κυβέρνηση είναι ικανή να μετριάζει την επίδραση του αυξανόμενου αλλοδαπού ανταγωνισμού στον εισέτι ευρέως καθυστερημένο και αναποτελεσματικό αγροτικό τομέα της, ο οποίος έχει ακολουθήσει την ένταξη της Κίνας στον ΠΟΕ.
Ωστόσο, ο πιο εσωτερικός λόγος, και αυτός ο οποίος πιο συχνά παρουσιάζεται στις κρυφίες ανακοινώσεις των Κινεζικών χρηματικών αρχών, είναι η σημασία του να διατηρείς “χρηματιστική σταθερότητα”. Για τις Κινεζικές χρηματικές αρχές η σημασία του να διατηρείς ένα σταθερό ποσοστό ανταλλαγής, είτε αυτό είναι στους όρους του ΗΠΑ νομίσματος είτε στους όρους ενός “καλαθιού ηγετικών νομισμάτων”, είναι αυτό που δημιουργεί αντέρεισμα στις προσπάθειές τους να ελέγξουν την ενροή του θεωρησιακού χρηματοκεφαλαίου. Πράγματι, ένα σταθερό ποσοστό ανταλλαγής με αυστηρούς ελέγχους κεφαλαίου είχε γίνει ζωτικό στην μόνωση του Κινεζικού χρηματιστικού συστήματος από τις αποσταθεροποιητικές παλιρροϊκές κινήσεις του παγκόσμιου χρηματιστικού κεφαλαίου.[8]
[1] Το “μεγάλο παίγνιο δύναμης” αρχικά
εισήχθη για να περιγράψει τους διπλωματικούς και στρατιωτικούς ελιγμούς μεταξύ Ρωσία
και Βρετανίας για τον έλεγχο της Κεντρικής Ασίας στον 19ο αιώνα.
Ήταν μια φράση που εσφαλμένα αποδόθηκε στον Rudyard
Kipling, που την έκανε διάσημη στο
μυθιστόρημά Kim.
[2] Βλ. ‘China’s Hunger for
Central Asian Energy’, Asian Times, June 11th, 2003.
[3] Βλ. ‘Brothers in Arms
Again’, Asian Times, August 20th, 2005; ‘Hu Jintao Seeks to Secure Deliveries
of Russian Oil to Fuel China’s Economic Growth’, Mosnews, June 30th, 2005 and
'China and Russia, New Shooting Stars', Asian Times, September 9th, 2005.
[4] Chien-peng Chung, 'The Shanghai Co-operation Organization: China's
Changing Influence in Asia', China Quarterly, 180, December 2004; ‘Hu’s Central
Asian Gamble to Counter the U.S. “Containment Strategy”’, Willy Lam, China
Brief, July 2005, Jamestown Foundation; also ‘Energy: The Catalyst for
Conflict’, Asian Times, August 30, 2005.
[5] Βλ. ‘China’s Foot in India’s
Door’, Asian Times, August 24th, 2005; και ‘India and China: Comrades in Oil’,
Asian Times, August 19th, 2005.
[6] Βλ. ‘Kazakh Oil Coup for
China, India Cries foul’, Asian Times, August 24th, 2005.
[7] Βλ.‘Aim is to Allow Greater
Flexibility While Still Keeping Control’, Financial Times, July 22nd, 2005; επίσης ‘Exchange Rate Reform in
Long-Term Interests’, China Daily, July 22nd, 2005.
[8] Ότι ο στόχος της δυτικής χρηματιστικής
είναι η διάλυση των ελέγχων κεφαλαίου αποκαλύπτεται σε άρθρο ενός σοβαρού οικονομολόγου
στην τράπεζα Westpac, βλ. ‘What About the Capital
Account?’, Huw McKay, Asian Times, July 26th, 2005.
-Χρηματιστική Μεταρρύθμιση
Κατά τον χρόνο της εισόδου της Κίνας στον ΠΟΕ πολλοί Δυτικοί σχολιαστές είχαν εκφράσει σοβαρές αμφιβολίες αναφορικά με την ικανότητα της Κινεζικής κυβέρνησης να περάσει τις νεο-φιλελεύθερες μεταρρυθμίσεις εντός της συμφωνηθείσας πενταετούς μεταβατικής περιόδου. Πράγματι, πολλοί πίστευαν ότι η Κίνα θα κατέληγε υπαναχωρώντας από αυτό που ήταν κατόπιν όλων ένα αρκετά δύσκολο ντιλ για τους Κινέζους. Ωστόσο, στις πιο πολλές περιοχές της φιλελευθεροποίησης και απορρύθμισης του εμπορίου και της βιομηχανίας η Κινεζική κυβέρνηση έχει προσπεράσει τέτοιες προσδοκίες και παραμένει αφοσιωμένη στις ΠΟΕ συμφωνίες. Εντούτοις, εκεί υπάρχει ένας τομέας της οικονομίας ο οποίος είναι εξαίρεση, και αυτό είναι ο τραπεζικός τομέας.
Είναι αληθές ότι η Κινεζική κυβέρνηση έχει διέλθει έναν υπολογίσιμο δρόμο στο χωρίζειν κανονιστικές και χρηματιστικές λειτουργίες στο τραπεζικό σύστημα. Οι τράπεζες επίσης έχουν κινηθεί προς Δυτικά πρότυπα και διαδικασίες υπολογισμού και έχουν καταστεί λιγότερο μυστικοπαθείς σχετικά με την χρηματιστική θέση τους. Πάραυτα, οι σχολιαστές Δυτικών επιχειρήσεων κλαίγονται για το πως οι Κινέζοι τραπεζίτες δρουν περισσότερο ως κράτος και κομματικοί αξιωματούχοι παρά ως τραπεζίτες, και, κατά συνέπεια, για το πώς οι πολιτικοί αναλογισμοί συνεχίζουν να υπερσκελίζουν τα εμπορικά κριτήρια στην λήψη αποφάσεών τους.
Οι σχολιαστές Δυτικών επιχειρήσεων επισημαίνουν το πως αυτή η καθ-υπόταξη του εμπορικού στο πολιτικό έχει συντελέσει σε ένα σχεδόν αξεπέραστο πρόβλημα μιας αχανούς και συνεχιζόμενης συσσώρευσης “κακών” και “μη λειτουργικών” δανείων. Αυτό, λένε, οφείλεται στο γεγονός ότι οι τράπεζες είναι υποχρεωμένες να επενδύουν χρήμα στην κρατικά-ανηκόμενη βιομηχανία και στην τοπική διοίκηση για “πολιτικούς λόγους”, δίνοντας ανεπαρκή προσοχή, αν ο τόκος μπορεί να πληρωθεί επ' αυτών των δανείων, ή αν ακόμα μπορούν συνολικά να αποπληρωθούν. Πράγματι, έχει υπολογισθεί ότι το 50% όλων των δανείων δοθέντων από τις μείζονες Κινεζικές τράπεζες είναι “μη λειτουργικά” -καθώς οι οφειλέτες είναι ανίκανοι να πληρώσουν τον τόκο εξ υπαιτιότητάς των και έχουν σωρεύσει πάνω από 500 δις δολάρια κακού χρέους.1
Ως αποτέλεσμα, με Δυτικά μέτρα, οι περισσότερες απ' τις Κινεζικές τράπεζες θα έπρεπε να εκληφθούν ως αφερέγγυες, και θα έπρεπε να έχει κηρυχθεί χρεοκοπία πολύ καιρό πριν, αν δεν ήταν το γεγονός των επαναλαμβανόμενων παρεμβάσεων από το κράτος, εξ ίσου για να ανακεφαλαιοποιήσει το τραπεζικό σύστημα και να συγκεντρώσει τα κακά δάνεια των φύλων του τραπεζικού ισοζυγίου σε ειδικά εγκαθιδρυμένες κρατικά-ανηκόμενες Εταιρείες Διαχείρισης Στοιχείων.2 Ακόμα κι έτσι, τέτοιες κρατικές παρεμβάσεις στο τραπεζικό σύστημα συμβάλλουν στο ξεκαθάρισμα των τρεχόντων φύλων τραπεζικού ισοζυγίου από παρελθόντα κακά δάνεια, ωστόσο ουδέν κάνουν για να αποτρέψουν την γέννηση νέων κακών δανείων. Λέγεται, ότι ο μόνος τρόπος για να μπορεί να λυθεί το πρόβλημα είναι να μεταρρυθμίσουν τις τράπεζες έτσι ώστε αυτές να επιχειρούν σύμφωνα με καθαρά εμπορικά κριτήρια. Ωστόσο, για τόσο καιρό η Κινεζική κυβέρνηση είναι αργή στο να επιφέρει τέτοιες μεταρρυθμίσεις.
Για τους Δυτικούς σχολιαστές αυτή η αργοπορία στην μεταρρύθμιση του τραπεζικού τομέα είναι αινιγματική δοσμένης της αφοσίωσης της κυβέρνησης στις μεταρρυθμίσεις στους άλλους τομείς της οικονομίας. Έχει προταθεί ότι αυτή η απροθυμία στην μεταρρύθμιση του τραπεζικού τομέα έχει να κάνει με την σημασία αυτού του τομέα για τα παίγνια πολιτικής εξουσίας εντός του Κόμματος-Κράτους. Καθώς οι επεκτάσεις των δανείων και της χρέωσης είναι σημαντικές στην κατανομή των πόρων εντός του κρατικού στελεχικού δυναμικού, ο έλεγχος επί της τραπεζικής πολιτικής είναι ένα σημαντικό στοιχεία στο χτίσιμο βάσεων εξουσίας εντός της Κομματικο-Κρατικής γραφειοκρατίας.3 Χωρίς αμφιβολία αυτό είναι σίγουρα αληθές όσο πάει. Ωστόσο, αυτό που αγνοεί αυτό το επιχείρημα, είναι η ζωτική σημασία του τρέχοντος τραπεζικού συστήματος για την κρατικά-διευθυνόμενη εθνική συσσώρευση κεφαλαίου.
Οι Κινεζικές τράπεζες έχουν περισσότερο ή λιγότερο αποκλειστική πρόσβαση μέσω των δικτύων των καταστημάτων τους εξ ίσου στις προσωπικές αποταμιεύσεις του αχανούς και μεγάλου ολιγαρκή πληθυσμού της Κίνας, και στις άεργες/οκνηρές χρηματικές καταθέσεις των εταιρειών και οργανισμών της Κίνας. Είναι γι' αυτό ικανές να προσελκύουν ουσιώδεις αποταμιευτικές καταθέσεις σε πολύ χαμηλά ποσοστά τόκου, οι οποίες μετά μορφοποιούν την βάση της δεξαμενής των τραπεζών για δανειακές επενδυτικές χρηματοδοτήσεις. Κομμάτι αυτών των δανειακών επενδυτικών χρηματοδοτήσεων μπορεί μετά να πάει για δανεισμό ως εμπορικά δάνεια στον μη-κρατικό τομέα σε υψηλά εμπορικά ποσοστά τόκου. Τα υψηλά περιθώρια κέρδους τα οποία εξ αυτού γίνονται σε αυτά τα εμπορικά δάνεια μετά πάνε για συμψηφισμό με τις απώλειες που υποφέρουν οι τράπεζες επί του κομματιού των δανειακών επενδυτικών χρηματοδοτήσεών τους, τις οποίες είναι υποχρεωμένες να δανείζουν σε υπο-εμπορικούς όρους στις κρατικά-ανηκόμενες επιχειρήσεις και σε άλλα κρατικά σώματα. Μ' αυτόν τον τρόπο οι τράπεζες είναι ικανές να προμηθεύουν το κράτος με μια πολύ φθηνή πηγή χρηματοδοτήσεων η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί για τους δικούς τους σκοπούς.
Τώρα, φυσικά, υπάρχει ένας πυρήνας αλήθειας στις νεο-φιλελεύθερες διαμαρτυρίες, ότι το κράτος ρουφάει τις επενδυτικές χρηματοδοτήσεις από τις τράπεζες της Κίνας ώστε να παράσχει “πολιτικά κινούμενες” επιδοτήσεις στις “ανεπαρκείς και υπεράριθμες” κρατικά-ανηκόμενες επιχειρήσεις. Όπως έχουμε δει, κεντρικό στην μεταμόρφωσή τους σε προσανατολισμένους στο κέρδος εμπορικούς οργανισμούς ήταν οι κρατικά-ανηκόμενες επιχειρήσεις να υποστούν περικοπές των κοινωνικών λειτουργιών τους περί παροχής απασχόλησης και πρόνοιας στους εργάτες τους μέσω του ντανβέι συστήματος. Αλλ' αυτό επίσης σήμαινε ένας τέλος στις ευθείες κυβερνητικές εγγυήσεις και επιδοτήσεις.
Ωστόσο, προκειμένου εξ ίσου να ελαχιστοποιήσουν και να προλάβουν την ταξική σύγκρουση, που έχει εγερθεί από μαζικές απολύσεις και την διάλυση του ντανβέι συστήματος, η ενεργή μεταμόρφωση των κρατικά-ανηκόμενων επιχειρήσεων έχει καταστεί μια μακρόσυρτη και συχνά διακοπτόμενη διαδικασία. Ως αποτέλεσμα, οι κρατικά-ανηκόμενες επιχειρήσεις έχουν βρει εαυτούς ακόμα γεμάτες με απαρχαιωμένες μονάδες και μηχανουργία, συνεχιζόμενες υποχρεώσεις και δεσμεύσεις κληρονομημένες από το ντανβέι σύστημα και με υπερβάλλοντα αριθμό εργατών: όμως, στον ίδιο χρόνο, δεν είναι πια ικανές να αποκτήσουν κυβερνητικές εγγυήσεις και επιδοτήσεις. Για να βολέψουν τέτοιες κρατικά-ανηκόμενες επιχειρήσεις, ή αλλιώς, να τις ενισχύσουν με το να επενδύσουν σε νέα μονάδα ή νέα μηχανουργία προκειμένου να πετύχουν το καλύτερο της ανασυγκρότησής τους, οι τράπεζες έχουν υποχρεωθεί να τους προκαταβάλουν δάνεια, ακόμα κι αν η προοπτική της αποπληρωμής των ίσως δεν είναι μεγάλη.4
Επιπρόσθετα, σε περιπτώσεις κατά τις οποίες ενεργή ή δυνητική αντίσταση στην ανασυγκρότηση των κρατικά-ανηκόμενων επιχειρήσεων ίσως χρειάζεται να εξαγορασθεί ή αλλιώς να διασκορπισθεί, έχει απαιτηθεί από τις τράπεζες να προκαταβάλλουν: αυτό το οποίο θα μπορούσε να ονομασθεί “δάνεια ειρήνης και φιλίας”.
Στο εύρος κατά το οποίο η αντίσταση των εργατών έχει καθυστερήσει την μεταμόρφωση των κρατικά-ανηκόμενων επιχειρήσεων σε προσανατολισμένους στο κέρδος οργανισμούς, τότε έχει συμβάλει στο να κρατήσει πίσω μεταρρυθμίσεις στο τραπεζικό σύστημα. Ωστόσο, η χρηματιστική του εταιρισμού δεν είναι η μόνη λειτουργία την οποία οι Κινεζικές τράπεζες είναι υποχρεωμένες να επιτελέσουν εντός της κρατικά-διευθυνόμενης συσσώρευσης κεφαλαίου στην Κίνα. Μπορεί επίσης να ιδωθεί ως ένα μέσο να σιγουρέψουν μια πιο ισορροπημένη συσσώρευση κεφαλαίου.
Προς επιδίωξη των πρόσθετων κερδών που μπορούν να γίνουν στα Κινεζικά εργοστασιακά εμπορεύματα πωλούμενα στην παγκόσμια αγορά, αλλοδαπή ευθεία επένδυση στην Κίνα έχει ευρέως συγκεντρωθεί στον εξαγωγικά-προσανατολισμένο μεταποιητικό τομέα. Όπως έχουμε δει, αυτή η ευθεία επένδυση συνήθως παίρνει την μορφή των πολυεθνικών οργανισμών που εισέρχονται σε κοινά εγχειρήματα με το Κινεζικό κράτος -με το κράτος συχνά να επιφυλάσσει ένα ελεγκτικό ενδιαφέρον. Τέτοια κοινά εγχειρήματα απαιτούν το Κινεζικό κράτος να αντέξει το επενδυτικό κεφάλαιο ώστε να το συνταιριάξει με τους πολυεθνικούς εταίρους του. Αυτό σημαίνει ότι ένα μεγάλο κομμάτι από τις επενδυτικές χρηματοδοτήσεις του κράτους, τραβηγμένο από την φορολόγηση και τα μερίσματα, αντλούμενο από το μερίδιο του κράτους στο κεφάλαιο των κρατικά-ανηκόμενων επιχειρήσεων και των κοινών εγχειρημάτων, είναι επίσης αφοσιωμένο στον εξαγωγικά-προσανατολισμένο μεταποιητικό τομέα. Ως αποτέλεσμα, η συσπείρωση κεφαλαίου σε αυτόν τον τομέα τείνει να υπερβαίνει εκείνη όλων των άλλων τομέων της οικονομίας.
Ωστόσο, η ραγδαία επέκταση της μεταποίησης απαιτεί την παροχή φθηνής στέγασης για την επεκτεινόμενη εργασιακή δύναμή της, απαιτεί περισσότερους δρόμους, σιδηρόδρομους και λιμάνια, απαιτεί περισσότερους σταθμούς ενέργειας και μια μεγαλύτερη παραγωγή πετρελαίου και άνθρακα, και την μεγαλύτερη παραγωγή ατσαλιού, το πλείστον εκ των οποίων παράγονται ή παρέχονται από κρατικά-ανηκόμενες επιχειρήσεις ή άλλα κρατικά σώματα. Ωστόσο, οι αργές και συχνά αβέβαιες επιστροφές επί των μειζόνων μακροπρόθεσμων κατασκευαστικών έργων, όπως χτίσιμο δρόμων, σιδηρόδρομων και σταθμών ενέργειας, είναι μη ελκυστικές για ιδιώτες ή αλλοδαπούς επενδυτές, ιδιαίτερα όταν το κράτος το νοιάζει να κρατά την τιμή των βιομηχανικών εισροών, όπως τέλη μεταφοράς και κόστη καυσίμων, των οποίων τέτοια έργα ίσως συμβάλλουν στην παραγωγή των. Κι όμως, με το περισσότερο της επενδυτικής χρηματοδότησης του κράτους αφοσιωμένο σε κοινά εγχειρήματα στον μεταποιητικό τομέα υπάρχει έλλειψη κρατικού κεφαλαίου για επένδυση σε τέτοια μακροπρόθεσμα κρατικού τομέα έργα. Αυτό έχει συντελέσει, όπως έχουμε δει αρκετά καθαρά σε σχέση με την ενέργεια, σε σοβαρές οικονομικές συμφορήσεις, οι οποίες απειλούν να εκτροχιάσουν την ραγδαία οικονομική ανάπτυξη της Κίνας.5
Η
αξιοποίηση των επενδυτικών χρηματοδοτήσεων
των τραπεζών παρέχει έναν δρόμο γύρω
απ' το πρόβλημα της σχετικής υπο-επένδυσης
στον κρατικό τομέα. Υποχρεώνοντας τις
τράπεζες να δανείσουν στις κρατικά-ανηκόμενες
επιχειρήσεις και στις κρατικές αρχές
για μακροπρόθεσμες επενδύσεις παραγωγής
παγίου κεφαλαίου, οι Κινέζοι σχεδιαστές
μπορούν να διορθώσουν την πτώση στην
επένδυση σε αυτόν τον τομέα.
Έτσι, το μερικά μη μεταρρυθμισμένο Κινεζικό τραπεζικό σύστημα έχει λειτουργήσει εξ ίσου για χρηματοδότηση και λείανση της διαδικασίας εταιρικοποίησης, και για να εξασφαλίσει μια πιο ισορροπημένη συσσώρευση κεφαλαίου. Όμως, η ερώτηση που τώρα εγείρεται, είναι: πόσο ακόμα το Κινεζικό τραπεζικό σύστημα μπορεί να λειτουργεί σε αυτούς τους δρόμους; Ποια θα είναι η επίδραση μιας πλήρους εφαρμογής των δεσμεύσεων στον ΠΟΕ περί τραπεζικής μεταρρύθμισης;
Τον Δεκέμβριο του 2006 η πενταετής μεταβατική περίοδος για τις ΠΟΕ μεταρρυθμίσεις θα έλθει σε ένα τέλος. Ο Κινεζικός τραπεζικός τομέας είναι τότε υποχρεωμένος να ανοιχθεί πλήρως για αλλοδαπές τράπεζες. Ήδη, η απορρύθμιση έχει οδηγήσει στην εγκαθίδρυση σχεδόν διακοσίων αλλοδαπών τραπεζών με καταστήματα στην Κίνα. Ωστόσο, έχουν περιορισθεί τόσο, ώστε μπορούν μόνο να μετράνε το 1% των αποταμιευτικών καταθέσεων της Κίνας. Πάραυτα, η Κίνα είναι μια δελεαστική προοπτική για αλλοδαπές τράπεζες, και αφ' ής στιγμής οι παραμένοντες περιορισμοί αρθούν, θα υπάρχει μάλλον μεγάλη πρεμούρα να εισέλθουν.
Φυσικά, οι ιδεολόγοι της ελεύθερης αγοράς είναι επίμονοι στο να επισημαίνουν όλα τα πλεονεκτήματα τα οποία η Κίνα θα θερίσει με το άνοιγμα του τραπεζικού συστήματός της στον αλλοδαπό ανταγωνισμό. Νέα “χρηματιστικά προϊόντα” και σύγχρονες προσανατολισμένες-στον πελάτη τραπεζικές πρακτικές θα μπορούν να ρίξουν στο τραπεζικό σύστημα περισσότερες καταθέσεις και να προωθήσουν πιο επαρκή και ευέλικτη χρηματοδότηση στο εμπόριο, στην βιομηχανία, και στο αδιαίρετο/άτομο.
Συγκεκριμένες αλλοδαπές αυθεντίες στην “λιανική τραπεζική” -που πραγματεύεται την μάζα των ιδιωτών αδιαίρετων/ατόμων- σίγουρα θα βελτιώσουν αυτό το οποίο είναι για καιρό μια παραμελημένη πλευρά της Κινεζικής τραπεζικής. Με τους επιβαλλόμενους περιορισμούς από τους χαμηλούς μισθούς και τα αγροτικά εισοδήματα, η παροχή επαρκούς και “ευέλικτης” πίστωσης στην αναδυόμενη Κινεζική μεσαία τάξη θα βοηθήσει να επεκτείνει την οικιακή αγορά.
Κι όμως, η ανάπτυξη της λιανικής τραπεζικής θα μπορούσε να τελειώσει εκτρέποντας τις δανειακές χρηματοδοτήσεις των τραπεζών από την χρηματοδότηση της πραγματικής συσσώρευσης κεφαλαίου, είτε στους κρατικούς ή ιδιωτικούς τομείς, ώστε να πυροδοτήσει ένα καταναλωτικό ξοδευτικό μπουμ και σπάσιμο (φούσκας). Ως εκ τούτου, όχι μόνο ρίχνει κάτω το ποσοστό της συσσώρευσης κεφαλαίου, αλλά επίσης αυξάνει την χρηματιστική αστάθεια στην οικονομία και στο χρηματιστικό σύστημα.
Επιπρόσθετα,
ο αλλοδαπός ανταγωνισμός θα οδηγήσει
επίσης σε υψηλότερα ποσοστά τόκου που
οι τράπεζες θα πρέπει να αποπληρώσουν
επί των αποταμιευτικών καταθέσεων, και
σε χαμηλότερα ποσοστά που είναι ικανές
να αποκτήσουν στα δάνεια που βγάζουν.
Ως αποτέλεσμα, τα περιθώρια κέρδους για
τις Κινεζικές τράπεζες πιθανόν να
συμπιεσθούν, κάνοντας πιο δύσκολο γι'
αυτές να ανταπεξέλθουν στα βάρη
επιβαλλόμενα από τα υπο-εμπορικά δάνεια
τα οποία είναι υποχρεωμένες να κάνουν.
Έτσι, η ικανότητα των τραπεζών να
υποστηρίξουν την συσσώρευση κεφαλαίου
εντός του κρατικού τομέα είναι πιθανό
να εξασθενήσει από τον αυξανόμενο
αλλοδαπό ανταγωνισμό.
Ωστόσο, πρέπει να ειπωθεί, ότι οι Κινεζικές τράπεζες δεν είναι απροετοίμαστες. Παίρνοντας το πλεονέκτημα των νέων κανόνων που επιτρέπουν το αλλοδαπό κεφάλαιο να κατέχει το 25% των μετοχών τους, οι Κινεζικές τράπεζες έχουν εισέλθει σε έναν αριθμό συμφωνιών με αλλοδαπές τράπεζες. Σε αντάλλαγμα για την εκκίνηση στην Κινεζική τραπεζική αγορά, αυτές οι αλλοδαπές τράπεζες παρέχουν αυθεντίες (ειδικούς) επί των Δυτικών τραπεζικών μεθόδων. Αντιμέτωπες με την αποκλειστικότητα και την αδιαφάνεια του Κινεζικού επιχειρηματικού κόσμου, οι αλλοδαπές τράπεζες θα το βρουν δύσκολο να κάνουν πολλές εκκινήσεις στο χρηματιστικό σύστημα της Κίνας χωρίς συνδέσεις -δίνοντας στις Κινεζικές τράπεζες ένα δυνατό χέρι στις διαπραγματεύσεις τους με δυνητικούς αλλοδαπούς εταίρους. Πράγματι, η αποκλειστικότητα και η αδιαφάνεια της “κόκκινης μπουρζουαζίας” της Κίνας είναι πιθανό να αμβλύνει την επίδραση του αλλοδαπού ανταγωνισμού στην τραπεζική, όπως έχει κάνει σε άλλους οικονομικούς τομείς. Έτσι, παρόλο που είναι πιθανό να προκαλέσει προβλήματα στην χρηματοδότηση της συσσώρευσης κεφαλαίου στον κρατικό τομέα και να παροξύνει τα προβλήματα της ανισόμετρης οικονομικής ανάπτυξης, τιμώντας τις ΠΟΕ δεσμεύσεις στην τραπεζική μεταρρύθμιση, είναι απίθανο να προκαλέσει ο ίδιος μια χρηματιστική ή οικονομική κρίση.
Ωστόσο, το ζήτημα που αυτή η τραπεζική φιλελευθεροποίηση φωτίζει, είναι το αυξανόμενο δίλημμα το οποίο οι οικονομικοί σχεδιαστές της Κίνας αντιμετωπίζουν. Η ραγδαία οικονομική ανάπτυξη της Κίνας έχει βασισθεί στον κατακλυσμό ευθείας αλλοδαπής επένδυσης. Κι όμως, καθώς το αλλοδαπό κεφάλαιο ελκύεται από τα δυνητικά κέρδη που μπορούν να γίνουν, είναι ανήσυχο περί της ελλείψεως αστικοδημοκρατικών κανόνων στην Κίνα. Η έλλειψη καλά-προσδιορισμένων και κατοχυρωμένων περιουσιακών δικαιωμάτων, η απουσία της “δικαιοκρατικής αρχής” και της νομικής προστασίας από αυθαίρετες κυβερνητικές αποφάσεις, σημαίνει ότι η ασφάλεια της επένδυσης επί πραγματικού παραγωγικού κεφαλαίου στην Κίνα εξαρτάται στην καλή βούληση/πίστη της ηγεσίας του ΚΚΚ. Αλλά, πίσω από το μυαλό των αλλοδαπών καπιταλιστών ελλοχεύουν τα μαθήματα της ιστορίας περί της εξουσίας του ΚΚΚ, που δείχνει ότι εκεί δεν μπορεί να αποκλεισθεί μια αιφνίδια αλλαγή πολιτικής που θα διακινδύνευε το κεφάλαιό τους.
Για να καθησυχάσει τέτοιους φόβους η Κινεζική ηγεσία έχει αναζητήσει να κάνει καθαρή την αφοσίωσή της στην συνεχιζόμενη φιλελευθεροποίηση και απορρύθμιση, και, κάνοντας ούτω τρόπω, έχει υποχρεωθεί να ενσωματώσει τα νεο-φιλελεύθερα γιατροσόφια στην δική της πραγματική ιδεολογία. Κι όμως, καθώς η παλίρροια της φιλελευθεροποίησης και απορρύθμισης ξεκινά να προσεγγίζει πέρα από το τραπεζικό σύστημα και εντός του χρηματιστικού συστήματος ως όλο, η συνεχιζόμενη φιλελεύθερη οικονομική μεταρρύθμιση απειλεί να υπονομεύσει τον πυρήνα της κρατικά-διευθυνόμενης συσσώρευσης κεφαλαίου της Κίνας.
Το παγκόσμιο χρηματιστικό κεφάλαιο ήδη χτυπάει την πόρτα της Κίνας, πρόθυμο να θέσει το ζήτημα της αξίωσής του στα προοπτικά κέρδη που είναι να γίνουν, είτε μέσω αγοράς στο Κινεζικό κεφάλαιο ή αλλιώς προσφέροντας δάνεια. Οι προπαγανδιστές τους επιμένουν στην αναπόδραστη προόδευση των οικονομικών μεταρρυθμίσεων που οδηγούν στην εγκατάλειψη των εμποδίων για μια ελεύθερη ροή κεφαλαίου, όπως έλεγχοι κεφαλαίου, και, όπως έχουμε δει, μαζί μ' αυτούς, και τα σταθερά συναλλαγματικά ποσοστά. Κι όμως, τέτοια καλέσματα για την αναγκαιότητα περαιτέρω φιλελεύθερων οικονομικών μεταρρυθμίσεων αντηχούν εντός της Κίνας, όχι μόνο από την Δυτικοποιημένη διανόηση, αλλά κι απ' τους κόκκινους καπιταλιστές της Κίνας και “γραφειοκράτες επιχειρηματίες”, οι οποίοι προσβλέπουν στην αχανή δυνητική πηγή επενδυτικών χρηματοδοτήσεων διαθέσιμων στις παγκόσμιες χρηματαγορές.
Κι όμως, καθώς η πίεση μεγαλώνει εξ ίσου μέσα και έξω για περαιτέρω οικονομική μεταρρύθμιση που θα επιτρέψει την ελεύθερη ροή κεφαλαίου εντός -και πράγματι εκτός- της Κίνας, θα γίνει αυξανόμενα πιο δύσκολο για το Κινεζικό κράτος να δέσει την πραγματική συσσώρευση κεφαλαίου στην συσσώρευση χρηματοκεφαλαίου. Η Κινεζική οικονομία θα καταστεί ευάλωτη στην αστάθεια των μεταπτώσεων του θεωρησιακού χρηματιστικού κεφαλαίου. Ένας ξαφνικός πανικός ίσως οδηγήσει σε μια μαζική έξοδο θεωρησιακού κεφαλαίου, οδηγώντας σε μια ολέθρια κρίση, όπως αυτή η οποία ενέσκηψε στις Ανατολικοασιατικές Τίγρεις στα 1998, μόνο που θα είναι σε μεγαλύτερη κλίμακα.
-Το μελλοντικό μεσο-βασίλειο;
Μέχρι τώρα η ανάδυση της Κίνας ως μείζονα δύναμη εντός της παγκόσμιας συσσώρευσης κεφαλαίου δεν έχει μόνο προκαλέσει την ηγεμονία των ΗΠΑ. Πράγματι, όπως έχουμε πει, η Κινεζική κρατικά-ηγούμενη εξαγωγικά-προσανατολισμένη ανάπτυξη έχει επί του πρακτέου υπηρετήσει εξ ίσου να ενισχύσει την οικονομική θέση της Αμερικής και τις τάσεις προς την “παγκοσμιοποίηση του καπιταλισμού” απ' όπου οι ΗΠΑ επικρατούν. Φυσικά, όπως έχουμε παρατηρήσει, ίσως υπάρχουν σοβαρές παγίδες στο ανοδικό μονοπάτι της Κίνας. Όμως, το ερώτημα που τώρα εγείρεται, είναι, αν η κόκκινη μπουρζουαζία της Κίνας μπορεί να περιέχει την εσωτερική ταξική σύγκρουση, να διατηρήσει την τρέχουσα συνοχή της εναντίον των παλιρροϊκών δυνάμεων του παγκόσμιου χρηματιστικού κεφαλαίο, και να αποφύγει τις συγκρούσεις με τις ΗΠΑ επί του πετρελαίου και άλλων φυσικών πόρων -μπορεί η παρούσα σχέση της αμοιβαία επανισχυροποιημένης συσσώρευσης κεφαλαίου με την Αμερική να διατηρηθεί; Είναι πιθανό για την οικονομία της Κίνας να συνεχίσει απλά και λειασμένα να επεκτείνεται στον τρέχοντα ιλιγγιώδη ρυθμό της μέχρι να ξεπεράσει Γερμανία, Ιαπωνία και περιστασιακά τις ΗΠΑ, ώστε να γίνει η παγκόσμια οικονομική υπερδύναμη; Η απάντηση είναι: κατά το μάλλον σίγουρα όχι!
Ήδη η Κίνα παράγει το 90% όλων των παιδικών παιχνιδιών και κοντά στο 60% του παγκόσμιου ρουχισμού, επίσης παράγει, ή τουλάχιστον συναρμολογεί, το 30% των παγκόσμιων τηλεοπτικών συσκευών, το 50% των παγκόσμιων καμερών και το 70% των παγκόσμιων φωτοτυπικών. Καθώς η Κίνα γίνεται ο κυρίαρχος Ασιάτης κατασκευαστής, οι παγκόσμιες τιμές τέτοιων εργοστασιακών εμπορευμάτων αυξανόμενα θα προσδιορίζονται από την τιμή παραγωγής στην Κίνα. Καθώς οι παγκόσμιες τιμές πέφτουν προς τις Κινεζικές τιμές παραγωγής, τα πρόσθετα κέρδη, που εγείρονται από την διαφορά μεταξύ αυτών των δύο, επίσης θα πέφτουν. Ως αποτέλεσμα, οι αχανείς ενροές της αλλοδαπής ευθείας επένδυσης, που έχουν κολλήσει από τις προοπτικές πρόσθετων κερδών, θα ξεκινήσουν να ματαιώνουν.
Κατά συνέπεια, είτε ο ρυθμός της συσσώρευσης κεφαλαίου στην Κίνα θα επιβραδυνθεί, με ίσως απρόβλεπτες συνέπειες για την ανάσχεση της ταξικής πάλης εκεί, ή αλλιώς η Κίνα θα πρέπει να χωρισθεί σε παραγωγή εμπορευμάτων που απαιτούν πιο εκπλεπτυσμένη και σύνθετη μηχάνευση και σχεδιασμό. Για να εισάγει τέτοιες νέες high-tech γραμμές παραγωγής, η Κίνα αυξανόμενα θα βρίσκει το εαυτό της σε ευθύ ανταγωνισμό με τους κατασκευαστές στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές οικονομίες. Στην πάλη ανταγωνισμού εντός αυτών των πιο high-tech γραμμών παραγωγής η διαθεσιμότητα φθηνής και απλής εργασιακής δύναμης θα είναι πολύ μακριά από το να είναι ένα πλεονέκτημα απ' αυτό το οποίο είναι μέχρι τώρα. Ωστόσο, ως αποτέλεσμα της επένδυσης του κράτους στην εκπαίδευση κατά τα τελευταία είκοσι χρόνια, η Κίνα έχει χτίσει μια ουσιώδη βάση επιστημόνων και μηχανικών. Πράγματι, Κίνα και Ινδία συνδυασμένες βγάζουν τώρα περισσότερους αποφοίτους πανεπιστημίων από τις ΗΠΑ και την Ευρώπη -αυτό που είναι πιο σημαντικό είναι ότι η μεγαλύτερη αναλογία αυτών των αποφοίτων είναι επιστήμονες και μηχανικοί.6
Το κίνημα της Κίνας προς μια πιο high-tech παραγωγή είναι ίσως παραδειγματοποιημένο από την ανάδυση της Κινεζικής αυτοκινητοβιομηχανίας. Η ανάπτυξη μιας πλήρως γηγενούς αυτοκινητοβιομηχανίας είναι για καιρό ένας σταθερός αντικειμενικός σκοπός της οικονομικής στρατηγικής της ηγεσίας του ΚΚΚ. Τα τελευταία τέσσερα χρόνια έχει παρατηρηθεί αξιοσημείωτη πρόοδος προς αυτόν τον σκοπό. Απ' όταν η Κίνα μπήκε στον ΠΟΕ, οι περισσότεροι των παγκόσμιων ηγετικών κατασκευαστών αυτοκινήτων έχουν εισέλθει σε κοινά εγχειρήματα με Κινεζικές εταιρείες. Ως αποτέλεσμα, η παραγωγή αυτοκινήτων, ή τουλάχιστον η συναρμολόγηση αυτοκινήτων, στην Κίνα έχει επεκταθεί ραγδαία. Στα 2001 τα νούμερα της Κινεζικής παραγωγής αυτοκινήτων έφτασαν ένα εκατομμύριο τον χρόνο: αυτό είχε αυξηθεί σε πέντε εκατομμύρια στα 2004, και αναμένεται να ξεπεράσει τα δέκα εκατομμύρια κατά τα τέλη της δεκαετίας (2010).
Ωστόσο, μέχρι τώρα, η αναδυόμενη αυτοκινητοβιομηχανία της Κίνας έχει παραμείνει ευρέως περιορισμένη στην συναρμολόγηση αυτοκινήτων προκειμένου να παρέχει στην δική της οικιακή αγορά. Κι όμως, στην χαμηλόμισθη οικονομία της, η ζήτηση για αυτοκίνητα είναι το περισσότερο κομμάτι που περιορίζεται στην εύπορη αλλά σχετικά μικρή μεσαία τάξη της Κίνας. Δοσμένης της ζωτικής σημασίας της παραγωγής αυτοκινήτων για τις οικονομίες κλίμακας, φαίνεται απίθανο ότι η οικιακή αγορά θα είναι ικανή να διατηρήσει επαρκή ζήτηση στην μακρά πορεία ώστε να καταστήσει μια πλήρως αναπτυγμένη Κινεζική αυτοκινητοβιομηχανία οικονομικά βιώσιμη.7
Κατά συνέπεια, η Κίνα αυξανόμενα θα πρέπει να κοιτάξει προς την εξαγωγή αυτοκινήτων αν θέλει να εγκαθιδρύσει μια πλήρως αναπτυγμένη αυτοκινητοβιομηχανία. Αλλά, κάνοντας έτσι, αντιμετωπίζει σοβαρά εμπόδια. Πρώτον, μέχρι τώρα, η έλλειψη οικονομιών κλίμακος, λόγω των μεγεθών χαμηλής παραγωγής, συνδυασμένη με τα υψηλά κόστη εισαγωγής συστατικών εμπλεκόμενων για συναρμολόγηση, σημαίνει ότι τα φθηνά εργασιακά έξοδα της Κίνας είναι ανεπαρκή ώστε να κάνουν τα Κινεζικά αυτοκίνητα ανταγωνιστικά στις αλλοδαπές αγορές.
Δεύτερον, παρόλο που είναι πιο πρόθυμοι να εκμεταλλευθούν την φθηνή εργασιακή δύναμη της Κίνας για την συναρμολόγηση αυτοκινήτων, οι παγκόσμιοι μείζονες κατασκευαστές αυτοκινήτων είναι δύσθυμοι να μοιραστούν το πλείστον των σχεδιαστικών, μηχανευτικών και εμπορικών δεξιοτήτων τους με τους Κινέζους εταίρους τους -και πιθανά μελλοντικούς ανταγωνιστές τους -και είναι επίσης απρόθυμοι να μεταφέρουν την παραγωγή των συστατικών-κλειδιών στην Κίνα. Ως αποτέλεσμα, η αναδυόμενη αυτοκινητοβιομηχανία της Κίνας έχει τόσο πολύ έλλειψη από μέσα αναγκαία για την σχεδίαση, χτίσιμο και προώθηση των αυτοκινήτων σε υπεράκτιες αγορές.
Για να ξεπεράσει το πρόβλημα της έλλειψης αυθεντιών στην σχεδίαση και ανάπτυξη προϊόντος, το Κινεζικό κράτος έχει ενθαρρύνει κρατικά-ανηκόμενες εταιρείες αυτοκινήτων να αγοράσουν τέτοιες αυθεντίες μέσω της εξαγοράς προβληματικών αλλοδαπών αυτοκινητοβιομηχανιών. Ένα παράδειγμα αυτού ήταν η πρόσφατη εξαγορά της Rover MG. Στις σύνθετες διαπραγματεύσεις εξαγοράς μεταξύ BMW και δύο Κινέζων πλειοδοτών -Εταιρεία Αυτοκινητικής Βιομηχανίας Σανγκάης και Αυτοκινητική Εταιρεία Νατζίνγκ- ήταν καθαρό ότι ουδεμία εκ των δύο Κινεζικών εταιρειών ενδιαφερόταν ιδιαίτερα στο να παράξει αυτοκίνητα στην Βρετανία. Ο πρώτιστος σκοπός τους ήταν να αποκτήσουν την σχεδίαση μηχανής των Rover οχημάτων και τις ερευνητικές και αναπτυξιακές δεξιότητές της.
Για να ελαχιστοποιήσει το πρόβλημα της έλλειψης οικονομιών κλίμακος λόγω της περιορισμένης κλίμακας της οικιακής βάσης της, η αυτοκινητοβιομηχανία της Κίνας συγκεντρώνεται στην εξαγωγή υπεραγοραίων πολυτελών αυτοκινήτων και SUVs.
Νωρίτερα αυτόν τον χρόνο, η Κινεζική εταιρεία αυτοκινήτων Cherry ανακοίνωσε σχέδια να παράξει τέτοια υπεραγοραία οχήματα στις ΗΠΑ. Κατά το 2007 η Cherry σχεδιάζει να πουλήσει 250.000 οχήματα στις ΗΠΑ και ελπίζει ότι αυτό θα αυξηθεί σε ένα μύριο στις αρχές της επόμενης δεκαετίας (2010-). Ωστόσο, η Κινεζική αυτοκινητοβιομηχανία, ακόμη και κρατικά υποστηριζόμενη, ακόμα αντιμετωπίζει μια ανηφορική πάλη να χωρισθεί σε αυτό το οποίο είναι οι υπερκορεσμένες αλλοδαπές αγορές αυτοκινήτων, ιδιαίτερα καθώς θα έχει να αντιμετωπίσει τους απαιτητικούς περιβαλλοντικούς κανονισμούς σε ΗΠΑ και Ευρώπη.
Ακόμη κι αν η Κίνα περιστασιακά χωρισθεί στις δυνητικά επικερδείς αγορές των ΗΠΑ και της Ευρώπης δεν θα είναι για κάμποσο χρόνο. Η σύλληψη, η σχεδίαση και το χτίσιμο των εργοστασίων αυτοκινήτων για να παράξει νέα μοντέλα στοχευμένα στις νέες αγορές μπορεί να πάρει αρκετά χρόνια, και με την Κίνα μόλις τώρα να ξεκινάει προς μεγάλης κλίμακας εξαγωγές, είναι απίθανο, ότι οι Κινέζοι παραγωγοί θα είναι ένας μείζων παίκτης, εκτός συγκεκριμένων οριακών αγορών, μέχρι και τα γεμάτα της επόμενης δεκαετίας.
Αν η Κίνα επιτύχει στο να κερδίσει την μάχη ανταγωνισμού επί της παραγωγής των high-tech εμπορευμάτων, όπως των αυτοκινήτων, τότε θα εμπλακεί σε μια περαιτέρω ανασυγκρότηση/αναδιάρθρωση του παγκόσμιου καπιταλισμού σε κλίμακα ίσως μεγαλύτερη από εκείνη στις δεκαετίες 1970 και 1980. Το μεταποιητικό κεφάλαιο σε ΗΠΑ και στις άλλες αναπτυγμένες καπιταλιστικές χώρες θα έλθει αντιμέτωπο είτε με χρεοκοπία είτε με επανατοποθέτηση του παραγωγικού κεφαλαίου τους σε χαμηλόμισθες χώρες ή ακόμα και στην ίδια την Κίνα. Καθώς το βιομηχανικό κεφάλαιο επανατοποθετείται, οι ΗΠΑ και άλλες αναπτυγμένες βιομηχανικές οικονομίες θα γίνουν “εκκενωμένες/κούφιες”. Θα γίνουν ραντιέρικες οικονομίες, αυξανόμενα εξαρτώμενες στις επιστροφές των χρηματιστικών επενδύσεών των στην Κίνα και αλλού. Τα χρόνια του λυκόφωτος της ΗΠΑ, και πράγματι της Ευρωπαϊκής και Ιαπωνικής, οικονομικής κυριαρχίας τότε θα έχουν σίγουρα φτάσει.
Κι όμως, μια τέτοια μεταφορά παραγωγικού κεφαλαίου θα εμπλέξει επίσης την συνολική μεταφορά μεταποιητικών επαγγελμάτων και έτσι μαζική ανεργία στις αναπτυγμένες καπιταλιστικές οικονομίες (θα ξεσπάσει).
Συνεπώς, η Κίνα θα βρει το εαυτό της να εξάγει καταναλωτικά εμπορεύματα τα οποία οι άνεργοι εργάτες στην Δύση δεν θα αντέχουν πια να αγοράσουν. Σε αυτό το σημείο, ο κόσμος είναι πιθανό να μπει σε μια μείζονα οικονομική κατρακύλα. Σε τέτοιες περιστάσεις εντατικοποιημένου οικονομικού ανταγωνισμού πιθανά δούμε μια άνοδο του προστατευτισμού και του εθνικισμού: η οποία είναι πιθανό να οδηγήσει σε εμπορικούς πολέμους, δι-ιμπεριαλιστική σύγκρουση και πόλεμο. Η εποχή του “ελεύθερου εμπορίου και της παγκοσμιοποίησης” μιας ενιαίας “διεθνούς μπουρζουάδικης κοινότητας” και της Αμερικανο-κεντρικής “αυτοκρατορίας”, την οποία έως τώρα η ανάδυση της Κίνα έχει βοηθήσει να διατηρηθεί, θα επιφερθεί σε ένα τέλος.
Κι όμως, πρέπει να λεχθεί, ότι παρόλο που τα προμηνύματα ίσως είναι ήδη γεγονότα, μια τέτοια περίοδο “μετα-παγκοσμιοποίησης”, και η τερματική παρακμή της ΗΠΑ ηγεμονίας, παραμένει κατά κάποιο τρόπο εκτός στο μέλλον.
Συμπέρασμα
Έτσι, θα είναι η Κίνα ικανή να διατηρήσει το τρέχον ποσοστό οικονομικής επέκτασης; Αν ναι, μπορεί ανά περιστάσεις να σωρεύει μια σοβαρή αμφισβήτηση στην Αμερικανική ηγεμονία; Τι επιπτώσεις θα έχει αυτό για την ταξική πάλη;
Όπως έχουμε δει, στην αξιοποίηση του αλλοδαπού κεφαλαίου στην εκμετάλλευση της αχανούς εργατικής τάξης της, η Κίνα έχει καθιερώσει εαυτό ως ένα διακριτό επίκεντρο στην Αμερικανο-κεντρική παγκόσμια συσσώρευση κεφαλαίου. Κάνοντας ούτω τρόπω, έχει για τα καλά εγκαθιδρύσει μια σχέση αμοιβαία επανισχυροποιημένης συσσώρευσης κεφαλαίου με τις αναπτυγμένες καπιταλιστικές οικονομίες, ιδιαίτερα με τις ΗΠΑ, οι οποίες αμφότερες έχουν υπηρετήσει το δικό τους ποσοστό ανάπτυξης και εκείνο του κόσμου.
Με αυτόν τον ενάρετο κύκλο επανισχυροποιημένης συσσώρευσης κεφαλαίου, θα έμοιαζε πιθανό ότι η Κίνα θα είναι ικανή να διατηρήσει το τρέχον ποσοστό οικονομικής ανάπτυξης, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα ή μεσοπρόθεσμα. Μα, αυτό σημαίνει ότι η Κίνα θα είναι ικανή να ξεπεράσει τις ΗΠΑ ώστε να γίνει η παγκόσμια νέα ηγεμονική δύναμη; Αυτό είναι πολύ λιγότερο σίγουρο. Η Κίνα έχει ακόμη να διαβεί μακρύ δρόμο.
Η οικονομία της Κίνας είναι ακόμη μόνο το εν πέμπτο από αυτή των ΗΠΑ σε όρους εκροής, και είναι αρκετά μια “αναπτυσσόμενη οικονομία”. Σε όρους ΑΕΠ η Κίνα ίσως ξεπεράσει το ΗΒ για να γίνει η παγκόσμια τέταρτη μεγαλύτερη οικονομία, αλλά αυτό αγνοεί τον τεράστιο πληθυσμό της. Σε όρους ανά κεφαλή ΑΕΠ η Κίνα ακόμη κατατάσσεται ως μία από τις φτωχότερες χώρες στον κόσμο. Ίσως πιο σημαντικά, όπως είδαμε στην αυτοκινητοβιομηχανία της Κίνας, η Κίνα είναι ακόμη πολύ εξαρτώμενη εξ ίσου στην τεχνολογία και στις αυθεντίες σε μηχάνευση, έρευνα και ανάπτυξη, των αναπτυγμένων καπιταλιστικών οικονομιών.
Επιπρόσθετα, η σχέση αμοιβαίου πλεονεκτήματος μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ, που έχει διατηρήσει την ραγδαία οικονομική ανάπτυξη της Κίνας, δεν θα διαρκέσει για πάντα. Όπως έχουμε επισημάνει, συγκρούσεις μπορεί να εγερθούν μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ επί των φυσικών πόρων, ιδιαίτερα επί του πετρελαίου. Παραπέρα φιλελεύθερες οικονομικές μεταρρυθμίσεις ίσως οδηγήσουν είτε σε διάλυση της κρατικά-ηγούμενης εθνικής συσσώρευσης κεφαλαίου της Κίνας και στην αποσύνθεσή της ως διακριτού επίκεντρου στην παγκόσμια συσσώρευση κεφαλαίου ή αλλιώς στο να συμπαρασυρθεί από τις παλιρροϊκές δυνάμεις του παγκόσμιου χρηματιστικού κεφαλαίου.
Ωστόσο, ακόμα κι αν η Κίνα αποφύγει τέτοιες παγίδες στον δρόμο για την παγκόσμια ηγεμονία, νωρίτερα ή αργότερα -πιθανά κάποια στιγμή στην επόμενη δεκαετία (2010-19), η σχέση επανισχυροποίησης της συσσώρευσης κεφαλαίου μεταξύ Κίνας και αναπτυγμένων καπιταλιστικών οικονομιών θα τραπεί στο αντίθετό της. Η Κίνα τότε θα πρέπει είτε να αποδεχθεί το μέρος, το οποίο έχει κατοχυρώσει στην παγκόσμια οικονομική τάξη, ή αλλιώς να κάνει την αξίωσή της για παγκόσμια ηγεμονία. Είναι τότε που η πάλη θα αρχίσει να θρυμματίζει την επισφαλή ενότητα της παγκόσμιας μπουρζουαζίας. Πράγματι, αν αυτός ο αιώνας είναι να καταστεί Ασιατικός Αιώνας, τότε θα είναι τόσο αιματηρός όσο κι τελευταίος.
Η ένταξη της Κίνας στην παγκόσμια οικονομία έχει συμβάλει στην διατήρηση της επαναζωογόνησης της παγκόσμιας συσσώρευσης κεφαλαίου που ακολούθησε την ανασυγκρότηση/αναδιάρθρωση των δεκαετιών 1970 και 1980. Η εκμετάλλευση της Κινεζικής εργατικής τάξης έχει συμβάλει στην παλινόρθωση του ποσοστού κέρδους και έχει προσδώσει φρέσκια ώθηση στην συσσώρευση κεφαλαίου παγκόσμια.
Ωστόσο, η Βρετανική μπουρζουαζία έχει ίσως ωφεληθεί απ' αυτήν την επαναζωογόνηση της παγκόσμιας συσσώρευσης κεφαλαίου περισσότερο από πολύ. Μια απροσδόκητη περίοδος αδιάκοπης οικονομικής ανάπτυξης, πτωτικής ανεργίας, χαμηλού πληθωρισμού και αυξανόμενων πραγματικών μισθών έχει επιτρέψει στους Νέους Εργατικούς να στεριώσουν και να επεκτείνουν την ήττα της Θάτσερ εκ μέρους του παλιού εργατικού κινήματος και να επαναδιαπραγματευθούν την μεταπολεμική διευθέτηση. Η ικανότητα συγκέντρωσης πραγματικών υλικών κερδών έχει επιτρέψει στο Βρετανικό κεφάλαιο να απογαλακτίσει την εργατική τάξη του από τα υπολείμματα του παλιού κολλεκτιβισμού και αλληλεγγύης, και να την επανεντάξει ως αδιαίρετους/ατομικούς καταναλωτές/πολίτες. Κι όμως, όπως έχουμε δει, αυτή η περίοδος σχετικής μπουρζουάδικης ειρήνης, ευημερίας και κοινωνίας ηρεμίας είναι μόνο έκτακτη και μεταβατική. Πράγματι, ίσως το μεσημβρινό σημείο αυτής της περιόδου έχει υπερβαθεί ήδη.
Ωστόσο, όλα όσα έχουμε πει μέχρι τώρα, είναι συναρτώμενα στην συνεχιζόμενη εκμετάλλευση της Κινεζικής εργατικής τάξης. Ο μετασχηματισμός της Κίνας έχει εμπλέξει ένα υπερμέγεθες ανα-φτιάξιμο/ανα-δημιουργία της Κινεζικής εργατικής τάξης και μια μορφοποίηση ενός νέου βιομηχανικού προλεταριάτου. Στο επόμενο τεύχος ελπίζουμε να εξετάσουμε αυτήν την ανα-σύνθεση της Κινεζικής εργατικής τάξης με παραπάνω λεπτομέρειες.
1 Βλ. ‘Banking Means Never Having to Repay a Loan’, John Mulcahy, Asia Times, Aug 20 2003; και ‘A Clearer Path Ahead for China’s Banks?’, George Zhibin Gu, Asia Times, July 2nd, 2005.
2 Βλ. ‘China’s AMC Reforms Running Off the Rails’, Qiu Xin, Asian Times, September 2005
3 Επί παραδείγματι βλ.‘Dealing with Non-Performing Loans: Political Constraints and Financial Policies in China’, Victor Shih, China Quarterly, 180, December 2004.
4 Αυτά τα “δάνεια” μπορούν ίσως να ιδωθούν ως ένα είδος μεταβατικής μορφής. Στο μέτρο που πρέπει να διαπραγματευθούν με την τράπεζα, παρά με ένα κυβερνητικό γραφείο, είναι δάνεια, ωστόσο, καθώς είναι επί του πρακτέου μη-πληρώσιμα, είναι εν κρυπτώ επιδότηση.
5 Περί των προβλημάτων της χρηματιστικής της οικονομικής υποδομής της Κίνας βλ. ‘Privatising the Iron Rooster’, M. Mackey, Asian Times, June 18th, 2005.
6 Ίσως μια ένδειξη της αυξανόμενης ερευνητικής και αναπτυξιακής βάσης της Κίνας είναι τα ραγδαίως αυξανόμενα νούμερα πατεντών οι οποίες καταχωρούνται από τα Κινεζικά πανεπιστήμια. Πέρσι, 6.000 πατέντες καταχωρίσθηκαν, λιγότερο ή περισσότερο με το ίδιο μέγεθος όπως στις ΗΠΑ. Βλ. ‘The West Must Heed China’s Rise in the Global Patent Race’, Financial Times, September 21st, 2005.
7 Υπολογίζεται ότι μόνο το 2% του Κινεζικού πληθυσμού -ή γύρω στα 30 εκατομμύρια ανθρώπων- μπορούν να αντέξουν έναν τρόπο ζωής συγκρίσιμο με τις Αμερικανικές ή Ευρωπαϊκές μεσαίες τάξεις.