Περί των ποιοτικών διακρίσεων στην επιστήμη και την πρακτική της κλασικής πολιτικής οικονομίας. Ο Μητροπολιτισμός

 


1.

Der Übergang von der Idealität zur Realität, von der Abstraktion zum konkreten Dasein, hier von Raum und Zeit zu der Realität, welche als Materie erscheint, ist für den Verstand unbegreiflich und macht sich für ihn daher immer äußerlich und als ein Gegebenes.

Georg Wilhelm Friedrich Hegel, Enzyklopädie der philosophischen Wissenschaften im Grundrisse, 1830, Zweiter Teil. Die Naturphilosophie Mit den mündlichen Zusätzen, Erste Abteilung: Die Mechanik, A. Raum und Zeit, c. Der Ort und die Bewegung, § 261, στο του ιδίου Werke, Band 9, Φρανκφούρτη, Suhrkamp, 1970, σ. 56, απόσπασμα, μτφ: 

Η Ανάβαση από την Ιδεατότητα στην Πραγμότητα, από την Αφαίρεση στη συγκεκριμένη Ύπαρξη, εδώ από το Χώρο και το Χρόνο στην Πραγμότητα που εμφανίζεται ως Ύλη, είναι για την Κατανόηση μη εννοιολογήσιμη, και γι’ αυτό πάντοτε καθίσταται σε αυτήν εξωτερικά και ως ένα Δοσμένο.

_

Η Υποκειμενική αποτύπωση και παρέμβαση στο μέτρο που προσεγγίζει ένα Πραγματικό επίπεδο τείνον σε επίγνωση της Ολότητας, μεταμορφώνεται σε προσίδια Αντικειμενικότητα ως Συλλογικότητα.

Στο επίπεδο μιας ιστορικά προσδιορισμένης και συγκεκριμένης Πράξης, αυτό είναι μια απόλυτα αρνητική τοποθέτηση προς τη μοριακή πρακτική της διανομής διανοητικών δικαιωμάτων ως μορφών του εμπραγμάτου δικαίου, ως ατομικών ιδιοκτησιών. Σ’ αυτήν την πρακτική, το ιδεατό της ατομικά διανεμημένης διανοητικής ιδιοκτησίας είναι μια νέα μορφή πνευματικής σκλαβιάς, καθώς ακόμα και η Ιδιοκτησία ως συγκεκριμένη-υλική πραγμάτωση της Ελευθερίας εμφανίζεται ταυτισμένη με το ενάντιό της, δηλαδή σε πολιτισμικό επίπεδο με την έννοια της αρχαϊκής ολικής ιδιοκτησίας a priori απονεμηθείσας στο μοναδικό θείο πρόσωπο το οποίο προσ/εν-καλείται κάθε τόσο με επιμέρους συνθήκες να αναδιανείμει στους υπηκόους και τους υπόδουλους, ασκώντας τη μοναδικά κυριαρχική εμπράγματη εξουσία του.

Πέρα από αυτό που έχει να κάνει με τα κίνητρα και τις προθέσεις, η συστηματική ενασχόληση μέσα από την εργασία και μέσα από την ταξική πάλη στην εργασία με την κλασική πολιτική οικονομία απαιτεί μια αναβαθμισμένου τύπου αυτοπειθαρχία, οργάνωση του Ego.

Δεν μπορεί να είσαι μονίμως μεθυσμένος, εθισμένος, διακατεχόμενος από ηθική τύφλωση, παρασυρόμενος και παρακινούμενος από προσωπικό και ατομικό πολιτικό ζήλο, και να αξιώνεις μια τέτοια δραστηριότητα και παραγωγή. Αν υπάρχει κάποια θρησκευτικού τύπου εσωτερικότητα που διασφαλίζει μια τέτοια πειθαρχία, -πρέπει να είναι ξεκάθαρο ότι σε αυτήν την περίπτωση- είναι μόνο ένα μέσο, μια συνθήκη ενεργούς πνευματικότητας, και όχι κάτι το οποίο λειτουργεί ως a priori ή ως κατάφαση στο οποιοδήποτε νοούμενο a priori.

2.

Με τον Σμιθ και τον Ρικάρντο, η οπτική αναβαθμίζεται στο ολικό επίπεδο του αυτοκρατορικού έθνους. Συντελείται έτσι μια ποιοτική διαφοροποίηση από την Εμπειρική Φιλοσοφία του Χιουμ και του Λοκ, όπως περιγράφεται στην Πρώτη Καντιανή Κριτική.

Το κοινό περιεχομενικά στοιχείο που μοιράζεται ο Καντ με τους Χιουμ και Λοκ, είναι η επικέντρωση της σκέψης και της γνώσης στην εμπειρία (είτε άμεση είτε εκ της θεωρητικής/υπερβατικής νόησης) και την Έννοια μιας οριζόμενης περιοχής: η περιοχική φιλοσοφική ματιά. Η Πρακτική Φιλοσοφία αυτής της γραμματείας προσιδιάζει στη δραστηριότητα της κατασκοπείας και διείσδυσης στην εκάστοτε οριζόμενη περιοχή.

Στους Σμιθ και Ρικάρντο, η θεωρητική παραγωγή γίνεται διεθνική: έχει σημείο αναφοράς το διεθνές εμπόριο, την υδρόγειο. Σε αυτό, η Πρακτική Φιλοσοφία της κατόπτευσης και διείσδυσης μετατρέπεται σε ανίχνευση και εντοπισμό κοσμικών μεταβάσεων.

Στη γνήσια εκφορά της αγγλικής πολιτικής οικονομίας, η οικονομική  παρουσίαση της Βρετανικής Αυτοκρατορίας ως έθνος νέου τύπου είναι προσανατολισμένη στον εντοπισμό των σημείων διαπερατότητας του διεθνικού καπιταλιστικού χωροχρόνου.

3.

Έως και τη συγγραφή των “Grundrisse” και την κριτική περιγραφή της παγκόσμιας αγοράς, η Μαρξική οπτική, όπως αναπτύχθηκε στη Γερμανία της δεκαετίας του 1840, είναι επίσης περιοχική. Οι έντονες Βιβλικές-Θεολογικές προβληματικές, διάσπαρτες στην “Κριτική της Φιλοσοφίας Δικαίου” και στην “Αγία Οικογένεια”, ως αποσπασματική προσπάθεια κατάρριψης των Βιβλικών ερευνών των αφων Μπάουερ και της εξουσιαστικής θρησκευτικότητας του Πρωσικού καθεστωτισμού, αυτό καταμαρτυρούν. Ο χαρακτήρας τους παραμένει αποσπασματικός, καθ’ όσον δεν φτάνουν σε μια συνολική κριτική του αρχαϊκού ιουδαϊκού κράτους, σε μια συνολική κριτική του πνεύματος και του πεπρωμένου του χριστιανισμού.

Μέχρι το 1848, η επανάσταση στη Γερμανία δεικνύεται (μέσα από τη Βεστφαλική κουλτούρα) υπόρρητα ως μια μαχητική επανάληψη θρησκευτικών επεισοδίων από τα Προφητικά Βιβλία και τα Λουθηρανικά έργα.

4. 

Η μόνη τομή συντελείται με το “Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος”, όπου η Ιδέα της χειραφέτησης έχει μεταμορφωθεί σε Ιδέα του Κομμουνισμού.

Στη Νέα Ρηνανική Εφημερίδα και καθ’ όλη τη δεκαετία του 1850, η εν λόγω Ιδέα λαμβάνει ενεργές μορφές, καθώς συγκεκριμενοποιείται μέσα από τον πατριωτικό ριζοσπαστικό δημοκρατισμό. Ωστόσο, αναπτύσσεται ως αντίφαση προς την αρχική Αφηρημένα Καθολική/Ρωμαλέα μορφή της.

Σε θεωρησιακό επίπεδο, ο προσδιορισμός του κομμουνισμού στη “Γερμανική Ιδεολογία” ως ενεργής καταργητικής κίνησης αναδεικνύει τον εμμενή χαρακτήρα του κομμουνισμού, ωστόσο είναι ένας περιεχομενικά διττός προσδιορισμός, καθ’ όσον κατ’ αυτόν τον τρόπο ο οποιοσδήποτε καπιταλιστικός μετασχηματισμός του υπάρχοντος είναι ήδη και καθ’ εκάστη φορά κομμουνιστικός.

5.

Με τα “Grundrisse” και στη συνέχεια με το “Das Kapital” οι Μαρξ-Ένγκελς εμβαπτίζονται στη διεθνική επιστήμη της αγγλικής πολιτικής οικονομίας των Σμιθ, Ρικάρντο, Τουκ, Ράμσεϊ κοκ. Η παρουσία των στην Αγγλόσφαιρα καθιστά το οικονομικό έργο τους οργανικό τμήμα αυτής μέσα από τη λειτουργική κριτική προς αυτήν.

Ξεχωριστής αξίας είναι τα γραφέντα στα “Grundrisse” περί της διαλεκτικής μεταξύ Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και τρόπου παραγωγής, καθ’ όσον συνιστούν μια γνήσια θεωρία περί αυτοκρατορίας.

6.

Η Μαρξική θεωρία της συσσώρευσης, συσπείρωσης κεφαλαίου υπονοεί την έγερση ενός νέου επιπέδου διεξαγωγής αυτής της διαδικασίας το οποίο δεν έχει αναπτυχθεί σε τέτοιο βαθμό, δεν έχει ξεφανερωθεί τόσο, ώστε να περιγράφεται ρητά. Μηχανές - Μεγάλη Βιομηχανία - Ανταγωνισμός μεταξύ των τμημάτων του Κεφαλαίου και Πάλη μεταξύ Εργάτη και Μηχανής - Εκκαθάριση αγοράς - Συγκέντρωση και Κεντρικοποιηση -αυτή είναι η Μαρξική περιγραφή αυτού του επιπέδου.

Ο μη συγκεκριμένος προσδιορισμός αυτού του νέου επιπέδου έχει ως λογική συνεπαγωγή να λειτουργεί ως causa sui εντός της συνολικής λογικής του “Das Kapital”, ώστε σε τρίτους δίνει την εντύπωση ότι το όλο προτσές δεν διαθέτει εξωτερικό τελεολογικό χαρακτήρα. Σε αυτό, τεχνοκρατικά/δομιστικά η Ιστορία εμφανίζεται ταυτισμένη με το Κεφάλαιο.

7.

Η ανάπτυξη της Γερμανικής Ιστορικής Οικονομικής Σχολής είναι η Κρατική Επιστήμη του γερμανικού σοσιαλισμού/καπιταλισμού με επικέντρωση στην ιστορική προοπτική του γερμανικού χώρου στον αγώνα του να ανυψωθεί ξανά στο επίπεδο του Ράιχ. Σε αυτό, πολιτισμικά, παρατηρείται ένα ξεπέρασμα του μαρξισμού μέσα στη Γερμανία, για τον απλό λόγο ότι αυτή η Επιστήμη αποκρίνεται και απαντάει in concreto στο ζήτημα της συγκρότησης και λειτουργίας του ενιαίου Γερμανικού κράτους.

Η μαρξιστική επιστήμη των Β΄ και Γ΄ Διεθνών είναι εν πολλοίς η σύνθεση ή η συνάρθρωση του “Das Kapital” με τη γερμανική Κρατική Επιστήμη, όπως άρχισε να διαμορφώνεται στις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα.

8.

Η ποιοτική αναβάθμιση της οικονομικής επιστήμης από την περιοχική οπτική στην ιστορία και εμπειρία του διευρυμένου αυτοκρατορικού έθνους και στη συνέχεια του Ράιχ de facto απελευθερώνει τη δυναμική του εξεγερσιακού Πνεύματος ως περιέργεια, εξωστρέφεια, διεύρυνση, επέκταση, υλοποίηση.

Το επαναστατικό συμβάν της Κομμούνας αποκαλύπτει έναν νέο Πολιτικό Κόσμο, και ουδόλως μια νέα εννοιολόγηση ενός γενικού ανθρώπου.

Η Κομμούνα παριστά τη μόνη εφαρμογή ενός επαναστατικού ουρμπανισμού καθώς καθημερινά επιτίθεται στα απολιθωμένα σημάδια της κυρίαρχης οργάνωσης της ζωής, κατανοώντας τον κοινωνικό χώρο σε πολιτικούς όρους, αρνούμενη να αποδεχθεί την αθωότητα οποιουδήποτε μνημείου.

Theses on the Paris Commune (Debord, Kotanyi, Vaneigem, 1962), απόσπασμα

9.

Εντός αυτού του νέου Πολιτικού Κόσμου, ο καπιταλιστικός καθορισμός λαμβάνει αρχικά τη μορφή της Φιχτεανής έγκλησης για “προσδιορισμό των ανθρώπων” (1800), και στη συνέχεια τη μορφή της ανανέωσης της Παρμενίδειας οντολογίας μέσα από τον Χάιντεγκερ.

Ως προς αυτό, το εργατικό επαναστατικό γίγνεσθαι λαμβάνει τη μορφή της άμεσης άρνησης αυτού του καθορισμού και των αλλοτριωμένων μορφών τις οποίες παράγει.

Το σύνολο των καθορισμών και των αρνήσεων συναρθρώνεται αρχικά αρχιτεκτονικά σε ένα νέο αναβαθμισμένο επίπεδο: στη μητρόπολη. Η αρχιτεκτονική συνάρθρωση συντείνει στην παραγωγή της μορφής μιας νέας βιομηχανικά προσδιορισμένης και λειτουργούσας αστεακής επικράτειας που ονομάζεται μητρόπολη.

10.

Λόγω της Κομμούνας, η πορεία της κλασικής πολιτικής οικονομίας συνοψίζεται στην έλλογη και ενεργή διαδρομή: περιοχή - έθνος και παγκόσμια αγορά - μητρόπολη.

11.

Η Γερμανική Επιστήμη μέσα από τον Σίμελ το διατυπώνει ρητά. Η από τον Μπένγιαμιν μωσαϊκή τέχνη της θραυσματικής απεικόνισης παρουσιάζει αποσπασματικά το Βερολίνο και το Παρίσι με αυτόν τον τρόπο. Η αρχιτεκτονική περιγραφή του Λεφέμπβρ διαπιστωνει νέες μορφές ζωής επ’ αυτού.

12.

Από τα τέλη της δεκαετίας του 1960, ο Εργατικός Λόγος σε Ιταλία, Φραγκική Επικράτεια, Αγγλία, και στη συνέχεια η γερμανική Αξιακή Κριτική/Αξιακός Προσδιορισμός αναπτύσσονται επικεντρωμένα σε αυτό το επίπεδο.

Η sci-fi άνθιση στις προηγμένες χώρες κατά την ίδια περίοδο ομολογεί ότι αυτή η ανάπτυξη μεταφέρεται στη σφαίρα της Λογοτεχνικής Αισθητικής. Αυτή η μεταφορά και μετάφραση είναι η στιγμή της παγκοσμιότητας του Μητροπολιτικού Εργατικού Λόγου, η στιγμή της απεριόριστης εξωτερίκευσής του.

13.

Μετά τον ΠΠΒ, η κεντρική πρακτική της αισθητικής απόφανσης, της αισθητικής δικανικής αποκτά πολιτική και διοικητική σημασία εντός των λειτουργιών της κοινωνίας του θεάματος, καθ’ όσον το κεφάλαιο ως θέαμα φιλοδοξεί να μετατρέψει τη συνολική αστική κοινωνία σε κοινωνία του θεάματος. Η δικαιολόγηση αυτού εμφανίζεται με την πλήρη καπιταλιστική ιδιοποίηση της τρίτης Καντιανής Κριτικής. Σ’ αυτό, η Καντιανή διάνοια (“Genius”) λειτουργεί σε ομολογία προς τη χρηματομορφή.

14.

Στα τέλη της δεκαετίας του 1970, το έθνος ως περιοχή κι η Ιδέα της ορισμένης περιοχής ως έθνους επανεμφανίζεται αξιωματικά στο προσκήνιο. Αυτό γίνεται με την επικαιροποίηση του Σπινοζισμού και του ανιμισμού/παμψυχισμού ως “απόλυτης εξαίρεσης” και “δυσουτοπίας”.  

Στον ίδιο χρόνο, επανεμφανίζεται ανανεωμένη κι η προτεραία περιοχική οπτική μέσα από τη Ντελεζιανή γεω-λογία.

Αυτές οι χωριστικές μορφές ως μορφές του ψευδαισθησιακού εἶναι αναπτύσσονται στην αισθητική ολοκλήρωσή τους μέσα από την κίβδηλη αντίθεση μεταξύ Κοσμισμού και Γηινισμού. Σε μια ορισμένη ιστορική φάση, ο Γηινισμός έλαβε την ιδεολογική μορφή της πολιτικής οικολογίας.

15.

Ο συνολικός τυπικός και τροπικός μαρξισμός περιδινίζεται κάπου μέσα σε όλα αυτά ή εφαρμόζεται απ’ τους μάγιστρούς του για την ex post factum δικαιολόγησή των, και γι’ αυτό αποσπάται, διαχωρίζεται στη μορφή της Κοσμικής Θρησκείας της Αξιακής Μορφής, δηλαδή ίσταται ως Αφαίρεση, ως περιγραφικό ομοίωμα του σημειοκαπιταλισμού.

16.

Όσο η επιστήμη της κλασικής πολιτικής οικονομίας διαχωρίζεται από το Απόλυτό της στις τρεις σχετικές μεταξύ των προσίδιες σε αυτήν μορφές (περιοχή/έθνος εντός παγκόσμιας αγοράς/περιοχή ως έθνος - έθνος ως περιοχή) τόσο η μητρόπολη αναπτύσσεται ως ενεργή κατάργηση αυτών των μορφών.

Αξιώνει τη συγκρότησή της σε Εσωτερικό Κρατικό Δίκαιο, ως μια διαχωριστική δυναμική έναντι της περιοχικής και εθνικής αμεσότητας της εμπορευματικής οικονομίας.

Στο βαθμό που αναπτύσσεται αυτή η διαλεκτική, ανανεώνονται αρχιτεκτονικά και νομικά ζητήματα συγκρότησης και ρύθμισης των μητροπολιτικών σχέσεων: λχ. Γουελφισμός/Αυτοκρατορία.

Εντός αυτού, το έθνος προβάλλει ως μια συμβεβηκυία δυναμική σεπαρατισμού, ως σωματιδιακή/μοριακή Φιλοσοφία/Λογική της Ιστορίας ανά περιστάσεις καμεραλιστικά ταυτισμένη με διάφορα είδη εθνικισμού.

Στην καταργητική ανύψωση της μητρόπολης σε Εσωτερικό Κρατικό Δίκαιο, όλες οι κατά φαινόμενο διαφορετικές και αλλότριες μορφές καθίστανται προϊόντα της σχιζοποίησής της, προκύπτουσα λογικά και πραγματικά μέσα από την ίδια την παραγωγή και κυκλοφορία της Αξίας. Η μητρόπολη αναπτύσσει την αποικιοποιητική, επεκτατική δυναμική της: γίνεται το γίγνεσθαι-Ολότητα που δύναται να αποκλείει/εγκολπώνει, αφομοιώνει, εμπερικλείει, κατανέμει τα αλλότρια, τα ενάντια ως χωριστικές, πραγμοποιητικές μορφές αυτού του ιδίου.

17.

Εντός της μητρόπολης βρίσκουν τις προνομιακές επικράτειές τους ο επιθυμητικός επιταχυντισμός ως Αντικειμενική τάση και οι φιλοσοφίες της αποανθρωποποίησης ως Πραγματικές Διαδικασίες.

Η τέχνη αποϋκειμενοποιημένη διασπάται και αναπτύσσεται επί της κοσμολογικής διερεύνησης και των υπερκαταληπτικών επεισοδίων και δοξασιών. Ο μαζικά εμπορευματικός και άμεσα πολιτικός ρόλος της τέχνης απομειώνεται, καθώς σε πρώτο χρόνο εξατομικεύεται.

18.

Ο πραγματικός κυβερχώρος είναι η Υποκειμενική έκφανση της παγκόσμιας αγοράς, διαμεσολάβηση των σε αυτήν ανταγωνισμών. Αυτή η ενδιάμεση δυναμική στο παρόν επίπεδο συγχρονικότητας ίσταται ως επιβραδυντική μιας πλήρους μητροπολιτικής επικράτησης. Στην Εσωτερική Αντικειμενική λειτουργία του, ο κυβερχώρος είναι η πιο υπερβατική μορφή της εθνικής αγοράς ως τμήμα της παγκόσμιας, ωστόσο ουδέποτε φτάνει έως το σημείο της αναίρεσης, της κατάργησης ως προς το εκάστοτε εθνικό σημείο αναφοράς.

 

Εξορύκτες του Πραγματικού 

No comments:

Post a Comment

De Gaza al conflicto global: Guerra capitalista y solidaridad internacionalista

  De Gaza al conflicto global: Guerra capitalista y solidaridad internacionalista Gaza: de un ataque genocida a desplazamientos masivos y li...