Η ανάπτυξη και επέκταση του ΠΠΔ στα ανατολικά της Ευρώπης με την μορφή της ανοιχτής ένοπλης σύρραξης εκμείωσε σε σημαντικό εύρος την δυνατότητα αναπαραγωγής των καπιταλιστικών πλανητικοποιητικών (globalizing) δυναμικών ως κοινωνικομοριακών και οδοντικά διασυνδεδεμένων και διενδεδυμένων δικτύων, κωδικωμένων ακόμη και σε μητροπόλεις μη καπιταλιστικών και σοσιαλιστικών χωρών. Αυτό είχε ήδη εμφανισθεί κατά την διάρκεια των lockdowns λόγω των τουριστικών και μεταφορικών περιορισμών. Η άμεση πρακτική συνέπεια αυτού είναι προκυπτόμενες δυσκολίες στην κίνηση του χρηματοθετικού κεφαλαίου μέσω των μεσαίου μεγέθους χρηματαγορών. Συνολικά, όπως έχει περιγραφεί από τον Καφέντζη μέχρι και τους Νέγκρι και Χαρντ, η καπιταλιστική φαινομενολογία έρχεται σε αντίφαση προς τον νόμο της αξίας, όπως περιλαμβάνεται στην καπιταλιστική παραγωγή.
Οι Ρικαρντιανές Σχολές, ακόμα και μέσα στην κάθε τόσο διάλυσή τους, είναι η πρώτη γραμμή άμυνας στο επιθετικό πολιτικό κίνημα της εργατικής τάξης, διότι η εργατική κριτική χρησιμοποιεί όρους και κατηγορίες της Ρικαρντιανής πολιτικής οικονομίας και έχουν κάμποσα επίκοινα σημεία στα οποία εφάπτονται. Η τελευταία γραμμή άμυνας, όπως έχουμε αναλύσει, είναι πάντα ο Μαλθουσιανισμός. Ακόμα κι αν αποτύχει η αντιδραστική επίθεσή του περί υπερπληθυσμού, του μένει η αντιδραστική διαμόρφωση ενός κοινωνικού κοσμοειδώλου στην μορφή της κλίμακας, με κλιμακωτές ανώτερες, μεσαίες, κατώτερες τάξεις, και η έκβαση του ανταγωνισμού μεταξύ των είναι ζήτημα ποσοτήτων. Σ’ αυτό, το Μαλθουσιανά ευκταίο είναι η ποσοτική αύξηση των μεσαίων τάξεων, η οποία επιφέρει την ποσοτική μείωση του προλεταριάτου.
Πρόκειται για μια genuine Αγγλική παράσταση με την Παπική σημασία του όρου Άγγλος (όπου Άγγλοι = Άγγελοι): για μια φενακισμένη Αγγελολογία της κοινωνικοταξικής καπιταλιστικής διάρθρωσης, η οποία έρχεται σε αντίφαση με τα ίδια τα ηθικά κηρύγματα του Μάλθους περί παραγωγικής κατανάλωσης. Σε γενικές γραμμές, είναι κάτι ανεπίστρεπτα τελειωμένο, καθ’ όσον η μετανάστευση και οι μετακινήσεις πληθυσμών από τα ίδια τα πράγματα το αποδιαρθρώνουν και το διαρρηγνύουν.
Βέβαια, το Μαλθουσιανό Αγγ(ε)λικό κοσμοείδωλο συνεχίζει να υπάρχει ως εσωτερικότητα μέσα σε κόμματα και κομματίδια, εκκλησίες κάθε λογής, κυκλώματα εμπορικού κεφαλαίου, μυστικές εταιρείες, ύποπτες συσσωματώσεις ξεπεσμένων μπουρζουάδων και γαιοκτητών αριστοκρατών. Όλη η παλιά και σύγχρονη γραμματεία του Σέρλοκ Χολμς αποδίδει την θεσμική πάλη της Σκότλαντ Γιάρντ, των Μητροπολιτικών Αστυνομιών, και των υπηρεσιών νοημοσύνης ενάντια σε αυτά τα πράγματα, τα οποία είχαν ξεμείνει από την χρυσή Βικτωριανή εποχή, και στις μέρες μας από τον λουξουρισμό των mid zeros. Όπως αυτή η πάλη αναπτύχθηκε την τελευταία φορά μέσα στις μητροπόλεις της ΜΒ, επρόκειτο για μια αντικειμενικά σοσιαλιστική δυναμική, για μια δυναμική ενισχυτική της κίνησης μητροπολιτικού συμβουλιακού σχεδιασμού στο επίπεδο των boroughs, ήτοι στα τοπικά επίπεδα πολιτισμικών και κοινωνικοταξικών συνθέσεων. –Δεν γίνεται να έχεις συμμετάσχει σε αυτό και να μην το θυμάσαι.
Αν η Μαλθουσιανή παράσταση είναι ίσως ο πιο αντιδραστικός τρόπος πειθάρχησης και καθυπόταξης του κοινωνικού πληθυσμού της εργασίας και των πληβειακών κοινωνικών πληθυσμών, ο καπιταλισμός στην ανάπτυξή του έχει διαμορφώσει κι άλλα υποδείγματα. Σε αυτό το επίπεδο κριτικής ανάλυσης ξεφανερώνεται η πραγματικότητα: διαχείριση της καπιταλιστικής κρίσης – κοινωνικοταξική διάρθρωση – πολιτική κοσμική τάξη (order).
Εκλαμβάνοντας κατά το κοινώς λεγόμενο, και ορθά, ότι το μέγιστο παγκόσμιο πρόβλημα είναι αυτό του παγκόσμιου χρέους (και όχι τα Μαλθουσιανά παραμύθια περί υπερπληθυσμού κλπ) -απ’ την άποψη ότι σε αυτό συμπυκνώνονται και κωδικώνονται όλα τα υπόλοιπα- σε μια καπιταλιστική λογική, καλά κάνουν οι φίλοι μας οι αριστεροί οικονομολόγοι και οι προσίδιες πολιτικές δυνάμεις (παρά την εσφαλμένη και αντιφατική μεθοδολογία τους, καθ’ όσον μπερδεύουν την πρόσθετη αξία με το κέρδος, και το δημόσιο χρέος με το ιδιωτικό), και ξεκινάνε απ’ αυτό. Ο λόγος αυτής της πτέρυγας της οικονομικής επιστήμης περί παγκόσμιου χρέους θέτει στην προμετωπίδα του την αφηρημένη έννοια της δικαιοσύνης (justice).
Παρότι, αυτή η έννοια χρωματίσθηκε κατά τις δεκαετίες του 1970 και του 1980 αντιϊμπεριαλιστικά, ο πρώτος, που την χρησιμοποίησε ως κορωνίδα των απόψεών του για το τότε εθνικό χρέος, ήταν ο John Ramsay Mc Culloch (εκ των επιφανέστερων εκπροσώπων του ιμπεριαλισμού της ΜΒ) στο έργο του με τίτλο ‘Ένα Δοκίμιο περί μιας Μείωσης του Τόκου του Εθνικού Χρέους, Αποδεικνύοντας ότι αυτό είναι το Μόνο Πιθανό Μέσο Ανακούφισης απ’ τις Υφέσεις/Πιέσεις των Εμπορικών και Αγροτικών Συμφερόντων και Εγκαθιδρύοντας την Δικαιοσύνη αυτού του Μέτρου στις Σιγουρότερες των Αρχών της Πολιτικής Οικονομίας” (1816).
Σε αυτό δίδει το σκήπτρο από την αγροτική παραγωγή στο εμπόριο και την βιομηχανία, καθ’ όσον λέει, ότι ένα βελτιωμένο σύστημα αγροτικής παραγωγής είναι συνέπεια και όχι αιτία μιας μεγάλης εμπορικής και χειροτεχνικής ευμάρειας.[1] Προσέτι, υποπίπτει στο ίδιο κατά Μάλθους αντιΣμιθικό σφάλμα πως “ό,τι τείνει να αυξάνει την τιμή της εργασίας, συγκρινόμενη με αυτήν των άλλων χωρών, είναι άμεσα εχθρικό στο εμπόριο, και έμμεσα εχθρικό στην αγροτική παραγωγή”.[2] Δι’ αυτού προοικονομεί, ότι η αύξηση των εσωτερικών τόκων και των εν γένει συμφερόντων του εμπορίου και της αγροτικής παραγωγής (προς απόκλιση απ' τον Ρικαρντο ως συμφέρον της αγροτικής παραγωγής θεωρεί την αύξηση των εμπορευματικών τιμών των αγροτικών προϊόντων) του έθνους είναι αντιστρόφως ανάλογη του τόκου του εθνικού χρέους.
Στα συμπερασματικά σημεία του έργου του προτείνει την μείωση της Εθνικής Εκστρατείας ως το μόνο πιθανό μέσο προθεραπείας του πλεονεκτήματος όλων των Μερών (εννοεί των τάξεων). Παρουσιάζει (και ορθά) την Αγγλία ως κάτι διαφορετικά τοποθετημένο εν συγκρίσει με τις χώρες της Ηπείρου, λόγω της παντοδυναμίας του Ναυτικού της, και διαμορφώνει ένα Ευρωπαϊκό σύστημα ισορροπίας δυνάμεων, κατά το οποίο “Στο Ευρωπαϊκό σύστημα, ουδεμία πρόσκτηση, ουδεμία προσαύξηση δύναται να γίνει στην δύναμη κάθε ξεχωριστού κράτους, αλλά (εννοεί: πρέπει να λαμβάνεται υπ’ όψη) τί επιδρά περισσότερο ή λιγότερο σε αυτήν (εννοεί: στην δύναμη κάθε ξεχωριστού κράτους με σημείο αναφοράς τί κάνει η Βρετανία) των υπολοίπων”[3]. Στην συνέχεια, λέει ότι η μείωση του τόκου του εθνικού χρέους, αφού έχει μειωθεί η εθνική εκστρατεία και έχουν αυξηθεί τα εθνικά εσωτερικά εμπορικά και αγροτικά συμφέροντα (φυσικά μέσω της μείωσης της τιμής της εργασίας) επιφέρει το “επονείδιστα παραβιάζειν μιας έγκυρης συμφωνίας” (“… shamefully violating a solemn compact”).[4]
-And that’s the case.
Πριν πούμε, όμως περί τούτου, πρέπει να σημειώσουμε, ότι το Ευρωπαϊκό Σύστημα του Ramsay (πέρα από ότι αποτελούσε δήλωση νομιμοφροσύνης στο status quo της Ιερής Συμμαχίας) είναι η μορφοποίηση της πυραμίδας των Ευρωπαϊκών κρατών της εποχής, με την Βρετανία στην κορυφή (λόγω της παντοδυναμίας του Ναυτικού), και όπως στην αρχιτεκτονική και μηχανική της πυραμίδας: ουδέν δύναται να προστεθεί, χωρίς να κινδυνεύσει η στατικότητα του όλου εποικοδομήματος, και ό,τι γίνεται στην κορυφή επιδρά και στους υπόλοιπους. Αν αυτό ίσχυε στα 1816, και πιθανότατα να ίσχυε και μέχρι τα 1871, ουδεμία σχέση έχει αυτό με την Ευρωπαϊκή πραγματικότητα των τελευταίων δύο δεκαετιών, πόσω μάλλον μετά το Brexit.
Επί της υπόθεσης, δηλαδή επί της επονείδιστης παραβίασης έγκυρης συμφωνίας, ο Ρικάρντο στην επιστολογραφία του προς τον Ramsay ασκεί κριτική περί του βίαιου και τρομακτικού χαρακτήρα των προτεινόμενων μέσων, καθώς και για τις επιπτώσεις που θα έχει αυτό στην υποτίμηση των χρεογράφων και αξιογράφων, και στην ακρίβεια του χρημάτινου χρήματος.[5]
Ανεξάρτητα από τα όποια αποτελέσματα έχει η πολιτική του Ramsay στο χρέος ως ποσότητα, πρόκειται για μια γνήσια ιμπεριαλιστική πολιτική στα πλαίσια του τότε αντεπαναστατικού και αντιδραστικού Ευρωπαϊκού Συστήματος, με τον ηρωικό Αγγλικό λαό των υπηκόων της Βρετανίας εσωτερικά γονατισμένο.
Έχει εφαρμοσθεί αυτό κατά τα πρόσφατα χρόνια; Η πολιτική μείωσης των πολεμικών εκστρατειών με ταυτόχρονη αύξηση των «εσωτερικών συμφερόντων» ήτο αναμφίβολα μια κεντρική όψη του Τραμπισμού. Σχηματοποιεί αυτό μια παγκόσμια ιμπεριαλιστική πυραμίδα, όπως καθ’ υπόθεση του Ramsey σχηματοποιούσε στα 1816; Όχι μόνο η από την εσωτερικότητα της επιστήμης της πολιτικής οικονομίας εξαπολυόμενη κριτική, αλλά κυρίως η πλήρης έλλειψη εμπειρικού υλικού δεν στηρίζει ένα τέτοιο θεωρητικό εξηγητικό σχήμα. Αντίθετα, οι πρόσφατες στρατηγικές μετατοπίσεις στην υποσαχάρια Αφρική (ανεξάρτητα αν κάποιος συμφωνεί ή διαφωνεί με αυτές), και η ανάπτυξη του ΠΠΔ καταμαρτυρούν ενάντια. Άλλωστε, αν εκλάβουμε κατά το κοινώς λεγόμενο, ότι τον ρόλο της κορυφής τον έχουν πάρει εδώ και τουλάχιστον 7 δεκαετίες οι ΗΠΑ, δεν βλέπουμε εκ μέρους των ΗΠΑ μια τέτοια ανάλυση περί πυραμίδας (αλλά, ως είθισται περί ηγεσίας), όπως βλέπαμε στην Αγγλία του 19ου αιώνα -και δεν είναι θέμα βαθμού ειλικρίνειας του ενός προς τον άλλον. Οι μόνες πυραμίδες, τις οποίες βλέπουμε μέσω της κοινωνικής εμπειρίας μας, αφορούν οργανωμένα ως τέτοιες κυκλώματα εμπορικού κεφαλαίου.
Από την άλλη, απ’ την σκοπιά των Ρικαρντιανών Σχολών, η θεωρία του Robert Torrens περί του ότι ίδιας ποσότητας κεφάλαια αποδίδουν ίση ποσότητα κέρδους κατά μέσο όρο, συνιστά το υλιστικό έρεισμα της διαδιδόμενης θεωρίας περί δημιουργίας πολυπολικού κόσμου. Τούτο υποτίθεται εσφαλμένα, καθ' όσον παραγνωρίζεται, ότι η πραγμάτωση της πρόσθετης αξίας στο κυκλοφοριακό προτσές, απ' όπου προκύπτει το κέρδος, είναι σε άμεση συνάρτηση με τον απαιτούμενο χρόνο περιστροφής του κεφαλαίου, και ο απαιτούμενος χρόνος περιστροφής ακόμα και για κεφάλαια ίδιας ποσότητας μπορεί να είναι διαφορετικός για έκαστο εξ αυτών, καθ' όσον το προτσές κυκλοφορίας έχει οντολογικά ανεξαρτησία από το προτσές παραγωγής, και γι' αυτό κάνουμε λόγο για σφαίρα παραγωγής και σφαίρα κυκλοφορίας. Αυτό το σφάλμα έχει να κάνει με την εσφαλμένη ταύτιση πρόσθετης αξίας και κέρδους.
Πέρα απ’ τον ενδιαφέροντα πολιτικό, στρατιωτικό και υψηλά αστικό χαρακτήρα του Torrens (αξιωματικός των Βασιλικών Πεζοναυτών, συντάκτης, συγγραφέας, ιδρυτικό μέλος του Political Economy Club), η θεωρία αυτή είναι σχετικά συναφής στην θεωρία του Hans Kelsen περί παγκόσμιου κράτους (Weltstaat), κατανοητέου όχι ως ενός ενικού παγκόσμιου κράτους, αλλά ως της δυναμικής των ισχυρών κρατών να έχουν ισοδύναμη παγκόσμια θεσμική οργάνωση και παρουσία, η οποία θεωρία δέχθηκε τα πυρά της κριτικής του Σχμιτ. Μπορεί κάποιος να πει, ότι είναι η θεωρία της ειρηνικής συνύπαρξης των ανταγωνιζόμενων μεταξύ τους ισχυρών χωρών με καινούριες φορεσιές. Είναι κάτι που εκφράζει τον ίδιο –με τους όρους του Λένιν- τον σύγχρονο μπουρζουάδικο πασιφισμό.
Η αποστροφή μας σε κάθε αντιϊμπεριαλιστική ή ιμπεριαλιστική θεωρία, που εκπήγασή της έχει την Φαβιανή Εταιρεία, τον Χόμπσον και το LSE είναι γνωστή (αν και ολονών αυτών η εκπήγαση είναι αυτή). Επίσης, είναι γνωστή η κριτική σε σχήματα διεθνών σχέσεων, που παρουσιάζουν έναν κόσμο αναποδογυρισμένο με το κράτος στην παραγωγική βάση και την παραγωγική βάση στον θεωρησιακό ουρανό. Επί τούτου ο σκοπός της εργατικής κριτικής δεν είναι να υφάνει μια γκρίζα ολιστική θεωρία, αλλά να εντοπίσει μέσα στην πραγματική ζωή τον τρόπο διαμόρφωσης της ισορροπίας δυνάμεων και των συσχετισμών ισχύος.
Αυτό, πάλι με τους όρους της εργατικής κριτικής
δεν μπορεί να γίνει, χωρίς την κριτική ανάλυση της σύγχρονης παγκόσμιας αγοράς.
Ωστόσο, η παγκόσμια αγορά δεν είναι στρουκτουραλιστική: δεν δομεί μια δομή ή
δεν δομείται από δομές, αλλά μάλλον πρέπει να κατανοηθεί ως (ο έχων όριο την
ίδια την ανταλλακτική αξία) ανταλλακτικός χώρος
κυκλοφορίας του εμπορευματικού κεφαλαίου και των μορφών του χρηματοκεφαλαίου (ακόμα
κι αν συχνά στην αντίληψη των δικαιούχων, δρώντων, παραγόντων, μεσιτών και διακινητών η έννοια του
χώρου αντικαθίσταται από τον ανταλλακτικό, συμβατικό χρόνο). Στην θεωρησιακή νόηση, αλλά και στην ίδια την εργατική έρευνα, η ιδιοτυπία της παγκόσμιας αγοράς και η διαφορετικότητά της σε σχέση με την ανάλυση των τυπικών διεθνών και διακρατικών σχέσεων έγκειται στο ότι η παγκόσμια αγορά (μέσω του εκ μέρους του κεφαλαίου αφανισμού του χώρου με τον χρόνο, και του εκμηδενισμού των αποστάσεων) αναπτύσσεται ως υπέρβαση του τοπικού, εθνικού, περιφερειακού, πλανητικού, και επομένως όσο απομακρύνεται το χρηματοκεφάλαιο και το χρηματοθετικό κεφάλαιο απ' αυτά τα επίπεδα, τόσο στην παγκόσμια αγορά ως τέτοια λειτουργεί ως ταυτότητα με τον εαυτό του και όχι ως διαφορά. Αυτό δεν οδηγεί σε μια Καουτσκυκή αντίληψη περί υπεριμπεριαλισμού ή ούλτρα ιμπεριαλισμού, αλλά είναι κάτι που πρέπει να λαμβάνεται υπ' όψη, όσον αφορά την κριτική αναγνώριση της παγκόσμιας καπιταλιστικής στρατηγικής.
[1] Βλ. John Ramsay
McCulloch, An Essay on a Reduction of the Interest of the National Debt:
Proving that this is the only possible
means of relieving the distresses of the commercial and agricultural interests
and establishing the justice of that measure on the surest principles of
political economy, London: Printed for Joseph Mawman and David Brown,
Edinburgh, 1816, p. 8.
[2] οπ., p.
14.
[3] oπ., p.
35.
[4] oπ., p.
46.
[5].Βλ. David Ricardo
to McCulloch. London, June 9, 1816. McCulloch’s pamphlet on the national debt –
Violence and futility of proposed remedy – Value of bullion fallen and that of
paper risen – Present distress and low prices – Financial retrenchment, στο Publications of the American
Economic Association, Vol. X., No. 5-6, Letters of David Ricardo to John Ramsay
McCulloch 1816-1823, New York, 1895.