Η πολιτική δημοκρατία (ό,τι έχει απομείνει απ' αυτήν) έχει προ πολλού αγνοήσει την εξεγερτική θεμελίωσή της στις Θέσεις διά τον Φόυερμπαχ. Ιδίως, έχει αγνοήσει τις εξ αυτών για την ανθρώπινη κοινωνία και την κοινωνικοποιημένη ανθρωπότητα, και για την αλλαγή του κόσμου.
Ήταν στην αρχαία Αθήνα μέσα από τον ανθρωπισμό του Πρωταγόρα και των άλλων Σοφιστών, ότε ετέθησαν το πρώτον οι διανοητικές δυναμικές περί μιας ανθρώπινης ηγεμονίας, κάτι που αποτυπώνεται στην ίδια την εξανθρώπιση του Δωδεκάθεου μέσα από το δημοκρατικό πολίτευμα, τις καλές τέχνες, την φιλοσοφία (κάτι που αντανακλούσε την ανάπτυξη εμπορευματικής κοινωνίας). Έκτοτε, η ανθρώπινη ηγεμονία, όπως αποκρυσταλλώθηκε στην Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, ήταν αυτό που ετίθετο στο επίκεντρο της ιστορικής κίνησης μετασχηματισμού.
Στα χρόνια της Αναγέννησης, η ανθρώπινη ηγεμονία έγινε η νέα τότε ανεξάρτητη πολιτική, μέσα από την συντακτική αναπομπή στην εκ μέρους των Ρωμαίων απόκτηση και πρόοδο της Αυτοκρατορίας:
“Perchè la virtù degli eserciti gli fecero acquistare l' Imperio; e l’ ordine del procedere, e il modo suo proprio, e trovato dal suo primo Legislatore, gli fece mantenere l'acquisto, come disotto largamente in più discorsi si narrerà”. Niccolò Machiavelli, Discorsi sopra la prima Deca di Tito Livio (1531), Libro secondo, Capitolo Primo, Quale fu più cagione dello imperio che acquistarono i romani, o la virtù, o la fortuna, Tutte le Opere di Niccolò Machiavelli A cura di Mario Martelli Sansoni Editore, Firenze 1971.
Όπως μας παραδόθηκε από την ιστοριογραφία του Τάκιτου και μέσα από την Ιουστινιάνεια κωδικοποίηση του Ρωμαϊκού δικαίου, η Αυτοκρατορία των Ρωμαίων ήτο η πολεμική και υλικοτεχνική επέκταση έναντι κανονιστικά προσδιορισμένων μορφών ετερότητας του ανθρώπινου (πρωτόγονες Κελτικές κοινότητες, λαοί της Ανατολής, Βάρβαροι), με στόχο την εμπέδωση μιας αποκλειστικά ταξικά διαρθρωμένης κοινωνίας. Κατά την κατάρρευσή της λόγω των επιδρομών και εισβολών των Βαρβάρων (που μέχρι τότε εθεωρούντο οντικά υποδεέστεροι), ο Ρωμαϊκός δουλοκτητικός τρόπος παραγωγής έδωσε την θέση του στον φεουδαλισμό, κάτι που είχε ξεκινήσει μέσα στις ίδιες τις οικονομικές λειτουργίες της ύστερης Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, και στον ίδιο χρόνο είχε ξεκινήσει ο σχετικός εκρωμαϊσμός τίνων εκ των Βάρβαρων προελεύσεων.
Παρόμοια αντίληψη επικρατούσε λίγο-πολύ σε κάθε αυτοκρατορική συγκρότηση της ανθρώπινης ηγεμονίας στην Ευρώπη, ως επίσης και σχετικά παρόμοιο τέλος.
Στο ως άνω παράθεμα ο Μακιαβέλλι ξεχωρίζει την έννοια της αρετής (virtue), κάτι που συνιστά το κεντρικό θέμα της Μεσαιωνικής φιλοσοφίας της ηθικής, ως το βασικό μέσο των Ρωμαίων στην απόκτηση της Αυτοκρατορίας. Όπως είναι γνωστό και χιλιοειπωμένο, στην Αναγεννησιακή πολιτική φιλοσοφία και πρακτική η έννοια της αρετής αποβάλλει τον ως τέτοιο ηθικό χαρακτήρα της, τον φορμαλιστικό ηθικό χαρακτήρα της, και συνδέεται οργανικά με τους τρόπους απόκτησης πολιτικής ηγεμονίας. Είναι κάτι που έτρεχε από την αστικοδημοκρατική επανάσταση του 17ου αιώνα από κοινού με τους κατά Χομπς Λεβιαθανικούς τρόπους ανάδυσης της πολιτικής κυριαρχίας στην μορφή του κρατικά οργανωμένου μονοπωλίου στο δίκαιο και την ένοπλη ισχύ. Αυτό προσδιορίζει την ιστορία της νεωτερικής πολιτικής πραγματικότητας.
“Ο κυβερνοχώρος είναι το τέλος της πολιτικής” έλεγαν οι Στέρεο Νόβα στα 1994 στο “Telecom 99”. Σήμερα, βλέπουμε την αποκορύφωση αυτής της πραγματικότητας στην μορφή της αντιπαράθεσης της επίσημης πολιτικής προς τo intelligence = cybernetics. Είναι κάτι που εμφανίσθηκε σε μια όψιμη μορφή στην ΕΣΣΔ στην ούτω καλούμενη περίοδο της στασιμότητας, μέσα από την απολυτοποίηση της λειτουργίας της λογικής μηχανής και του cybernetically οργανωμένου κεντρικού σχεδιασμού, δηλαδή μέσα από τον αποκοινωνικοποιούμενο κεντρικό σχεδιασμό: μέσα από την υποτίμηση του κεντρικού σχεδιασμού από κοινωνική σχέση διαθέτουσα εκ της μητροπολιτικής εργασίας κεντρικότητα (σύνολο ποιοτήτων με πολιτικές συνεπαγωγές) στην αποκλειστικότητα τεχνικών μετρημάτων, ποσοτικών διατάξεων και γραφειοκρατικών χαρακτηρισμών.
Από την σκοπιά της κριτικής της πολιτικής οικονομίας, στην φαινομενολογία του συνολικού προτσές καπιταλιστικής παραγωγής, πρόκειται για την λειτουργικοποίηση (functionalisation) ενεργουσών ενάντια η μία προς την άλλη αιτιών (Entgegenwirkende Ursachen), και ενεργουσών ενάντια η μία προς την άλλη ενροών, επιρροών (Einflüsse), οι οποίες βρίσκονται εντός παιγνίου, και κατ' αυτόν τον τρόπο αντικειμενικά αποκτούν cyber χαρακτήρα και ιδιότητες.
Αυτό, όσο εκτυλίσσεται, από την μια καταργεί τους βιολογικίστικους διαχωρισμούς των ανθρώπων, επιβληθέντες από τις Δαρβινίστικες θεωρίες, και από την άλλη επιβάλλει ολότελα νέους ποιοτικούς διαχωρισμούς στην μορφή των ποιοτικοποιήσεων (qualifications) και καταχωρίσεων (registrations), με κυρίαρχο κριτήριο την οργανικότητα της συνάρθρωσης μεταξύ ανθρωπίνου σώματος/οργανισμού και λειτουργούσας μηχανής.
Ωστόσο, τα πράγματα ποτέ δεν είναι τόσο εύκολα για τα τζιμάνια ή για τους υπεύθυνους αυτών των διαχωρισμών. Κι αυτό γιατί τόσο το ανθρώπινο υλικό, όσο και το μηχανουργικό (κύρια στην μορφή της AI) εμπλέκονται ενεργά στην διαδικασία ποιοτικοποιήσεων και καταχωρίσεων.
Επ' αυτού αναβιώνει ο συνολικός πόλεμος μεταξύ διαλεκτικής και μηχανιστικού υλισμού, ακόμα και στις μορφές που τον ανέλυσε ο Λένιν στο "Υλισμός και Εμπειριοκριτικισμός". Αναμφίβολα, τα τζιμάνια και οι υπεύθυνοι είναι λίγο-πολύ οι σύγχρονοι εφαρμοστές του Machισμού. Πάρ' αυτά, η αντιμετώπιση του θέματος αποκλειστικά στο τότε ιστορικό Ρωσικό διανοητικό context δεν προσφέρει καλές υπηρεσίες στον σκοπό της κοινωνικής απελευθέρωσης.
Σε κάθε περίπτωση, όλο αυτό, ως υλική, ενεργή πραγματικότητα έχει αναπτυχθεί και επεκταθεί τόσο πολύ, που είναι πάντα αργά για τα δάκρυα όσων σήμερα το αντιλαμβάνονται. Επομένως, από υλιστική σκοπιά θα πρέπει να διαυγασθεί, τί ήταν αυτό που προσέδιδε την δυναμική επικράτησης της μέχρι πρότινος ανθρώπινης ηγεμονίας, και πώς έχει τροποποιηθεί.
Σε ένα ιστορικά δοσμένο βαθμό ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων της κοινωνικής εργασίας, και συγκεκριμένα κατά την διάρκεια της πρώτης βιομηχανικής επανάστασης η φιλοσοφική ανάπτυξη κατάφερε να εννοιολογήσει με συνολικό, ήτοι διαλεκτικό τρόπο, την ενεργότητα της Kraft (της ικανότητας για κάτι, της επάρκειας για κάτι). Η πρώτη στέρεη ανάλυση γι' αυτό βρίσκεται στην Φαινομενολογία του Πνεύματος:
Στον Χέγκελ, κατανόηση και ικανότητα αναλύονται από κοινού εντός της διαλεκτικής του αισθητού και επιφαινόμενου κόσμου. Από την μακροσκελή ανάλυση μπορούμε να επικεντρώσουμε στην έγερση της Kraft ως μιας κίνησης αποδίδουσας το γενικό (Allgemeine) ως πολλαπλότητας (Vielheit) πολλών γενικών. Χρειάζεται προσοχή, διότι η ανάλυση αυτή είναι αποκλειστικά θεωρησιακή (spekulative) και εννοιολογική (begriffische) και ουδόλως ρεαλιστική, ήτοι δεν αναφέρεται σε υποστασιοποιημένα. (Βλ. Hegel, Georg Wilhelm Friedrich, Phänomenologie des Geistes, A. Bewußtsein, III. Kraft und Verstand, Erscheinung und übersinnliche Welt). Σε αυτήν την σύλληψη το γενικό είναι εν εαυτώ σε αναπόσπαστη Ενότητα με την Πολλαπλότητά του. Ωστόσο, αυτός ο προσδιορισμός δεν πρέπει να μπερδεύεται, και είναι διάφορος του αδιαίρετου/ατόμου και της διαιρετότητας, διότι δεν εγείρεται ως ατομικότητα αλλά ως ενότητα μέσα από την πολλαπλότητα. Η ικανότητα αναδεικνύεται στο γενικό μέσο του ἵστασθαι (Bestehens) των στιγμών της ύλης.
Εξ ού προκύπτει μία πρώτη εννοιολόγηση της ίδιας της έννοιας της εργατικής δύναμης, Arbeitskraft: η γενική ικανότητα παράγειν μέσω της εργασίας στιγμές της ύλης στις μορφές της χρηστικής αξίας. Αυτό είναι κάτι που έχει γενική ισχύ από τις πρώτες πρωτόγονες ανθρώπινες κοινότητες μέχρι και την ανάπτυξη μεγάλης βιομηχανίας.
Παρ' ότι οι σύγχρονοι μερκαντιλιστές και διάφοροι καλοθελητές της αντιϊμπεριαλιστικής θεωρίας παριστάνουν πως δεν το καταλαβαίνουν, το παραγωγικό προτσές κεφαλαίου είναι τέτοιο και διαφορετικό από τους προηγούμενους τρόπους παραγωγής, διότι συνενώνει την εργασία του εργάτη (στην μορφή της υλοποίησης, της πραγμάτωσης της εργατικής δύναμής του, της ικανότητάς του προς εργασία) με μηχανές που λειτουργούν με αυτόματο τρόπο. Αυτό δεν είναι μια τυχαιότητα της καπιταλιστικής ανάπτυξης, αλλά κάτι οργανικά, τελολογικά συνδεδεμένο με την οντολογία της παραγωγής σχετικής πρόσθετης αξίας και της πραγματικής υπαγωγής της εργασίας στο κεφάλαιο.
Από αυτό βγαίνει, ότι όχι μόνο το παραγωγικό προτσές κεφαλαίου, αλλά και το συνολικό προτσές της καπιταλιστικής παραγωγής είναι ειδικά (specifically) προσδιορισμένο, και σε γενικές γραμμές κάθε φορά που επαναστατικοποιούνται συγχρονισμένα οι παραγωγικές δυνάμεις, και το συνολικό προτσές αποκτά όλο και πιο ειδικό χαρακτήρα. Και πάλι, όμως, σε αυτό ο όρος ειδικό δεν έχει το περιεχόμενο που έχει στις μπουρζουάδικες επιστήμες και θεωρήσεις (εθνικό, βιολογικό, θρησκευτικό, κοκ, χωρίς να παραγνωρίζεται η όποια επίδρασή τους), αλλά στην κύρια πλευρά του, και όσο αναπτύσσονται, εξελίσσονται και μεταμορφώνονται ποιοτικά οι παραγωγικές δυνάμεις, τόσο αφορά την συνάρθρωση, την συνεργασία, τις σχέσεις και την πάλη μεταξύ εργάτη και μηχανής.
Επομένως, ισχύει όλο και πιο πολύ κατά και μετά την τρίτη βιομηχανική επανάσταση, ότι η Kraft έχει να κάνει με το ίδιο το προτσές της ειδικοποίησης. Εσφαλμένα, οι νεοφιλελεύθεροι για κάποια χρόνια ταύτιζαν αυτό με την τεχνική εξειδίκευση σε ένα "γνωστικό αντικείμενο" (που στην φιλοσοφική θεώρηση είναι μερικοποίηση), καθ’ όσον εκ λειτουργικής άποψης αυτής της ποιότητας η ειδικοποίηση είναι η ικανότητα πρόσδοσης ειδικού χαρακτήρα στο γενικό, και αντίστροφα. Επρόκειτο κατά την τρίτη βιομηχανική επανάσταση για μια νέα ποιότητα Kraft.
Στις αρχές δεκαετίας του 1990 με την πλήρη επικράτησή της τρίτης βιομηχανικής επανάστασης στην μορφή του νέου τότε Αμερικανισμού, κυρίως μέσα από την επίδραση της Καλιφορνέζικης οικονομίας, αυτή η Kraft είχε κρυσταλλωθεί σε αυτό, το οποίο ονομάσθηκε τεχνοκεφαλαιακή μοναδικότητα. Ακόμα και σήμερα ολόκληροι εθνικοί σχηματισμοί και συνολικές μονάδες παραγωγής ψάχνουν γι’ αυτήν την ικανότητα.
Ο εκ των ελάχιστων τότε εναπομεινάντων εκφραστών της εργατικής κριτικής των Grundrisse, Νίκ Λάντ, σε ένα υπερκαταληπτικό κείμενο πυρηνικής μηχανικής με τίτλο Meltdown (1994) το περιέγραψε κριτικά με εμφατικό τρόπο.
Ωστόσο, αν αυτό ακόμα λειτουργεί, μέσα στην τέταρτη βιομηχανική επανάσταση έχει προκύψει μια νέα ποιότητα Kraft: η εν τω εργασιακώ προτσές ικανότητα συνεργασίας και συνεπιχείρησης με την AI. Συγχρόνως, ο καπιταλισμός δεν ξεχνά την αρχική γενικότητά του: το γενικό ως αναπόσπαστη ενότητα με την πολλαπλότητά του έχει την γενική μητροπολιτική μορφή (διπλή προσοχή, μιλάμε αποκλειστικά εννοιολογικά για μορφή και όχι για πρόσωπο) του γνωσιοπληροφοριακού πλέγματος, και την μερικότερη μορφή (τριπλή προσοχή, ισχύει οπ) των κυβερσυννέφων και κυβερφυσικών περιβαλλόντων, ώστε πλέον η σύγχρονη Arbeitskraft είναι αυτή που κατέχει αμφότερες τις σύγχρονες μορφές της παλιάς Kraft (διότι αποτελούν παραχθείσες από την κοινωνική εργασία γενικές μορφές της).
-Κανένα καλό νέο για τον νεωτερικό αφηρημένο ανθρωπισμό, πόσω μάλλον για τον ουμανιστικό βιολογικισμό.
Η εργασιακοκοινωνική πραγματικότητα έχει αλλάξει τόσο, ώστε οι μηχανές έχουν εδραίες απόψεις για την φύση των πραγμάτων και τις ανθρώπινες υποθέσεις. Είναι σαν να λένε στους πολιτικούς διαχειριστές της μιζέριας των υπηκόων: τελειώνετε με τις παλιές ιστορίες σας.
Οι χώρες και οι σχηματισμοί που μπορούν να
ανταπεξέλθουν σε αυτό, είναι αυτοί που έχουν την μητροπολιτική ικανότητα τέτοιας
λειτουργίας και τέτοιας δραστηριότητας. Κάθε εκ του φυσιοκρατισμού μορφή
αντίδρασης στην μηχανοποίηση όχι μόνο παίζει το παιχνίδι της μηχανοποίησης των πάντων (of everything), αλλά είναι το ίδιο το καύσιμο
στην μηχανή της μηχανικής υποταγής του ανθρώπινου.
No comments:
Post a Comment