Στοιχεία Σκωτικού Διαφωτισμού και η εργατική κριτική


“Die Sachlichkeit zwischen den Menschen, die mit dem ideologischen Zierat zwischen  ihnen aufräumt, ist selber bereits zur Ideologie geworden dafür, die Menschen als  Sachen zu behandeln”. Theodor W. Adorno, Minima Moralia. Reflexionen aus dem beschädigten Leben, Erster Teil, 1944, 20, απόσπασμα

Ι. Αντί εισαγωγής

Αν ισχύει μια φορά, πως τίποτα ανθρώπινο δεν μας είναι ξένο, ισχύει στο πολλαπλάσιο, ότι το επαναστατικό, το διεθνιστικό, το κομμουνιστικό κίνημα δεν έχει την πολυτέλεια αποχής από τις όποιες αντιφατικότητες του πολιτικού κινήματος της εργατικής τάξης, όπως φανερώνονται στην ιστορική συνολικότητά του.

Μόνο κάποιος μέσα στον κολοφώνα του κρετινισμού του, προκειμένου να δικαιολογήσει τον αμπσεντισμό του, θα μετέλθει της εαυτικής/ατομικής θεωρίας του Χιουμ, ώστε να δικαιολογήσει ex post factum την κατά τις δύσκολες στιγμές απόκρισή του ότι ούτε ήξερε, ούτε γνώριζε. Ακόμα χειρότερα, η με την ίδια σκοπιμότητα αναπαραγωγή της Ανατολίτικης δοξασίας περί ανακύκλωσης ψυχών διάφορων ως προς την ενσωματότητα στην οποία εντοποθετούνται, πέρα από αφελής, όταν γίνεται εκ προθέσεως, είναι πολλαπλά επικίνδυνη και επισφαλής ως προς το συνολικό κοινωνικό, απροκάλυπτα και ανερυθρίαστα αντεργατική, παραβιαστική ως προς το δικαίωμα της προσωπικότητας.

Το ότι η αντιφατικότητα (ακόμη κι η συστηματική) του πολιτικού κινήματος της εργατικής τάξης όχι μόνο δεν μας είναι ξένη, αλλά είναι άμεσο ιστορικό προϊόν της ίδιας της πραγματικής ανάπτυξής του, αποτέλεσμα και αποτύπωση του δοσμένου κάθε φορά βαθμού ανάπτυξης των παραγωγικών δυνάμεων της κοινωνικής εργασίας, συνεπάγεται έτι περαιτέρω για την εργατική κριτική, ότι ανήκει συστηματικά στην εργασία της η ενδελεχής ενασχόληση με όλη την φιλοσοφική, διανοητική, πολιτισμική, πολιτιστική, γνωσιακή έκταση της πολιτικής οικονομίας. Αυτό στον ίδιο χρόνο είναι ανάπτυξη της υλιστικής κατανόησης της ιστορίας, του ιστορικού υλισμού, αλλά και της υλιστικοδιαλεκτικής φιλοσοφίας.

Η σύγχρονη εργατική τάξη αντιμετωπίζει πρωτοφανέρωτες προκλήσεις πρώτ’ απ’ όλα μέσα στο ίδιο το εργασιακό προτσές, και έχει κάθε συμφέρον να απαντά άμεσα και με την απαιτούμενη σκαιότητα και πανουργία σε κάθε καινούριο εργοδοτικό φρούτο, σε κάθε καινούρια εργοδοτική μεθόδευση περί αύξησης της εκμετάλλευσης και του βαθμού απόσπασης πρόσθετης αξίας. Γνωρίζουμε, ότι οι αθλιέστερες των εργοδοτικών μεθοδεύσεων μέσα στους χώρους εργασίας γίνονται με προοδευτική δικαιολόγηση στο όνομα της «κατάργησης του νόμου της αξίας». Πρέπει λοιπόν να θυμίσουμε στα αφεντικά, ότι, αν δεν είναι ικανοί να διαχειριστούν το σύστημα της πολιτικής οικονομίας του κεφαλαίου, τότε είτε θα πρέπει να δηλώσουν αμετάκλητη πολιτική χρεωκοπία, είτε να διαλυθούν ησύχως και να εξαφανισθούν από το γίγνεσθαι.

Το γεγονός, που αποκτά στην διαδοχή των εργασίμων ημερών όλο και πιο μεγάλη συμβαντικότητα και επιδραστικότητα, είναι ότι η σύγχρονη εργατική τάξη όλων των χωρών (παρά τις όποιες σημαντικές διαφορές στην ταχύτητα) κατακτά μέσα στην 4η Βιομηχανική Επανάσταση όλο και μεγαλύτερη τεχνοεπιστημονική και γνωσιοπληροφοριακή επάρκεια, κατακτά νέες κορυφές, πολύ πιο γρήγορα απ’ ότι τα αφεντικά νόμιζαν ή θα ήθελαν. Κι αυτό επιφέρει ιστορική στρατηγική αμηχανία στους ιθύνοντες κύκλους της καπιταλιστικής κυριαρχίας, κάτι που φαίνεται στην εκ μέρους τους ανάσυρση των πιο ξινισμένων και άχρηστων μορφών εθνικισμού, στην εκ μέρους των κατά τόπους γραφική αναπαραγωγή των πιο ξεπεσμένων μορφών συντηρητικού σοσιαλισμού. Ενάντια σε όλα αυτά, οι ανοιχτά πολεμικές εμπλοκές ανήκουν στην φαρέτρα στρατηγικής της εργατικής ισχύος.

Σε συνολικό επίπεδο, αυτό σημαίνει ότι η εργατική τάξη επιθέτει μέσα από την ιστορική αυτοκατανόησή της μια καινούρια ηθική οικονομία, σε ανεξαρτησία ως προς τις αφηγήσεις τόσο της Γερμανικής μετανεωτερικότητας (1871-1924), όσο και του μεταπολεμικού Σοβιετικού ιστορικισμού. Δι’ αυτού η ιστορική αυτοκατανόηση ακόμα και με Χαϊντεγκερικό τρόπο αυτοδιευθύνεται προς το γίγνεσθαι.

ΙΙ. Ο ρεαλισμός της κοινής αίσθησης μέσα από την αναγκαιότητα του cyber νομιναλισμού

O William Gibson στην τριλογία cyberpunk νουβελών που είναι γνωστή με την ονομασία Bigend Trilogy, αποτελούμενη από το Pattern Recognition (2003), το Spook Country (2007), το Zero History (2010), στο γενικό επίπεδο ανάλυσης διαμορφώνει την μεταφορικότητα και μεταφρασιμότητα (κειμενικά αδιόρατων) μεγα-γεγονότων στο par excellence cyber επίπεδο διεξαγωγής της μητροπολιτικής ταξικής πάλης (ενδεικτικά βλ. Esko Suoranta, Agents or Pawns? Power Relations in William Gibson’s Bigend Trilogy, Fafnir – Nordic Journal of Science Fiction and Fantasy Research, Volume 1, Issue 1, pages 19-30, https://journal.finfar.org/articles/agents-or-pawns-power-relations-in-william-gibsons-bigend-trilogy/). Στο ειδικά προσδιορισμένο επίπεδο της ίδιας της πρακτικής και της καθημερινότητας του cyborg όντος και της cyborg εργασίας αναδεικνύει τον νομιναλισμό ως εμμενή στο cyborg φιλοσοφική πρακτική, ως γνήσια cyborg ηθικοπρακτική φιλοσοφία.

Αυτό έχει μια ευρύτερη αξία, καθ’ όσον η διάκριση και η αντιπαράθεση μεταξύ ρεαλισμού και νομιναλισμού είναι ως τέτοια εμμενής και προσδιοριστική της επιστήμης της πολιτικής οικονομίας, ενώ η αντιπαράθεση μεταξύ υλισμού και ιδεαλισμού συχνά υποκρύπτεται εντός του κειμενικού corporis της ή έρχεται στην φόρα σε δεύτερους χρόνους.

Η εν λόγω διάστιξη στον χώρο του UK και του Commonwealth φέρει μία τρόπω τινί συστατική δυναμική: καθ’ όσον από τον 13ο αιώνα με την Φραγκισκανική Σχολή της Οξφόρδης, οι Σκώτοι συνδέθηκαν και ανέπτυξαν τον ρεαλισμό, ενώ οι Άγγλοι και οι Βρετανοί κύρια τον νομιναλισμό, αν και σημειώνεται για ακόμη μια φορά ότι οι πλείονες εκ των φιλοσόφων και στοχαστών των Βρετανικών Νήσων κινούνται σε υλιστικό πλαίσιο.

Μέσα από τα εντός του έτους δημοσιευθέντα κείμενα του Nick Land στο Αμερικανικό πραγματικά εργατικό περιοδικό Compact, επιχειρείται μια επαναπροσέγγιση σε ιδιότυπες ιστορικές, πολιτισμικές και ιδεολογικές ορίζουσες της Αγγλικότητας (βλ. Nick Land, The Open Spiral, The Devil’s Work, Why we need the canon wars?, https://compactmag.com/contributor/nick-land). Αυτό επιτυγχάνεται μέσα από την ανάδειξη της ίδιας της κατηγορικής εσωτερικότητας του εν λόγω προελευσιακού όρου, αλλά και μέσα από την ανάδειξη των τρόπων εξωτερίκευσης και διάχυσής του, ήτοι με σχετικά ταυτολογικό τρόπο.

Παραπάνω, μέσα από την έμφαση στην συστατική δυναμική της διάστιξης μεταξύ του νομιναλισμού και υλισμού για την ανάπτυξη του UK, αναδεικνύεται η ενότητα μέσα από την διαφορά, και αν θέλετε, και η διαφορά μέσα από την ενότητα. Αυτό, μαζί με την γνώση της κατ’ ιδίαν Σκωτικής ιστορίας (και πώς διαμορφώνεται σε αντιπαράθεση προς το Αγγλικό βασίλειο από το δεύτερο μισό του 13ου αιώνα, αλλά και σε συμμαχία με τους ριζικούς Αγγλικανούς και Προτεστάντες μέχρι τους Αγγλικούς Πολιτικούς Πολέμους και την Ένδοξη Επανάσταση), αποτελεί έναν κόμβο για την κριτική επίγνωση του Σκωτικού Διαφωτισμού και της παραγωγής της κλασικής πολιτικής οικονομίας στον 18ο αιώνα (ενδεικτικά βλ. Douglas McDermid, The Rise and Fall of Scottish Common Sense Realism, Oxford University Press, Oxford, 2018). Ισοδύναμη διάστιξη εντοπίζεται και στην πολιτική και πολιτισμική βαρύτητα της Ρωμαϊκής ιστορίας για την Σκωτική περίπτωση, ενώ στην Αγγλική και Βρετανική η Ντόιτς ιστορία έχει σχετικά μεγαλύτερη βαρύτητα και κεντρικότητα.

ΙΙΙ. Η θεώρηση της αστικής κοινωνίας

Ο Σκωτικός Διαφωτισμός μορφοποιεί μια εποχή εξόδου τόσο από το εμπόλεμο, συγκρουσιακό παράδειγμα των Αγγλικών Πολιτικών Πολέμων, όσο και από το αναγεννησιακό-ουτοπικό της Ελισαβετιανής και Στιούαρτ εποχής. Η θεμελιακή συνθήκη γι' αυτό συγκροτήθηκε κατά την Ένδοξη Επανάσταση, καθώς μέσα από αυτήν ολοκληρώθηκε αναμφίβολα η συντακτική και στρατηγική ενιαιότητα των χωρών του UK (στα 1707 επήλθε η ένωση της Σκωτίας με την Αγγλία).

Η κοινωνιολογική και ταξική διάσταση του Σκωτικού Διαφωτισμού δεν μπορεί να γίνει κατανοητή, αν δεν ληφθεί υπ' όψη η στον ίδιο χρόνο δημιουργία μιας πολυπλόκαμης και αλληλοεπικαλυπτόμενης κλειστής αστικής κοινωνίας, που σχηματοποιήθηκε μέσα από συσσωματώσεις φυσικών προσώπων εν είδει κοινωνιών, λεσχών και members only clubs (τα πιο γνωστά το Select Society και το Poker Club) εγγραμμάτων (literati), στις τάξεις των οποίων συγκαταλέγονταν επιχειρηματίες, εφευρέτες, επιστήμονες, διανοούμενοι, στρατιωτικοί, επαγγελματίες πολιτικοίΑυτό αποτέλεσε το ίδιο το φυτώριο της κυρίαρχης και ιθύνουσας αστικής τάξης στον 19ο αιώνα (παράβαλε Jürgen Habermas, Strukturwandel der Öffentlichkeit. Untersuchungen zu einer Kategorie der bürgerlichen Gesellschaft, 3. Soziale Grundlage bürgerlicher Öffentlichkeit).

Το πρωταρχικό ζήτημα, με το οποίο ασχολείται ο Σκωτικός Διαφωτισμός, είναι η διαδικασία εκπολιτισμού (civilising). Αυτό είναι το κεντρικό στο μνημειώδες έργο του Adam Ferguson “An Essay on the History of Civil Society” (1767). Λέγεται, ότι ο Βολταίρος κατά την συνάντησή του με τον Ferguson τον επαίνεσε, διότι εκπολίτισε τους Ρώσους με τις μεταφράσεις και την διδασκαλία του έργου του.

Στον Ferguson, η πραγματική δυναμική μετάβασης από ένα αγενές (rude) σε ένα πολιτισμένο έθνος είναι ο καταμερισμός εργασίας (στον οποίο συμπεριλαμβάνει και την διάκριση των στρατιωτικών από τους πολιτικούς νόμους), αποτέλεσμα του αγώνα για διατήρηση (preservation) και αύξηση, και έτσι η ποσοτική αύξηση του ανθρώπινου είδους (mankind) είναι ίδιο με την συσπείρωση πλούτου.

Σ' αυτόν, προς απόκλιση από την θεωρία του μαθητή του, Άνταμ Σμιθ, η αστική κοινωνία δεν αναδύεται τόσο ως αποτέλεσμα αιφνίδιων, βίαιων αλλαγών, αλλά μέσα από το έθιμο (habit), δηλαδή μέσα από την εθική πρακτική που τείνει προς την συμβατική διασύνδεση (convention) (βλ. του ιδίου Principles of Moral and Political Science Being Chiefly a Retrospect of Lectures delivered in the College of Edinburgh (1792), Vol. III, Chapter IV. Of Jurisprudence, Part II. Respecting the Defences of Men, Section III. Of the Case of Fellow Citizens, απόσπασμα). 

Η αστική κοινωνία συνέχεται σχεσιακά μέσα από αυτό που ονομάζει διανοητικές δυνάμεις/εξουσίες (intellectual powers) (βλ. Essays on the Intellectual Powers, Moral Sentiment, Hapiness and National Felicity. Of Intellectual Powers, Paris, 1805). Επί της ουσίας πρόκειται για την μεταφυσική συνεκτικότητα της νεότευκτης αστικής κοινωνίας. Η κατάσταση των περιστάσεων, αυτών που τους έλαχαν, που τους κληροδοτήθηκαν (fortunes), είναι η εκπήγαση της στριφνής (peculiar) διάνοιας (genius) των αδιαίρετων. Προσέτι, εντοπίζει τις συσχετίσεις των αντικειμένων ανεξάρτητα των χωριστών εμφανίσεών των. Απ' αυτήν την άποψη η αστική κοινωνία είναι στον ίδιο χρόνο internet of humans και internet of objects, και σ' αυτό θεμελιώνεται ο εμπορευματικός χαρακτήρας τηςΑυτό το θέμα μπορεί να ιδωθεί και μέσα από την θεωρητική οπτική της επικοινωνιακής δράσης (βλ. Habermas, Theorie des kommunikativen Handelns).

Σε αυτήν την εννοιολόγηση, λίγος χώρος απομένει για την βιοπολιτική και την βιοεξουσία, όπως αναπτύσσεται ως θεσμικός καταναγκασμός. Από την Φουκοϊκή, αναγεννησιακού τύπου συσχέτιση μεταξύ λέξεων και πραγμάτων, κινούμεθα στην θεωρησιακή συσχέτιση μεταξύ εννοιών και αντικειμένων (ενδεικτικά βλ. Ray Brassier, Concepts and Objects, στο Levi R. Bryant, Nick Srnicek and Graham Harman (eds), The Speculative Turn: Continetntal Materialism and Realism, a re press series, Melbourne, Australia, 2011). Αναδρομικά, μπορεί να ειπωθεί, ότι εν τέλει πρόκειται για μια ποιοτικά σοσιαλδημοκρατική σύλληψη της αστικής κοινωνίας σε διάστιξη προς την νεοφιλελεύθερη.

Πρέπει να έχουμε υπ' όψη, ότι ο Ferguson και οι πρώτοι συγγραφείς και εκφραστές του Σκωτικού Διαφωτισμού έχουν κατά κύριο λόγο ως σημείο αναφοράς τους τις ήσυχες, ειρηνικές πόλεις και τα χωριά των Highlands, και όχι τις αναπτυσσόμενες βιομηχανικές μητροπόλεις της Αγγλίας με τους “σατανικούς μύλους” του William Blake, τις καμινάδες και τα επιβλητικά φουγάρα. Απ' αυτήν την άποψη, ενυπάρχουν στα γραπτά τους στοιχεία αναχωρητισμού από το κατ' εξοχήν βιομηχανικό προτσές της εποχής τους , κάτι που επιτρέπει την ανάπτυξη του κοινωνικού πειραματισμού μέσα από την ανάπτυξη και εγκατάσταση του ουτοπικού σοσιαλισμού σε κοινότητες της Σκωτίας (χαρακτηριστικό παράδειγμα το New Lanark του Robert Owen).

IV. Η κοσμολογική διάσταση

Ο Σκωτικός Διαφωτισμός δεν θα ήταν τέτοιος, αν δεν πρότεινε μια κοσμολογική κατανόηση, στηριγμένη εν πολλοίς σε διαπλοκές νησιωτικών μύθων. Αυτό καταφαίνεται κυρίως στην ποίηση του James Macpherson, μέσα από την οποία ήλθαν στην επιφάνεια οι παλαιές Σκοτικές, Κελτικές, Γαελικές, Ιρλανδικές διηγήσεις κύρια του Φενιανού Κύκλου , η κατ' αυτόν λεγόμενη Οϊσινική ποίηση.

Το τοπίο των ποιημάτων είναι ο ίδιος ο ομιχλώδης κόσμος της αμυδρής, χαμένης, γκρίζας θρησκευτικότητας, όπου στο τέλος, παρά τον ηρωικό και επικό τόνο της, οι εραστές κείνται νεκροί εξ οικείου πταίσματος (ενδεικτικά βλ. Dafydd Moore, Heroic Incoherence in James Macpherson's "The Poems of Ossian", Eighteenth-Century Studies, Vol. 34, No. 1, Poetry and Poetics, (Fall, 2000), pp. 43-59, Ralph Kenna, Pádraig MacCarron, Thierry Platini, Justin Tonra, and Joseph Yose, “The greatest Poet that has [n]ever existed” A Narrative Networks Analysis of the Poems of Ossian, και των ιδίων, “A NetworksScience Investigation into the Epic Poems of Ossian,” Advances in Complex Systems, Vol. 19, No. 2, 2012).

Αυτή η αισθητική δυναμική επιβεβαιώνει την κλειστότητα της αστικής κοινωνίας στην θεώρηση του Σκωτικού Διαφωτισμού, και συγχρόνως ενισχύει τον φιλοσοφικά ρεαλιστικό περιεχόμενό του, καθώς ο κόσμος του ομιχλώδους θρησκευτικού είναι ο per se κόσμος των υποστάσεων και των υποστασιοποιήσεων.

V.

Μπορεί να στηριχθεί η πρόταση για την δημιουργία μιας Σκωτικής Ιδεολογίας, κατ' αναλογία της Ντόιτς; Το ίδιο το υλικό και η αυτοτελής επίδραση του Σκωτικού Διαφωτισμού επιτρέπουν να γίνει λόγος για κάτι τέτοιο. 

Ωστόσο, αν η κριτική της Ντόιτς Ιδεολογίας έχει ως αιχμή του δόρατος τον εντοπισμό του ιδιαίτερου τρόπου των σοσιαλιστικών εκβάσεών της μέσα από την εκ μέρους της πολιτικοποίηση και κομματικοποίηση του ιδεαλιστικού εποικοδομήματος, του ιδεολογικού υπερκτίσματος, κάτι τέτοιο, δηλαδή μια τόσο ισχυρή πολιτική επίδραση στην συνολική εθνική πολιτική σκηνή δεν μπορεί να ανευρεθεί στην Σκωτική περίπτωση, παρά την επί μέρους δοσμένη σοσιαλιστική έκβασή της μέσα από τον ουτοπικό σοσιαλισμό.

....

“Ὁ ἄπειρος χρόνος ἴσην ἔχει τὴν ἡδονὴν καὶ ὁ πεπερασμένος͵ ἐάν τις αὐτῆς τὰ πέρατα καταμετρήσῃ τῷ λογισμῷ”. Επίκουρος, Κύριαι Δόξαι, ΙΘ


Ωφέλεια, αξία, πλούτος

Αν ο αγγλικός ωφελιμισμός του Μπένθαμ και του  Μιλ, μορφοποιεί την ανθρωπολογική διάσταση της δράσης του υποκειμένου στο συνολικό προτσές της καπιταλιστικής παραγωγής μέσα από τον στερεότυπο του Homo oeconomicus (δηλαδή μορφοποιεί μια ιστορική ανθρωπολογική αλλαγή του υποκειμένου), ο Σκωτικός Διαφωτισμός συγκεντρώνει τις ίδιες της ηθικοπρακτικές προϋποθέσεις για κάτι τέτοιο. Αυτό είναι μια στιγμή αρραγούς φιλοσοφικής ενότητας του UK κατά την πρώτη εποχή καπιταλιστικής ανάπτυξης.

Παρά την κλειστότητα της αστικής κοινωνίας του Σκωτικού Διαφωτισμού, ο discourse του έχει διαταξική απεύθυνση: η πρώιμη καπιταλιστική ιδεολογία ως συνδυασμός κριτηρίων αξιολόγησης του υποκειμένου είναι μια ιδεολογία τυπικής υπαγωγής της εργασίας στο κεφάλαιο. Όμως, συχνά παραγνωρίζεται, ότι εκφέρεται εντός ενός δοσμένου συντακτικού και στρατηγικού πλαισίου (εντός του ιδιότυπου UK Συντάγματος, εντός της αυτοκρατορικής στρατηγικής της ΜΒ). Κατ' αυτόν τον τρόπο, η εν λόγω καπιταλιστική ιδεολογία γίνεται η κεντρική οργανωτική αρχή του βίου του αδιαιρέτου, του ατόμου στον καπιταλισμό.

Η απόκριση της Θάτσερ, πως δεν υπάρχει κοινωνία, μόνο άτομα, από την σκοπιά της Βεμπερικής επιστημολογικής αντικειμενικότητας ήταν ορθή ως διαπίστωση, και ex silentio κριτική προς την ατομικιστική οντολογία. Σε μια τέτοια κατάσταση η με τους όρους του τοκοφόρου και χρηματοθετικού κεφαλαίου σχάση όλων των ατόμων επέφερε την δημιουργία πολλών νέων κοινωνιών.

Ο νομιναλισμός στην τριβή του προς τον ρεαλισμό, μετατρέπεται σε κονστρουκτιβισμό, σε Αντορνιανή αρχή της κατασκευής, μέσα από την ίδια την κριτική αναγνώριση των υποστάσεων. Αυτό είναι μια διαδικασία αποδιάρθρωσης της μεταφυσικής στατικότητας του ρεαλισμού, ο οποίος βλέπει τα πράγματα αποκλειστικά ως έχουν.

Καθώς προχωράει το προτσές, η ωφέλεια αποηθικοποιείται και αποπροσωποποιείται: εντάσσεται στον ίδιο τον αυτοσκοπό της παραγωγής, αυτοεπέκτασης και αυτοπολλαπλασιασμού της αξίας. Ο αδιαίρετος καπιταλιστής σταματά να προσαρμόζει την δράση του στο στερεότυπο του τσιγκούνη και αποθησαυριστή (υπερβαίνει το προτεσταντικό πνεύμα με τους τρόπους της φιλοσοφίας της ταυτότητας), και από αδιαίρετος διαιρετικοποιείται κύρια μέσα από την συγκέντρωση και κεντρικοποίηση του κεφαλαίου στις νομικές μορφές των μετοχικών εταιρειών.

Ο προσωπικός πλούτος δεν μετριέται τόσο αδιαίρετα ποσοτικά, ως magnum (μέγεθος) χρηματικών ορδών, περιουσιακών στοιχείων, καταπιστευμάτων και αποθεμάτων, αλλά ως προσωπική συμμετοχή και απολαβή στο προτσές διάσπασης του κέρδους, όπως διεξάγεται στο συνολικό προτσές της καπιταλιστικής παραγωγής. Ένα νέο καπιταλιστικό φαντασιακό αποκαλύπτεται: η διαιρετή, σχωσθείσα καπιταλιστική προσωπικότητα αντιλαμβάνεται τον πλούτο εν τω άπειρω χρόνω του Επίκουρου, ως προσωπική συμμετοχή και απολαβή στο ίδιο το Unternehmergewinn, στο κέρδος, στην νίκη, στα αποκτήματα και ωφελήματα της επιχείρησης, του εγχειρήματος.

Αυτό σχηματοποιεί την συλλογική καπιταλιστική συνείδηση της νοήμονος αστικής τάξης, στα καθ’ ημάς του ίδιου του νοήμονος πολιτικού χριστιανοδημοκρατισμού. Πάλι, σε αυτό το καπιταλιστικό φαντασιακό, η ανταλλακτική αξία, πέρα από σε πρώτο χρόνο γενική κοινωνική σύνδεση, γίνεται επικρατούσα πολιτικοσυνταγματική συνεκτικότητα. Μόνο αυτό μπορεί να αποδώσει έστω και την αυταπάτη μιας μελλοντολογικής προοπτικής στην ύπαρξη της αστικής τάξης ως τέτοιας. Στον ίδιο χρόνο, αυτό συγκροτεί τον όποιο καπιταλιστικό κοσμισμό, στο μέτρο που μπορεί να αντιληφθεί την κίνηση της αξίας στην παγκόσμια αγορά.

Ωστόσο, η βασική επιστημονική προϋπόθεση αυτού είναι η ίδια η ανθρωπολογική φενάκη (η προκείμενη ότι ακόμα και στους πιο μακρινούς γαλαξίες όλοι είμαστε ίδιοι: φενακισμένη αντανάκλαση της ίδιας της κοινωνικής λειτουργίας του fiat money, και του νεωτερικού φυσικού εγωισμού): η καπιταλιστική εμμονή στην μη αποδοχή της πραγματικότητας της αλλοτρίωσης ως έχουσας οντολογική εγκυρότητα. Η καπιταλιστική ανθρωπολογική φενάκη έχει ένα ισχυρό ρίζωμα, και πολυεδρικότητα όσον αφορά την κωδίκωσή της: την γνωστή μονοθεϊστική αφήγηση για την εμφάνιση του ανθρώπινου είδους, η οποία αρχίζει και επικρατεί στην Ευρώπη γύρω στο 900-1000, και η οποία αντικαθίσταται από τις αριστοκρατικές βιολογικίστικες θεωρίες του τελευταίου τετάρτου του 19ου αιώνα. Για κάμποσες δεκαετίες αυτές οι θεωρίες δόμησαν μια νέα ανθρωπολογική αρχιτεκτονική, η οποία βρήκε υλική έκφραση και αποτύπωση στον χώρο, ως επίσης δόμησε ένα νέο τότε φαντασιακό της κοινωνικοταξικής διάρθρωσης.

Ωστόσο, όχι τόσο από τις δημοσιευόμενες μεταπολεμικές επιστημονικές ανακαλύψεις (καθ' όσον η πολιτική επιδραστικότητά τους χρήζει επιτάχυνσης), αλλά απ' την ίδια την κοινωνική λειτουργία και εμφάνιση της AI (μέσα στο κυκλοφοριακό προτσές ως στοιχείο της κυκλοφορίας και περιστροφής του σταθερού κεφαλαίου), και κύρια από την πάλη μεταξύ του εργάτη και της AI ως λειτουργίας της μηχανής, η καπιταλιστική ανθρωπολογική φενάκη δέχεται σοβαρά πλήγματα στην ίδια την εγκυρότητα της εμπειρικής τεκμηρίωσής της.




No comments:

Post a Comment

De Gaza al conflicto global: Guerra capitalista y solidaridad internacionalista

  De Gaza al conflicto global: Guerra capitalista y solidaridad internacionalista Gaza: de un ataque genocida a desplazamientos masivos y li...