Πρόλογος
Η θεωρητική ορθότητα μιας θεωρίας οικονομικής επιστήμης δεν είναι τόσο ζήτημα επικύρωσής της από τα (συχνά φτιαγμένα) διαθέσιμα ποσοτικά δεδομένα, όσο εφαρμογής της μέσα από τις λειτουργίες του κεφαλαίου.
Φυσικά, ο νέο-Κεϋνσιανισμός, τα ετερόδοξα, οι οπαδοί του Χαρταλισμού θέτουν ως σημείο αναφοράς της ορθότητας μέσω της εφαρμογής, τις κρατικές αρχές εκπόνησης και άσκησης οικονομικής πολιτικής, και έτσι στα μυαλά τους το κεφάλαιο περνάει σε δεύτερη μοίρα.
Μπορεί να ειπωθεί, ότι, κυρίως, στην περίπτωση του Χαρταλισμού, κράτος και κεφάλαιο αντιδιαστέλλονται ως δύο οντολογικά διαφορετικές ποιότητες.
Η αντιπαράθεση μεταξύ Μεταλλισμού και Χαρταλισμού σχετικά με την συνολική οντολογία και την λειτουργικότητα του χρήματος αποδίδει την αντίφαση μεταξύ κράτους και κεφαλαίου, ως αντίφαση μεταξύ πολιτικής μορφής και οικονομικού περιεχομένου:[1] σε αυτό το επίπεδο, η πολιτική είναι η φορμαλιστική κωδίκωση της οικονομίας.
Απ’ αυτήν την άποψη, πράγματι, ο κλασικός φιλελευθερισμός του 17ου και 18ου αιώνα, όπως μετεξελίχθηκε και ειδικά προσδιορίσθηκε στην κλασική πολιτική οικονομία, τελεί σε ενδοσυστημική αντιπαράθεση με όλα τα μη φιλελεύθερα μεσοπολεμικά και (μετα-)πολεμικά μοντέλα από τον Κέυνς και μετά.
Ένα χρήσιμο ερώτημα μπορεί να είναι, αν αυτό αποδίδει ή αν μπορεί να αναχθεί σε μια αντιπαράθεση μεταξύ σοσιαλδημοκρατίας και παραδοσιακού αστισμού, θεμελιωμένου αρχειακά στην ελευθερία της βούλησης.
Στην πολιτική έκφραση των ετερόδοξων συνωθούνται ετερόκλητα αντινεοφιλελεύθερα ρεύματα, τα οποία όλα εμφανίζουν έναν βαθμό σύνδεσης προς την σοσιαλδημοκρατία.
Η άνοδος της Ινδικής οικονομίας και ο ανοιχτά πια εξωτερικευόμενος ανταγωνισμός προς την Κίνα, είναι σίγουρα, κάτι το οποίο επεκτείνει την πολιτική επιρροή των ετερόδοξων και του Χαρταλισμού. Συχνά, η μορφή που παίρνει αυτός ο ανταγωνισμός, είναι Ινδικός σχεδιαστικός μοντελισμός[2] VS της αντίληψης του ΚΚΚ περί νέων (επαναστατικοποιημένων) παραγωγικών δυνάμεων. O εκλογικευτικός τρόπος, που μπορεί εξηγητικά να περιγράψει αυτόν τον ανταγωνισμό ως γίγνεσθαι, είναι η θέση του εργατικού σοσιαλισμού στις κορυφές της ημερήσιας διάταξης.
Από την άλλη, ο (νέο-)φιλελευθερισμός, κατανοούμενος Φουκοϊκά ως συνολικό σύστημα διακυβερνητικότητας, απ’ την δεκαετία του 1970, έχει αποδειχθεί, ότι δεν μπορεί να κάνει βήμα, χωρίς την θανατο/βιο-πολιτική, κάτι που ακυρώνει το ίδιο το κοινωνικό περιεχόμενό του: οι προωθούμενες καπιταλιστικές γιγαντιαίες αναδιαρθρώσεις στις βιομηχανίες υγείας, ασφάλισης και τροφίμων καταδεικνύουν την διάρρηξη της factual (γεγονοτικής, πρακτικής) ιστορικής σχέσης μεταξύ εφαρμοσμένου φιλελευθερισμού και προσωπικού ωφελιμισμού.
Το παγκόσμιο οικονομικό ζήτημα, εκφραζόμενο κύρια στο παγκόσμιο χρέος, ανά περιστάσεις οξύνεται, καθ’ όσον εκδηλώνεται και οξύνεται η αντίθεση:
Από την μια, κάτω από την βαρύτητα και κεντρικότητα της ταξικής πάλης, το προτσές της μεγάλης βιομηχανίας υψηλής οργανικής σύνθεσης κεφαλαίου διεξάγεται όλο και πιο πολύ με ενιαίο τρόπο μέσα από ποιότητες και λειτουργίες κεντρικού σχεδιασμού, και από την άλλη το κρατικά διευθυνόμενο χρηματοσύστημα κυβερνάται στον ίδιο χρόνο από δύο αλληλοαποκλειόμενα μεταξύ τους σύνολα αντιλήψεων και εφαρμογών:
Η ταξική πάλη αυξάνει την αξία και το ποσοστό του μεταβλητού κεφαλαίου. Αυτό επιδρά στις ενεργοποιήσεις του νόμου της πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους. Ως απάντηση σε αυτό, σε παρελθούσες δεκαετίες, η αγορά κατακλυζόταν με υποτιμημένο νομισματικά χρήμα (κατ’ αναλογία της ονομαστικής αξίας), ενώ τα τελευταία χρόνια κατακλύζεται μέσα από τον νομισματικό πλουραλισμό.
Αυτό είναι το χαράς ευαγγέλιο του Χαρταλισμού, διότι βλέπει σ’ αυτό την αναβάθμιση της ρυθμιστικής ικανότητας του κράτους. Σε αντίθεση, στην Νομισματική Αρχή του Ρικάρντο, αυτήν την ρυθμιστική δουλειά, την δουλειά του κανονίσματος, πρέπει να την κάνει αφ’ εαυτώ το Νόμισμα μέσα από τους ίδιους τους όρους της αγοράς, με βασικό τον νόμο της αξίας. [3]
Η αντίθεση αυτή πρέπει να εκληφθεί ως εσωτερικοποίηση της ταξικής πάλης μέσα στην συνολική καπιταλιστική παραγωγή, καθ’ όσον η διοχέτευση με κυκλοφορούν χρήμα (κάτι το οποίο στην τελευταία χρονική συγκυρία επέφερε πληθωρισμό) λειτουργεί τρόπω τινί αντισταθμιστικά στο ανέβασμα της αξίας και του ποσοστού του μεταβλητού κεφαλαίου (επομένως στο ανέβασμα της εργατικής ισχύος), στο όνομα ενός αφηρημένου, αυθαιρέτου ανεβάσματος της αξιακής σύνθεσης κεφαλαίου, καθ’ όσον, κατ’ αυτόν τον τρόπο η ονομαστική αξία αθροίζεται στην αξία του σταθερού κεφαλαίου ή ακόμα και στην ποσότητα της πρόσθετης αξίας.
Όπως έχουμε επισημάνει και αναλύσει, αυτό αυξάνει de facto την μηχανική επιβολή, κάτι το οποίο με την σειρά του αυξάνει το χρέος και προκαλεί καινούριες συστημικές ευαλωτότητες, δημιουργεί νέες ζώνες πολεμικοστρατιωτικού ενδιαφέροντος, καθώς και όρους κρατικής αυταρχικοποίησης.
Σίγουρα, υπάρχει κι η ρομαντική πλέον άποψη, ότι το χρήμα ως νόμισμα συγκροτεί το λειτουργούν έθνος, και νοικοκυρεύοντας το ένα και το άλλο, τότε θα προκύψει ευημερία. Αυτό αναπαριστά μάλλον Τραμπιστικές τάσεις ενός οικονομικού απομονωτισμού και προστατευτισμού. Σε κάθε περίπτωση, συνιστά την οικονομική βάση του ευρωσκεπτικισμού και της επιδίωξης διάλυσης της ΕΕ (βλ. Λεπέν, Εναλλακτικούς κλπ).
Παγκόσμιο
Χρήμα και Νομισματικό Περιφερειακό
Στην κριτική βιβλιογραφία, στα χρόνια πριν και μετά της κρίσης του 2008, είχε επικαιροποιηθεί η πρόταση για το λεγόμενο παγκόσμιο χρήμα, έτσι όπως είχε διαμορφωθεί στο Κεϋνσιανό συγκείμενο, ως μια θεσμική καινοτομία.[4]
Κατά την σταθεροποίηση της οικονομίας των ΗΠΑ, η κριτική φιλελεύθερη θεωρία στράφηκε στην κριτική ανάλυση του παγκόσμιου χρήματος, ώστε να απαντήσει, ότι η λειτουργία του παγκόσμιου χρήματος ικανοποιείται και αποδίδεται από το δολάριο.[5]
Στην εργατική κριτική, η λειτουργία του παγκόσμιου χρήματος εμφανίζεται διττά: μέσα από τον χρυσό ως παγκόσμιο χρήμα,[6] και μέσα από το χρήμα ως παγκόσμιο χρήμα.[7]
Το χρήμα λειτουργεί ως παγκόσμιο χρήμα, όπου εμφανίζεται ως ο μοναδικός πλούτος, ο αφηρημένος πλούτος. Η διπλά αφαιρετικοποιημένη αυτή λειτουργία αποδίδει το χρήμα ως νοούμενο. Έτσι, ο χρυσός είναι το συγκεκριμένο παγκόσμιο χρήμα, ενώ στο χρήμα ως παγκόσμιο χρήμα έχουμε την δυναμική του αφηρημένου.[8] Η κίνηση, από την οποία εκπηγάζει το χρήμα ως παγκόσμιο χρήμα, είναι ότι το χρήμα στον ίδιο χρόνο διατρέχει μπρος και πίσω τις διαφορετικές εθνικές κυκλοφοριακές σφαίρες, και συνάμα κινείται από τις πηγές της παραγωγής επί της παγκόσμιας αγοράς, και αυτές οι ροές εξαπλώνονται στις και διανέμονται μεταξύ των εθνικών σφαιρών κυκλοφορίας.
Όλο και πιο πολύ, ελλείψει της στάθμισης του χρυσού, ελλείψει της εσωτερικής αξίας του χρήματος, το χρήμα είναι η συμβολική, η σημειωτική ύπαρξη της αξίας, όπως η εμπορευματική τιμή η ιδεατή ύπαρξή της. Μόνο το κερματωμένο χρήμα, το κέρμα είναι το σύμβολο της ποσότητας του μετάλλου που εκφράζεται στο νομισματικό όνομά του: σύμβολο του μετάλλου, μη διαμεσολαβημένο σύμβολο αξίας.
Στην εθνική σφαίρα κυκλοφορίας (κάτι που δεν αφορά τις χώρες της ΕΕ, αλλά ας πούμε μια μικρή Αφρικανική χώρα), όλο και πιο πολύ διακρίνεται το κέρμα από το νόμισμα, το εθνικό νόμισμα από το χρήμα ως διαχωρισμένη μορφή του. Ωστόσο, στην παγκόσμια αγορά, το κυρίαρχο νόμισμα (το δολάριο) τείνει στην αφηρημένη λειτουργία του χρήματος ως τέτοιου: ήτοι, το δολάριο λειτουργεί στην καπιταλιστικά καθορισμένη παγκόσμια αγορά ως (σχετικό) γενικό ισοδύναμο (αυτό που πριν έκανε ο χρυσός με απόλυτο τρόπο). Απ’ αυτό το σημείο θέασης, το δολάριο θεμελιώνεται ως παγκόσμιο χρήμα. Επομένως, η όρθωση (η ομαλή λειτουργία) του Αξιακού Νόμου προϋποθέτει (ελλείψει της στάθμισης του χρυσού) πραγματική αναγωγή των υπολοίπων νομισμάτων σε δολάριο στα πλαίσια της παγκόσμιας αγοράς και των ανταλλαγών της.
Εν τούτοις, όπως έχει γνωσθεί, στην καπιταλιστική σχέση, ακόμα και στο εύρος κατά το οποίο ιδώνεται ανεξάρτητα από το κυκλοφοριακό προτσές, η μυστικοποίηση, ο αναποδογυρισμένος κόσμος, η αντιστροφή του υποκειμενικού και του αντικειμενικού, όπως ήδη εμφανίζεται στο χρήμα, είναι ουσιώδες χαρακτηριστικό.
Η διαλεκτική του κεφαλαίου συμπεριλαμβάνει την ενεργοποίηση όλων των ζευγών των διαλεκτικών αντιθέτων, όλων των διαλεκτικών διπόλων, την αντιφατική ύπαρξή τους στον ίδιο χρόνο, την μετάπτωση και την αντιστροφή του ενός στο άλλο, του ενός στο αντίθετό του, έτσι ώστε, χωρίς τις προσίδιες καπιταλιστικές μερικότητες, η καπιταλιστική συνολικότητα αυτοκαταργείται.
Τούτων δοθέντων, η φιλολογία περί ενός νέου περιφερειακού νομίσματος των χωρών BRICS με παγκόσμια λειτουργία είναι (εντός των επισφαλών πλαισίων της παγκόσμιας αγοράς) οιονεί και εν μέρει ανταγωνιστική μόνο στο δολάριο ως κυρίαρχο νόμισμα, μεσοπρόθεσμα ενισχυτική της αύξησης του βαθμού καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, ενώ πιθανόν να έχει ως συνεπακόλουθο την απαξίωση παραγωγικών δυνάμεων και διαδικασίες δημιουργικής καταστροφής σε μια σειρά χώρες.
Χαρταλισμός
και Πληθωρισμός
“Καταστροφή είναι το παρελθόν ερχόμενο χωριστά. Αναστροφή είναι το μέλλον ερχόμενο από κοινού. Ιδωμένο εκ της ένδον ιστορίας, η απόκλιση προσεγγίζει κρίσιμες αναλογίες. Απ' το μάτριξ, η κρίση είναι μια σύγκλιση, παρερμηνευόμενη από το ανθρώπινο είδος”[9]
Ο Χαρταλισμός, όπως ολοκληρώθηκε από την θεωρία[10] του Knapp για το χρήμα ως fictio iuris (πλάσμα δικαίου), όχι εξαρτώμενο από την εσωτερική αξία του μετάλλου, είναι στο περιεχόμενό του ακραίος Λεγκαλισμός. Σε αυτή την αντίληψη η οικονομία δεν συνιστά πια την ενεργή, την πραγματική βάση της κοινωνίας, αλλά το κράτος εμφανίζεται, ότι είναι πριν απ’ όλα: δημιουργός και ενθυλακωτής όλων των κοινωνικών σχέσεων, όλων των κοινωνικών δραστηριότητων. Σ’ αυτό, το χρήμα, όπως κι οι άλλες οικονομικές κατηγορίες είναι συμβάσεις, υπό την θέληση, την άδεια, την ανοχή και την επιφύλαξη της a priori υφιστάμενης κρατικής κυριαρχίας.
Αυτό, που ενδιαφέρει εδώ, είναι η ενσωμάτωση και η μετεξέλιξη αυτής της θεωρίας στην Σύγχρονη Χρηματική Θεωρία (Modern Monetary Theory), και η σύνδεσή της με την θεωρία περί χρεωστικού[11] χρήματος:
Όλη η οικονομία γίνεται αντιληπτή μέσα από το κρατικό μονοπώλιο έκδοσης χρήματος και επιβολής φορολογίας, ώστε το χρηματικό κύκλωμα αναπαρίσταται σχετικά αδιάφορο του κυκλώματος του χρηματοκεφαλαίου, ως σύνολο μεταβιβάσεων μεταξύ κυβέρνησης και άλλων (κάθετες μεταβιβάσεις). Όλο το κύκλωμα του χρηματοκεφαλαίου Χ - Ε - … Π …. Ε΄ - Χ΄ κατανοείται περίπου ως ένας πολλαπλασιασμός του ίδιου χρήματος, ως ενδογένεια. Εφ’ όσον το σύνολο του καπιταλιστικού ενεργού χρήματος είναι ενδογενές, ο καπιταλισμός είναι ένα είδος μόλυνσης, κι από ηθική και δικαιοπολιτική άποψη η MMT ο ιατρικοποιημένος κατήγορός του.[12]
Σ’ αυτό (Monetary Circuit Theory)[13], στην έννοια των άλλων, χωράει το σύνολο των υποκειμένων, παραγόντων, πρακτόρων, δικαιούχων του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής (της εργασίας συμπεριλαμβανομένης), έτσι ώστε το κράτος παρίσταται ab initio έναντι του κεφαλαίου ως μια σχεδόν ή οιονεί Σοσιαλιστική οντότητα. Αυτό, προκειμένου να έχει εγκυρότητα, και όπως συμπυκνώνεται στο κρατικό οικονομικό έθος του ότι όλη η εκτός κράτους οικονομική δραστηριότητα είναι απλά μια φούσκα (everything bubble)[14], εκφρασθείσα ρητά κατά το 2014 από την νυν Υπουργό Οικονομικών των ΗΠΑ και τότε επικεφαλής της FED, προϋποθέτει μια ιστορική κοινωνική συγκρότηση του κράτους: το κράτος ως συνεχές ιστορικό κοινωνικό προτσές, και όχι ως μηχανικό όργανο ταξικής κυριαρχίας: αυτή η νέα παρουσίαση του κοινωνικού κράτους έχει ως αναγκαία λογική έκβαση τον ίδιο τον κρατικό σοσιαλισμό.
Οικοδομεί το Υπουργείο Οικονομικών των ΗΠΑ Σοσιαλισμό ή πρόκειται απλά για μια νεο-Λασαλική παρουσίαση; Ακόμα κι αν ισχύει το δεύτερο, η πραγμάτωσή του επιφέρει τεράστιες οικονομικές και πολιτικές επιπτώσεις.
Στην εσωτερικότητα της εφαρμοσμένης MMT, η απάντηση σε κάθε πρόβλημα είναι η απεριόριστη δυνατότητα κρατικής διοχέτευσης χρήματος στην αγορά, η απεριόριστη δυνατότητα φορολόγησης, ανεξάρτητα του χρέους, το οποίο σε τελική ανάλυση δεν γίνεται κατανοητό ως υλικό και πραγματικό πρόβλημα, αλλά ως πρόβλημα ποσοτήτων.
H ΜΜΤ στηρίζεται σε μια πρακτική χωρισμού.
Η πρακτική του χωρισμού έχει να κάνει με τις οριζόντιες μεταβιβάσεις και τις νομικές προσφορές (legal tender), με την αντίληψη ότι το κύκλωμα του χρηματοκεφαλαίου δεν αυξάνει τα χρηματιστικά στοιχεία (financial assets), κάτι που έχει να κάνει κύρια με την μη κατανόηση της μετατροπής της πρόσθετης αξίας σε εδαφική πρόσοδο και με την μη κατανόηση του παραγωγικού ρόλου της χρέωσης/πίστωσης, συνολικά του τοκοφόρου και χρηματοθετικού κεφαλαίου. Απεναντίας, οι κυβερνητικές δαπάνες και οι κυβερνητικές χρηματικές ανταλλαγές με τους άλλους κατανοούνται ως κατακόρυφο (vertical) χρήμα.
Από την στιγμή, κατά την οποία σε αυτό το οικονομικό φαντασιακό, όλες οι μορφές και λειτουργικότητες του χρήματος θεωρούνται αδιαφοροποίητα από την σκοπιά του κεφαλαίου –και αυτό που διακρίνει είναι με ποιόν και αν συναλλάσσεται το κράτος-, αυτό που δεν γίνεται κατανοητό, είναι το προτσές μετατροπής του χρήματος σε χρηματοκεφάλαιο, η ποιοτική διαφορά μεταξύ τους.
Ο ακρογωνιαίος λίθος αυτής της συνειδητοποίησης είναι ότι η παρασχεθείσα εργασία, αφού μεταμορφωθεί σε εμπόρευμα, στο κυκλοφοριακό προτσές μεταμορφώνεται σε χρήμα: εργασία - εμπορευματικό κεφαλαίο - χρηματοκεφάλαιο, και επιστρέφει πάλι στο παραγωγικό προτσές του κεφαλαίου, ώστε να επαναληφθεί η εργασιακή δραστηριότητα.
Παρότι αρνείται την φιλελεύθερη ρίζα της, η MMT έχει συνάφεια προς την λεγόμενη Ποσοτική Θεωρία του Χρήματος, αναπτυχθείσα στην πρώτη εποχή της καπιταλιστικής ανάπτυξης, όταν κορυφωνόταν η διαπάλη μεταξύ μερκαντιλισμού και βιομηχανισμού. Ωστόσο, πριν ακόμα την υποστήριξη της Ποσοτικής Θεωρίας από τον Hume,[15] ο Sir Dudley North στα 1691, παρουσίασε το χρήμα ως κεφάλαιο, υποστηρίζοντας, ότι η ανάπτυξη του εμπορίου είναι αιτία πτώσης των επιτοκίων. Συγχρόνως, δείχνει, ότι η τιμή είναι το χρηματικό ισοδύναμο του εμπορεύματος, που πραγματώνεται σε χρήμα, και ότι χρυσός και ασήμι είναι μορφή ύπαρξης της ανταλλακτικής αξίας των προϊόντων, στιγμή της μεταμόρφωσής των.
Η εφαρμογή της ΜΜΤ ως δημόσιας πολιτικής έρχεται αντιμέτωπη με δύο εκρηκτικά προβλήματα (την μεγέθυνση των οποίων τροφοδοτεί σχετικά): αφενός την δημιουργία πληθωρισμού, όπου σε αυτήν την πλευρά εμφανίζεται εν μέρει ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία της Ποσοτικής Θεωρίας, και αφετέρου με τον οικονομικό μαρασμό των πληθυσμών των μεσαίων τάξεων, της κοινωνικής μπουρζουαζίας, της οργανικής διανόησης συμπεριλαμβανομένης. Αμφότερα αυτά τα προβλήματα εμφανίσθηκαν στην ακραία ιστορική μορφή τους κατά την διάρκεια της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, χωρίς να σημαίνει, ότι η σημερινή εμφάνισή τους υποδεικνύει μια τέτοια επανάληψη.[16]
Απ’ αυτήν την άποψη, η εφαρμοσμένη MMT είναι μια μορφή επιταχυντισμού επιβαλλόμενη από το κράτος, και όχι από τις παραγωγικές δυνάμεις, όπως αναπτύσσονται στο προτσές συσπείρωσης κεφαλαίου: συνιστά την ίδια την τεχνική επανάσταση του κράτους.
Η συνολική στρατηγική ένθεση αυτής της πολιτικής είναι η αλλαγή του εργασία - κεφάλαιο σε εργασία-κράτος-κεφάλαιο. Το εργατικό κίνημα δεν έχει την πολυτέλεια να υποκύψει σε κάτι τέτοιο: θα είναι σαν να δίνει χώρο στο ίδιο το κεφάλαιο.
Μεταλλισμός
και Κρυπτονομισματικό
Η αναδρομή στην θεμελίωση του Μεταλλισμού από τον Menger προσφέρει μόνο σημεία οχύρωσης ως προς την επέλαση του Χαρταλισμού:[17] είναι μια πρώτη στοιχειώδης απάντηση ως το Γερμανικό ανασήκωμα του ώμου, ως το Γερμανικό στρίψιμο του κεφαλιού προς τα υψηλά.
Όσο ο Χαρταλισμός κερδίζει μάζες, η Μενγκερική άμυνα απλά κρατάει τον ορντοφιλελευθερισμό ζωντανό και σχετικά αποτελεσματικό στην εσωτερικότητά του, ενώ αποδεικνύει το πόσο είναι οργανικά συνδεδεμένος με την Γερμανική Χριστιανοδημοκρατία.
Ο Μεταλλισμός χρειάζεται μια ελκυστική υλιστικοπρακτική περιγραφή:
Δοθέντος, ότι το χρήμα είναι συνδεδεμένο με την εσωτερική αξία του μετάλλου, μία αύξηση στην ποσότητα του κυκλοφορούντος χρήματος, προκειμένου αυτό να είναι ενεργό, και όχι απλά ποσότητα ονομαστικής αξίας και γινόμενου/τεχνητού κεφαλαίου, σημαίνει ότι έχει συντελεσθεί και μια αύξηση στην ποσότητα του προς τούτο μετάλλου. Αυτό σημαίνει, ότι διεξήχθη (προκειμένου να επιτευχθεί η μεταλλική αύξηση) εξόρυξη και επεξεργασία. Το προτσές της παραγωγής μετάλλου ως χρήματος αντικειμενικά κινητοποιεί όλο τον παραγωγικό μηχανισμό συσπείρωσης και κεντρικοποίησης κεφαλαίου.
Απ’ αυτήν την άποψη, ο Μεταλλισμός στην σύμπλεξή του προς τον Χαρταλισμό έχει περιγραφεί ως ένα παζλ.[18] Κι αυτό γιατί, ενώ ξεκινάει από το χρήμα, από το σύμβολο, από το σημείο της αξίας, καταλήγει στην προσίδια παραγωγή: βιομηχανία εξορύξεων – βιομηχανία μετάλλου ως χρήματος.
Η αντεπίθεση[19] του Μεταλλισμού έγκειται στην ίδια την ύπαρξη και την πραγματικότητα του κρυπτονομισματικού, σύνδεση, η οποία έγινε πιο στενή μετά την σε επαρκή βαθμό κανονιστική ρύθμισή του τελευταίου, που επήλθε ως αποτέλεσμα των εργατικών αρνήσεων και εξεγέρσεων. Η πρόκληση, που επιθέτει το κρυπτονομισματικό στην MMT, συνίσταται στην παιγνιώδη υποκειμενικότητα της ίδιας της υλικής φύσης του.[20]
Ο πιο ενδελεχής ερευνητής της υλικής κρυπτονομισματικότητας, Νικ Λαντ, περιγράφει την de facto ικανότητά της να ενθέτει προβλήματα φυσικής και μαθηματικών στην ίδια την πραγματικότητα της χρηματικής κυκλοφορίας, στον ίδιο χρόνο που ο Χαρταλισμός προϋποθέτει και συνεπάγεται μια flat κατάσταση.[21]
“§1.0
–Αυστηρά μιλώντας, το Bitcoin πρέπει να είναι αδιανόητο, ή τουλάχιστον ανολοκλήρωτα
αδιανόητο –γιατί αναγκαία παραδίδει περισσότερα από όσα σημειώνει … §1.1 -Η
κυβερνετική συνέπεια του πρωτοκόλλου Bitcoin είναι ταυτόχρονα τεχνολογική και οικονομική –μπορούμε (και
θα) συνεχίσουμε να την λέμε «τεχνονομική» … Οι “εξορυκτές” ή αρχικοί παραγωγοί του
είναι επίσης οι τελικοί οικονομικοί κανονιστές της. Τίποτα σαν κι αυτό δεν έχει
φανερωθεί πρωτύτερα”.[22]
Αυτό πρακτικά σημαίνει, ότι όλα τα βασικά και κεντρικά επιστημονικά προβλήματα εισάγονται λιγότερο ή περισσότερο, πιο αργά ή πιο γρήγορα, στην συνολική οικονομική πραγματικότητα, και μπορούν να αναδιατυπωθούν μέσα από αυτήν.[23] Απ’ αυτήν την άποψη, αυτό είναι όχημα για την ενεργοποίηση τεχνοεπιστημονικής επανάστασης.
[1] Για μια φιλοσοφική
πλαισίωση της προβληματικής της αντιπαράθεσης μεταξύ Μεταλλισμού και
Χαρταλισμού βλ. Dan Fitzpatrick, Economic Reality: The Ontology of Money and Other Economic Phenomena,
Chapter Three. Exchange and Money: The Fundamentals, 3.4 The Ontology of Money
1: Historical Accounts of its Origins, 3.4.1 The Institution of Exchange and
Historical Metallism, 3.4.2 The Institution of Exchange and Historical
Chartalism, PhD Thesis, Department of Philosophy, Logic and Scientific
Method, London School of Economics, 2014, pp. 193-199.
[2] Ενδεικτικά βλ. https://en.wikipedia.org/wiki/Feldman%E2%80%93Mahalanobis_model#:~:text=The%20Feldman%E2%80%93Mahalanobis%20model%20is,Prasanta%20Chandra%20Mahalanobis%20in%201953.
[3] Βλ. David Ricardo, The High Price
of Bullion, a Proof of the Depreciation of BankNote, London: Printed for John
Murray, 32, Fleet-Street, 1810, απόσπασμα: “Χρυσός και ασήμι, όπως άλλα
εμπορεύματα, έχουν μια εσωτερική αξία, η οποία δεν είναι αυθαίρετη, αλλά είναι
εξαρτώμενη στην σπανιότητά τους, στην ποσότητα της εργασίας που εναποτέθηκε στο
προξενείν αυτά, και στην αξία του κεφαλαίου που απασχολήθηκε στα ορυχεία από τα
οποία αυτά παράγονται”, απόσπασμα: “Τέτοιοι λοιπόν, εμφανίζονται σε μένα να
είναι οι νόμοι που κανονίζουν την διανομή των πολύτιμων μετάλλων γύρω απ’ τον
κόσμο, και που προκαλούν και περιορίζουν την κυκλοφορία των από την μια χώρα
στην άλλη, με το να κανονίζουν την αξία των εις έκαστην. Αλλά, προτού προβώ να εξετάσω
αυτές τις αρχές το κύριο αντικείμενο της ερεύνης μου, είναι αναγκαίο (το) ότι
πρέπει να είχα δείξει ποιο είναι το σταθερό μέτρο της αξίας σε αυτήν την χώρα,
και του οποίου, γι’ αυτό, το χάρτινο νόμισμά μας, πρέπει να είναι ο
αντιπρόσωπος, επειδή αυτό μπορεί να είναι μόνο μια σύγκριση σε αυτό το μέτρο,
ότι η ομαλότητά του, ή η υποτίμησή του μπορεί να εκτιμηθεί/υπολογισθεί ”, του
ιδίου, The Price of Gold, Three Contributions to the Morning Chronicle, 1809, στο The
Works and Correspondence of David Ricardo, Volume III, Pamphlets and Papers,
1809-1811, Edited by Piero Sraffa with the Collaboration of M. H. Dobb,
Liberty Fund, 2004, Indianapolis, pp. 15-46, Maria Cristina Marcuzzo, Annalisa Rosselli, «Ricardo's
Theory of Money Matters», Revue économique, Année
1994, 45-5, pp. 1251-1268, Sylvie Diatkine, «Ricardo's
monetary policy and the currency principle», Cahiers
d’économie politique. Papers in
Political Economy, 2008, issue 55, 35-48, Ghislain
Deleplace. «Ricardo on Money: Not a Quantity Theory» in Ricardo’s Political Economy, Rikkyo University and The Ricardo
Society of Japan, Mar 2018, Tokyo, Japan. Για την πλαισίωση της κριτικής, χωρίς την ανωτέρω
Ρικαρντιανή αρχή βλ. Suzanne de Brunhoff, La Monnaie chez Marx, Editions Sociales,
Paris, 1973, Martha Campbell, «Marx’s Transition to Money with no Intrinsic
Value in Capital, Chapter 3», Continental
Though and Theory, A Journal of Intellectual Freedom, Volume 1, Issue 4:
150 years of Capital, 207-230
[4]
Βλ.
Tony Smith, «Towards a Marxian Theory of World Money», στο
Marx’s Theory of Money.
Modern Appraisals, Edited
by Fred Moseley, Mount Holyoke College, Massachusetts, USA, 2005, pp. 222-236.
[5]
Βλ.
Maria N. Ivanova, «The Dollar as World Money»,
Science & Society, Vol. 77, No. 1 (January 2013), pp. 44-71.
[6]
Βλ.
Zur Kritik der politischen Ökonomie, Zeites Kapitel, c) Weltgeld, MEW, Januar 1859 - Februar 1860, Band 13,
Berlin, 1961, S. 125 επ. Για την μετάφραση στα Ελληνικά, βλ. Κριτική της
Πολιτική Οικονομίας, μτφ. Χρήστος Μπαλωμένος, εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα, 2011,
σ. 234-242.
[7] Βλ. Zur Kritik der
politischen Ökonomie, Manuscript 1861-1863, Text, Teil 5, MEGA, Zweite
Abteilung, “Das Kapital” und Vorarbeiten, Band 3, Berlin, 1989, S. 1547, 1575
επ.
[8] Για την περιγραφή
κάποιων λειτουργιών του αφηρημένου χρήματος ενδεικτικά βλ. Dan
Fitzpatrick, οπ.,
3.5 The Ontology of Money: Beyond
Commodity Money, 3.5.3 Abstract Money, pp. 209-201.
[9] Sadie Plant + Nick Land, Cyberpositive, 1994, απόσπασμα
[10] Βλ. Georg
Friedrich Knapp, The State Theory of
Money, 2. Chartal Means of Payment, London: Macmillan & Company
Limited, St. Martin Street, 1924. p. 24-43. L. Randall Wray, Levy Economics
Institute of Bard College, From the State Theory of Money to Modern Money
Theory: An Alternative to Economic Orthodoxy, Working Paper No. 792, March
2014, Dirk H. Ehnts, Knapp’s State Theory
of Money and its reception in German academic discourse, HWR Berlin,
Hochschule für Wirtschaft und Recht Berlin, Working Paper, No. 115/2019
[11] Βλ. A.
Mitchell Innes, «The Credit Theory of Money», The Banking Law Journal, Vol. 31 (1914), Dec./Jan., Pages 151-168
[12] Παράβαλε Éric Tymoigne, Randall Wray, Modern Money Theory 101. A Reply to
Critics, Levy Economics Institute of Bard College, Working Paper No. 778,
November 2013, Éric Tymoigne, Seven Replies to the Critiques of Modern Money
Theory, ibid, , Working Paper No. 996, December 2021
[13] Βλ. Monetary circuit theory - Wikipedia, Duccio
Cavalieri, Department of Economics University of Florence, On Some Equilibrium
and Disequilibrium Theories of Endogenous Money, December 2003, Alexander Lipton, Modern Monetary Circuit Theory,
Stability of Interconnected Banking Network, and Balance Sheet Optimization for
Individual Banks, 25 October 2015, Alberto Botta, Eugenio Caverzasi and Daniele
Tori, Mediterranean University of Reggio Calabria Marche Polytechnic University
University of Greenwich, Financial-real side interactions in an extended
Monetary Circuit with shadow banking: Loving or Dangerous Hugs?, 2015
[15] Ενδεικτικά βλ. Price–specie flow mechanism - Wikipedia, Carl
Wennerlind, «David Hume’s monetary theory revisited», Journal of Political Economy, 112 (1), February 2005, pp. 233-237,
Robert W. Dimand, David Hume and Irving Fisher on the Quantity Theory of Money
in the Long Run and the Short Run, David Hume and the Theory of Money | Mises Institute
[16] Παράβαλε Kyle Baasch, Too Late for “Late Capitalism”, Compact Magazine, March
06 2024, σε https://www.compactmag.com/article/too-late-for-late-capitalism/
[17] Βλ. Gerald P.
0' Driscol Jr., Research Department Federal Reserve Bank of Dallas, Money: Menger’s
Evolutionary Theory, No. 8508, December 1985, Eduard Braun, «Working Paper. Carl
Menger’s Contribution to Capital Theory», TUC Working Papers in Economics, No.
11, Technische Universität Clausthal, Abteilung für Volkswirtschaftslehre,
Clausthal-Zellerfeld, 2013, Kristoffer Hansen, «The Menger-Mises Theory of the
Origin of Money – Conjecture or Economic Law», The Quarterly Journal of Austrian Economics, Volume 22, No. 1,
Spring 2019, pp. 26-48
[18] Βλ. Filippo
Cesarano, «The Puzzle of Metallism: Searching for the Nature of Money», History of Political Economy, 46:2 (2014),
pp. 177-210
[19] Ενδεικτικά βλ. Angela
Rogojanu, Liana Badea, «The issue of “true” money in front of the BitCoin's
offensive», Theoretical and Applied
Economics, Volume XXII (2015), No. 2(603), Summer, pp. 77-90
[20] Ενδεικτικά βλ. Gareth W.
Peters, Efstathios Panayi, Ariane Chapelle, Department of Statistical Science,
University College London, Associate Fellow, Oxford Mann Institute, Oxford
University, Associate Fellow, Systemic Risk Center, London School of Economics,
UCL, Department of Computer Science, WC1E 6BT, London, UK, Trends in
crypto-currencies and blockchain technologies: A monetary theory and regulation
perspective, August 19, 2015
[21] Βλ. Nick
Land, The blockchain solves the problem of space-time, σε https://www.youtube.com/watch?v=2PMGuNZreWA&t=375s
[22] Βλ. Nick Land,
Crypto-Current. An Introduction to Bitcoin and Philosophy, στο, Šum #10.2.
Cryptocene, Realized in the framework of
State Machines, a joint project by Aksioma
(SI), Drugo more (HR), Furtherfield (UK), Institute of Network Cultures (NL) and NeMe
(CY), pp. 1359-1360
[23] Επί παραδείγματι βλ. George
Pickering, The Relevance of Bitcoin to the Regression Theorem: A Reply to
Luther, The Quarterly Journal of Austrian
Economics, Volume 22, No. 4, Winter 2019, pp. 603–619, Alex Lamarche-Perrin,
André Orléan, Pablo Jensen, Univ Lyon, Ens de Lyon, Univ Claude Bernard, IXXI,
CNRS, Laboratoire de Physique, F-69342 Lyon, France (2) CNRS EHESS ENPC ENS,
UMR 8545, Paris-Jourdan, Sciences Economiques (PjSE) 48 Boulevard Jourdan,
75014 Paris, France, Coexistence of several currencies in presence of increasing
returns to adoption, June 21, 2021