Στην πολιτική θεωρία του επίσημου κομμουνιστικού κινήματος του 20ου αιώνα, αναπαραγόταν η αντίληψη, ότι οι μετέπειτα της Διεθνούς Ένωσης Εργατών, Διεθνείς (2η των Σοσιαλδημοκρατικών Κομμάτων, 3η των οργανωμένων σε εθνοκρατικό επίπεδο Κομμουνιστικών Κομμάτων) ab initio συνιστούσαν αντικειμενικό και υποκειμενικό προχώρημα συγκριτικά με την Διεθνή Ένωση Εργατών, καθ' όσον υποτίθεται, ότι αποτύπωναν έναν πιο εξελιγμένο βαθμό εργατικής συνείδησης, και πιο προωθημένα καθήκοντα.
Η ουσία της όλης υπόθεσης βρίσκεται στο γεγονός, ότι η Διεθνής Ένωση Εργατών δεν έχει ενιαία κομματική συγκρότηση, ως επίσης δεν έχει μοναδικό (singular) Ιδεολογικό χαρακτήρα. Από την θεμελίωσή της κατά την Επανάσταση του 1848 σε αυτήν συμμετέχουν κομμουνιστικές, αναρχικές, άμεσα εργατικές, ελευθεριακές, επαναστατικές δημοκρατικές οργανώσεις και συλλογικότητες, ενώ ήδη από την επίσημη ίδρυσή1 της τον Οκτώβρη-Νοέμβρη του 1864 και καθ' όλη την διαδρομή της, η εντός της Διεθνούς Ένωσης Εργατών αναρχία, με βασικά ρεύματα τον Μπακούνιν και τον Κροπότκιν, έχει την ποσοτική πλειοψηφία.
Ωστόσο, από οργανωτική άποψη δεν είναι μια συνομοσπονδία. Η μελέτη των συνεδρίων της Διεθνούς και της δράσης και των αποφάσεων του Γενικού Συμβουλίου πείθει και τον πιο δύσπιστο, ότι αναφορικά με τις Αποφάσεις των Συνεδρίων, αλλά και ανά περιπτώσεις και περιστάσεις εφαρμόζεται η αρχή της πλειοψηφίας και η δεσμευτικότητα των αποφάσεων. Για να γίνει η ποιότητα της οργανωτικότητας πιο ευπρόσιτη, θα πρέπει να ξεκαθαρισθεί, ότι δεν έχει περάσει ούτε μια μέρα, ούτ' ένα πρωινό, που η Διεθνή Ένωση Εργατών να μην ήταν στην παρανομία. Αυτό αντικειμενικά σημαίνει και την εφαρμογή διάχυτης οργανωτικότητας και δράσης, κάτι που ισχύει πρωτίστως για το Κομμουνιστικό Κόμμα που περιγράφεται στο Μανιφέστο.
Ο Λένιν μες στην οξύνοιά του σε σχετικό λόγο του περί της Τρίτης Διεθνούς απέφυγε τον πειρασμό ενός συγκριτικού προοδευτικού/εξελικτικού σχήματος περί των Τριών Διεθνών, αντίθετα αρκέστηκε -και ορθώς- να συγκρίνει αποκλειστικά την Δεύτερη με την Τρίτη (λόγω και της ταυτόσημης οργανικότητας).2 Απ' αυτήν την άποψη, το μετέπειτα και μεταγενεστέρως διαμορφωθέν εξελικτικό σχήμα δεν αποκρίνεται, ούτε είναι σύμφωνο με την ίδια την γνήσια βούληση και αυτοκατανόηση της Τρίτης Διεθνούς, όπως εκτέθηκε κατά την ίδρυσή της απ' τον ίδιο τον Λένιν. Ωστόσο, αυτό είναι ζήτημα των Τριτοδιεθνιστικών δυνάμεων.
Σε ένα πιο συγκεκριμένο επίπεδο, το συγκριτικό εξελικτικό σχήμα επιχειρείται να δικαιολογηθεί μέσα από την επίκληση της θεωρίας περί κόμματος αποκρινόμενου στο εκάστοτε δοσμένο σύστημα πραγματικής υπαγωγής της εργασίας στο κεφάλαιο. Η ορθή αναρχική κριτική σε αυτό συνίσταται στο ότι αυτό είναι μια καπιταλιστική οπτική για την εργατική οργανωτικότητα. Η αλήθεια είναι, ότι τα εργατικά κόμματα, στον βαθμό που είναι τω όντι τέτοια, ήτοι στον βαθμό που η μεγάλη πλειοψηφία των μελών τους είναι εργάτες, αντικειμενικά φέρουν εντός τους στοιχεία της καπιταλιστικής εργοστασιακής πραγματικότητας. Αυτό ισχύει, ανεξάρτητα από τις βουλήσεις ή τις ιδεολογικές προτιμήσεις, και για τις εργατικές αναρχικές οργανώσεις.
Δεχόμεθα, όμως, ότι το βασικό καθήκον μιας κομμουνιστικής, αναρχικής οργάνωσης είναι η πάλη για τον κομμουνισμό, για την κατάργηση της εκμετάλλευσης, της καταπίεσης, των τάξεων κλπ, και όχι απλά και μόνο η οργάνωση και διεξαγωγή της συνδικαλιστικής πάλης ή του αγώνα για σοσιαλισμό. Τούτου δοθέντος, αφ' ής στιγμής τέθηκε κομμουνιστικό καθήκον από το 1848, αυτό δεν επιτρέπει τέτοιας ποιότητας συγκρίσεις, ή αλλιώς τέτοιες συγκρίσεις έρχονται σε αντίθεση με το ίδιο το κομμουνιστικό καθήκον: διολισθαίνουν στην ταύτιση της εργατικής οργανωτικότητας με το καπιταλιστικό εργοστάσιο, στην αντεστραμμένη αναπαραγωγή του συστήματος τυπικής υπαγωγής της εργασίας στο κεφάλαιο μεσ' απ' το κομματικό επίπεδο: κατ' αυτόν τον τρόπο το κόμμα εργατών κατέστη κόμμα πραγμάτων, τα οποία διαφεντεύουν τους εργάτες μέλη του.
Αυτό είναι το κεντρικό κομματικό μάθημα του 20ου αιώνα απ' αυτήν την σκοπιά.
Στις τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα, μετά την εμπειρία του 1968, το κομματικό ζήτημα τέθηκε σε διευρυμένο θεωρητικό επίπεδο, μέσα από την κριτική στον οικονομισμό.3 Αυτό είναι κάτι, το οποίο ενέπλεξε τις προβληματικές όχι μόνο του Προλόγου4 του χειρογράφου της Συμβολής στην Κριτική της Πολιτικής Οικονομίας περί πραγματικής βάσης και υπερκτίσματος/εποικοδομήματος, αλλά και των μειζόνων έργων του Ένγκελς, καθώς και τις επιστημολογικές προβληματικές του Θετικισμού και του Γερμανικού Υλισμού.
Έχουμε αναλύσει, ότι σε συνθήκες πλήρους ανάπτυξης της Τρίτης Βιομηχανικής Επανάστασης (μηχανική αυτοματοποίηση, βιομηχανική χρήση της πληροφορικής, λογικομηχανική συγκρότηση της τυπικής υπαγωγής της εργασίας στο κεφάλαιο), το κεφάλαιο (ασχέτως της ιδεολογικής σήμανσής του) απέκτησε μέσω της υπηγμένης σε αυτό ειδικά προσδιορισμένης εργασίας in actu ικανότητες και τεχνικές αξιοποίησης ακόμα και της νοητικής δραστηριότητας ως τέτοιας. Αυτό αφορούσε εξ αρχής στον ίδιο χρόνο και την ΕΣΣΔ, παρότι σε γενικές γραμμές φαινόταν ότι φυλασσόταν ως επτασφράγιστο μυστικό,5 αν και τύποι σαν τον Ιλιένκοφ δημοσίευαν μια συναφή κριτική σ' αυτό.
Αν λοιπόν στον Σοβιετικό χώρο στις δεκαετίες '60-70 η υλική σχέση του μέλους με το κόμμα αντικαταστάθηκε απ' την νευροτεχνική, νευρογνωσιακή νοητική σύνδεση με κάποια απ' τις πολλές Σοβιετικές λογικές μηχανές, αυτό, σε αντίθεση με την σχετική μετα-τριτοδιεθνιστική ρητορική εκείνης της εποχής, άνοιξε εκ των πραγμάτων μια πραγματικότητα με ενάντιο χαρακτήρα στην θρυλική θεωρία του κόμματος νέου τύπου. Στο συγκεκριμένο κοινωνικό, η επίδραση αυτού του πράγματος δεν ήτο κάτι πολύ διαφορετικό από την υπό επίβλεψη χρήση ψυχεδελικών ουσιών στις στρατιωτικές λειτουργίες του “αμερικάνικου ιμπεριαλισμού”.
Κατόπιν των ως άνω, το θέμα που ετέθη, ήτο: περί τίνος κόμματος να συζητήσουμε. Αυτό ήταν και είναι ένα σημείο ρηξιακής εξόδου απ' όλη την προβληματική του μηχανοποιημένου κομματικού. Στον ίδιο χρόνο, η μόνη ενεργή εξέλιξη που σημειώθηκε στην κομματική θεωρία και πρακτική, διατυπωθείσα απ' τον Νέγκρι, ήταν η τελολογική σύνδεση κόμματος και προλεταριακής αυτοαξιοποίησης. Απ' το 1919, ίσως η μόνη κομματική πρόοδος ήταν αυτό.
Ακόμα πιο συγκεκριμένα, η σύνδεση του συλλογικού κομματικού νου με μια μηχανή, δηλαδή με μια μορφή νεκρής εργασίας, με μια ποσότητα αντικειμενοποιημένου εργασιακού χρόνου, με ένα τεμάχιο κεφαλαίου, καθιστά κάπως περιττό τον όλο προβληματισμό περί Ενγκελσικού επιστημονισμού και οικονομισμού. Σε μια κάπως οπτιμιστική οπτική, το κομματικό ζήτημα αναιρείται ως αφηρημένο μερικό και τίθεται ως εργατικό ζήτημα, ως συγκεκριμένο ολικό: το κομματικό ζήτημα γίνεται άμεσα συνδεόμενο στην πάλη μεταξύ εργάτη και μηχανής. Η επίταση όλου αυτού επέρχεται με τις τεχνικές εντοπισμού και ενεργοποίησης του μηχανικού ασυνειδήτου των μελών, καθ' όσον πλέον το μηχανικό ασυνείδητο είναι που σε πραγματικό επίπεδο κινεί την όποια κομματική λειτουργία.
-Αυτό είναι η μόνη σύγχρονη κομματική θεωρία, την οποία μπορούμε να προσφέρουμε.
1 Ενδεικτικά βλ. Provisorische Statuten der Internationalen Arbeiter-Assoziation. Geschrieben zwischen dem 21. und 27. Oktober 1864. Nach: "Adress and provisional rules of the Working Men's International Association ...", London 1864, Resolutionsentwürfe über die Aufnahmebedingungen für Arbeiterorganisationen in die Internationale Arbeiterassoziation, Nach dem Protokollbuch, An Abraham Lincoln, Präsident der Vereinigten Staaten von Amerika, Geschrieben zwischen dem 22. und 29. November 1864.
2 Βλ. V. I. Lenin, The Third International and Its Place in History, 1919, σε https://www.marxists.org/archive/lenin/works/1919/apr/15.htm
3 Για την σχετική εγχώρια συζήτηση ενδεικτικά βλ. Γιάννης Μηλιός, Από τη «συντριβή της κρατικής μηχανής» στην «κρίση και μετεξέλιξη του κράτους», Τεύχος 30: Ιανουάριος - Μάρτιος 1990, σε http://theseis.com/index.php?option=com_content&view=article&id=281
4 Βλ. Zur Kritik der Politischen Ökonomie, Vorwort, Geschrieben August 1858 bis Januar 1859. Erschienen 1859 bei Franz Duncker, Berlin.
5 Ενδεικτικά βλ. Serge Kernbach, Cybertronica Research, Research Center of Advanced Robotics and Environmental Science, Stuttgart, Germany, Unconventional research in USSR and Russia: short overview, 2013, σε https://arxiv.org/abs/1312.1148, CIA-RDP-96-00792R0005002600001-4, Confidential, Soviets Combine Neuroscience and Optical Processing Techniques to Develop an Optical Brain, Approved for Release, 2000/08/15
No comments:
Post a Comment