Ο γραμμικός εξελικτικός προοδευτισμός είναι μια κοινή τάση μέσα στη θετικιστικού προσανατολισμού ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία από την πρώτη στιγμή της ίδρυσης και εμφάνισής της. Σ’ αυτό η Νεωτερικότητα εκλαμβάνεται ως μια ευρύτερη πολιτισμική και Ιδεολογική συνθήκη μοναδικά και ανεπίστρεπτα αρμόζουσα για τον προοδευτικό κοινωνικό μετασχηματισμό. Για τον ίδιο λόγο, σ' αυτήν τη σοσιαλδημοκρατία, η Νεωτερικότητα προβάλλει ως ένα culturally αδιαφοροποίητο σύνολο του οποίου κυρίαρχο και απόλυτο χαρακτηριστικό είναι η Ενότητα (Einheit), ενώ η Διαφορά (Differenz) παρουσιάζεται ψευδαισθησιακά ως κατ’ εξαίρεση.
Σε εκδοχές του πολιτισμικού μαρξισμού (sic) και της ευρύτερης αμερικανικής πολιτισμικής κριτικής, η Νεωτερικότητα, ιδιαίτερα στην καλλιτεχνική μορφή του Μοντερνισμού, συνιστά τον πολιτιστικό (cultural) και Ιδεολογικό κανόνα έναντι νεωτερικών πολιτιστικών ρευμάτων τα οποία εκλαμβάνονται ως γερμανικές εξαιρέσεις. Η μέγιστη αυτή των εξαιρέσεων παρουσιάζεται να είναι ο γερμανικός καλλιτεχνικός και φιλοσοφικός Ρομαντισμός. Είτε εκληφθεί ως μια φυσιοκρατική ή παραδοσιοκρατική (μέσω της αναπομπής στα μεσαιωνικά ρομαντικά, επικά και ηρωικά μοτίβα -κάτι που διατρέχει το έργο του Γκαίτε) άρνηση της νεότευκτης μπουρζουάδικης κουλτούρας, είτε εκληφθεί ως μια ακατανόητη γερμανική αντίφαση ή εναντιωνότητα/αντίθεση (Gegenstadheit) προς την αφαίρεση η οποία ονομάζεται ευρωπαϊκή Νεωτερικότητα, ο προωθούμενος πολιτιστικός κανόνας αυτών των εκδοχών πολιτισμικού μαρξισμού συνεπάγεται τη συχνά σκόπιμη δαιμονοποίηση του γερμανικού ρομαντισμού.
Αυτό που αποκρύπτεται σε αυτές τις εκδοχές, είναι ότι ο Ρομαντισμός είναι ένα συνολικό νεωτερικό ρεύμα που εμφανίζεται σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες κατά τα μέσα του 18ου αιώνα. Στην Αγγλία του 19ου αιώνα, ο καλλιτεχνικός Γοτθικός Ρομαντισμός (με ευκρινή βιομηχανικά χαρακτηριστικά) πιθανά να έχει επιδράσει πιο πολύ στις πλατιές λαϊκές και εργατικές μάζες απ’ ότι στη Φραγκική Επικράτεια ή στην Ιταλία του Ριζορτζιμέντο. Είναι χαρακτηριστικό για την επίδραση του Ρομαντισμού συνολικά ότι ο πίνακας του Ντελακρουά με την Ελευθερία να οδηγεί το Λαό είναι ένας Ρομαντικός πίνακας από έναν Ρομαντικό ζωγράφο, ωστόσο αυτό δεν εμπόδισε να εμβληματίζει το πνεύμα της δημοκρατικής επανάστασης του 19ου αιώνα μέσα στην παγκόσμια κοινή γνώμη.
Η κριτική αυτών των εκδοχών του πολιτισμικού μαρξισμού (και συγκεκριμένα αυτών που εμφατικά τοποθετούνται -πιθανόν ορθά- στην αντι-αντισημιτική σκηνή, προκρίνοντας συγκεκριμένες πλευρές της Κριτικής Θεωρίας της Σχολής της Φρανκφούρτης) στα κατ’ αυτούς εξαιρετικά καλλιτεχνικά ρεύματα -φρονούμε ότι είναι φορμαλιστική, όπως άλλωστε φορμαλιστική -καθ’ όσα καταδεικνύονται σε τρέχον επίπεδο- είναι και η πάλη τους ενάντια στον αντισημιτισμό.
Ο φορμαλισμός τους ο οποίος προσδίδει στον εαυτό του κύρια την εκδοχή του εκλεκτικισμού σε τέτοιο βαθμό ώστε από μόνος του ο εκλεκτικισμός έχει καταστεί η δημώδης (vulgar) επιστημολογία τους, καταδεικνύεται από την εμμονή στο παράδειγμα του Τόμας Μαν ώστε μέσα από τις νιοστές αναφορές τους σε αυτόν η επίκλησή του έχει δημιουργήσει στους κύκλους τους quasi κανονιστική εμβέλεια. Αυτό βέβαια είναι μια Βερολινέζικη συνήθεια των διερχόμενων (ή μουσαφίριδων) σε αυτό -πιθανά να κρατάει από την ευρύτερη κοινωνική πρακτική του νεο-Καντιανισμού. Αξίζει να σημειωθεί για λόγους πλήρους κριτικής απομυστικοποίησης των εν λόγω τάσεων ότι η εν γένει αναγόρευση του αφηρημένου εβραϊκού υποκειμένου σε υποδειγματικό νεωτερικό υποκείμενο, δήθεν φορέα της χειραφέτησης, έχει να κάνει με τον αυστρομαρξισμό.
Βέβαια, οι με θρησκευτική ευλάβεια λάτρεις (occultists) της Σχολής της Φρανκφούρτης δεν μας έχουν εξηγήσει ακόμη πώς οι Αντόρνο-Χορκχάιμερ επιλέγουν να παρουσιάσουν κριτικά τον κατ’ αυτούς ουσιώδη χαρακτήρα του δυτικού βιομηχανικού πολιτισμού μέσα από την προσφυγή στην αρχαία ελληνική γραμματεία. Ήτοι, αν υπάρχει ένας νεωτερικός πολιτιστικός κανόνας, αυτός σύμφωνα με τους Α-Χ δεν συγκροτείται από τον φορμαλιστικό λογοτεχνικό Μοντερνισμό της νεωτερικής εποχής, αλλά μεταφυσικά (με τη Φιλοσοφική έννοια του όρου) μέσα από πρότυπα της αρχαίας ελληνικής γραμματείας -αυτό άλλωστε δεν ανέδειξε ο Τζόυς με το “Ulysses”? -η par excellence Μοντερνιστική νουβέλα.
Παρομοίως, δεν έχει εξηγηθεί εισέτι η κριτική του Αντόρνο στη τζάζ: πιθανά το πιο μαζικό δείγμα μοντερνιστικής και στον ίδιο χρόνο τυπικά και ουσιαστικά αντιφασιστικής μουσικής κουλτούρας. -Και φυσικά, η για μια ακόμα φορά επίκληση του Τομάς Μαν ή η γενικόλογη κριτική στη μεταπολεμική συνομωσία της πολιτιστικής βιομηχανίας δεν συμβάλλει στις αιτούμενες εξηγήσεις.
Προσωπικά, δεν είμαστε ειδικοί της νεωτερικής κουλτούρας, ούτε της πρώιμα νεωτερικής. Βy affiliation μπορούμε να αναφέρουμε στο εκάστοτε πρέπον και κατάλληλο επίπεδο κάποια πράγματα για τα nordic sagas, για τις μεταμορφώσεις της Εντά, για την αυλική ποίηση, για την τέχνη των περιπλανώμενων βάρδων, για το μεσαιωνικό ρομάντσο, για τη μεσαιωνική γερμανική ηρωική και επική ποίηση, για το μεσαιωνικό γκόθικ στην αρχιτεκτονική, στην εικονοποιία, στα χειρόγραφα και στις κατασκευές.
Από την άλλη, είναι αδιαμφισβήτητο ότι οι μη νεωτερικές καλλιτεχνικές μορφές δεν εξαφανίστηκαν εν μία νυχτί μέσα από τη “ρεπούμπλικα των εγγραμάτων και διαφωτισμένων”, αλλά συνέχισαν να υπάρχουν είτε ως τέτοιες είτε οργανικά προσαρμοσμένες μέσα από το υψιπετές (sublime) εντός του αναδυόμενου βιομηχανικού πολιτισμού. Επιπρόσθετα, θα πρέπει να προβληματίσει τους πολιτισμικούς μαρξιστές λάτρεις του μοντερνισμού ότι η γκόθικ αισθητική μορφή και χαρακτήρας διατηρούνται και αναβαθμίζονται μέσα στην αμιγώς βιομηχανική-εργοστασιακή αρχιτεκτονική (ουρανοξύστες, εργατικές πολυκατοικίες, κτίρια επιχειρήσεων, κτίρια και δομικές συναρθρώσεις των εργοστασίων) λαμβάνοντας έναν εκτεταμένο χαρακτήρα. Η γκόθικ αρχιτεκτονική και υλική μορφή του εργοστασίου που συχνά θυμίζει τον γκόθικ ναό, η επίσης γκόθικ με πυρότουβλο βικτωριανή πολυκατοικία έγιναν στο μακρύ 19ο αίωνα τα αισθητικά ορόσημα του ίδιου του βιομηχανικού πολιτισμού. Αυτό επιθέτει μια Διαφορά (αν όχι Αντίθεση) προς το μοντερνιστικό αφήγημα των του τρέχοντος πολιτισμικού μαρξισμού. Είναι κάτι το οποίο επίσης δεν έχει εξηγηθεί.
Από καθαρά φιλοσοφικοπολιτική άποψη είναι σκόπιμο να υπενθυμίσουμε κάποια πράγματα στους επιλεκτικά μαχήτες του αντιρομαντικού μοντερνισμού.
Η συνολική κριτική εις βάρος της νεωτερικότητας, ή η κριτική της νεωτερικότητας ως πολιτισμικής και Ιδεολογικής συνθήκης από τη σκοπιά της ενεργούς Ολότητας, αναπτύσσεται μέσα στους ίδιους τους όρους της. Η κριτική εννοιολόγηση της Ολότητας μέσα από την αρνητική κίνηση απομυστικοποιεί τη Νεωτερικότητα ως μια στιγμή της τελευταίας και ουδόλως εμφανίζει την Ολότητα σε Ταυτότητα με αυτό το οποίο έχουν στα κεφάλια τους ως Ολότητα.
In concreto, ένα συνολικό πρόγραμμα ριζοσπαστικής κριτικής στη νεωτερικότητα (στον ίδιο χρόνο με την κριτική της κλασικής γερμανικής φιλοσοφίας στον αστικό Διαφωτισμό και στη Φραγκική Επανάσταση) εμφανίζεται μέσα στο ίδιο το Εγελιανό έργο. Το κείμενο με τίτλο “Kritik der Verfassung Deutschlands”(1802) (Κριτική του Συντάγματος της Γερμανίας) ορίζει μια συνολική γραμμή συγκεκριμένης κριτικής των υπό διαμόρφωση νεωτερικών συνθηκών και την αποκρίνουσα σε αυτό κίνηση. Παρομοίως, όπως γίνεται δεκτό, η “Αθλιότητα της Φιλοσοφίας” (1847) διαγράφει με καταστατικό-αρχειακό τρόπο μια συνολική κριτική της νεωτερικότητας, κάτι που κατά έλλογη συνέπεια περιλαμβάνει και όλες τις μορφές του κατά τ’ άλλα τόσο αγαπημένου στους πολιτισμικούς μαρξιστές μπουρζουάδικου μοντερνισμού.
No comments:
Post a Comment