“Wenn die Gemeinschaft der Vernunftwesen wesentlich ein Beschränken der wahren Freiheit wäre, so würde sie an und für sich die höchste Tyrannei sein; aber weil es vorderhand nur die Freiheit als Unbestimmtes und ideeller Faktor ist, die beschränkt wird, so entsteht durch jene Vorstellung für sich in der Gemeinschaft noch nicht unmittelbar Tyrannei. Aber sie entsteht aufs vollständigste durch die Art, wie die Freiheit beschränkt werden soll, damit die Freiheit der anderen Vernunftwesen möglich sei; nämlich die Freiheit soll durch die Gemeinschaft nicht die Form, ein Ideelles, Entgegengesetztes zu sein, verlieren, sondern als solches fixiert und herrschend warden”[1]
Στα εγχώρια πράγματα επιβιώνει ακόμη η αντίληψη περί αφελών Αμερικανικών μαζών. Αυτό είναι υπόλειμμα των αντι-Αμερικανικών αισθημάτων των προηγούμενων δεκαετιών, όσο και ενός μισο-οριενταλιστικού Ευρωπαϊκού αρχοντοχωριατισμού. Παραγνωρίζουν, ή δεν τους συμφέρει, οι εκπρόσωποι αυτών των στάσεων, τους σκληρούς εργατικούς αγώνες κατά τα πρόσφατα 10 χρόνια για την δημιουργία και οργάνωση ανεξάρτητων μαζικών εργατικών σωματείων σε μεγάλες βιομηχανίες (logistics-μεταφορές, πληροφορική-υψηλή τεχνολογία, εστίαση, εμπορική εργασία), όπως και την πιο πρόσφατη μεγάλη απεργία στην αυτοκινητοβιομηχανία. Προσέτι, κάνουν σαν να μην έγινε ποτέ, ο νέος τότε γύρος εσωτερικής πολιτικής σύγκρουσης που διεξήχθη στα χρόνια της διακυβέρνησης του Τραμπ ενάντια στις ρατσιστικές και φασίζουσες κατασταλτικές πολιτικές.
Προτείνουμε σε πρώτο χρόνο, μια ιστορικοϋλιστική θέαση του αναπτυσσόμενου και επεκτεινόμενου κινήματος στα Αμερικανικά Πανεπιστήμια, που έστω και με λανθάνοντα τρόπο θέτει στο κέντρο την σύγχρονη σήμανση και τον ποιοτικό προσδιορισμό της ιδιότητας του πολίτη των ΗΠΑ. Απόδειξη γι’ αυτό είναι, ότι η ρητορεία κι η προπαγάνδα του απεργοσπαστικού στρατοπέδου στα Πανεπιστήμια έχει αρχίσει να μιλάει περί νεο-μαρξισμού.
Η άμεση ιστορική εκπήγαση της Πανεπιστημιακής εξέγερσης είναι η κατά τις προηγούμενες δεκαετίες υποδόρια και παρτιζάνικη πάλη ενάντια στο Καθεδρικό σύστημα ελέγχου και διανομής.[2]Ωστόσο, αυτό δεν φτάνει, για να περιγραφεί ο πλούτος της.
Στη προφάνειά της, η εξέγερση φέρνει στην κορυφή της ημερήσιας διάταξης τα ζητήματα που έχουν να κάνουν με την Παλαιστινιακή συνθήκη, ως ένα πλέγμα επιδεινωμένων υλικών όρων παροχής εργασίας, ημι-παράνομης πολιτικής και πολιτισμικής ύπαρξης και διεξαγωγής της ταξικής πάλης μέσα από την κατηγορία του πληβείου. Αυτό αφορά πρώτα και κύρια την περιοχή της Μέσης Ανατολής, αλλά στον ίδιο χρόνο και εκτεταμένες περιοχές στις καπιταλιστικές Μητροπόλεις. Εν ολίγοις, η Παλαιστινιακή συνθήκη από την σκοπιά των καπιταλιστών (ανεξαρτήτως εθνικότητας και θρησκεύματος) είναι μια μορφή υπερεκμετάλλευσης, ένας εντατικός τρόπος απόσπασης πρόσθετης αξίας, μια δοσμένη τεχνική διαχείρισης και καθυπόταξης μαζών από τον εφεδρικό βιομηχανικό στρατό.
Η αντικειμενικότητα αυτής της διαπίστωσης δεν ανασκευάζεται, ούτε αντικρούεται, από το γεγονός, ότι στον Παλαιστινιακό εθνισμό της περιοχής αναπαράγονται αυτούσιες οι νεωτερικές προβληματικές του Ιουδαϊκού ζητήματος περί τυπικής ισότητας και διάκρισης σε εικονική και πραγματική κυριαρχία, ως επίσης και αφηρημένες όψεις της Γερμανικής Ιδεολογίας περί συγκρότησης Ιδεαλιστικής Σφαίρας (κάτι το οποίο συχνά παίρνει την Στιρνερική μορφή της "Τρομοκρατίας των Ιδεών").
Το ότι κρίσιμες μάζες ακόμα και από το πολιτικό κίνημα της εργατικής τάξης επιλέγουν την αλληλεγγύη και στήριξη στον Παλαιστινιακό εθνισμό (παρά τις υπαρκτές αντισημιτικές, εθνικιστικές τάσεις κλπ. μέσα σε όλο αυτό, κάτι το οποίο είναι επίπτωση της ίδιας της εν τοις ιδίοις όροις των αντιφατικής και σχιζοειδούς εσωτερικότητας αυτών των θεμάτων) δεν είναι κάτι καινούριο. Ιστορικά, έλκει την καταγωγή του από το κίνημα αλληλεγγύης και στήριξης στην Πολωνική ανεξαρτησία κατά την επανάσταση του 1848.[3]
Η υποτροπή του απεργοσπαστικού στρατοπέδου εκφράζεται με την πρόσφατη κατηγορία περί νέο-μαρξισμού. Σε αυτό, φυσικά, το ζήτημα δεν είναι η εργατική κριτική, κάτι που εν όψει του δεν μπορεί να σταθεί ούτε μισό δευτερόλεπτο, αλλά η συγκαλυμμένη αναπαραγωγή της new age απάτης περί του τι δήθεν σημαίνει η Αμερικανική πολιτική ιδιότητα. Σ’ αυτό, ο παραδοσιακός Ιουδαϊκός Σιωνισμός (αποκοπείς απο τις όποιες εργατικές συνδέσεις του) αποπολιτικοποιείται και εμβαπτίζεται αποκλειστικά μέσα στην κολυμβήθρα της Αγγλικανικής θρησκευτικότητας των εποίκων του Mayflower και όσων τους διαδέχθηκαν (στο όνομα πάντα του ατομικού, αδιαίρετου φιλελευθερισμού), ή ακόμη χειρότερα στον Εβραϊκό μυστικισμό των χωρών της μεγαλοΡωσίας κατά τους αιώνες της φωτισμένης δεσποτείας. –Μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι ο κ. Τραμπ είχε δηλώσει ως Πρόεδρος των ΗΠΑ, ότι ήτο βασιλεύς του Ισραήλ –ξέχασε βέβαια να αναφέρει ποιος απ’ όλους.
Στην κάπως πιο σοβαρή εκδοχή του, πρόκειται μόνο για μια εκλαϊκευτική προβολή εκλεκτικιστικά (δηλαδή μεταμοντέρνα) παρμένων στοιχείων απ’ την θεωρία του Eric Voegelin περί του Φορμαλισμού του Αμερικανικού Πνεύματος.[4]
Από την άλλη, αυτό το οποίο παραγνωρίζεται, και αφορά άμεσα τον Ρεπουμπλικανισμό, είναι η πολιτική παράδοση των Ριζοσπαστών Ρεπουμπλικάνων, των Stalwarts.[5] Αυτό, στηριγμένο πάνω στην εποποιία του Far West, είναι η δυναμική, που προσέδωσε την νικηφόρα πορεία στον βιομηχανικό Βορρά, που πέτυχε την Ανασυγκρότηση, που κέρδισε τους Ινδιάνικους Πολέμους, που ανέδειξε μετά τον Πολιτικό Πόλεμο την πολιτική κυριαρχία του Ρεπουμπλικανικού Κόμματος στα τελευταία 40 χρόνια του 19ου αιώνα. Άλλωστε, στην ίδια την πολιτική φιλοσοφία του Προέδρου Λίνκολν, η Αμερικανική ανάπτυξη γίνεται κατανοητή και παρουσιάζεται μέσα από τον ανταγωνισμό κεφαλαίου και εργασίας.[6] Λόγω αυτού, το Ρεπουμπλικανικό Κόμμα σε όλη την πολυσχιδότητά του συνεχίζει να έχει οργανικές σχέσεις με τμήματα της εργατικής τάξης.[7]
Ποια είναι η προβολή των όσων διατείνεται το απεργοσπαστικό στρατόπεδο στο επίπεδο του θεάματος, της εικονικής κυριαρχίας, της μαζικής κουλτούρας; Πρόκειται για μια Αμερική παραπαίουσα, με τον εργατικό και πληβειακό πληθυσμό της εγκλωβισμένο σε κάθε είδους δυστοπία και φόβο, για μια Αμερική, η οποία ηγεμονεύεται από δύσμοιρους επιβιωτιστές τύπους, οι οποίοι φυτοζωούν σε τροχόσπιτα στα δάση, περιμένοντας Μεσσίες. Είν’ αυτό κάτι, το οποίο χαρίζει προοπτική έστω και μιας ώρας στους Αμερικανούς εργάτες; Αποκρίνεται η κακομοιριά και η μιζέρια στην βιομηχανική ανάπτυξη της χώρας, στις ίδιες τις κατακτήσεις και τα επιτεύγματα της εργατική τάξης;
Ακόμα, κι αν ιδωθεί από μια Αγγλική
σκοπιά, δεν είναι ο ωφελιμισμός του Μπένθαμ και του Μιλ ενταγμένος μέσα στο
ίδιο το Συνταγματικό και Νομολογιακό corpus της χώρας, και όχι οι με
σκοπιμότητα, αλλά χωρίς σκοπό, μάταιες και άδικες ιδεολογικοθρησκευτικές
παλινωδίες;
Βλέπουμε την αναπτυσσόμενη σύγκρουση προσδιοριζόμενη από την ταξική πάλη. Όσο ο προσδιορισμός αυτός γίνεται όλο και πιο αδιαμεσολάβητος, τόσο ο Βιομηχανισμός έρχεται ορμητικά στο προσκήνιο.
[1] Georg Wilhelm Friedrich Hegel, Differenz des Fichteschen und
Schellingschen Systems der Philosophie, Darstellung des Fichteschen Systems, απόσπασμα
[2] Ενδεικτικά βλ. Mencius
Moldbug, An Open Letter to Open-Minded Progressives, Chapter 9. How to
Uninstall a Cathedral, June 12 2008, σε https://www.unqualified-reservations.org/2008/06/ol9-how-to-uninstall-cathedral/,
Reignition. Nick Land’s Writtings (2011-). Tome II. The Dark Enlightenment:
Neoreactionaries Head for the Exit. Block 1. Dark Enlightenment, edited by
Uriel Fiori
[3] Ενδεικτικά βλ. Friedrich
Engels, Neue Teilung Polens, "Neue Rheinische Zeitung" Nr. 9 vom 9.
Juni 1848, MEW, Band 5, S. 55-56, Dietz Verlag, Berlin/DDR 1971, Die
Polendebatte in Frankfurt, Neue Rheinische Zeitung" Nr. 70 vom 9. August
1848 bis Nr. 96 vom 7. September 1848, οπ.,
S. 319-363
[4] Βλ. Eric
Voegelin, Ueber die Form des amerikanischen Geistes, Verlag von J.C.B. Mohr
(Paul Siebeck), 1928
[5] Ενδεικτικά βλ. https://en.wikipedia.org/wiki/Radical_Republicans,
https://en.wikipedia.org/wiki/Stalwarts_(politics)
[6] Ενδεικτικά βλ. James A.
Stevenson, «Abraham Lincoln on Labor and Capital», Civil War History, Volume 38, Number 3, September 1992, pp. 197-209,
Stewart Winger, «Lincoln's Economics and the American Dream: A Reappraisal», Journal of the Abraham Lincoln Association,
Volume 22, Issue 1, Winter 2001, pp.
50-80, σε https://quod.lib.umich.edu/j/jala/2629860.0022.106/--lincoln-s-economics-and-the-american-dream-a-reappraisal?rgn=main;view=fulltext
[7] Ενδεικτικά βλ. Sohrab
Ahmari, Josh Hawley’s Labor Revolution, 17 April 2024, σε https://www.compactmag.com/article/josh-hawleys-labor-revolution/