Πρόσθετες Μορφές Αξιοποίησης στο Μητροπολιτικό Εργοστάσιο

Ένα απ’ αυτά, τα οποία περιγράψαμε πρόσφατα με κριτικό τρόπο σε συνολικό συγκεκριμένο επίπεδο, είναι η ab sich βιομηχανική βιοπολιτική παραγωγή, και όχι η βιομηχανοποίηση της βιοπολιτικής παραγωγής. Η τελευταία έχει συνοψισθεί εύστοχα και έγκαιρα απ’ τους Νέγκρι και Χαρντ:

“Οι μεγάλες βιομηχανικές και χρηματιστικές εξουσίες κατ’ αυτόν τον τρόπο παράγουν όχι μόνο εμπορεύματα, αλλά επίσης υποκειμενικότητες. Παράγουν πρακτόρικες υποκειμενικότητες εντός του βιοπολιτικού συγκειμένου: αυτοί παράγουν ανάγκες, κοινωνικές σχέσεις, σώματα και νόες –που είναι σαν να λες, ότι παράγουν παραγωγούς. Στην βιοπολιτική σφαίρα, η ζωή φτιάχνεται, ώστε να δουλεύει για παραγωγή και η παραγωγή φτιάχνεται για να δουλεύει για ζωή. Είναι μια μεγάλη κυψέλη, στην οποία η βασίλισσα μέλισσα συνεχώς επιβλέπει παραγωγή και αναπαραγωγή. Όσο βαθύτερα πάει η ανάλυση, τόσο περισσότερο βρίσκει σε αυξανόμενα επίπεδα εντατικότητας τα διασυνδέοντα ασεμπλάζ των διεπιδραστικών σχέσεων”.[1]

Μετά από είκοσι χρόνια, οι ίδιοι συγγραφείς, στο τελευταίο κοινό σύγγραμμά τους, αναφέρθηκαν με μια πιο απαισιόδοξη νότα στα τεκταινόμενα της βιοπολιτικής παραγωγής, στα 2000 συλληφθείσας και εκτεθείσας εντός των πλαισίων της βιοεξουσίας:

“Σε αυτές τις αναλύσεις, αναγνωρίζουμε νέες και εντατικοποιημένες μορφές εκμετάλλευσης και ιδιοκτημοσύνης, μαζί με νέες μορφές βιοπολιτικού ελέγχου, και την αποικιοποίηση και εμπορευματοποίηση επιπρόσθετων επικρατειών ανθρώπινης ύπαρξης. Σήμερα, όπως οι μελέτες δείχνουν, οι βιοπολιτικές παραγωγικές δυνάμεις είναι εγκλωβισμένες εντός των σχέσεων προσωπικής ιδιοκτησίας, εργαζόμενες για έναν μισθό, ή καθυπηγμένες και υποτιμημένες, όσο η αξία που παράγουν, είναι εισέτι απαλλοτριωνόμενη και συσσωρευόμενη”.[2]

Αυτή η ειλικρινής πικρή διαπίστωση (αν και πέρασαν 20 έτη) έχει να κάνει με την όλη κριτική περί της μη υλικής εργασίας ως απληρωσιάς κλπ.

Ωστόσο, αν αυτό είναι μια επιβολή της ίδιας της εργασιακής εμπειρίας, των ίδιων των διαμαρτυριών και αξιώσεων των εργατικών αγώνων, ab initio, το θέμα κάπου έμπαζε, από την στιγμή κατά την οποία η παρουσίαση της βιοπολιτικής παραγωγής γινόταν με προσφυγή στον Φουκοϊκό ορισμό της αστυνομίας, στην βιοεξουσία, στο σύστημα κοινωνικού ελέγχου, και όχι στο ίδιο το παραγωγικό προτσές του κεφαλαίου –παρότι η καινοτομία της παρουσίασης στα 2000 έγκειτο στο ότι μίλησαν ξεκάθαρα για παραγωγή σωμάτων και νοών, και όχι μόνο … συναισθημάτων.

Αυτό που πρόσφατα υποστηρίξαμε και υποστηρίζουμε, είναι η πλήρης ανεξαρτητοποίηση της βιομηχανικής βιοπολιτικής παραγωγής από αυτό, το οποίο απ’ τον Φουκώ και ύστερα περιγραφόταν ως βιοεξουσία, βιοπολιτική κοκ. Αυτή η επιλογή πατάει πάνω στην ίδια την αντικειμενική νομοτέλεια/τάση του βιομηχανικού προτσές, και δεν πρόκειται για οικονομισμό. Όμως, αποκτά πολιτική συνειδητότητα, διότι μόνο ως τέτοια, στην αντικειμενική ανεξαρτησία της ως οργανικό τμήμα του παραγωγικού προτσές του κεφαλαίου, δύναται να ελεγχθεί, να σχεδιασθεί, να οργανωθεί, να εφαρμοσθεί από την εργατική τάξη, από τους άμεσους παραγωγούς.

Αν λοιπόν στα 2000 η παρουσίαση της βιοπολιτικής παραγωγής είχε έναν μανιφακτουρικό, ετερογενή χαρακτήρα (η χρήση του όρου ασεμπλάζ δεν είναι τυχαία), αυτό, το οποίο εντοπίζουμε μέσα από τον Αξιακό Προσδιορισμό, είναι η ένταξή της στην μεγάλη βιομηχανία, η απόκτησή της από αυτήν: αυτό που οι συγγραφείς στο τελευταίο σύγγραμμά τους ονόμασαν και ορθά απ’ την σκοπιά τους: αποικιοποίηση.

Αξίζει να σημειωθεί, ότι η μη μετρησιμότητα (κάτι για το οποίο δέχθηκαν κριτική)[3] έχει να κάνει με τον ίδιο τον κβαντικά απροσδιόριστο χαρακτήρα αυτού που ανέλυσαν, και όχι με κάποια ρητορική-συγγραφική έλλειψη ή δήθεν αοριστία.

Σε μια πιο τολμηρή στρατηγική κριτική, η παρουσίαση του Empire χαρακτηρίζεται ως υπερ-δυναμωμένη (over-powered) και στον ίδιο χρόνο υπο-ειδικοποιημένη (under-specified).[4] Είναι ευνόητο, ότι κάτι, το οποίο συγκροτείται διανοητικά ως spezifikat σε ένα υπο-επίπεδο [κι αυτό δεν είναι αφηρημένο, ούτε αόριστο, αλλά χαρτογραφικά (με την έννοια των Ν-Γ) και εδαφικά συγκεκριμένο και γνωστό], εξ αιτίας αυτού προσομοιάζει στην συμπεριφορά σωματιδίων κατά την αρχή της απροσδιοριστίας, της αβεβαιότητας (Unbestimmtheitsrelation, seltener Unschärfeprinzip), -και κατά τον Χεγκελιανό προσδιορισμό, η προσδιοριστική περιγραφή από μόνη της καθιστά συγκεκριμένο, αυτό που πριν φαινόταν ως αόριστο.

Από επιστημολογική άποψη, η κριτική περιγραφή των Hardt-Negri ήταν έγκυρη. Η κριτική μας έχει να κάνει με το ότι δεν στοχοπροσηλώθηκε στο αμιγώς προνομιακό επίπεδο για τα εργατικά συμφέροντα.

Η βιομηχανική βιοπολιτική παραγωγή ως οργανικό τμήμα του παραγωγικού προτσές κεφαλαίου έχει κλειστό χαρακτήρα –κι αυτό γιατί ως υλικό προτσές είναι στην κύρια πλευρά της βιομηχανική εφαρμογή γενετικής μηχανικής. Αυτό συνεπάγεται, ότι γίνεται εμφανής στο κυκλοφοριακό προτσές: πιο εύκολα στην κίνηση του κυκλώματος του εμπορευματικού κεφαλαίου.[5]  

Όπως είναι γνωστό, στην απλουστευτική παρουσίαση η γενική φόρμουλα του κυκλώματος του εμπορευματικού κεφαλαίου είναι: Ε΄ - ….  Ε΄. Σε αυτό η αξιοποιημένη κεφαλαιακή αξία, όχι η αυθεντική κεφαλαιακή αξία που αναμένει να αξιοποιηθεί, εμφανίζεται ως σημείο εκκίνησης για την αξιοποίησή της. Το Ε΄ (το επιπρόσθετο εμπόρευμα) ως κεφαλαιακή σχέση λειτουργεί ως έναρξη όλου του κυκλώματος, και ως τέτοια διαθέτει προσδιοριστική επίδραση στο όλο κύκλωμα. Η εμφάνιση του Ε΄ συντελείται μέσω της ταυτόχρονης εμφάνισης της παραχθείσας βιοπολιτικής μορφής: σημειώνεται απ’ αυτήν, ώστε πλέον μέσω της σημειωτικής επίδρασής της στο κύκλωμα προβάλλει ως προς τους τρίτους (δηλαδή ως προς τους μη άμεσους παραγωγούς, ως προς τους μη εμπλεκόμενους καπιταλιστές) ως κάτοχος ή ως δικαιούχος της όλης διαδικασίας.

Εν τούτοις, η βιοπολιτική μορφή δεν μπορεί να σταθεί απλά και μόνο ως μια σηματοδότηση του κυκλώματος. Ο κοινωνικός χαρακτήρας της παραγωγής, η κοινωνική εργασία, το σύστημα υπαγωγής της εργασίας στο κεφάλαιο την εντάσσει με ομαλό και κανονικό τρόπο, ως ακόμα μία εργάτρια: το στέμμα της βασίλισσας μέλισσας (αν υπάρχει) παραμένει αφόρετο.

Κατά το κύκλωμα του εμπορευματικού κεφαλαίου, κάτι παρόμοιο σε επαναλαμβανομένη κλίμακα συμβαίνει με τα στοιχεία του εμπορευματικού κεφαλαίου, τα οποία αποτελούν κομμάτια της μηχανουργίας, του ακατέργαστου υλικού, των πρώτων υλών, ή ακόμα κατά τις περιόδους κρίσεως και με τα στοιχεία του μη κυκλοφορούντος κατά κανόνα σταθερού κεφαλαίου: δηλαδή, φανερώνονται οι βιοπολιτικές συνδέσεις τους, οι βιοπολιτικές αντιστοιχίσεις τους.

Η εκ της βιομηχανίας βιοπολιτική μορφή είναι η με βιοπολιτικό τρόπο αξιοποίηση της αξιοποιημένης κεφαλαιακής αξίας, κάτι που μετατρέπει όλη την βιοπολιτική παραγωγή σε βιομηχανική παραγωγή.



[1] Βλ. Michael Hardt, Antonio Negri, Empire, Part 1. The Political Constitution of the Present, 1.2 Biopolitical Production, Corporations and Communication, Harvard University Press, Cambridge, Massachusetts, London, England, 2000, p. 32.

[2] Βλ. οπ., Empire, Twenty Years On, 3. New Internationalisms, απόσπασμα σε https://newleftreview.org/issues/ii120/articles/empire-twenty-years-on

[3] Βλ. Steven Toms, «‘Immeasurability’: A critique of Hardt and Negri», ephemera. articles. Theory and politics in organization, 2008 ephemera 8 (4): 433-446

[4] Βλ. Paul Thompson, «Foundation and Empire: A Critique of Hardt and Negri’s Empire», Capital & Class #86. Foundation and Empire, p. 77

[5] Βλ. Das Kapital, II. Band: Der Zirkulationsprozeß des Kapitals, I. Die Metamorphosen des Kapitals und ihr Kreislauf, 3. Der Kreislauf des Warenkapitals

No comments:

Post a Comment

De Gaza al conflicto global: Guerra capitalista y solidaridad internacionalista

  De Gaza al conflicto global: Guerra capitalista y solidaridad internacionalista Gaza: de un ataque genocida a desplazamientos masivos y li...