Η πολιτική οικονομία του Μιλ inter alia αναπτύσσει τόσο ρητά και με ευκρινή τρόπο την πιο ριζοσπαστική στιγμή της κλασικής πολιτικής οικονομίας, σε τέτοιο βαθμό που αναμετράται με την έννοια και την εμπειρία του κομμουνισμού.[1]
Αυτό γίνεται κατορθωτό, καθ’ όσον η έννοια της Ελευθερίας, λόγω της αθεΐας του, έχει αποδεσμευθεί από το Θρησκευτικό πλαίσιο, κι έτσι ο Φιλελεύθερα θεμελιωμένος Ωφελιμισμός συνδέεται με τον κομμουνισμό.
Είναι αυτό ένας ριζοσπαστικός Αγγλικός φιλελεύθερος δρόμος προς τον κομμουνισμό, που είναι τέτοιος, επειδή έχει θέσει απέναντι αφενός τις μορφές του Γιακωβινισμού και αφετέρου τον Πρωσικό Κρατισμό, αλλά και στον ίδιο χρόνο την Αγγλικανική δικαιολόγηση του συστήματος της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης και αλλοτρίωσης; Εννοιολογικά, εμπειρικά και πρακτικά, στον Αγγλικό χώρο είναι κάτι τέτοιο.
Παρότι ο Κομμουνισμός, όπως και βασικά στοιχεία του παραγωγικού προτσές κεφαλαίου (οι μισθοί), παρουσιάζονται μέσα από την Διανομή, στην ανάλυση των μισθών αναπτύσσεται μια κοινωνική πολιτική διασφάλισης και ενίσχυσης των μισθών,[2] που ακόμα δεν κατανοούνται ως στον ίδιο χρόνο τιμή εργασίας, χρηματική ποσότητα η οποία καταναλώνεται παραγωγικά για αναπαραγωγή και επέκταση εργατικής δύναμης, μεταβλητό κεφάλαιο.
Όλο αυτό ολοκληρώνεται σε μια οπτιμιστική σύλληψη περί ενός Προοδευτικού Κράτους Πλούτου, το οποίο έχει ξεκόψει από την κουλτούρα της προστασίας.[3] –Πραγματικά, είναι δύσκολο για κάποιον, ο οποίος είναι άμεσος πολιτικός απόγονος του Μιλ, να ζει σε στεριανές Μητροπόλεις, όπου η κουλτούρα, η πρακτική, το έθος, και η μέθοδος της προστασίας ανανεώνονται και τροποποιούνται κάθε δέκα χρόνια περίπου, στον ίδιο χρόνο με την εκδήλωση των περιοδικών κρίσεων. Γι’ αυτό και κάθε τόσο σε κάποιους απ' τους απογόνους αυτών των γενεαλογιών και των παραπλήσιών των παρατηρούνται αναχωρητικές τάσεις ή ακόμη και τάσεις ρεβιζιονισμού. Ωστόσο, ουδέποτε τα σφάλματα των απογόνων επηρεάζουν ή επιδρούν στους πρώτους εκάστης γενιάς.
Στην Πολιτική Οικονομία του Μιλ, όπως και πρωτύτερα στον Σέυ, η εργασία εξωτερικεύεται και πραγματώνεται στην κοινωνική σφαίρα ως πρακτοριά. Η θεώρηση του Μιλ για την εργασία ab sich την παρουσιάζει ευθέως ως πράκτορα της παραγωγής.[4]
Η καινοτομία έγκειται στο ότι εντάσσει –και ορθώς- υπό δοσμένες προϋποθέσεις στην παραγωγική εργασία την εργασία εξασφάλισης της εργασίας.[5] Αυτό ισχύει στο μέτρο, που το ανά τομέα και ανά Μητρόπολη παραγωγικό προτσές διεξάγεται και εκλαμβάνεται ως συνολικότητα, και όχι στην κατακερματισμένη, σεπαρατιστική θεώρηση. Κι αυτό γιατί, χωρίς αυτήν την εργασία, δεν μπορούν να διεξαχθούν οι υπόλοιπες εργασίες στα εργοστάσια, στο μητροπολιτικό εργοστάσιο, στις μεταφορές.
Στις Μητροπολιτικές επικράτειες, στα πεδία του Μητροπολιτικού εργοστασίου, με αυτόν τον τρόπο λειτουργίες της Μητροπολιτικής Αστυνομίας αποκτούν par excellence παραγωγικό περιεχόμενο: παράγουν την εξασφάλιση του εργασιακού προτσές: η αξία αυτού του μεταβλητού κεφαλαίου είναι ενσωματωμένη στην συνολική αξία του παραγόμενου εμπορεύματος, όπως και το ποσοστό συμμετοχής της στην πρόσθετη αξία. –Μπορεί λοιπόν η κάθε Polizei να αφήσει στην άκρη την επιμέλεια των αληθών Σοσιαλιστών, και να αναλογισθεί τα παραπάνω.
Η εκ μέρους του Μιλ ως άνω παραγωγική σύνδεση, κάτι το οποίο έχει αναπτυχθεί σε συνάρθρωση (… working for a safer London) είναι στην εκκίνησή του ένα σύστημα προσαρμοσμένο στον τρόπο λειτουργίας της βιομηχανίας στις Αγγλικές Μητροπόλεις. Δεν κάνουμε θεωρία της αστυνομίας ή αστυνομική θεωρία, αλλά βλέπουμε με ποιον τρόπο, μια κρίσιμη πλευρά της βιομηχανίας αποκτά κεντρικό ρόλο στο κοινωνικό, σε τέτοιο βαθμό ώστε η σφαίρα πραγμάτωσης της συνολικής κοινωνικής εργασίας αποκτά καθαρά βιομηχανικά χαρακτηριστικά. Αυτό εμπεριέχει και προϋποθέτει δοσμένα επίπεδα και βαθμούς ανάπτυξης ταξικής πάλης και κοινωνικοταξικών ανταγωνισμών και συγκρούσεων. Αν βγαίνει ένα ασφαλές συμπέρασμα, είναι, ότι νομοτελειακά αυτής της ποιότητας η δραστηριότητα για να αναπτυχθεί και να εξελιχθεί, πρέπει όλο και πιο πολύ να αντιπαρατίθεται τόσο στην αστυνομία ως ιδεολογία, όσο και στην αστυνομία ως νεοφιλελεύθερη εκδοχή της βιοεξουσίας, στην αστυνομία ως συνονθύλευμα μπάτσων.
Αυτή η πάλη, που –θες δεν θες- διεξάγεται από τουλάχιστον εκλογικά μειοψηφικές θέσεις, θέτει το ζήτημα της κατάργησης της άσκησης πολιτικής μέσα από τις νεωτερικές εθνικές κατηγορίες. Όπως έχουμε τονίσει, ο εργατικός διεθνισμός in concreto αποκτά την μορφή της εργασιακής σύνδεσης των παγκόσμιων βιομηχανικών Μητροπόλεων. Αυτό αντικειμενικα θέτει το ζήτημα της κατάργησης της στρέβλωσης του διεθνισμού ως εθνισμού ανά τα έθνη ή διά των εθνών (κάτι το οποίο εκλογικά πλειοψηφικά είναι η επίσημη εκδοχή του σύγχρονου Σιωνισμού). Δεν είναι κάτι που αφορά την βούλησή μας, είναι κάτι που επιβάλλεται από τις ίδιες τις αναπτυγμένες παραγωγικές δυνάμεις.
Είναι στην συνολική αντικειμενικότητά του Μηχανισμός,
δυναμική ανάπτυξης Εργατικού Μητροπολιτικού Σοσιαλισμού. Η εμπειρία, στοιχεία της
οποίας έχουμε κατά καιρούς αναδείξει, λέει, ότι αυτό αποκτά την πολιτική και
επιτελική έκφρασή του στα Μητροπολιτικά Συμβούλια, μέσω των εργατικών οργανώσεων,
που προσβλέπουν σε κάτι τέτοιο.
[1] Βλ. John
Stuart Mill, Principles of Political Economy with Some of Their Applications to
Social Philosophy, Books I-II, Book II, Distribution, Chapter 1. Of Property,
3. Examination of Communism, University of Toronto Press, Routledge and Keagan
Paul, pp. 203-209.
[2] Βλ. οπ., Chapter
XI. Of Wages, Chapter XII. Of Popular Remedies for Low Wages, Chapter XIII. The
Remedies For Low Wages Further Considered, Chapter XIV. Of the Differences of
Wages in Different Employments, pp. 337-399.
[3] Βλ. οπ., Book IV,
Influence of the Progress of Society on Production and Distribution, pp.
705-798
[4] Βλ. οπ., Book I,
Production, Chapter II, Of Labour as Agent of Production, pp. 31-44.
[5] Βλ. οπ., 5.
Labour employed in the protection of labour, pp. 37-38.
No comments:
Post a Comment