Είναι ίδιον της χαμηλής πυκνότητας σκέψης η δις εξαπόλυση της κατηγορίας περί «nonsense» (με στόχο αποκλεισμού κιόλας) στην ανάπτυξη της εργατικής κριτικής σχετικά με την μηχανουργία και την μηχανολογία της 4ης Βιομηχανικής Επανάστασης. Προς εξάντληση της καλής βούλησής μας θα το αποδώσουμε σε αντικειμενική έκφραση ενός κατώτερου δοσμένου βαθμού ανάπτυξης παραγωγικών δυνάμεων.
Από την άλλη, είναι στρεβλωμένη πραγμάτωση της αφηρημένης αντι-καπιταλιστικής ιδεολογίας η παρεμπλοκή εμποδίων στην in actu, στην εργώδη εργατική κριτική. Σε κάθε περίπτωση, σε αμφότερες τις περιπτώσεις αυτές οι συμπεριφορές ενεργοποιούν -όπως έχουμε επισημάνει- ενεργητικές επεμβάσεις και εμπλοκές του αυτοματικού κεφαλαίου -ανήκει στην ίδια την μηχάνευσή του η υπερκέραση τέτοιων συμπεριφορών, όταν έστω και μηχανικά αντιλαμβάνεται, ότι ήδη επενδυμένο, ήδη προκαταβεβλημένο κεφάλαιο δεν μπαίνει στο παραγωγικό προτσές εξ αιτίας όλων αυτών.
Συνάμα, τα συμπεράσματα, οι αποφάνσεις, τα πορίσματα της εργατικής κριτικής επ' αυτών των πεδίων του επιστητού δεν επιβεβαιώνονται τόσο μέσα στις λειτουργίες του εποικοδομήματος και της πολιτικής, αλλά κύρια μέσα στην ίδια την ενεργή βιομηχανική πρακτική, μέσα στην συνολική ζωή της εργατικής τάξης, ως επίσης στις αποφάσεις των προσίδιων κανονιστικών φορέων. Όπως οι παραγωγικές δυνάμεις είναι εκ της ίδιας της φύσεώς των, εκ της ίδιας της παραγωγής των πιο επιταχυντικές ως προς την επιταχυντική ιδιότητα και ικανότητα των παραγωγικών σχέσεων, έτσι η βάση της παραγωγής ως συνολικότητα είναι πάντοτε πιο επιταχυντική ακόμα κι απ' το πιο εξελιγμένο και προοδευτικό εποικοδόμημα.
Κάθε φορά που ύστερα από σφοδρές πολιτικές διαμάχες το θρησκευτικό ομιχλώδες θραύεται, ένας νέος κόσμος (welt, weralt) πάει να παραχθεί (αυτό σε πρώτο χρόνο αφορά αποκλειστικά την πραγματική παραγωγή)[1], παρά τις εμμονές των ποικιλιών των τεράτων του πολιτικού τζόγου -ωστόσο η εργατική τάξη τα έχει ξεπεράσει αυτά προ πολλού. Συγκεκριμένα, στις πρώτες δεκαετίες του 21ου αιώνα αυτή η νέα επικράτεια πραγματικής παραγωγής μορφοποιείται από αυτό που ονομάζεται 4η Βιομηχανική Επανάσταση, ιδωμένη σε πρώτο χρόνο από την σκοπιά του κεφαλαίου ως ενότητα παραγωγικών δυνάμεων και παραγωγικών σχέσεων. Όσοι το αμφισβητούν αυτό, τόσο έρχονται σε αντίθεση με την ίδια την αντικειμενική, υλική πραγματικότητα, σε τέτοιο βαθμό που η αντικειμενική, υλική πραγματικότητα (επειδή ακριβώς συνίσταται σε διαλεκτική κίνηση) τους αμφισβητεί. Δεν είναι μόνο ζήτημα πολιτικής ή ιδεολογικής οπισθοδρόμησης, αλλά ζήτημα αντίθεσης σε αντικειμενικές νομοτέλειες της παραγωγικής προόδου, της εξέλιξης στην παραγωγή.
Η κριτική διερεύνηση της βιομηχανικής, της εργασιακής πραγματικότητας είναι ένα ανεξάντλητο πεδίο, όταν δε γίνεται με απελευθερωτικούς σκοπούς (δηλαδή όχι οικονομίστικα ή προς χάριν μιας επιστημονικής ουδετερότητας), ήτοι όταν γίνεται μέσα από τις έννοιες και τους τρόπους κατανόησης της κριτικής της πολιτικής οικονομίας, με το περιεχόμενο που έχουν αυτές στην θεωρητική, κειμενική ανάπτυξή της, αλλά και μέσα στην ίδια την εμπειρία της ζώσας εργασίας, είναι αυτό που μπορεί να γονιμοποιήσει, να ανανεώσει, να αναγεννήσει σε ρηξικέλευθη κατεύθυνση την ίδια την πολιτική διαδικασία, διότι απλά επιθέτει την δυναμική και την οντολογία της ταξικής πάλης ως μητροπολιτικό σύνολο εισβαλλόντων εργατικών δυνάμεων στην πολιτική σκηνή.
Λοιπόν, επ' αυτών είναι χρήσιμο και ωφέλιμο να δούμε από κριτική σκοπιά, ποιές πλευρές έχουν ενταχθεί στην κανονιστική ανάπτυξη ενός τύπου πολιτικού κράτους, όπως αυτή αποτυπώνεται στα νομοθετικά κείμενά του. -Χρησιμοποιούμε τον όρο πολιτικό κράτος πάντοτε σε αντίθεση προς το θρησκευτικό, όχι μόνο για ιστορικούς λόγους, αλλά επειδή η απεύθυνση στην εργατική τάξη, στο παγκόσμιο προλεταριάτο δεν μπορεί να γίνεται μέσω επίκλησης κάποιου «Θεού», οποιοδήποτε προσωπείο κι αν φοράει, οποιοδήποτε είδωλο ή χαλκείο κι αν έχει. Αυτό είναι κεντρικό principle του εργατικού κινήματος απ' τα χρόνια της Διεθνούς Ένωσης Εργατών. -Δεν απευθυνόμαστε στους εργάτες «όποιον Θεό κι αν πιστεύουν». Απευθυνόμαστε στους εργάτες αποκλειστικά επί της βάσης της ενότητας των υλικών συμφερόντων τους, και όπως είναι γνωστό, η ικανοποίηση των εργατικών συμφερόντων είναι ανειρήνευτη και ασυμβίβαστη προς την ύπαρξη «Θεού».
“Η τεχνητή νοημοσύνη, το διαδίκτυο των πραγμάτων και η ρομποτική έχουν πολλά κοινά χαρακτηριστικά. Μπορούν να συνδυάζουν τη συνδεσιμότητα, την αυτονομία και την εξάρτηση από τα δεδομένα για την εκτέλεση καθηκόντων με ελάχιστο ή καθόλου ανθρώπινο έλεγχο ή εποπτεία. Τα εξοπλισμένα με τεχνητή νοημοσύνη συστήματα μπορούν επίσης να βελτιώνουν τις επιδόσεις τους αντλώντας διδάγματα από την εμπειρία. Ο σύνθετος χαρακτήρας τους αντικατοπτρίζεται τόσο στην πληθώρα των οικονομικών φορέων που εμπλέκονται στην αλυσίδα εφοδιασμού όσο και στην πολλαπλότητα συστατικών στοιχείων, μερών, λογισμικού, συστημάτων ή υπηρεσιών που συναπαρτίζουν τα νέα τεχνολογικά οικοσυστήματα. Στα χαρακτηριστικά τους προστίθεται η δεκτικότητά τους στις ενημερώσεις και τις αναβαθμίσεις μετά τη διάθεσή τους στην αγορά. Οι τεράστιοι όγκοι χρησιμοποιούμενων δεδομένων, η εξάρτηση από αλγορίθμους και η αδιαφάνεια της λήψης αποφάσεων της τεχνητής νοημοσύνης καθιστούν δυσχερέστερη την πρόβλεψη της συμπεριφοράς των προϊόντων που διαθέτουν δυνατότητες τεχνητής νοημοσύνης και την κατανόηση των πιθανών αιτίων τυχόν ζημίας. Τέλος, η συνδεσιμότητα και ο ανοικτός χαρακτήρας μπορούν επίσης να εκθέσουν τα προϊόντα τεχνητής νοημοσύνης και τα προϊόντα του διαδικτύου των πραγμάτων σε κυβερνοαπειλές” (Ευρωπαϊκή Επιτροπή, Βρυξέλλες, 19.2.2020, COM(2020) 64 final, Έκθεση σχετικά με τις επιπτώσεις της τεχνητής νοημοσύνης, του διαδικτύου των πραγμάτων και της ρομποτικής στην ασφάλεια και την ευθύνη, 1.2, σ. 2-3).
“Η Επιτροπή, στην ανακοίνωσή της με τίτλο «Οικοδόμηση εμπιστοσύνης στην ανθρωποκεντρική τεχνητή νοημοσύνη» αναφέρει ότι τα συστήματα ΤΝ θα πρέπει να περιλαμβάνουν ενσωματωμένους μηχανισμούς προστασίας και ασφάλειας ήδη από το στάδιο του σχεδιασμού, προκειμένου να βεβαιώνεται ότι είναι αποδεδειγμένα ασφαλή σε κάθε βήμα, θέτοντας ως προτεραιότητα τη σωματική και πνευματική ασφάλεια όλων των εμπλεκομένων” (οπ., 2, σ. 4).
“Οι προκλήσεις που παρουσιάζουν οι αναδυόμενες ψηφιακές τεχνολογίες για το ενωσιακό πλαίσιο ασφάλειας των προϊόντων παρουσιάζονται στη συνέχεια. Η συνδεσιμότητα αποτελεί βασικό χαρακτηριστικό του συνεχώς αυξανόμενου αριθμού προϊόντων και υπηρεσιών. Το χαρακτηριστικό αυτό θέτει υπό αμφισβήτηση την παραδοσιακή έννοια της ασφάλειας, καθώς η συνδεσιμότητα μπορεί να θέσει άμεσα σε κίνδυνο την ασφάλεια του προϊόντος και έμμεσα όταν αυτό μπορεί να παραβιαστεί με αποτέλεσμα να δημιουργούνται απειλές κατά της ασφάλειας και να επηρεάζεται η ασφάλεια των χρηστών ... Άλλο παράδειγμα αποτελεί ειδοποίηση που υπέβαλε η Γερμανία σχετικά με επιβατικό αυτοκίνητο [Ειδοποίηση RAPEX από τη Γερμανία που δημοσιεύθηκε στον ιστότοπο της πύλης της ΕΕ για την ασφάλεια (A12/1671/15)]. Το ραδιόφωνο του οχήματος μπορεί να έχει ορισμένα κενά ασφαλείας λογισμικού που επιτρέπουν σε μη εξουσιοδοτημένους τρίτους την πρόσβαση στα διασυνδεδεμένα συστήματα ελέγχου του οχήματος. Εάν τρίτος εκμεταλλευόταν τα εν λόγω κενά ασφάλειας λογισμικού για δόλιους σκοπούς, θα μπορούσε να επέλθει τροχαίο ατύχημα.” (οπ. σ. 6-7).
Το πιο σημαντικό είναι, ότι η ΕΕ αποδέχεται την “συνωμοσιολογία” και τα “nonsense” μας περί ανεξαρτητοποίησης τεχνητής νοημοσύνης:
“Η αυτονομία είναι ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της τεχνητής νοημοσύνης. Τυχόν ανεπιθύμητα αποτελέσματα που βασίζονται στην τεχνητή νοημοσύνη θα μπορούσαν να προκαλέσουν βλάβη στους χρήστες και τα εκτεθειμένα πρόσωπα. Εφόσον η μελλοντική «συμπεριφορά» των προϊόντων τεχνητής νοημοσύνης μπορεί να καθοριστεί εκ των προτέρων από την εκτίμηση επικινδυνότητας που πραγματοποιεί ο κατασκευαστής προτού διατεθούν τα προϊόντα στην αγορά, το ενωσιακό πλαίσιο για την ασφάλεια των προϊόντων προβλέπει ήδη υποχρεώσεις για τους παραγωγούς να λαμβάνουν υπόψη κατά την εκτίμηση επικινδυνότητας τη «χρήση» των προϊόντων καθ’ όλη τη διάρκεια του κύκλου ζωής τους. Το εν λόγω πλαίσιο προβλέπει επίσης ότι οι κατασκευαστές πρέπει να παρέχουν οδηγίες και πληροφορίες ασφάλειας ή προειδοποιήσεις για τους χρήστες. Στο πλαίσιο αυτό, για παράδειγμα, η οδηγία για τον ραδιοεξοπλισμό απαιτεί από τον κατασκευαστή να περιλαμβάνει οδηγίες με πληροφορίες σχετικά με τον τρόπο χρήσης του ραδιοεξοπλισμού σύμφωνα με τη σκοπούμενη χρήση του. Μπορεί επίσης να υπάρξουν καταστάσεις στο μέλλον, στις οποίες τα αποτελέσματα των συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης δεν μπορούν να καθοριστούν πλήρως εκ των προτέρων. Σε μια τέτοια περίπτωση, η εκτίμηση επικινδυνότητας που πραγματοποιείται πριν από τη διάθεση του προϊόντος στην αγορά ενδέχεται να μην αντικατοπτρίζει πλέον τη χρήση, τη λειτουργία ή τη συμπεριφορά του προϊόντος. Στις περιπτώσεις αυτές, στο μέτρο που μεταβάλλεται, λόγω της αυτόνομης συμπεριφοράς, η σκοπούμενη χρήση, η οποία είχε αρχικά προβλεφθεί από τον κατασκευαστή, και επηρεάζεται η συμμόρφωση με τις απαιτήσεις ασφάλειας, θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι απαιτείται νέα επαναξιολόγηση του αυτοδιδασκόμενου προϊόντος” (οπ. σ. 8).
“Οι σχετικές ενωσιακές νομοθετικές πράξεις μπορούν να προβλέπουν ειδικές απαιτήσεις για την ανθρώπινη εποπτεία, ως μέτρο διασφάλισης, από τον σχεδιασμό του προϊόντος και καθ’ όλη τη διάρκεια ζωής των προϊόντων και συστημάτων τεχνητής νοημοσύνης. Η μελλοντική «συμπεριφορά» των εφαρμογών τεχνητής νοημοσύνης θα μπορούσε να δημιουργήσει κινδύνους για την ψυχική υγεία των χρηστών που απορρέουν, για παράδειγμα, από τη συνεργασία τους με ανθρωποειδή ρομπότ και συστήματα τεχνητής νοημοσύνης, στο σπίτι ή στο εργασιακό τους περιβάλλον. Στο πλαίσιο αυτό, σήμερα, η ασφάλεια χρησιμοποιείται γενικά για να εκφράσει στην εκλαμβανόμενη απειλή σωματικής βλάβης του χρήστη η οποία μπορεί να προέλθει από την αναδυόμενη ψηφιακή τεχνολογία. Ταυτόχρονα, τα ασφαλή προϊόντα ορίζονται στο ενωσιακό νομικό πλαίσιο ως προϊόντα που δεν παρουσιάζουν κανέναν κίνδυνο ή απλώς ελάχιστους κινδύνους για την ασφάλεια και την υγεία των προσώπων. Είναι κοινώς αποδεκτό ότι ο ορισμός της υγείας περιλαμβάνει τόσο τη σωματική όσο και την ψυχική ευεξία. Ωστόσο, οι κίνδυνοι για την ψυχική υγεία θα πρέπει να περιλαμβάνονται ρητά στην έννοια της ασφάλειας των προϊόντων υπό το νομοθετικό πλαίσιο. Για παράδειγμα, η αυτονομία δεν θα πρέπει να προκαλεί υπερβολικό άγχος και ενόχληση για παρατεταμένες περιόδους και να βλάπτει την ψυχική υγεία. Στο πλαίσιο αυτό, παράγοντες που επηρεάζουν θετικά την αίσθηση ασφάλειας για τους ηλικιωμένους θεωρούνται: οι ασφαλείς σχέσεις με το βοηθητικό προσωπικό υγειονομικής περίθαλψης, o έλεγχος των δραστηριοτήτων της καθημερινής ζωής και η ενημέρωση σχετικά με αυτή. Οι παραγωγοί ρομπότ τα οποία αλληλεπιδρούν με ηλικιωμένους θα πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τους τους εν λόγω παράγοντες ώστε να προλαμβάνονται κίνδυνοι για την ψυχική υγεία. Όσον αφορά, μεταξύ άλλων, τα ανθρωποειδή ρομπότ τεχνητής νοημοσύνης, θα μπορούσαν να προβλεφθούν στο πεδίο εφαρμογής της σχετικής ενωσιακής νομοθεσίας ρητές υποχρεώσεις για τους παραγωγούς να συνεκτιμούν ρητά την ηθική βλάβη που θα μπορούσαν να προκαλέσουν τα προϊόντα τους στους χρήστες και ιδίως σε ευάλωτους χρήστες όπως ηλικιωμένους σε μονάδες φροντίδας. Ένα άλλο ουσιώδες χαρακτηριστικό των βασιζόμενων σε τεχνητή νοημοσύνη προϊόντων και συστημάτων είναι η εξάρτηση από τα δεδομένα. Η ακρίβεια και η συνάφεια των δεδομένων είναι ουσιαστικής σημασίας για να εξασφαλιστεί ότι τα συστήματα και τα προϊόντα με βάση την τεχνητή νοημοσύνη λαμβάνουν τις αποφάσεις όπως προοριζόταν από τον παραγωγό” (οπ., σ. 10).
“Πρόσθετοι κίνδυνοι που ενδέχεται να έχουν επιπτώσεις στην ασφάλεια είναι εκείνοι που απορρέουν από τον σύνθετο χαρακτήρα των προϊόντων και των συστημάτων, διάφορα κατασκευαστικά στοιχεία, συσκευές και προϊόντα μπορούν να ενοποιηθούν και να επηρεάζουν το ένα τη λειτουργία του άλλου (π.χ. προϊόντα που αποτελούν μέρος ενός οικοσυστήματος έξυπνου σπιτιού) ... Τα σύνθετα συστήματα περιλαμβάνουν συχνά λογισμικό, το οποίο αποτελεί βασικό κατασκευαστικό στοιχείο ενός συστήματος που βασίζεται στην τεχνητή νοημοσύνη. Γενικά, ως μέρος της αρχικής εκτίμησης επικινδυνότητας, ο κατασκευαστής του τελικού προϊόντος υποχρεούται να προβλέψει τους κινδύνους του ενσωματωμένου στο εν λόγω προϊόν λογισμικού κατά τον χρόνο διάθεσης του προϊόντος στην αγορά.” (οπ., σ. 11).
Στις 21/4/2021 εξεδόθησαν τα Παραρτήματα (COM(2021) 205 final) της Επιτροπής με τίτλο “Fostering a European approach to Artificial Intelligence”, αφορώντα τις εφαρμογές της σε κλίμα, περιβάλλον, υγεία, δημόσιο τομέα, ρομποτική, επιβολή νόμου, μετανάστευση, άσυλο, μετακινήσεις, βιομηχανία αγροτικών προϊόντων. Κατά την ίδια ημεροχρονολογία εξεδόθη Πρόταση για Κανονισμό του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και Συμβουλίου επί των μηχανουργικών προϊόντων [COM(2021) 202 final 2021/0105 (COD)], η λεγόμενη Μηχανουργική Οδηγία (Machinery Directive – MD), η οποία επί το πλείστον περιέχει κατηγορικούς προσδιορισμούς και πρόνοιες, εξειδικευόμενη με τα 11 Παραρτήματά της [COM(2021) 202 final]. Χαρακτηριστικό είναι ότι στην κατηγορία Υψηλού Ρίσκου Μηχανουργικά Προϊόντα του Παραρτήματος Ι συγκαταλέγονται στις δύο τελευταίες θέσεις: 24. Λογισμικά διασφαλίζοντα λειτουργίες ασφάλειας, περιλαμβάνουσες συστήματα ΤΝ, 25. Μηχανουργικά συστήματα ΤΝ, ενθέτοντα, εξασφαλίζοντα λειτουργίες ασφάλειας, και στα επόμενα Παραρτήματα επιβάλλονται μέτρα ασφάλειας.
Σε ό,τι μας αφορά, δι' αυτών χωρεί βιομηχανοποίηση της γνωσιοπληροφοριακής εργασίας με όρους αδιαμεσολαβότητας και όχι τόσο με τις διαμεσολαβήσεις του συστήματος πραγματικής υπαγωγής της εργασίας στο κεφάλαιο.
Το δικαιοπολιτικό πλαίσιο των αλλαγών περιέχεται στο έγγραφο με τίτλο “COMMISSION STAFF WORKING DOCUMENT IMPACT ASSESSMENT. Accompanying the Proposal for a Regulation of the European Parliament and of the Council on machinery products, [SWD(2021) 82 final].
Μπορεί να ειπωθεί, ότι εν πρώτοις παρατηρείται μεγάλη απόσταση μεταξύ των πραγματικοτήτων που ρυθμίζονται κανονιστικά και της τρέχουσας πολιτικής διαπάλης στις χώρες της ΕΕ. Αυτό είναι από μόνο του απόδειξη του ειδικά προσδιορισμένου χαρακτήρα του παραγωγικού προτσές, και της ανάγκης η κοινωνική εργασία στο σύνολό της να αποκτήσει την απαιτούμενη ειδικοποίηση (Spezifikation), ήτοι η συνολική εργατική δύναμη να αναβαθμισθεί και να προαχθεί στο επίπεδο ικανότητας χειρισμού και θέσεως σε κίνηση αυτής της μηχανουργίας, κάτι που είναι πεδίο της πάλης των τάξεων σε συνολικό επίπεδο, και αφορά τους κρίσιμους τομείς υγείας και εκπαίδευσης.
Το Ιούνιο του 2021 ψηφίσθηκε ο Μηχανουργικός Κανονισμός επί της βάσης της ως άνω Οδηγίας.[2] Με αυτό στην οπτική της κριτικής της πολιτικής οικονομίας έχουμε την ανύψωση της πάλης του εργάτη κόντρα στην μηχανή στο επίπεδο νομοθεσίας που αφορά πολλές αναπτυγμένες χώρες. Αυτό είναι ως τέτοιο μια επιτυχία, που έγινε επιτευκτή και κατορθωτή στο μέτρο που ο συλλογικός εργάτης συμμετέχει σε αυτήν την πάλη, την αντιλαμβάνεται ως λεπτομερειακή εργασία του. Είναι απλά η επίθεση της κεντρικότητας της βιομηχανικής εργασίας στο νομοθετικό και στο ανώτερο θεσμικά πολιτικό.
Αυτό ήδη διαμορφώνει ένα νέο τοπίο στην διεξαγωγή και ανάπτυξη της ταξικής πάλης μέσα στους χώρους εργασίας. Είναι μια παράμετρος, που στο μέτρο κατά το οποίο μας ευνοεί και μας ωφελεί, πρέπει να την προτάσσουμε.
Απ’ αυτό και πέρα έχουμε εκδιπλώσεις (deployments) τόσο στην παραγωγή cyborgs, όσο και στην cyborg παραγωγή.
Ένα βήμα είναι ότι παρατηρήθηκε μια υποχώρηση των αφεντικών στην ίδια την οντολογική/μηχανολογική περιγραφή των cyborgs απ’ αυτήν η οποία επικρατούσε πριν 3 χρόνια περίπου, καθ’ όσον αναγκάσθηκαν (υπό το βάρος των ίδιων των ταξικών αγώνων) να μετατοπισθούν στην έννοια του συστήματος (της διασύνδεσης, συνάρθρωσης cyborg εργάτη και μηχανής), το οποίο ταυτίζεται με υπαρκτές, λειτουργούσες εργοστασιακές μηχανουργίες.[3]
Τούτου δοθέντος, τα ταλαιπωρούντα μηχανολογικά υλικά
παρίστανται ως εξής:
-Οι εκσυγχρονισμένες (desynchronized, και γι’ αυτό επί το πλείστον κακόβουλα λειτουργούσες) κατ’ ευφημισμό
καλούμενες «λογικές μηχανές»: η
μηχανολογία των μέσου επιπέδου παραγωγικής ανάπτυξης μιλιταρισμών, και των
απλήρωτων θυσιών για πατρίδες, με τις
οποίες ουδεμία σχέση έχουμε κιόλας.
-Οι αφηρημένες μηχανές, για τις οποίες έχουμε
αναπτύξει κριτική εδώ: η μηχανολογία απλήρωτου machine learning, απλήρωτης σύνδεσης
με λειτουργίες του εποικοδομήματος και του υπερκτίσματος.
-Η μηχανολογία της εμφυλοποίησης. Στην οπτική μου, όσο αυστηρό κι αν ακούγεται, η υιοθέτηση μιας τόσο ουμανιστικής στάσης στην cyborg λειτουργία λειτουργεί μέσα από την ίδια την Αντικειμενικότητα ως υποβάθμιση, πισωγύρισμα. Το ίδιο και με το θέμα των θρησκευτικών ταυτοτισμών.
Όσο η ταξική πάλη καθιστά αυτά τα υλικά χρήσιμα μόνο για κάθε είδους ανακύκλωση, τόσο με το ανέβασμα και την αύξηση της εργατικής ισχύος, του εργατικού μισθού κλπ., η ίδια η κοινωνία θα γίνεται πιο ανθρώπινη, πιο χαρούμενη, πιο ασφαλής, πιο ελεύθερη, με περισσότερη δημοκρατικότητα, με περισσότερο και πιο εργατικά καθορισμένο σοσιαλισμό.
Προσέτι, αναπτύσσεται η επιλογή, αλλά και το
σύστημα σεντιμενταλισμού, επομένως και καλλιτεχνικοποίησης ποσοτήτων και
ποιοτήτων της βιομηχανικής cyborg λειτουργίας.[4]
Έχει να κάνει με τις κλίσεις του καθενός. Το ζήτημα που βάζουμε, είναι για κάθε
τέτοια καλλιτεχνικοποίηση, να υπάρχει κι η ισοδύναμη αμοιβή, ακόμα κι αν δεν
έχει παραχθεί από συγκεκριμένη εργασία ως τέτοια. Πρέπει να επιβληθεί με την
σιδερένια ισχύ του δίκιου του εργάτη: τα κάθε είδους κομματικά πρόσφορα από εμάς δεν είναι επιτρεπτά.
[1] Επί παραδείγματι σε ένα
μερικό επίπεδο βλ. Peter
Burt, Cyborg Dawn? The military use of human augmentation for war fighting, Drone
Wars UK, Unit 34, The Wincombe Centre, Shaftesbury, SP7 9QJ, May 2023.
[2] Ενδεικτικά βλ. https://cypag.com/en/machinery-directive-becomes-machinery-regulation/
[3] Ενδεικτικά βλ. https://www.cyborg-engravers.com/
[4] Βλ. Mark Coeckelbergh, New Romantic Cyborgs.
Romanticism, Information, Technology, and the End of the Machine, The MIT
Press, Cambridge, Massachusetts, London, England, 2017.
No comments:
Post a Comment