Ι.
To Συντακτικό πλαίσιο
πάλης
Η
Φορντική οργάνωση του
κράτους είναι η στρατηγική της όλο και
πιο επεκτεινόμενης
αναπαραγωγής του κοινωνικού συνολικού
κεφαλαίου:
το κράτος δρα, ώστε όλο και περισσότερες
ποσότητες πρόσθετης αξίας αφενός να
ξαναρίχνονται στο μη διαμεσολαβημένο
παραγωγικό προτσές και αφετέρου να
μεγαλώνει το ποσοστό της πρόσθετης
αξίας και της απόλυτης εδαφικής προσόδου, το οποίο μετατρέπεται
σε φόρο, ο οποίος φόρος χρησιμοποιείται
για την χρηματοδότηση του εκάστοτε κρατικά
οργανωμένου παραγωγικού και αναπαραγωγικού προτσές.
Αυτό
ήταν μια εποχή Συστημικής
σύγκλισης με τον "κρατικό
σοσιαλισμό" της ΕΣΣΔ, αν όχι κάτι ab
sich παρόμοιο. Στην προφάνεια
της φαινομενολογίας της, αυτή η
κρατική μορφή ήλθε σε
ανταγωνισμό προς τις
καπιταλιστικές επιδιώξεις αποθησαυρισμού και αποθεματοποιήσεων
χρηματοκεφαλαίου, αναπτυχθείσες
κατά την "ενεργειακή κρίση" της δεκαετίας
του 1970 από τις προσίδιες
βιομηχανίες και τις πετρελαιοπαραγωγές
χώρες. Η συνέχεια και το συνολικό
πλαίσιο έχει επαρκώς περιγραφεί,
κάτι το οποίο οδήγησε στην συμβατικά
καλούμενη νεοφιλελεύθερη/μονεταριστική
αναδιάρθρωση του κράτους και του
κεφαλαίου, ξεκινώντας από ΜΒ και ΗΠΑ, ως συνολική απάντηση στον σφόδρα ενεργοποιηθέντα νόμο πτωτικής τάσης του ποσοστού κέρδους.
Ωστόσο,
αν η απάντηση του κεφαλαίου ως τέτοιου
ήταν κάτι σχετικά προβλέψιμο και γνώριμο,
δεν ισχύει το ίδιο για τις "περιπέτειες"
της κρατικής μορφής σε αυτήν την δεκαετία.
Έως και την δεκαετία του 1950, η ανάπτυξη του
εργατικού κινήματος και η επαναστατική
αντιπαράθεσή του προς το κεφάλαιο, είχε
με ανταγωνιστικό τρόπο
εντοπίσει τρεις κεντρικές μορφές
καπιταλιστικού κράτους στην ηπειρωτική
Ευρώπη, διακρινόμενες μεταξύ
τους με κριτήριο Συντακτικής
λειτουργικότητας, διακρινόμενες από
την Αγγλοσαξονική πολιτεία με κριτήριο
τον αντιφιλελευθερισμό τους:
-το
κράτος-επιτελείο, το οποίο συμμετέχει
ενεργά στην ταξική πάλη, όπως φανερώθηκε
στα 1840-1850 μέσα από τον
Πρωσικό
και Τσαρικό γραφειοκρατικό
κρατικισμό και
καμεραλισμό, και τον Φραγκικό
νεο-Βοναπαρτισμό, αποκρινόμενο στο κατώφλι ιστορικής συντηρητικοποίησης και αντιδραστικοποίησης της Ευρωπαϊκής μπουρζουάδικης τάξης (Ιούνης 1848). [ενδεικτικά βλ. Die Klassenkämpfe in Frankreich 1848 bis 1850. Geschrieben 1850. Erstmals veröffentlicht in: "Neue Rheinische Zeitung. Politisch-ökonomische Revue", Hamburg 1850, unter der Überschrift "1848 bis 1849"].
-το κράτος-μηχανή του Β΄ Ράιχ
και του ΠΠΑ, που εντόπισε και περιέγραψε
κριτικά ο Λένιν ως μια στιγμή της
συνολικής επαναστατικής διαδικασίας, αντιστοιχιζομενο στις συνθήκες και περιστάσεις της δεύτερης βιομηχανικής επανάστασης, αναδειχθέν το πρώτον στον Γερμανο-Φραγκικό Πόλεμο. [ενδεικτικά βλ. Friedrich Engels, Über den Krieg. Geschrieben von Ende Juli 1870 bis Februar 1871. Veröffentlicht in »The Pall Mall Gazette«, und Der Bürgerkrieg in Frankreich, Adresse des Generalrats der Internationalen Arbeiterassoziation. Geschrieben April/Mai 1871].
-τις
νέες δικτατορικές μορφές της κρατικής
εξουσίας στην Φασιστική
Ιταλία και στην Εθνικοσοσιαλιστική
Γερμανία, συντείνουσες προς το έσχατο όριο, στο οποίο η υπερπαραγωγή απολύει την ποιότητά της ως σχετικό και η ανταλλακτική αξία κινδυνεύει με κοινωνικό αφανισμό.
Η
επίγνωση εκ μέρους του εργατικού και
κομμουνιστικού κινήματος, ότι η ανάπτυξη
της ταξικής πάλης αναγκαία αποκτά στρατηγικές
αγκυρώσεις στο ζήτημα της κρατικής
εξουσίας επιβάλλει -και προκειμένου να αποφευχθεί
ένας κατακερματισμός της εργατικής
κριτικής ως προς το ζήτημα
του κράτους, τόσο σε
θεωρησιακό, όσο και σε έμπρακτο
επίπεδο- την κριτική αναγνώριση του καπιταλιστικού
κράτους στο αυτοκρατορικό επίπεδο
συγκρότησης και σύνθεσης των συσχετισμών
ισχύος και της ισορροπίας των δυνάμεων.
Όλο και πιο πολύ καθίσταται ευκρινές,
ότι το καπιταλιστικό κράτος στην ταξική
πάλη αντλεί (αντεστραμμένα)
τις δυνάμεις του από την θεωρία και την
πρακτική του Ρωμαϊκού
Δικαίου:
Το
κράτος-μπουρζουάδικο επιτελείο-επιτροπή είναι
στο κοινωνικό το κράτος των μαγίστρων, συμβούλων, κηνσόρων, ρουφιάνων και δημάρχων. Το καπιταλιστικό
κράτος-μηχανή δεν μπορεί
παρά να είναι το ιμπεριαλιστικό
κράτος-λεγεώνες, κάτι που αναδείχθηκε
μέσα από τις ίδιες τις Γερμανικές
στρατιές του Βίσμαρκ στα 1871. Εν τούτοις,
το κράτος-απόφαση: η κατά
την κατάσταση εξαίρεσης
εκτύλιξη σε τέτοιο βαθμό των εσωτερικών
αντιθέσεων έως το σημείο της αυτοαναστολής,
της αυτοκατάργησης, κάτι
που θέτει συνεχώς επί του πρακτέου την
Δικτατορική δυνατότητα:
την πολιτική θαυματουργία
στην μορφή της Νομιναλιστικής
"potentia absoluta" -αυτό
ήταν το τότε νέο ιστορικό επεισόδιο.
Ωστόσο,
η γνήσια έννοια της Δικτατορίας
στην εμπειρία και πρακτική του Ρωμαϊκού
Δικαίου μάλλον είναι
προσοίκεια και ωφέλιμη
στο popolo, στο
προλεταριάτο, στις
πληβειακές μάζες και
στους δούλους,
παρά στους Συγκλητικούς, τους
πατρικίους, τους βιλλάνους και στους
αξιωματούχους, καθ' όσον η
διαδικασία απ' όπου αναδεικνυόταν, ήταν
η μαζική μη διαμεσολαβητότητα της
“comitia curiata”. Απ' αυτήν
την άποψη, η Σμιτιανή
Συνταγματική θεωρία
και πρακτική θα ήταν
ανέφικτη, χωρίς τον Απρίλη,
Ιούνη, Οκτώβρη του 1917, χωρίς τον
Νοέμβρη του 1918.
Πριν ακόμη την δεκαετία του 1970, το
Δικτατορικό ζητούμενο
αναπτύχθηκε μέσα στους ίδιους τους
υλικούς όρους της ταξικής πάλης, με την
ΜΠΠΕ. Μπορεί να εκληφθεί ως η πιο επιθετική
πολιτική μορφή που έλαβε το εργατικό
επαναστατικό κίνημα στο παγκόσμιο
επίπεδο διεξαγωγής των ταξικών συγκρούσεων
της εποχής
Η
ανά χώρες κεντρική απάντηση
του καπιταλιστικού κράτους
ήτο η στρατηγική της έντασης σε Αλγερία,
Φραγκική Επικράτεια,
Ιταλία, ΟΔΓ, ενώ σε παγκόσμιο
επίπεδο, η απάντηση ήτο
η εξαπόλυση εκ μέρους των ΗΠΑ ενός
πολέμου μεγάλης κλίμακας και έντασης
(Βιετνάμ) ως μέσο μιλιταριστικής
πειθάρχησης μέσα από την
μαζική πραγμάτωση αξίας με μαζικούς
καταστροφικούς όρους.
Σε
αυτές τις συνθήκες, μέσα στις καπιταλιστικές
μητροπόλεις η οργανωμένη μορφή ένοπλης
πολιτικής πάλης αναπτύχθηκε (κύρια σε
Ιταλία, Γερμανία, Μέση Ανατολή)
ως συγκρουσιακή διαλεκτική
προς το καπιταλιστικό κράτος και ως μια
επιθετική απάντηση στην στρατηγική
της έντασης, ανεξάρτητα από
το πόσο πετυχημένη και πόσο αποτελεσματική
ήταν.
Πάλι,
ανά χώρες, η απάντηση της
στρατηγικής της
έντασης απέναντι στις νέες ένοπλες
προκλήσεις του πολιτικού
κινήματος της εργατικής τάξης, ήτο το
στήσιμο στρατιωτικών πραξικοπημάτων
και προσίδιων διακυβερνήσεων
(Ελλάδα, Κύπρος, Τουρκία, Χιλή, και σε άλλες χώρες της Νότιας Αμερικής), στον ίδιο χρόνο κατά τον
οποίο οι μεσοπολεμικές παραδοσιακές
δικτατορίες (Ισπανία, Πορτογαλία, Αργεντινή) εισήρχοντο σε κρίση.
Αυτή η σε αδρές γραμμές κριτική περιγραφή
των ιστορικών οριζουσών
της αντιπαράθεσης για το κράτος, διαθέτει
την αρετή, ότι είναι διαχωρισμένη από
το δικαιωματίστικο Μπρεζνιεφικό αντιϊμπεριαλιστικό
διπολικό αφήγημα μυστικοποίησης
και ιδεολογικής διαστρέβλωσης
των κοινωνικοταξικών
ανταγωνισμών.
Ωστόσο,
πρέπει να ειπωθεί, ότι κατά την ίδια εποχή, με χαρακτηριστικό παράδειγμα
την Τσεχοσλοβακία (1968) και
την στρατιωτική επέμβαση σε αυτήν, το Σοβιετικό
κατεστημένο εφάρμοσε παραπλήσιες πρακτικές έντασης και δικτατορικής επέμβασης, κάτι το οποίο είχε εγκαινιασθεί στα 1956 με
τις επεμβάσεις στο ΚΚΕ
και στην Ουγγαρία.
Ένα
συμπέρασμα που μπορεί να βγει, είναι
ότι η μορφική ενιαιότητα των
αντικειμενικών χαρακτηριστικών ανάπτυξης
του κεφαλαίου στις τότε
συνθήκες της τρίτης
βιομηχανικής επανάστασης (ο δοσμένος
και ιστορικά προσδιορισμένος
βαθμός ενότητας παραγωγικών σχέσεων
και παραγωγικών δυνάμεων) είχε μια τρόπω
τινί ισοδύναμη επίδραση
στις συντακτικές και πολιτικές
μορφές των Σοβιετικών
στρατηγικών επιλογών.
ΙΙ. Η τοποθέτηση ενός προβλήματος
Η
θεωρησιακή αναζήτηση επί της τρέχουσας
πολιτικής πραγματικότητας σε ένα τόσο
δύσκολο ζήτημα, εκ των πραγμάτων μεταθέτει
την προσίδια δραστηριότητα
σε ένα αρχιτεκτονικό, αισθητικό,
καλλιτεχνικό, μοριακό, γλωσσολογικό
κλπ. πλαίσιο σχέσεων η συγκροτεί
τέτοια
επίπεδα κριτικής έρευνας:
Στις
ημέρες άρνησης εργασίας στο εργοστάσιο,
στις ημέρες των διαδηλώσεων, των απεργιών,
της κοπάνας η ακόμη και της περιστασιακής
ανεργίας μετά από κάποια
απόλυση, ο αγωνιστής εργάτης
μπορούσε να δει και να
βιώσει την μητρόπολη ως το εμπνευσμένο
από το ξεσηκωμένο Πεκίνο "ουράνιο βασίλειο".
-Τι επακολουθεί της εφόδου στον ουρανό;
Σε ένα πιο συγκεκριμένο πλαίσιο αναφοράς,
είναι η αντιπαράθεση μεταξύ του γειωμένου εργάτη και των υψηλής θεωρίας
ζητημάτων της ουράνιας κομματικής
ιεραρχίας, σε συνθήκες που τα
απανωτά εξεγερτικά προτσές
προσεγγίζουν τους
υψηλούς στρατηγικούς κόμβους, και η
αρχική Επαναστατική ορμή
πρέπει να μετασχηματισθεί
σε μια ανωτέρου επιπέδου
ευθυκρισία.
Κι
όμως, αρνηθήκαμε την ερώτηση,
δίδοντας αρνητική απάντηση, μόνο επειδή
βλέπουμε την κατάργηση
της ερώτησης στις υψομετρικά
άνωθεν επελάσεις των ορδών. Αυτή
η συλλογική απείθεια διαθέτει τα ίδια
ακριβώς ηθικοπολιτικά ελατήρια με την
μετέπειτα πλήρη άρνηση της παραμικρής
εξουσίας των ανακριτών, δικαστών,
εισαγγελέων και λοιπών παρατρεχάμενων
του PCI.
Η
μόνη αρνητικά προσδιορισμένη θετικότητα,
που προήλθε από αυτήν την επιλογή, ήταν
η εφαρμογή της σχιζοανάλυσης στην κριτική ιστορία της κρατικής μορφής.
ΙΙΙ.
Καινοτόμες Προτάσεις
Η θεωρία του Αλτουσέρ για τις
Ιδεολογικές Λειτουργίες του Κράτους,
παρότι διατυπώθηκε επί το πλείστον επί
της ανάλυσης του έργου του Λένιν, είναι
εν μέρει συναφής στην κριτική στην
“Γερμανική Ιδεολογία”, παρότι επίσης
αρνείται την αξία της, διότι, όπως λέει,
δεν είναι ... Μαρξιστική, αλλά μεταφυσική.
Με δεδομένο αυτό, πρόκειται για
μια θεωρία που διεισδύει σε, και αναλύει
κριτικά πτυχές της κρατικής εσωτερικότητας
και τους τρόπους εξωτερίκευσής της στις
δημόσιες οικονομικές λειτουργίες του
κράτους (σύστημα εκπαίδευσης, δημόσια
διοίκηση, στρατός, σύστημα υγείας και
πρόνοιας), οι οποίες έχουν να κάνουν με
την κοινωνική αναπαραγωγή, καθώς και
στις ατομικά ή συντεχνιακά/κοινοτικά
προσδιορισμένες κοινωνικές λειτουργίες
(οικογένεια, σωματειακή ζωή, εκκλησιαστικά οργανωμένη θρησκεία, τύπος,
κουλτούρα).
Η επιστημολογική και πολιτική
αξία του κειμένου και της θεωρίας του
Αλτουσέρ είναι, ότι μέσα στην καθηγητική
αυστηρότητα και ακρίβειά του βάζει
σχηματικά τα πράγματα σε μια σειρά:
διαμορφώνει ένα σχηματικό διάγραμμα
ταξικής πάλης στο προτσές αναπαραγωγής
του κοινωνικού συνολικού κεφαλαίου, το
οποίο συντείνει στην χαρτογράφηση
του κρατικού μηχανισμού.
Η
δομή
ως κρατική ιδεολογική λειτουργία
εμφανίζεται στην “Γερμανική Ιδεολογία”
μέσα από το σύστημα κρατικών εγκεφάλων (Kopfsystem),
αλλά ουδέποτε ως οικονομική, παραγωγική
λειτουργία, ουδέποτε ως τμήμα της
πολιτικής οικονομίας ως τέτοιας. Ωστόσο,
η συγκεκριμένη δομή
(και όχι συλλήβδην η Γερμανική Ιδεολογία,
ή η Ιδεολογία εφ' όλων) μοιάζει ανιστορική,
μόνο στα μυαλά των Ιδεολόγων: την
φαντασιώνονται απαράλλαχτη και αμετάβλητη
από την αρχαία Αίγυπτο μέχρι την Πρωσική
μοναρχία κι ακόμα παραπέρα. Σε αυτήν
την αυταπάτη, η συγκεκριμένη δομή,
το σύστημα κρατικών εγκεφάλων, είναι η
κύρια κρατική
δομή,
αν όχι το
ίδιο το κράτος.
Αν, όμως, η επιστημολογική φύση της κατηγορίας
δομή (κάτι το οποίο έλκει την καταγωγή
του από την ανθρωπολογία του Κλοντ Λεβί Στρως) παραπέμπει εκ
των πραγμάτων
σε μια ανιστορική κατανόηση ή σε μια
ανιστορική αντίληψη των κοινωνικών
λειτουργιών και μετασχηματισμών (κάτι
το οποίο μετατρέπεται διανοητικά σε
ding
in sich),
δεν είναι προβληματική (ή έστω αντιφατική) η αναγόρευση
της κατηγορίας δομή σε κεντρική της
Μαρξιστικής κριτικής ανάλυσης, όπως
γίνεται συχνά στο έργο του Αλτουσέρ;
Η
αμφιλεγόμενη
φράση που παραφράζει ο Αλτουσέρ
(αναφέροντας, ότι “η Ιδεολογία δεν έχει
Ιστορία”), είναι, ότι το δίκαιο δεν έχει
περισσότερη δική του ιστορία απ' ό,τι η
θρησκεία.
Αν
και επιστημολογικά θεωρούμε ωφέλιμη
την εφαρμογή του κοντεξτουαλισμού στην κειμενική/διανοητική ανάλυση, η φράση δεν είναι συγκυριακή
ή ευκαιριακή επί της συγκυρίας που
γράφηκε το έργο, αλλά ως εννοιολογική
φράση συνεχίζει να αξιώνει την εγκυρότητά
της, καθ' όσον προβοκατόρικα συμπυκνώνει
την βασική γραμμή της κριτικής στην
Γερμανική Ιδεολογία. Δεν κατανοείται
αυτό – ουδέν κατανοείται απ' όλη την
Γερμανική Ιδεολογία.
Σε ένα συνολικότερο
επίπεδο, πρόκειται για την αναπαραγωγή
και μετάθεση της επιστημολογικής
διάστιξης μεταξύ Πραγματικού Ουμανισμού
(σε αντίθεση προς τον Πνευματισμό ή τον Θεωρησιακό Ιδεαλισμό)
και Ιστορικισμού, κάτι που κατανοείται
κριτικά, αν η Γερμανική Ιδεολογία
διαβασθεί σε συσχέτιση και συνδυασμό
με τα Οικονομικο-Φιλοσοφικά Χειρόγραφα
(1844). Ο Γκράμσι το συνόψισε: Ουμανισμός
ή Ιστορικισμός. Η ίδια ακριβώς διάστιξη
διέπει τον δομισμό του Αλτουσέρ σε
συσχέτιση με το έργο του για τον
Μοντεσκιέ.
Δεν έχει να κάνει με
κάποιο εσωτερικό θεωρητικό δίλημμα,
αλλά με την ίδια την εν τοις ιδίοις όροις
αντιφατική αντικειμενικότητα του
κεφαλαίου: με το πώς η κρατική μορφή
αποκρίνεται ή δεν αποκρίνεται στην
αντικειμενικότητα του κεφαλαίου ως
περιεχόμενο (απ' όπου και προκύπτουν
και οι δομικές λειτουργίες ως υποτιθέμενα
πράγματα εν εαυτοίς), και με το πως ο Mensch
τίθεται στο επίκεντρο
του καπιταλιστικού ενδιαφέροντος ως
υπό διαμόρφωση αφηρημένος φορέας της
εργατικής δύναμης, κύρια της αφηρημένης
εργασίας.
Το Ιστορικιστικό
ζήτημα είναι από φιλοσοφική άποψη ζήτημα
ενδεδειγμένου Φορμαλισμού, το Ουμανιστικό
ζήτημα είναι σε τελική ανάλυση ζήτημα
ανάπτυξης, εξέλιξης και κοινωνικοποίησης
της αφηρημένης εργασίας.
ΙV. Η Γερμανική Απάντηση
Στον
ίδιο χρόνο, μέσα σε ένα σχετικά ασφυκτικό
πλαίσιο κομματικού και κατασταλτικού
ελέγχου αναπτύχθηκε η Γερμανική Θεωρία
της Staatsableitung13 (της Απορροής/Επαγωγής του κράτους από το
κεφάλαιο), σε άμεση σύνδεση με την κριτική
θεώρηση του Πασουκάνις περί της
εμπορευματικής σύλληψης του υποκειμένου
του δικαίου και των προσίδιων σχέσεων.
Σε
γενικές γραμμές, είναι μια πολιτική που
κάνει την Θεωρησιακή Ζωή μας πιο εύκολη.
Ωστόσο, η βασική αρετή της έγκειται στο
ότι αναπτύσσεται επί των πιο προηγμένων
παραγωγικών δυνάμεων, επί της ίδιας της
αντίθεσης μεταξύ παραγωγικών σχέσεων
και παραγωγικών δυνάμεων. Αυτό της
προσδίδει την ιδιότητα της μελλοντικότητας:
το
(νοήμον) κράτος ως μηχανομορφικό aparratus
είναι
μια μορφοποιητική/τεχνονομική δύναμη
τελούσα σε αντίθεση με την ικανότητα
των παραγωγικών σχέσεων να παράγουν
ιστορικές μορφές: να ένα προωθημένο
σημείο εισαγωγής στην σύγχρονη εφαρμογή
της εν λόγω θεωρίας
4 Βλ. Karl Schmitt, Die Diktatur Von den Anfängen des modernen Souveränitätsgedankens bis zum proletarischen Klassenkamp . Achte, korrigierte Auflage, I. Die kommissarische Diktatur und die Staatslehre, a) Die staatstechnische und die rechtsstaatliche Theorie, Die überlieferte Vorstellung der römisch rechtlichen Diktatur, Duncker und Humblot, Berlin, 2015, Arkadij Gurland, PRODUKTIONSWEISE - STAAT - KLASSENDIKTATUR - Versuch einer immanenten Interpretation des Diktaturbegriffs der materialistischen Geschichtsauffassung, Dissertation, 1928, σε http://www.mxks.de/files/kommunism/Gurland.MarxismusUndDiktatur.html, Νίκος Πουλαντζάς, Φασισμός και Δικτατορία. Η Τρίτη Διεθνής Αντιμέτωπη στον Φασισμό, εκδ. Θεμέλιο, Αθήνα, 2006.
9 Βλ. Die deutsche Ideologie. Kritik der neuesten deutschen Philosophie in ihren Repräsentanten Feuerbach, B. Bauer und Stirner und des deutschen Sozialismus in seinen verschiedenen Propheten. Geschrieben 1845-1846. V. "Der Dr. Georg Kuhlmann aus Holstein" oder Die Prophetie des wahren Sozialismus "Die Neue Welt oder das Reich des Geistes auf Erden. Verkündigung", απόσπασμα: Die ganze historische Entwicklung reduziert sich für den Ideologen auf die theoretischen Abstraktionen der historischen Entwicklung, wie sie in den "Köpfen" aller "Philosophen und Theologen der Zeit" sich gebildet haben, und da man alle die "Köpfe" unmöglich "zusammensetzen" und "raten und abstimmen" lassen kann, so muß es Einen heiligen Kopf geben, der die Spitze von allen jenen philosophischen und theologischen Köpfen bildet, und dieser Spitzkopf ist die spekulative Einheit jener Dickköpfe - der Erlöser. Dieses Kopfsystem ist so alt wie die ägyptischen Pyramiden, mit denen es mancherlei Ähnlichkeit hat, und so neu wie die preußische Monarchie, in deren Hauptstadt es kürzlich wieder verjüngt auferstand. Die idealistischen Dalai-Lamas haben das mit dem wirklichen gemein, daß sie sich einreden möchten, die Welt, aus der sie ihre Nahrung ziehen, könne ohne ihre heiligen Exkremente nicht bestehen. Sobald diese idealistische Tollheit praktisch wird, tritt alsbald ihr bösartiger Charakter an den Tag, ihre pfäffische Herrschsucht, ihr religiöser Fanatismus, ihre Charlatanerie, ihre pietistische Heuchelei, ihr frommer Betrug. Das Wunder ist die Eselsbrücke aus dem Reiche der Idee zur Praxis. Herr Dr. Georg Kuhlmann aus Holstein ist eine solche Eselsbrücke - er ist inspiriert - und es kann daher nicht fehlen, daß sein Zauberwort die stabilsten Berge versetzt; das ist ein Trost für die geduldigen Geschöpfe, die nicht genug Energie in sich verspüren, diese Berge durch natürliches Pulver zu sprengen, eine Zuversicht für die Blinden und Zaghaften, welche den materiellen Zusammenhang in den mannigfaltig zersplitterten Erscheinungen der revolutionären Bewegung nicht sehen können.