Στις ακόλουθες γραμμές επιχειρούμε μια απομυστικοποίηση των Ευρωπαϊκών πολιτικοθεολογικών όρων της σύγκρουσης στην Παλαιστίνη. Αυτό δεν αφορά μια απόσπαση/“αφαίρεση” από τα πλειοψηφικά ρεύματα πολιτικής θεολογίας στην περιοχή (Ισλαμισμός, Ιουδαϊσμός, Ανατολική Εκκλησία, και τις εξ αυτών σέκτες).
Στην ίδια κατεύθυνση, αποφεύγουμε τον πολιτικοθεολογικό αναγωγισμό. Αυτό, όμως, δεν σημαίνει, ότι η πολιτική θεολογία της μονοθεϊστικής θρησκείας δεν είναι ως τέτοια μια πηγή κοινωνικής και βιοπολιτικής ενέργειας για την σύνολη περιοχή. Αυτό που οξύνει τα πολιτικά χαρακτηριστικά της πολιτικής θεολογίας, και έτσι προσδίδει πολιτική ζωντάνια σε όλους τους πληθυσμούς οι οποίοι αναφέρονται σε αυτήν, είναι αφενός η ύπαρξη εδώ και δεκαετίες του Ισραηλινού κράτους και αφετέρου η κατά το ίδιο χρονικό διάστημα πάλη για την ίδρυση Παλαιστινιακού κράτους.
Τούτων δοθέντων, δι’ αυτής της αρνητικής εργασίας δεν παρακολουθούμε την ιδεαλιστική σφαίρα, το ιδεολογικό υπερκτίσμα, ή κάποια τυπικά ιδεολογικά ρεύματα, αλλά μορφές υποκειμενικής διαμεσολάβησης των αντικειμενικά αντιτιθέμενων και συγκρουόμενων υλικών συμφερόντων. Αυτό εντείνεται από ότι αμφότερες οι πλευρές συντείνουν σε οικοδόμηση τύπων ολικού κράτους και σε τέτοιες λειτουργίες. Αυτό σημαίνει, ότι η ανεξαρτησία της όποιας εναπομείνασας πολιτικής κοινωνίας τίθεται εν αμφιβόλω μέσα από την πραγματική λειτουργία της πολιτικής θεολογίας -όσο λυπηρό κι αν ακούγεται αυτό στην Ευρωπαϊκή και Μεσογειακή οπτική.
Ωστόσο, αυτό που είναι ακόμη πιο λυπηρό, είναι η φοβία ακόμη και των φορέων της Ευρωπαϊκής πολιτικής θεολογίας απέναντι σε οποιαδήποτε ποιότητα λιμπερτινισμού και ελευθεριακής λειτουργίας στην περιοχή. Δεν είναι τυχαίο, ότι στην πρώτη ημέρα του πολέμου τέθηκαν εις αφανισμό και δέχθηκαν επίθεση κιμπούτς αποτελούμενα επί το πλείστον από ελευθεριακούς, καθώς και άσχετοι φιλειρηνικοί νεολαίοι σε ένα τρανς φεστιβάλ -και παραδόξως, κατά την ίδια μέρα δεν δέχθηκαν επίθεση στρατιωτικές εγκαταστάσεις ή εγκαταστάσεις εποίκων.
Με τόση βούληση για κράτος, με τόση θρησκεία, και με τόσες παπαδίστικες συνθήκες, η ζωή στην περιοχή κατά τις τελευταίες 4 δεκαετίες για τον πολιτικοποιημένο, για τον κοινωνικό άνθρωπο, για τον άνθρωπο των πόλεων έχει καταστεί αφόρητη.
Αυτός ο ογκώδης πληθωρισμός πολιτικής θεολογίας δεν είναι άσχετος από την επίδραση της Ιρανικής πολιτικής στην περιοχή, καθ' όσον το Ιράν ως κράτος μπορεί να θεωρηθεί κριτικά κατά τα τυπικά πρότυπα της Παπικής εκκλησίας στον μέσο και ύστερο μεσαίωνα ως ένα οργανωμένο σύστημα μιας ακραία εξουσιαστικής πολιτικής θεολογίας.
Στην Ευρωπαϊκή πολιτική θεολογία της περιοχής εντοπίζονται τα διακριτά ρεύματα, τα οποία αναφέρονται στα κεντρικά θρησκευτικά ρεύματα της Ευρώπης της πρώιμης νεωτερικότητας (Παπισμός, Λουθηρανικά στοιχεία, Αγγλικανισμός, Καλβινισμός). Ωστόσο, δεν εντοπίζεται γραμμική στοίχιση των Ευρωπαϊκών πολιτικοθεολογικών ρευμάτων προς τον έναν ή τον άλλον από τους πόλους της στρατηγικής διάζευξης Ισραήλ-Παλαιστίνη, αλλά, μάλλον η εικόνα διαμορφώνεται από το ότι τέμνουν εγκάρσια τις θρησκευτικές ευαισθησίες των πληθυσμών της περιοχής.
Πρέπει να ξεκαθαριστεί, ότι δεν ταυτίζουμε αυτό το οποίο εξετάζουμε ως πολιτική θεολογία με τις αντίστοιχες εκκλησίες, ούτε μας αφορά κάτι τέτοιο. Αντίθετα, στην κριτική έρευνα, κατά την Γκραμσιανή μέθοδο, τίθενται οι προσίδιες μορφές λαϊκής, κοσμικής θρησκευτικότητας.
Υπάρχει, όμως, ένας άμεσα εκπηγαστικός χαρακτήρας σε αυτά τα περιεχόμενα, δηλαδή εμφανίζουν μια ριζική (radical) μορφή άμεσης αναφοράς στις πρωταρχικές κειμενικές και εμπρόσωπες πηγές των. Αυτό σημαίνει, ότι αναπαράγουν τις αντιφάσεις της πρωταρχικής θεολογίας των 16ου-17ου αιώνων ως προς τον Σιωνισμό, την θεολογική έννοια του Ισραήλ, τον οικουμενισμό, τον κοινοτισμό κοκ. Απ’ την άλλη, ο Παπισμός, και δη η φαντασιακή εκδοχή του Καισαροπαπισμού, έχει μια πιο παλαιά αναφορά ένεκα του Σταυροφορισμού και του θρησκευτικού Ταγματισμού.
Εξ όλων αυτών συνάγεται, ότι δεν συζητάμε σε ένα η για ένα μετααποικιακό τοπίο, αλλά για μια έκταση, εντός της οποίας όλες οι εξωτερικές δυτικές και ανατολικές ιστορικές δυναμικές (διαμορφώνουσες τα προσίδια καθεστώτα ιστορικότητας και τους προσίδιους επικαθορισμούς των κοινωνικών σχέσεων) είναι με φυσικό και ενεργό τρόπο παρούσες. Απ’ αυτήν την άποψη πρόκειται για ένα τεράστιο εργαστήριο ιστορικής γνώσης και συνείδησης. Εν τούτοις, αυτό από μόνο του δεν δικαιολογεί τα διενεργηθέντα.
Το ερώτημα είναι, αν ο πολιτικός προοδευτισμός της περιοχής, οι δυνάμεις της πολιτικής δημοκρατίας πρέπει να διαβούν γραμμικά όλον τον Χομπεσιανό δρόμο, ώστε να τραβήξουν μπροστά τις θρησκευόμενες μάζες ή αν υπάρχει κάποια άλλη εναλλακτική, που να μην έχει ως αποτέλεσμα την συνέχιση των σφαγών. Αυτό δεν είναι άμοιρο από την ανάπτυξη της μη διαμεσολαβημένης πληβειακής και προλεταριακής πάλης, κάτι που ακούει ως απάντηση, ότι κάτι τέτοιο οδηγεί σε εκρωμαϊστικές συνθήκες τύπου Χες ή πιο προωθημένα ενεργοποιεί την δικτατορική δυναμική της προλεταριακής ταξικής πάλης.
Φρονούμε ότι μια γραμμή μαζών ως desideratum προϋποθέτει την διαμόρφωση του κόμβου αντιθέσεων μέσα σε μια διασπασμένη εδαφική και χωρική έκταση: πολιτικό-θρησκευτικό, κοσμικό-εκκλησιαστικό, δημοκρατικό-αυταρχικο ασφαλές-επικίνδυνο, προλετάριοι και πληβείοι-αξιωματούχοι και αφεντικά.
Σε αυτό το πλαίσιο θεωρούμε ωφέλιμο να αναδείξουμε την λειτουργία του όρου του Καλβινικού συντάσσοντος (constituent):
Η κεντρική δυναμική σε αυτό δεν είναι η εκμετάλλευση εκ μέρους του Ισραηλινού κράτους του φορμαλισμού της Καλβινιστικής ασκητικής πειθαρχίας ως συμπλήρωμα Λενινισμού, ούτε τόσο το Βεμπεριανό σχήμα. Η κύρια πλευρά είναι η απόκριση του Καλβινισμού στα συντακτικά και συνταγματικά ζητήματα: αφενός της έλλειψης τεθειμένου (ήτοι όχι νομολογιακού, Αγγλικού τύπου) με κειμενική ενιαιότητα Συντάγματος στο Ισραήλ και αφετέρου η αντικειμενική συντακτικότητα της Παλαιστινιακής πολιτικής πάλης. Επ' αυτού ένθεν και ένθεν επικαιροποιείται η Ενγκελσική προβληματική της εκστρατείας για Σύνταγμα.[1] -Ωστόσο, σε μια τέτοια Γερμανική εκστρατεία δεν μπορεί να τίθεται επικεφαλής αυτό το οποίο αντιδρά στην συνταγματικότητα όπου υπάρχει Σύνταγμα.
Σε κάθε περίπτωση, το Καλβινικό συντάσσον, εκκινούν επί του σχολιασμού[2] του Προς Ρωμαίους 11:25-27[3] προτείνει για την Παλαιστινιακή πλευρά μια πολυεθνική, πολυφυλετική, αντισιωνιστική συντακτική θεμελίωση ως δυνητικότητα πολιτικού κράτους. Δυό φορές σε κάθε περίπτωση αυτό είναι κάτι που διαθέτει ab initio την Ευρωπαϊκή ιστορική δικαιολόγηση και νομιμοποίηση του.
Σε αυτό, ο όρος Ισραήλ αποδεσμεύεται τόσο από τον Ιουδαϊκό φυλετικό προσδιορισμό του, όσο και από την έννοια του επιούσιου, εκλεκτού λαού, συντείνον στην ταύτιση με το πλήρωμα της Εκκλησίας, με την κοινότητα των πιστών, με τον υστερομεσαιωνικό όρο του “Λαού του Θεού” (Popolo di Dio), που η χρήση του ανευρίσκεται στην πληβειακή εξέγερση στην Φλωρεντία (1378).
Σε ένα πιο διεισδυτικό επίπεδο, εκ του Καλβινικού συντάσσοντος προτείνεται η σωτηριολογική διαλεκτική της ολότητας, του όλου, κάτι το οποίο έρχεται σε αντίφαση προς αντιλήψεις των Προφητών της Παλαιάς Διαθήκης περί σωτηρίας όχι της ολότητας, αλλά του μέρους, και συγκεκριμένα του καταληφθέντος μέρους (βλ. Ησαΐας, 10:20-22)[4].[5]
Περαιτέρω, η Καλβινική τοποθέτηση πρέπει
να λάβει υπ’ όψη και να συνυπολογίσει, ότι σίγουρα το Ισραήλ των αγγλοσαξονικών
εποίκων και η Γάζα των ερειπίων και των χαλασμάτων δεν μπορούν να αναχθούν στο
αστικό περιβάλλον της Γενεύης, της Ζυρίχης, της Λυών. Απ’ αυτήν την άποψη, η
μακρά μοναρχική[6]
πολιτειακή κουλτούρα της περιοχής, έχουσα μέσα στις λαϊκές μάζες δυνατά
ιστορικιστικά και μεταφυσικά ριζώματα
και κωδικώσεις, δεν μπορεί να παραγνωρισθεί.
[1] Βλ. Friedrich
Engels, Die deutsche Reichsverfassungskampagne, MEW, Band 7, Dietz Verlag,
Berlin, 1960, S. 109-197.
[2] Βλ. https://www.ccel.org/ccel/calvin/calcom38.xv.vi.html
[3]
“25
Οὐ γὰρ θέλω ὑμᾶς ἀγνοεῖν, ἀδελφοί, τὸ μυστήριον τοῦτο, ἵνα μὴ ἦτε παρ' ἑαυτοῖς
φρόνιμοι, ὅτι πώρωσις ἀπὸ μέρους τῷ Ἰσραὴλ γέγονεν ἄχρις οὗ τὸ πλήρωμα τῶν ἐθνῶν
εἰσέλθῃ, 26 καὶ οὕτω πᾶς Ἰσραὴλ σωθήσεται, καθὼς γέγραπται· ἥξει ἐκ Σιὼν ὁ ῥυόμενος
καὶ ἀποστρέψει ἀσεβείας ἀπὸ Ἰακώβ· 27 καὶ αὕτη αὐτοῖς ἡ παρ' ἐμοῦ διαθήκη, ὅταν
ἀφέλωμαι τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν”.
[4] “20 Καὶ ἔσται ἐν τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ οὐκέτι προστεθήσεται τὸ καταλειφθὲν ᾿Ισραήλ,
καὶ οἱ σωθέντες τοῦ ᾿Ιακὼβ οὐκέτι μὴ πεποιθότες ὦσιν ἐπὶ τοὺς ἀδικήσαντας αὐτούς,
ἀλλὰ ἔσονται πεποιθότες ἐπὶ τὸν Θεὸν τὸν ἅγιον τοῦ ᾿Ισραὴλ τῇ ἀληθείᾳ, 21 καὶ ἔσται
τὸ καταλειφθὲν τοῦ ᾿Ιακὼβ ἐπὶ Θεὸν ἰσχύοντα. 22 καὶ ἐὰν γένηται ὁ λαὸς ᾿Ισραὴλ ὡς
ἡ ἄμμος τῆς θαλάσσης, τὸ κατάλειμμα αὐτῶν σωθήσεται· λόγον συντελῶν καὶ συντέμνων
ἐν δικαιοσύνῃ”.
[5] Παράβαλε Giorgio Agamben, Αυτό που μένει από το Άουσβιτς. Το αρχείο και ο μάρτυρας, μτφ.
Παναγιώτης Καλαμαράς, εκδ. Εξάρχεια, Αθήνα, Οκτώβριος 2015, αντιπαράβαλε
Βασίλης Τρωίζος, Αντισημιτισμός, αντισιωνισμός και η λογική του μη-όλου, 2016, https://theshadesmag.wordpress.com/2016/09/27/antisemitismantizionism/
[6] Ενδεικτικά βλ. Ernst Bloch, Ο Αθεϊσμός στον Χριστιανισμό. Για τη Θρησκεία της Εξόδου και της Βασιλείας,
μτφ. Πέτρος Γιατζάκης, εκδ. Άρτος Ζωής, Αθήνα, 2019.
No comments:
Post a Comment