Παραλειπόμενα περί χρήματος και διακυβερνήσεων

 


Fürs erste nun ist die Objektivität in ihrer Unmittelbarkeit, deren Momente um der Totalität aller Momente willen in selbständiger Gleichgültigkeit als Objekte außereinander bestehen und in ihrem Verhältnisse die subjektive Einheit des Begriffs nur als innere oder als äußere haben, – der Mechanismus.

Georg Wilhelm Friedrich Hegel, Wissenschaft der Logik, Zweiter Teil: Die subjektive Logik oder die Lehre vom Begriff, Zweiter Abschnitt: Die Objektivität, στο του ιδίου Werke, Band 5, Φρανκφούρτη, Suhrkamp Verlag, σ. 407-408, απόσπασμα

 

0_

Οι δασμοί της Τραμπικής διακυβέρνησης, και οι εν Λονδίνω χωρούσες συνομιλίες μεταξύ ΗΠΑ και Κίνας για συμφωνίες επί των δασμών συνιστούν μια υλική ανατροπή στη ρίζα του Μαρξικού επιταχυντισμού: σε αυτή της ab initio τακτικής υπεράσπισης του ελεύθερου εμπορίου. Κατά την ανάπτυξη της διαλεκτικής αυτής της εξέλιξης και κατά την θεσμική ολοκλήρωσή της -πιθανά- η κάθε αυτοαναγορευόμενη Μαρξιστική σχολαστική ορθοδοξία -ακόμα και στην Κίνα- θα προσομοιάζει (από την σκοπιά του κοινωνικού συνολικού κεφαλαίου και της αυτοτελούς κρατικής λειτουργίας) σε αφαίρεση.

Αυτό συμπαρασύρει και τη θεωρία των Μαρξ-Ένγκελς για τις εμπορευματικές τιμές είτε εμφανίζονται ταυτισμένες με την αξία των εμπορευμάτων ως τιμές παραγωγής (βλ. “Das Kapital, Τόμος Γ΄, Κεφ. Θ΄), είτε -λίγο έως πολύ- εμφανίζονται ως ιδεατότητα στην περίπτωση των αγοραίων εμπορευματικών τιμών προκύπτουσες μέσα από θεωρησιακή διαδικασία  (βλ. οπ., Κεφ. Λ επ.).

Παρομοίως, αυτό επιθέτει μια maga-πρόκληση σε όλα τα ιστορικά συστήματα της φιλελεύθερης αγγλικής πολιτικής οικονομίας.

Αν και είναι νωρίς, ξεφανερώνεται ότι στην Τραμπική διακυβέρνηση πλείστα όσα στοιχεία και δυναμικές τόσο του Χαρταλισμού (κάτι που είχε φανεί και επί Μπάιντεν) αλλά κύρια της Συνταγματικής/Καταστατικής κατανόησης εκ μέρους της Γερμανικής Ιστορικής Σχολής Οικονομίας έχουν ενταχθεί. Βέβαια, αυτό δεν αναιρεί το γεγονός της παρουσίας του κρυπτο-μεταλλισμού. 

Απ’ αυτήν την άποψη τόσο δυνητικά, όσο και ενεργάόλα τα συστημικά οικονομικά θεωρητικά όπλα είναι στη φαρέτρα της US διακυβέρνησης, καθώς και όλες οι αντιφάσεις οι οποίες παράγονται απ’ αυτές τις συνυπάρξεις.

1_

Η θεωρία των Μαρξ-Ένγκελς για την αναπαραγωγή και κυκλοφορία του κοινωνικού συνολικού κεφαλαίου έχει ως κόμβο τη θεωρία περί σχηματισμού ορδής/αποθησαυρισμού (“auf-schatz”, “schatzbildungμέσα από τη μετατροπή της πρόσθετης αξίας σε χρήμα, κατά τη διαδικασία συσπείρωσης και διευρυμένης αναπαραγωγής. Σε αυτό, το σημαντικό δεν είναι τόσο η διαίρεση των καπιταλιστών σε έχοντες σκοποθεσία την παραγωγή και σχηματιστές ορδών/αποθησαυριστές (διαίρεση επί της οποίας θεμελιώνεται η παραδοσιακή ηθική οικονομία του αντιιμπεριαλισμού), αλλά η διαπιστωθείσα ρητά απ’ τους ίδιους μορφοποίηση επιπρόσθετου χρηματοκεφαλαίου μέσα από τις χρηματικές ορδές/μέσα από το χρηματικό αποθησαυρισμό της κυκλοφορούσας-μετατρεπόμενης πρόσθετης αξίας: το δυνητικό επιπρόσθετο χρηματοκεφάλαιο.

Σε αυτό, η διαφωνία μεταξύ Μαρξικής και Σμιθικής πολιτικής οικονομίας αναστρέφεται σε θεμελιώδη.

Οι Μαρξ-Ένγκελς στο Β΄ Τόμο, κεφ. ΚΑ΄ το δηλώνουν ρητά:  “Geld an sich selbst ist kein Element der wirklichen Reproduktion” (“Το χρήμα an sich καθ’ εαυτό δεν είναι Στοιχείο της ενεργής Αναπαραγωγής”). Παρότι στον Τόμο Α΄ (προτσές παραγωγής κεφαλαίου) προκρίνεται μια μεταλλιστική παρουσίαση του χρήματος, στον Τόμο Β΄ (κυκλοφοριακό προτσές κεφαλαίου) και δη στο σημείο-κλειδί του σχηματισμού χρηματικής ορδής/αποθησαυρισμού προκρίνεται μια Πλατωνικού τύπου αναπαραστατική-ομοιωματική-απεικασματική κατανόηση και παρουσίαση του χρήματος.

Αυτό έρχεται σε αντίθεση με το Σμιθικό σύστημα, όπου “το χρήμα εκλαμβάνεται/καθίσταται αντικείμενο αναλογισμού ως ιδιαίτερο τμήμα του γενικού αποθέματος/κεφαλαίου της κοινωνίας, ή του εξόδου διατήρησης του εθνικού κεφαλαίου” (βλ. Περί του Πλούτου των Εθνών, Βιβλίο Β΄, Κεφ. Β΄).  

Η αντίθεση είναι μη συνθέσιμη, μη διαμεσολαβήσιμη, ενεργά υλική. Από φιλοσοφική σκοπιά, σε ένα διευρυμένο επίπεδο είναι αντίθεση μεταξύ πραγματικού και εικονικού, μεταξύ ενεργότητας και αναπαράστασης.

Αν σύμφωνα με τον Σμιθ το χρήμα είναι κοινωνικό κεφάλαιο, αυτό σημαίνει ότι ο οντο-λογικά διαμεσολαβητικός ρόλος τον οποίο επιτελεί στο Μαρξικό κυκλοφοριακό και αναπαραγωγικό προτσές είναι ουδέν, αν όχι ανύπαρκτος, ή κατά την οπτιμιστική εκδοχή ότι η συνολική παρουσίαση της αναπαραγωγής οφείλει να αλλάξει.

2_

Εφ’ όλων, το γεγονός που καθίσταται όλο και πιο ευκρινές, ότι οι κεντρικές καπιταλιστικές και μη-καπιταλιστικές διακυβερνήσεις πραγματεύονται και ασκούν την τρέχουσα πολιτική διαπάλη επί των θεμελιακών (και όχι μόνο επί των κάθε τόσο πρόσκαιρων τάσεων) ζητημάτων της επιστήμης της πολιτικής οικονομίας, δηλώνει ότι μια εποχή συστημικών αλλαγών πάει να ξεκινήσει στην οικονομική διάρθρωση.

Μπορεί να ειπωθεί ότι ένα καινούριο σύστημα πλειόνων μάτριξ πολιτικής οικονομίας πάει να παραχθεί 

3_

Η σε UK και Commonwealth σύγχρονη εφαρμογή της Ρικαρντιανής αρχής της υπερφορολόγησης με κομβική την παραδοχή ότι στο κυκλοφοριακό και συνολικό προτσές δημιουργείται αξία που συνίσταται από την ενεργοποίηση και πραγμάτωση της δυνητικότητας επιπρόσθετου χρηματοκεφαλαίου μέσα από την μετατραπείσα σε χρηματική ορδή επιπρόσθετη αξία/μεσα από την αποθησαυρηθείσα σε χρηματομορφή πρόσθετη αξία (κάτι που με την σειρά του καθιστά συστημικά το φόρο επί των επιχειρηματικών κερδών και επί της εδαφικής προσόδου genuine μορφή πρόσθετης αξίας) διαμορφώνει μια νέα συνολική οικονομική πραγματικότητα.

Σε αυτό, το με αυτοκρατορικό προσανατολισμό κράτος στην κυριαρχική μορφή του “fiscum”/treasury αναγνωρίζει μια διαφοροποιημένη ενεργή λειτουργία των οικονομικών κατηγοριών του κεφαλαίου, έχοντας στα επίπεδα και στις περιστάσεις του ελέγχου (audit) και της θεσμικής, κανονιστικής αξιολόγησης υπερβεί τον δυισμό/δυαδικότητα των διακριτών φάσεων του κεφαλαιακού κυκλώματος.

Πρόκειται για κάτι κατακλυσμιαίο, από την στιγμή που αντικειμενικά διαφοροποιεί τον Αξιακό Προσδιορισμό, αφ’ ής στιγμής δι’ αυτού σε κάθε περίπτωση ab initio συνυπολογίζεται η κυκλοφοριακά δημιουργούμενη αξία.

4_

-Σ' όλους τους κομματικούς κόσμους είμαστε αυτόνομα γκρουπούσκουλα

 

Η κριτική σε βάρος μας έχει ως προμετωπίδα ότι η κριτική ανάγνωσή μας στο “Das Kapital” είναι εξωτερική, και όχι internal. Αυτό είναι ένα κομματικό επιχείρημα. Απ’ αυτό συνάγεται και ο εν μέρει σωστός κομματικός νεο-χαρακτηρισμός ημών περί leftcoms (αριστεροί κομμουνιστές).  

Αν ληφθεί ως μια άσκηση θεωρίας συνόλων συνεπάγεται ότι η εξαγόμενη εξωτερικότητά μας ισχύει έναντι οποιασδήποτε κομματικής μορφής.

Ωστόσο, αυτό που έχει τη μεγαλύτερη σημασία είναι η κριτική ανάγνωση των έργων της πολιτικής οικονομίας μέσα από την οπτική της διαδικασίας αδιαμεσολάβητης εργασίας και του εκάστοτε συλλογικού εργασιακού εμπειρισμού.

-Η εξωτερικότητά της εργασίας an sich έναντι της κομματικότητας fur sich είναι Αντικειμενική, προσδιορισμένη υπό της ιδίας.

 

Εξορύκτες του Πραγματικού

 

 

Περί των ποιοτικών διακρίσεων στην επιστήμη και την πρακτική της κλασικής πολιτικής οικονομίας. Ο Μητροπολιτισμός

 


1.

Der Übergang von der Idealität zur Realität, von der Abstraktion zum konkreten Dasein, hier von Raum und Zeit zu der Realität, welche als Materie erscheint, ist für den Verstand unbegreiflich und macht sich für ihn daher immer äußerlich und als ein Gegebenes.

Georg Wilhelm Friedrich Hegel, Enzyklopädie der philosophischen Wissenschaften im Grundrisse, 1830, Zweiter Teil. Die Naturphilosophie Mit den mündlichen Zusätzen, Erste Abteilung: Die Mechanik, A. Raum und Zeit, c. Der Ort und die Bewegung, § 261, στο του ιδίου Werke, Band 9, Φρανκφούρτη, Suhrkamp, 1970, σ. 56, απόσπασμα, μτφ: 

Η Ανάβαση από την Ιδεατότητα στην Πραγμότητα, από την Αφαίρεση στη συγκεκριμένη Ύπαρξη, εδώ από το Χώρο και το Χρόνο στην Πραγμότητα που εμφανίζεται ως Ύλη, είναι για την Κατανόηση μη εννοιολογήσιμη, και γι’ αυτό πάντοτε καθίσταται σε αυτήν εξωτερικά και ως ένα Δοσμένο.

_

Η Υποκειμενική αποτύπωση και παρέμβαση στο μέτρο που προσεγγίζει ένα Πραγματικό επίπεδο τείνον σε επίγνωση της Ολότητας, μεταμορφώνεται σε προσίδια Αντικειμενικότητα ως Συλλογικότητα.

Στο επίπεδο μιας ιστορικά προσδιορισμένης και συγκεκριμένης Πράξης, αυτό είναι μια απόλυτα αρνητική τοποθέτηση προς τη μοριακή πρακτική της διανομής διανοητικών δικαιωμάτων ως μορφών του εμπραγμάτου δικαίου, ως ατομικών ιδιοκτησιών. Σ’ αυτήν την πρακτική, το ιδεατό της ατομικά διανεμημένης διανοητικής ιδιοκτησίας είναι μια νέα μορφή πνευματικής σκλαβιάς, καθώς ακόμα και η Ιδιοκτησία ως συγκεκριμένη-υλική πραγμάτωση της Ελευθερίας εμφανίζεται ταυτισμένη με το ενάντιό της, δηλαδή σε πολιτισμικό επίπεδο με την έννοια της αρχαϊκής ολικής ιδιοκτησίας a priori απονεμηθείσας στο μοναδικό θείο πρόσωπο το οποίο προσ/εν-καλείται κάθε τόσο με επιμέρους συνθήκες να αναδιανείμει στους υπηκόους και τους υπόδουλους, ασκώντας τη μοναδικά κυριαρχική εμπράγματη εξουσία του.

Πέρα από αυτό που έχει να κάνει με τα κίνητρα και τις προθέσεις, η συστηματική ενασχόληση μέσα από την εργασία και μέσα από την ταξική πάλη στην εργασία με την κλασική πολιτική οικονομία απαιτεί μια αναβαθμισμένου τύπου αυτοπειθαρχία, οργάνωση του Ego.

Δεν μπορεί να είσαι μονίμως μεθυσμένος, εθισμένος, διακατεχόμενος από ηθική τύφλωση, παρασυρόμενος και παρακινούμενος από προσωπικό και ατομικό πολιτικό ζήλο, και να αξιώνεις μια τέτοια δραστηριότητα και παραγωγή. Αν υπάρχει κάποια θρησκευτικού τύπου εσωτερικότητα που διασφαλίζει μια τέτοια πειθαρχία, -πρέπει να είναι ξεκάθαρο ότι σε αυτήν την περίπτωση- είναι μόνο ένα μέσο, μια συνθήκη ενεργούς πνευματικότητας, και όχι κάτι το οποίο λειτουργεί ως a priori ή ως κατάφαση στο οποιοδήποτε νοούμενο a priori.

2.

Με τον Σμιθ και τον Ρικάρντο, η οπτική αναβαθμίζεται στο ολικό επίπεδο του αυτοκρατορικού έθνους. Συντελείται έτσι μια ποιοτική διαφοροποίηση από την Εμπειρική Φιλοσοφία του Χιουμ και του Λοκ, όπως περιγράφεται στην Πρώτη Καντιανή Κριτική.

Το κοινό περιεχομενικά στοιχείο που μοιράζεται ο Καντ με τους Χιουμ και Λοκ, είναι η επικέντρωση της σκέψης και της γνώσης στην εμπειρία (είτε άμεση είτε εκ της θεωρητικής/υπερβατικής νόησης) και την Έννοια μιας οριζόμενης περιοχής: η περιοχική φιλοσοφική ματιά. Η Πρακτική Φιλοσοφία αυτής της γραμματείας προσιδιάζει στη δραστηριότητα της κατασκοπείας και διείσδυσης στην εκάστοτε οριζόμενη περιοχή.

Στους Σμιθ και Ρικάρντο, η θεωρητική παραγωγή γίνεται διεθνική: έχει σημείο αναφοράς το διεθνές εμπόριο, την υδρόγειο. Σε αυτό, η Πρακτική Φιλοσοφία της κατόπτευσης και διείσδυσης μετατρέπεται σε ανίχνευση και εντοπισμό κοσμικών μεταβάσεων.

Στη γνήσια εκφορά της αγγλικής πολιτικής οικονομίας, η οικονομική  παρουσίαση της Βρετανικής Αυτοκρατορίας ως έθνος νέου τύπου είναι προσανατολισμένη στον εντοπισμό των σημείων διαπερατότητας του διεθνικού καπιταλιστικού χωροχρόνου.

3.

Έως και τη συγγραφή των “Grundrisse” και την κριτική περιγραφή της παγκόσμιας αγοράς, η Μαρξική οπτική, όπως αναπτύχθηκε στη Γερμανία της δεκαετίας του 1840, είναι επίσης περιοχική. Οι έντονες Βιβλικές-Θεολογικές προβληματικές, διάσπαρτες στην “Κριτική της Φιλοσοφίας Δικαίου” και στην “Αγία Οικογένεια”, ως αποσπασματική προσπάθεια κατάρριψης των Βιβλικών ερευνών των αφων Μπάουερ και της εξουσιαστικής θρησκευτικότητας του Πρωσικού καθεστωτισμού, αυτό καταμαρτυρούν. Ο χαρακτήρας τους παραμένει αποσπασματικός, καθ’ όσον δεν φτάνουν σε μια συνολική κριτική του αρχαϊκού ιουδαϊκού κράτους, σε μια συνολική κριτική του πνεύματος και του πεπρωμένου του χριστιανισμού.

Μέχρι το 1848, η επανάσταση στη Γερμανία δεικνύεται (μέσα από τη Βεστφαλική κουλτούρα) υπόρρητα ως μια μαχητική επανάληψη θρησκευτικών επεισοδίων από τα Προφητικά Βιβλία και τα Λουθηρανικά έργα.

4. 

Η μόνη τομή συντελείται με το “Μανιφέστο του Κομμουνιστικού Κόμματος”, όπου η Ιδέα της χειραφέτησης έχει μεταμορφωθεί σε Ιδέα του Κομμουνισμού.

Στη Νέα Ρηνανική Εφημερίδα και καθ’ όλη τη δεκαετία του 1850, η εν λόγω Ιδέα λαμβάνει ενεργές μορφές, καθώς συγκεκριμενοποιείται μέσα από τον πατριωτικό ριζοσπαστικό δημοκρατισμό. Ωστόσο, αναπτύσσεται ως αντίφαση προς την αρχική Αφηρημένα Καθολική/Ρωμαλέα μορφή της.

Σε θεωρησιακό επίπεδο, ο προσδιορισμός του κομμουνισμού στη “Γερμανική Ιδεολογία” ως ενεργής καταργητικής κίνησης αναδεικνύει τον εμμενή χαρακτήρα του κομμουνισμού, ωστόσο είναι ένας περιεχομενικά διττός προσδιορισμός, καθ’ όσον κατ’ αυτόν τον τρόπο ο οποιοσδήποτε καπιταλιστικός μετασχηματισμός του υπάρχοντος είναι ήδη και καθ’ εκάστη φορά κομμουνιστικός.

5.

Με τα “Grundrisse” και στη συνέχεια με το “Das Kapital” οι Μαρξ-Ένγκελς εμβαπτίζονται στη διεθνική επιστήμη της αγγλικής πολιτικής οικονομίας των Σμιθ, Ρικάρντο, Τουκ, Ράμσεϊ κοκ. Η παρουσία των στην Αγγλόσφαιρα καθιστά το οικονομικό έργο τους οργανικό τμήμα αυτής μέσα από τη λειτουργική κριτική προς αυτήν.

Ξεχωριστής αξίας είναι τα γραφέντα στα “Grundrisse” περί της διαλεκτικής μεταξύ Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και τρόπου παραγωγής, καθ’ όσον συνιστούν μια γνήσια θεωρία περί αυτοκρατορίας.

6.

Η Μαρξική θεωρία της συσσώρευσης, συσπείρωσης κεφαλαίου υπονοεί την έγερση ενός νέου επιπέδου διεξαγωγής αυτής της διαδικασίας το οποίο δεν έχει αναπτυχθεί σε τέτοιο βαθμό, δεν έχει ξεφανερωθεί τόσο, ώστε να περιγράφεται ρητά. Μηχανές - Μεγάλη Βιομηχανία - Ανταγωνισμός μεταξύ των τμημάτων του Κεφαλαίου και Πάλη μεταξύ Εργάτη και Μηχανής - Εκκαθάριση αγοράς - Συγκέντρωση και Κεντρικοποιηση -αυτή είναι η Μαρξική περιγραφή αυτού του επιπέδου.

Ο μη συγκεκριμένος προσδιορισμός αυτού του νέου επιπέδου έχει ως λογική συνεπαγωγή να λειτουργεί ως causa sui εντός της συνολικής λογικής του “Das Kapital”, ώστε σε τρίτους δίνει την εντύπωση ότι το όλο προτσές δεν διαθέτει εξωτερικό τελεολογικό χαρακτήρα. Σε αυτό, τεχνοκρατικά/δομιστικά η Ιστορία εμφανίζεται ταυτισμένη με το Κεφάλαιο.

7.

Η ανάπτυξη της Γερμανικής Ιστορικής Οικονομικής Σχολής είναι η Κρατική Επιστήμη του γερμανικού σοσιαλισμού/καπιταλισμού με επικέντρωση στην ιστορική προοπτική του γερμανικού χώρου στον αγώνα του να ανυψωθεί ξανά στο επίπεδο του Ράιχ. Σε αυτό, πολιτισμικά, παρατηρείται ένα ξεπέρασμα του μαρξισμού μέσα στη Γερμανία, για τον απλό λόγο ότι αυτή η Επιστήμη αποκρίνεται και απαντάει in concreto στο ζήτημα της συγκρότησης και λειτουργίας του ενιαίου Γερμανικού κράτους.

Η μαρξιστική επιστήμη των Β΄ και Γ΄ Διεθνών είναι εν πολλοίς η σύνθεση ή η συνάρθρωση του “Das Kapital” με τη γερμανική Κρατική Επιστήμη, όπως άρχισε να διαμορφώνεται στις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αιώνα.

8.

Η ποιοτική αναβάθμιση της οικονομικής επιστήμης από την περιοχική οπτική στην ιστορία και εμπειρία του διευρυμένου αυτοκρατορικού έθνους και στη συνέχεια του Ράιχ de facto απελευθερώνει τη δυναμική του εξεγερσιακού Πνεύματος ως περιέργεια, εξωστρέφεια, διεύρυνση, επέκταση, υλοποίηση.

Το επαναστατικό συμβάν της Κομμούνας αποκαλύπτει έναν νέο Πολιτικό Κόσμο, και ουδόλως μια νέα εννοιολόγηση ενός γενικού ανθρώπου.

Η Κομμούνα παριστά τη μόνη εφαρμογή ενός επαναστατικού ουρμπανισμού καθώς καθημερινά επιτίθεται στα απολιθωμένα σημάδια της κυρίαρχης οργάνωσης της ζωής, κατανοώντας τον κοινωνικό χώρο σε πολιτικούς όρους, αρνούμενη να αποδεχθεί την αθωότητα οποιουδήποτε μνημείου.

Theses on the Paris Commune (Debord, Kotanyi, Vaneigem, 1962), απόσπασμα

9.

Εντός αυτού του νέου Πολιτικού Κόσμου, ο καπιταλιστικός καθορισμός λαμβάνει αρχικά τη μορφή της Φιχτεανής έγκλησης για “προσδιορισμό των ανθρώπων” (1800), και στη συνέχεια τη μορφή της ανανέωσης της Παρμενίδειας οντολογίας μέσα από τον Χάιντεγκερ.

Ως προς αυτό, το εργατικό επαναστατικό γίγνεσθαι λαμβάνει τη μορφή της άμεσης άρνησης αυτού του καθορισμού και των αλλοτριωμένων μορφών τις οποίες παράγει.

Το σύνολο των καθορισμών και των αρνήσεων συναρθρώνεται αρχικά αρχιτεκτονικά σε ένα νέο αναβαθμισμένο επίπεδο: στη μητρόπολη. Η αρχιτεκτονική συνάρθρωση συντείνει στην παραγωγή της μορφής μιας νέας βιομηχανικά προσδιορισμένης και λειτουργούσας αστεακής επικράτειας που ονομάζεται μητρόπολη.

10.

Λόγω της Κομμούνας, η πορεία της κλασικής πολιτικής οικονομίας συνοψίζεται στην έλλογη και ενεργή διαδρομή: περιοχή - έθνος και παγκόσμια αγορά - μητρόπολη.

11.

Η Γερμανική Επιστήμη μέσα από τον Σίμελ το διατυπώνει ρητά. Η από τον Μπένγιαμιν μωσαϊκή τέχνη της θραυσματικής απεικόνισης παρουσιάζει αποσπασματικά το Βερολίνο και το Παρίσι με αυτόν τον τρόπο. Η αρχιτεκτονική περιγραφή του Λεφέμπβρ διαπιστωνει νέες μορφές ζωής επ’ αυτού.

12.

Από τα τέλη της δεκαετίας του 1960, ο Εργατικός Λόγος σε Ιταλία, Φραγκική Επικράτεια, Αγγλία, και στη συνέχεια η γερμανική Αξιακή Κριτική/Αξιακός Προσδιορισμός αναπτύσσονται επικεντρωμένα σε αυτό το επίπεδο.

Η sci-fi άνθιση στις προηγμένες χώρες κατά την ίδια περίοδο ομολογεί ότι αυτή η ανάπτυξη μεταφέρεται στη σφαίρα της Λογοτεχνικής Αισθητικής. Αυτή η μεταφορά και μετάφραση είναι η στιγμή της παγκοσμιότητας του Μητροπολιτικού Εργατικού Λόγου, η στιγμή της απεριόριστης εξωτερίκευσής του.

13.

Μετά τον ΠΠΒ, η κεντρική πρακτική της αισθητικής απόφανσης, της αισθητικής δικανικής αποκτά πολιτική και διοικητική σημασία εντός των λειτουργιών της κοινωνίας του θεάματος, καθ’ όσον το κεφάλαιο ως θέαμα φιλοδοξεί να μετατρέψει τη συνολική αστική κοινωνία σε κοινωνία του θεάματος. Η δικαιολόγηση αυτού εμφανίζεται με την πλήρη καπιταλιστική ιδιοποίηση της τρίτης Καντιανής Κριτικής. Σ’ αυτό, η Καντιανή διάνοια (“Genius”) λειτουργεί σε ομολογία προς τη χρηματομορφή.

14.

Στα τέλη της δεκαετίας του 1970, το έθνος ως περιοχή κι η Ιδέα της ορισμένης περιοχής ως έθνους επανεμφανίζεται αξιωματικά στο προσκήνιο. Αυτό γίνεται με την επικαιροποίηση του Σπινοζισμού και του ανιμισμού/παμψυχισμού ως “απόλυτης εξαίρεσης” και “δυσουτοπίας”.  

Στον ίδιο χρόνο, επανεμφανίζεται ανανεωμένη κι η προτεραία περιοχική οπτική μέσα από τη Ντελεζιανή γεω-λογία.

Αυτές οι χωριστικές μορφές ως μορφές του ψευδαισθησιακού εἶναι αναπτύσσονται στην αισθητική ολοκλήρωσή τους μέσα από την κίβδηλη αντίθεση μεταξύ Κοσμισμού και Γηινισμού. Σε μια ορισμένη ιστορική φάση, ο Γηινισμός έλαβε την ιδεολογική μορφή της πολιτικής οικολογίας.

15.

Ο συνολικός τυπικός και τροπικός μαρξισμός περιδινίζεται κάπου μέσα σε όλα αυτά ή εφαρμόζεται απ’ τους μάγιστρούς του για την ex post factum δικαιολόγησή των, και γι’ αυτό αποσπάται, διαχωρίζεται στη μορφή της Κοσμικής Θρησκείας της Αξιακής Μορφής, δηλαδή ίσταται ως Αφαίρεση, ως περιγραφικό ομοίωμα του σημειοκαπιταλισμού.

16.

Όσο η επιστήμη της κλασικής πολιτικής οικονομίας διαχωρίζεται από το Απόλυτό της στις τρεις σχετικές μεταξύ των προσίδιες σε αυτήν μορφές (περιοχή/έθνος εντός παγκόσμιας αγοράς/περιοχή ως έθνος - έθνος ως περιοχή) τόσο η μητρόπολη αναπτύσσεται ως ενεργή κατάργηση αυτών των μορφών.

Αξιώνει τη συγκρότησή της σε Εσωτερικό Κρατικό Δίκαιο, ως μια διαχωριστική δυναμική έναντι της περιοχικής και εθνικής αμεσότητας της εμπορευματικής οικονομίας.

Στο βαθμό που αναπτύσσεται αυτή η διαλεκτική, ανανεώνονται αρχιτεκτονικά και νομικά ζητήματα συγκρότησης και ρύθμισης των μητροπολιτικών σχέσεων: λχ. Γουελφισμός/Αυτοκρατορία.

Εντός αυτού, το έθνος προβάλλει ως μια συμβεβηκυία δυναμική σεπαρατισμού, ως σωματιδιακή/μοριακή Φιλοσοφία/Λογική της Ιστορίας ανά περιστάσεις καμεραλιστικά ταυτισμένη με διάφορα είδη εθνικισμού.

Στην καταργητική ανύψωση της μητρόπολης σε Εσωτερικό Κρατικό Δίκαιο, όλες οι κατά φαινόμενο διαφορετικές και αλλότριες μορφές καθίστανται προϊόντα της σχιζοποίησής της, προκύπτουσα λογικά και πραγματικά μέσα από την ίδια την παραγωγή και κυκλοφορία της Αξίας. Η μητρόπολη αναπτύσσει την αποικιοποιητική, επεκτατική δυναμική της: γίνεται το γίγνεσθαι-Ολότητα που δύναται να αποκλείει/εγκολπώνει, αφομοιώνει, εμπερικλείει, κατανέμει τα αλλότρια, τα ενάντια ως χωριστικές, πραγμοποιητικές μορφές αυτού του ιδίου.

17.

Εντός της μητρόπολης βρίσκουν τις προνομιακές επικράτειές τους ο επιθυμητικός επιταχυντισμός ως Αντικειμενική τάση και οι φιλοσοφίες της αποανθρωποποίησης ως Πραγματικές Διαδικασίες.

Η τέχνη αποϋκειμενοποιημένη διασπάται και αναπτύσσεται επί της κοσμολογικής διερεύνησης και των υπερκαταληπτικών επεισοδίων και δοξασιών. Ο μαζικά εμπορευματικός και άμεσα πολιτικός ρόλος της τέχνης απομειώνεται, καθώς σε πρώτο χρόνο εξατομικεύεται.

18.

Ο πραγματικός κυβερχώρος είναι η Υποκειμενική έκφανση της παγκόσμιας αγοράς, διαμεσολάβηση των σε αυτήν ανταγωνισμών. Αυτή η ενδιάμεση δυναμική στο παρόν επίπεδο συγχρονικότητας ίσταται ως επιβραδυντική μιας πλήρους μητροπολιτικής επικράτησης. Στην Εσωτερική Αντικειμενική λειτουργία του, ο κυβερχώρος είναι η πιο υπερβατική μορφή της εθνικής αγοράς ως τμήμα της παγκόσμιας, ωστόσο ουδέποτε φτάνει έως το σημείο της αναίρεσης, της κατάργησης ως προς το εκάστοτε εθνικό σημείο αναφοράς.

 

Εξορύκτες του Πραγματικού 

Περί εμφανίσεων, αναπαραστάσεων και μαρξιστικού ρεαλισμού


1.

“Ein junger Mann, der wahrscheinlich, wie jetzt viele andere, zu hochmütig, den ehrlichen Weg Kants zu wandeln, und doch unfähig, sich zum wirklich Besseren zu erheben, ästhetisch irre redet, hat bereits eine solche Begründung der Moral durch Ästhetik angekündigt”.[1]

“Έτσι, η υπογραφή του καταστασιακού κινήματος, το σημείο της παρουσίας και της διαπάλης του εντός της σύγχρονης πολιτιστικής πραγματικότητας (αφ’ ής στιγμής δεν δυνάμεθα να αντιπροσωπεύσουμε το οποιοδήποτε κοινό στυλ) είναι πρώτα από όλα η χρήση της εκτροπής”.[2] 

_

Ξεκινήσαμε την αντι-Ρεαλιστική, νομιναλιστική έρευνα, έχοντας ένα μονεταριστικό οπτιμισμό περί της μαρξιστικής πολιτικής οικονομίας, όπως τη θυμόμαστε απ’ τις Σοβιετικές εμπειρίες. Στην πορεία, δεν ήταν μόνο οι αντιφατικές μορφές ανάπτυξης του σύγχρονου μαρξισμού, αλλά η ίδια η ενεργή εμπειρία που μας επανωθούσε στις Καντιανές φιλοσοφικές προβληματικές.

Για να ανταπεξέλθουμε, παρέστη αναγκαία για την αναγνώριση και τον προσδιορισμό των αντικειμενικοτήτων η εφαρμογή στιγμών της πανουργίας της λογικής ως υπόδειγμα Πρακτικού Λόγου, αλλά και η πειραματική εφαρμογή όψεων του Καθαρού Λόγου.

Συνεχίζουμε να πιστεύουμε ότι η πιο αποτελεσματική και απολαυστική μέθοδο εργασίας στα ζητήματα που σχετίζονται άμεσα στην εργατική κριτική, είναι η φρακταλική σε αντίθεση προς την διακλαδωτική η οποία -θέλοντας και μη- αποκαλύπτει το μυστικισμό της.

2.

Το Πνεύμα αντικειμενοποιημένο πραγματώνεται ως Εργασία. Η ζώσα εργασία αντικειμενοποιημένη πραγματωνεται ως νεκρή εργασία, ως εμπόρευμα.

Πριν τη λατρεία της Αξιακής Μορφής ως ενός νέου φετίχ κοσμικής θρησκείας, η συνολική επίγνωση της καπιταλιστικής διανοητικότητας περιλαμβάνει μια σειρά προκείμενες και συνιστώσες οι οποίες συχνά διαφεύγουν της προσοχής όσων αντιλαμβάνονται και παρουσιάζουν το σύστημα του Κεφαλαίου ως τεχνοκρατική μερικότητα.

3.

Η αποκλειστική ταύτιση της Συνείδησης με τη συμβεβηκυία οικονομική μορφή πάει πίσω κι από το Καντιανό μονοδιάστατο/μονόπλευρο το οποίο κριτικά ανέδειξε ο Σέλινγκ στο Διάλογο “Μπρούνο”[3].

Επ’ αυτού ανακύπτει η ανάγκη για μια κριτική-ριζοσπαστική Φαινομενολογία του καπιταλιστικού πραγματικού, κάτι στο οποίο η Φιλοσοφική έρευνα προσπαθεί να απαντήσει.

4.

Η Καντιανή πηγή γνώσης συνίσταται από την υπερβατική εμφάνιση ως ενάντια/αντικειμενική αναπαράσταση.[4] 

Αυτό αποδίδει σε Ρεαλιστική θεώρηση το στριφνό υλικό χαρακτήρα της εργασιακής διαδικασίας στον καπιταλισμό.

5.

Ήδη, στη καντιανή Φυσική Ιστορία (1755) ανευρίσκεται η κατανόηση της κοσμικής Δομής (Βau) και η Επικούρεια διαλεκτική της Εμφάνισης.

Στον αναπτυγμένο ιστορικό υλισμό, η Δομή καθίσταται ο τρόπος βιο-λογικής κατανόησης του κράτους και της οικονομικής λειτουργίας του εντός της Αστικής Κοινωνίας.

Η εμφάνιση του ατόμου συνιστά την προϋφιστάμενη φυσική μορφή της αξιακής μορφής, ή μάλλον την υλικοφυσική προϋπόθεση της. Η καπιταλιστική πραγμότητα συντίθεται ήδη υπό της Επικούρειας έννοιας του κόσμου των εμφανίσεων.

Η με Ελληνικούς όρους κατανόηση και αντίληψη της πραγμότητας οδηγεί στην κατανόηση του όλου συστήματος με έναν επίσης Eλληνικό όρο: κέφλειον, Kapital.

6.

Η καπιταλιστική πολιτική οικονομία επιβεβαιώνεται ως η μεταφορά και εφαρμογή της ατομικής φυσικής φιλοσοφίας στο επίπεδο της παραγωγής εμπορευμάτων.

7.

Άτομα αρχαί ως υποστάσεις οικονομικών κατηγοριών και άτομα στοιχεία ως υποστάσεις στιγμών του Iδεατού κυκλοφορούν επί της έκτασης αυτού του Ρεαλιστικά κρυσταλλωμένου κόσμου των εμφανίσεων δεικνύοντας την πραγματική δυνητικότητα και την καπιταλιστική ανάγκη περί μιας νέας μορφής κοινωνίας του θεάματος.

Στον ίδιο χρόνο, στη σφαίρα του αδιόρατου και του μη περατού μια αχανής πραγματωτική επικράτεια εξόρυξης, μεταπλασης, μεταφορών και ασφάλισης σημαίνεται. Αυτο, άλλωστε, αναπαρίσταται ως η μετα-φυσική (μορφικά ουσιαστική) μήτρα του όλου θέματος: η μετα-φυσική της Σμιθικής πολιτικής οικονομίας.

8.

Το όλο ζήτημα δεν έχει να κάνει με αισθητικούς προσδιορισμούς, ή, όπως η εθνική αφέλεια πιστεύει, με κάποιο υποκρυπτόμενο αισθητικό προτσές, αλλά πρόκειται με Καντιανούς όρους για ζήτημα περί της τυπικής δομής ή σύστασης του πραγματικού.

Ο Καντ με τη Φυσική Ιστορία του έχει απαντήσει: η τυπική δομή του πραγματικού είναι μηχανική. Σε αυτό συναινεί η Πραγματική Φιλοσοφία της Ιένας, κι η ίδια η Αντικειμενικότητα της Έννοιας.

9.

Από αυτήν την άποψη, με τον Καντ έχουμε ήδη μια επίλυση επί της κοσμολογικής αναζήτησης. Επ’ αυτής θεμελιώνεται, λαμβανομένης επίσης υπόψη της Φιλοσοφικής κατανόησής του επί της Νευτώνειας Φυσικής Επιστήμης, η βιομηχανική επιστήμη.

Καθίσταται πιο κατανοητό, αν συνυπολογισθούν οι Καντιανές κατηγορικές προσταγές ως σημεία δυνητικής παρέκκλισης, εκτροπής (όπως τα είχε αναδείξει ο Νέγκρι στο “Καπιταλιστική Κυριαρχία και Προλεταριακό Σαμποτάζ”) ώστε μέσα από αυτές συγκροτείται το αυθεντικό, υποδειγματικό υποκείμενο της νεωτερικής εργασιακής πειθαρχίας.[5]

Το πιο καινοτόμο είναι η μηχανικά νοούμενη ολοκλήρωση της έννοιας ενός υπερβατικού χρόνου προσίδιου στη φυσική οντολογία της καπιταλιστικής παραγωγής.[6] Όπως προτείνεται, με την “Κριτική του Καθαρού Λόγου”, “ο καπιταλιστικός χρόνος καθιδρύει τον εαυτό του ως ένα οικουμενικό, συνθετικό καθεστώς”[7].

10.

Στην ανάπτυξη της εσώτερης λογικής της Καντιανής φιλοσοφίας, η “Κριτική του Πρακτικού Λόγου”, η δεύτερη “Κριτική” τελεί σε αντίφαση προς την πρώτη. -Συνιστά ένα προανάκρουσμα της άρνησης της εργασίας, ή μπορεί να χρησιμεύσει ως τέτοιο.

Στην ενεργότητά της, η δεύτερη “Κριτική” συντείνει στην κριτική του δοσμένου “raison dtat”, και στην κριτική της επιχειρηματικής τάξης, το πνεύμα της οποίας αποδίδεται με την πρώτη “Κριτική”.

Στη δεύτερη ενυπάρχει η αντιφατική ένταση μεταξύ της ικανοποίησης της απαίτησης για την εμφάνιση ενός “Ενάντιου” (“Gegenstandes”) του “καθαρού πρακτικού Λόγου”, και της διαμόρφωσης μιας έννοιας Αυτονομίας: ο ηθικός νόμος εκφράζει την Αυτονομία του “καθαρού πρακτικού Λόγου”, ήτοι την Ελευθερία.

Σε αυτό, η καντιανή έννοια της Αυτονομίας συναρτάται προς την υπερβατική αναγκαιότητα της εμφάνισης του προσίδιου “Ενάντιου” κάτι το οποίο δεν εκδηλώνεται ως έριδα μεταξύ υποκειμένου και αντικειμένου, αλλά ως κατάφαση στην αναπαράσταση ή σε μια τέτοια γνωσιακή λειτουργία.

11.

Ως σύνολο, οι τρεις “Κριτικές” είναι ένας μηχανισμός παραγωγής πραγματικών αντιφάσεων: αυτό το οποίο είχε στο μυαλό του ο Προυντόν όταν έγραφε περί του “συστήματος οικονομικών αντιφάσεων”, περίπου αυτό το οποίο είχαν στο μυαλό τους οι Μαρξ-Ένγκελς όταν έγραφαν την “Αγία Οικογένεια”.

Στη σφαιρικότητά του, πρόκειται για την ίδια την υποδειγματική σύσταση του συνειδητού της καπιταλιστικής νεωτερικότητας και των πρώτων μορφών άρνησής της.

Εξ όλων των ανωτέρω προκύπτει ότι η Καντιανή κριτική στην αρνητικότητά της συνιστά την πρώτη μορφή εργατικής κριτικής. Αυτό επιφέρει ως αποτέλεσμα ότι συνολικά η εργατική κριτική αποδεσμεύεται από την εκκλησιολογική οντολογία των τριών, τεσσάρων, πέντε προσώπων του μαρξισμού ώστε να αποκτήσει μεγαλύτερη ικανότητα επίγνωσης και μετασχηματισμού της ολότητας.

12.

Ο σύγχρονος ενεργός μαρξισμός εμφανίζει από εργασιακή σκοπιά ένα διχασμό οντολογικής ισχύος:

Αφενός ο ποιοτικοποιημένος από το US κεφάλαιο βιομηχανικός μαρξισμός -και γι’ αυτό στον ουσιώδη χαρακτήρα του κρατικοποιημένος,[8] κι από την άλλη ένας εγχώριου τύπου φυσικός-γενετικός μαρξισμός ο οποίος συχνά γίνεται αυτό στο οποίο έκανε κριτική όταν αρχικά δημοσιεύθηκε: Ιστορική Σχολή Δικαίου υποστηριζόμενη εξαιτίας φυσικών/εθνικών εννοιολογήσεων.

 

Εξορύκτες του Πραγματικού

 



[1] Friedrich Wilhelm Joseph Schelling, Philosophische Untersuchungen über das Wesen der menschlichen Freiheit und die damit zusammenhängenden Gegenstände, [Philosophische Untersuchungen ...], στο του ιδίου, Werke, Band 3, Λειψία, 1907, σ. 488. Translation: “A young man who, probably like many others now, is too arrogant to walk along the honest path of Kant and is yet incapable of lifting himself up to a level that is actually better, blathers about aesthetics [ästhetisch irreredet], has already announced such a grounding of morality through aesthetics”, στο F. W. J. Schelling, Philosophical Investigations into the Essence of Human Freedom, Translated and with an Introduction and Notes by Jeff Love and Johannes Schmidt, Νέα Υόρκη, State University of New York Press, 2006, σ. 58

[2] Internationale Situationniste #3 (1959), Détournement as Negation and Prelude, απόσπασμα.

[3] Βλ. Naomi Fisher, Kevin Mager, “Schelling Responds to Kant. The Bruno Critique of One-Sided Idealism”, Idealistic Studies, 52(1), 2022, σ. 23-44.

[4] Βλ. Sergey Katrechko, “Kantian Appearance as an Objective–Objectual Representation”, Con-Textos Kantianos, International Journal of Philosophy, No 7, Junio 2018, σ. 44-59.

[5] Ενδεικτικά βλ. Nick Land, “Kant, Capital, and the Prohibition of Incest: A Polemical Introduction to the Configuration of Philosophy and Modernity”, στο του ιδίου, Fanged Nooumena. Collected Writings. 1987-2007, HB, urbanomic, 2012, σ. 55-80.

[6] Βλ. Anna Greenspan, Capitalism’s Transcendental Time Machine, Άρκαμ, Λονδίνο, Miskatonic Virtual University Press, 2023, σ. 43 επ.

[7] Οπ., σ. 45.

[8] Ενδεικτικά βλ. Giorgio Griziotti, Neurocapitalism. Technological Mediation and Vanishing Lines, Foreword by Tiziana Terranova, Translated by Jason Francis McGimsey, Κόλτσεστερ, Νέα Υόρκη, Πορτ Γουάτσον, Minor Compositions, 2019, σ. 13-18.

Κατανοήσεις και τροπές της Λαντιανής φιλοσοφίας

 

Ο Νικ Λαντ είναι φιλόσοφος. Όλο το εἶναι του περιστρέφεται γύρω από αυτήν την ιδιότητα και αναπτύσσεται επ' αυτής με Καντιανό καθαρό τρόπο. Επιπρόσθετα, κι αυτό είναι που έχει σημασία και βαρύτητα, είναι ένας φιλόσοφος της φιλοσοφίας της πράξης, ήτοι διαθέτει και πραγματώνει τεχνικοεπιστημονική ικανότητα.

Με δεδομένο ότι έχει επίσημα αναγνωρισθεί ως ο πιο επιδραστικός Άγγλος φιλόσοφος των τελευταίων 3 δεκαετιών, η κοινή γνώμη συνεχίζει να τον θέλει ως το “παιδί” της Αγγλόσφαιρας. Αυτή η μυθική εικόνα ίσως να ταίριαζε στην όψη του πριν 25 χρόνια. Στα χρόνια της Σανγκάης, ο Λαντ προβάλλει ως ένας τύπος χωρίς μαλλιά και με κάποια παραπανίσια κιλά, που ίσως είναι δείγμα ωριμότητας.

Συχνά, ποικίλοι δημοσιολογούντες και επαΐοντες υποπίπτουν στο σφάλμα κατηγοριοποίησης του Λαντ με ταξινομητικά κριτήρια λαμβανόμενα ευθέως από το φάσμα της συμβατικής πολιτικής γεωγραφίας. Με τον ίδιο τρόπο, ακόμα και οι γνώστες των φιλοσοφικών υποθέσεων αμελούν ότι απ' όταν ξέκοψε οργανικά με τα αγγλοσαξονικά πανεπιστήμια, τα πλείστα εκ των διαδικτυακών εγχειρημάτων του έχουν υλικό και πραγματικό πειραματικό χαρακτήρα.

Στα τεχνολογικά και γνωσιακά πειράματα, ο νόμος της αξίας και ο αξιακός προσδιορισμός είναι πιο εφαρμοστέος απ' ότι πχ. στο εμπόριο. Έτσι ένα zero ή selfunded budget πείραμα, ακόμα κι αν είναι μη επιτυχές όσον αφορά τις αρχικές υποθέσεις εργασίας του, ως βιομηχανικό προτσές, είναι απίστευτα πιο πετυχημένο, από ένα regularly ή officially budget πείραμα το οποίο πετυχαίνει πχ. στα 3/4 των αρχικών υποθέσεων και των στόχων. Αυτό είναι η άνεση του να δουλεύεις ανεξάρτητα (δηλαδή μη χρηματοδοτούμενα) της Ακαδημίας και της κρατικής γραφειοκρατίας. Όμως, από αυτό, αφ' ής στιγμής η εργασία σου έχει ξεπεράσει το ασεμπλάζ και έχει αποκτήσει βιομηχανικό χαρακτήρα και ικανότητα, συνεπάγεται μια ανώτερης ποιότητας εργασιακή και τεχνοεπιστημονική υπευθυνότητα και συνέπεια αντικειμενικά επιβαλλόμενη από το ίδιο το σύστημα υπαγωγής της εργασίας στο κεφάλαιο.

Φυσικά, αυτά δεν καθίστανται εισέτι κατανοητά, και κάποιοι συνεχίζουν να απαιτούν τα αθώα χρόνια της έρευνας της κυβερκουλτούρας, μόνο επειδή δι' αυτού του τρόπου μπορούν να νοσταλγούν την ddr και την post-kgb.

Μια αναδρομή στο έργο του καθίσταται αναγκαία:

Στο διδακτορικό του συνθέτει επί μιας Χαϊντεγκεριανής πραγματικής εκτάσεως κομβικά στοιχεία από τη φαινομενολογία, τη θεωρία περί έργου τέχνης και τη φιλοσοφία της γλώσσας. Από αυτό εξάγεται και αναπτύσσεται ένας νέος τύπος κατανόησης και εφαρμογής των πραγματικοτήτων της πραγμάτωσης και της ενεργοποίησης.

Στη δημοσίευσή του περί Καντ και απαγόρευσης της αιμομιξίας (που συνιστά ένα φιλοσοφικό ορόσημο για το σύγχρονο αγγλικό και βρετανικό κόσμο) εντάσσεται στο συνολικό πρόγραμμα ριζοσπαστικής κριτικής εις βάρος της νεωτερικότητας και παρουσιάζει μια νέα θεμελίωση της φιλοσοφίας της επιθυμίας.

Διανοίγει δυο δρόμους: παράλληλους και διατεμνόμενους: από τη μια, μια χωρική επιστροφή στην κλασική πολιτική οικονομία και σε στοιχεία από την κριτική της, που οδηγεί στον επιταχυντισμό, κατανοούμενο σε πρώτο χρόνο μέσα από Σουμπετεριανούς όρους, και από την άλλη, την ανάπτυξη της υπερκαταληπτικής γραμματείας που εμπλέκει κοσμολογικές προβληματικές, κριτικές διερευνήσεις περί της στρατηγικής, εγκατεστημένες νοητικότητες και γνωσιακά παίγνια.

Συνέκλινε προς την κριτική του Yarvin στο Cathedral την οποία ανέπτυξε σε πιο υλιστικές κατευθύνσεις ως το συνολικότερο project του “Dark Enlightenment”. Αυτό αποτελεί και το US άνοιγμα του Λαντ.

Στα της Σανγκάης χρόνια αναπτύσσει μια επικέντρωση σε θεωρητικές προβληματικές της εφαρμοσμένης πολιτικής οικονομίας, κύρια επί του μερκαντιλισμού, των ετερόδοξων οικονομικών και του μαλθουσιανισμού, κάτι που οδηγεί στη σύνταξη και έκδοση σε τέσσερις τόμους των  “Εμπλοκων με την πραγματικότητα”, και το οποίο συνιστά τη Λαντιανή εκδοχή της κριτικής της πολιτικής οικονομίας, καθώς και σε μια κριτική κατανόηση με όρους θεωρητικής φυσικής των αλυσίδων κρυπτονομισμάτων.

Έχουμε την υπόθεση ότι ο Λαντ δεν έχει αναγνώσει με συστηματικά ενδελεχή τρόπο το “Das Kapital” σε όλη την πληρότητά του. Αυτό ίσως είναι το ατού του. Το ότι δηλαδή επιχειρεί σύνταξη κριτικής της πολιτικής οικονομίας με Λαντιανούς όρους. Απ' αυτήν την άποψη, η Λαντιανή κριτική στο κεφάλαιο γίνεται με τους όρους της επισήμανσης περί Γραικών στην Eισαγωγή των Grundrisse. Πρόκειται δηλαδή για μια πολιτισμικά ελληνική κριτική κατανόηση των προβληματικών του Κεφαλαίου. Αυτό επιφέρει και την ανάλογη μερικότητα, αλλά τον γειώνει με το κοσμικό πολυεπίπεδο του πολιτισμικά ελληνικού χώρου. -Δεν είναι κάτι που μας είναι an sich ευχάριστο, αν και

we have no open accounts with Nick Land _





Προσλήψεις του Χαϊντεγκεριανού έργου στην Ελλάδα

 

"Ich habe nichts, wovon ich sagen möchte, es sei mein eigen. Fern und tot sind meine Geliebten, und ich vernehme durch keine Stimme von ihnen nichts mehr. Mein Geschäft auf Erden ist aus. Ich bin voll Willens an die Arbeit gegangen, habe geblutet darüber, und die Welt um keinen Pfenning reicher gemacht"1


Εισαγωγή

Σε μια νυχτερινή εργατική κινητοποίηση στην Αθήνα του 2012-2013, ακούστηκε από έναν εκ των συμμετεχόντων, το σύνθημα "ο εργάτης δεν είναι πίθηκος". Όσο κι αν ακούγεται τραχύ και σκληρό, αυτό το σύνθημα με αρνητικό τρόπο κωδικώνει όλη την προβληματική περί ανθρώπου από τα "Παρισινά Χειρόγραφα του 1844" έως την "Διαλεκτική της Φύσης". Όμως, το βασικότερο είναι ότι υπονοεί, ότι ο εργάτης δεν είναι αποκλειστικά μια σχέση μεταξύ κοινωνικού και φυσικού, όπως δηλαδή εννοιολογείτο ο άνθρωπος στην φυσική σύλληψη της Γερμανικής Ιστορικής Σχολής Δικαίου, ως φυσικό όν,2 αλλά σαν ειδικά προσδιορισμένος μέσα από και μέσα στην εργασία συνιστά, παράγει και εισφέρει μια ειδικά προσδιορισμένη σχέση μεταξύ κοινωνικού και μηχανικού, η οποία ίσταται ως ένα νέο εν τω εργασιακώ γίγνεσθαι gestalt.

Αυτός ο προσδιορισμός στον 19ο αιώνα αρχικά παρουσιάζεται από το περίφημο απόσπασμα περί μηχανών στα Grundrisse,3 και στην συνέχεια στο κεφάλαιο4 περί πάλης μεταξύ εργάτη και μηχανής στον πρώτο τόμο του "Κεφαλαίου". Προϊόντος του χρόνου, η Β΄ Βιομηχανική Επανάσταση κατάφερε κατά τον Μεσοπόλεμο εξ ίσου σε ΕΣΣΔ και Γερμανία να καθιερώσει νέους οντικούς όρους για το εργασιακό υποκείμενο, για τον οντικό φορέα της εργασίας: στην ΕΣΣΔ τον όρο του “ανθρώπου νέου τύπου”, στην Γερμανία την εννοιολόγηση του cyborg, που χρησιμοποιείται διαδεδομένα στην τρέχουσα ορολογία σε παγκόσμιο επίπεδο.

Η βασική θέση των γραμμών που έπονται, είναι ότι η Χαϊντεγκεριανή οντολογία, όπως αναλύεται στο έργο του, είναι τέτοιας ποιότητας, επειδή εμμένει σε έναν μη ειδικό προσδιορισμό του ανθρώπου, και απ' αυτό δομείται η ποιοτική διαφοροποίησή της ως προς τον ανωτέρω προσδιορισμό της εργατικής κριτικής. Στον ίδιο χρόνο αποκρίνεται στην κριτική Χεγκελιανή παράδοση της άρσης της αλλοτρίωσης συνδιαλεγομενη με αυτήν, κάτι που από αυτήν την σκοπιά την φέρνει κοντά στις εκπηγαστικές προβληματικές της εργατικής κριτικής.5

Αν οι παραπάνω εισαγωγικές επισημάνσεις ληφθούν υπ' όψη, καθίσταται ευκολότερη η κατανόηση και ενεργοποίηση των πιο χρήσιμων, ωφέλιμων δυναμικών του Χαϊντεγκεριανού έργου ή ακόμα κι η υλιστική κατανόησή του. Ωστόσο, από την μπάντα μας πρέπει να ειπωθεί, ότι αυτό στο οποίο εφ' όλων εστιάζουμε την κριτική μας ως προς την Χαϊντεγκεριανή σκέψη, είναι η αποδοχή της εκάστοτε γερμανικής λαϊκότητας και σε ένα εύρος η δικαιολογητική εννοιολόγησή της. Σε αυτήν την αποδοχή το "Sein und Zeit" προβάλλει ως "Volksgeist". 

Από την άλλη, δεν αποδεχόμεθα την Αντορνιανή κριτική, η οποία τον θέλει ως έναν φιλόσοφο του Υπαρξισμού.6 Στον Χάιντεγκερ η “ύπαρξη” (αν υφίσταται) μάλλον πρέπει να εκληφθεί ως μια ιδιότητα/κατηγορία του υπαρκτικού εἶναι (“Dasein”), ως ένα -συχνά μη επιθυμητό και μη προνοημένο, απρόβλεπτο- αποτέλεσμα του Ενγκελσικού “Kampf ums Dasein”.


Σύγκρουση γραμμών

Η σε γενικές γραμμές ριζοσπαστική -για τα εγχώρια μέτρα- παρουσίαση του Χαϊντεγκεριανού έργου στην Ελλάδα έχει να κάνει με τις εργασίες του μαθητή του, Κώστα Αξελού. Στο έργο του αναπτύσσεται ένας προγραμματικός στόχος “επανασυμφιλίωσης” του μαρξισμού με τον Χάιντεγκερ και τον Φροϋδισμό.7 Επ' αυτού πρέπει να ειπωθεί, ότι αυτός ο αμφίπλευρος στόχος είναι αντιφατικός εν τοις ιδίοις όροις, καθ' όσον η διδακτορική θέση του Χάιντεγκερ είναι η κριτικο-θετική (στην συνέχεια οντο-λογική) σύλληψη της ψυχολογίας.8

Στον Αξελό, το προβληματικό είναι ο κατακτητικός προγραμματικός στόχος προς το πλανητικό και προς τον κόσμο, ενώ στην συστηματική κριτική της πολιτικής οικονομίας, το να αφήνεις τον κόσμο στην ησυχία του είναι κεντρικό έθος της. Σε κάθε περίπτωση αμφιβάλλουμε περί του αν ο Χάιντεγκερ επιθυμεί να αφήσει τις ομορφιές της Σουαβίας και του Μέλανος Δρυμού, ώστε να επιδοθεί ως δήθεν Μ. Αλέξανδρος σε κάποιο εγχείρημα κατάκτησης του κόσμου και κάποιου πλανήτη. Δεν προκύπτει κάποια τέτοια στοχοθεσία από το έργο του.

Κατά τις δεκαετίες του '70 και του '80 συγκροτήθηκε μια γραμμή πρόσληψης του Χαϊντεγκεριανού έργου ως ενός εργαλείου κατάγνωσης μια εικαζόμενης γερμανικής ελληνικότητας ή μιας ελληνικής γερμανικότητας.9 Βέβαια, αρχικά το τότε εγχώριο Ακαδημαϊκό apparatus εξανίστατο στην συνεπαγωγή του Χάιντεγκερ ότι “η ύπαρξη αποφασίζεται”, κάτι το οποίο μπορεί να αποδοθεί στο πρωτείο των Ακαδημαϊκών εθνικοφυλετικών κριτηρίων περί υπάρξεως.10

Προς απόκλιση από τα παραπάνω, σε εγχώριο επίπεδο και συγκεκριμένα στις σύγχρονες επιστημονικές εργασίες αναπτύσσεται μια συνεπής, αντικειμενική (δηλαδή μη υποκείμενη σε διάφορες εθνικές πολιτικές σκοπιμότητες) γραμμή κατανόησης και ανάδειξης δυναμικών από το έργο του στα διάφορα επιστημονικά πεδία έρευνας.11


Οι πιο πρόσφατες εξελίξεις

Όπως είναι γνωστό, στα early nineties στην επανενωμένη Γερμανία, σε επίπεδο μαζικής κουλτούρας προωθήθηκε από ποικίλους κύκλους μια δημόσια πολιτισμική εικόνα ενός εικαζόμενου Χαϊντεγκεριανού όντος, που εξέφραζε κάποιον αντιϊμπεριαλισμό της κουλτούρας. Εν τούτοις, η επίδραση και η αποτύπωση του Χάιντεγκερ στον γερμανικό κόσμο (welt) κατάφερε και ξέφυγε από τέτοιες γελοιογραφικές απόπειρες.

Για περισσότερα από είκοσι έτη ο νοήμων φιλοσοφικός ρεαλισμός με υλιστικό υπόβαθρό έχει προσεγγίσει ένα καταργητικό του φιλοσοφικού Ουμανισμού Χαϊντεγκεριανό σημείο ανάπτυξης. Πρόκειται για την αποκαλούμενη Προσανατολισμένη προς το Αντικείμενο Οντολογία.12

Παρά τις θεμελιώδεις νομιναλιστικές διαφωνίες μας και τον συνθετισμό της, δεν μπορεί να μην ειπωθεί ότι εκ του ιδίου του χαρακτήρα της αυτή η σύγχρονη ρεαλιστική οντολογία οργανώνει ένα βιομηχανικό υλιστικό ρεύμα.



1 Friedrich Hölderlin, Hyperion oder der Eremit in Griechenland, Erstes Buch, Hyperion an Bellarmin, απόσπασμα

2 Βλ. Das philosophische Manifest der historischen Rechtsschule, MEW, Band 1, Dietz Verlag, Berlin, 1981, S. 78-85.

3 Βλ. Grundrisse der Kritik der politischen Ökonomie, 1857-1858, – Das Kapitel vom Kapital – Heft VI [Fixes Kapital und Entwicklung der Produktivkräfte der Gesellschaft], Europa Verlag Wien, Berlin, 1953, S. 590-595

4 Βλ. Das Kapital, I. Band: Der Produktionsprozeß des Kapitals, IV. Die Produktion des relativen Mehrwerts, 13. Maschinerie und große Industrie, 5. Kampf zwischen Arbeiter und Maschine, in MEW, Band 23, Dietz Verlag, Berlin, 1962, S. 451-461.

5 Ενδεικτικά βλ. Martin Heideger, Hegels Begriff der Erfahrung (1942/43), in Gesamtausgabe, Band 5: Holzwege, Vittorio Klosterman, Frankfurt am Main, 1977,  S. 115-208, Hegel 1. Negativität. Eine Auseinandersetzung mit Hegel aus dem Ansatz in der Negativität (1938/39, 1941). 2. Erläuterung der "Einleitung" zu Hegels "Phänomenologie des Geistes" (1942). Abhandlungen 1938/39, 1941 und 1942 herausgegeben von Ingrid Schüssler, ibid, 1993.

6 Βλ. Theodor Adorno, The Jargon of Authenticity, translated by Knut Tarnowski and Frederic Will, Northwestern University Press, Evanston, 1973, Martin Heideger, Über den Humanismus, Vittorio Klostermann, Frankfurt Am Main, 2000.

7 Βλ. Κώστας Αξελός, Ο Μαρξ Στοχαστής της Τεχνικής. Από την Αλλοτρίωση του Ανθρώπου στην Κατάκτηση του Κόσμου, Βιβλίο VI. Η Προοπτική της Επανασυμφιλίωσης ως Κατάκτηση, μτφ. Τάκης Αθανασόπουλος, εκδ. Καστανιώτη, Αθήνα, 2000, σ. 287-380, Kostas Axelos, Future Thought. Marx. Heidegger. Introduction to a Future Way of Thought, Translated by Kenneth Mills, μ meson press, Lüneburg, 2015.

8 Martin Heidegger, Die Lehre vom Urteil im Psychologismus. Ein kritisch-positiver Beitrag zur Logik, Barth, Leipzig, 1914.

9 κάτι το οποίο εντοπίζεται στο ή σε κάθε περίπτωση ανακύπτει κύρια από το έργο του Γιανναρά.

10 Βλ. Πρακτικά της Ακαδημίας Αθηνών, Συνεδρία της 23ης Νοεμβρίου 1972, Ανακοίνωσις Μέλους, Φιλοσοφία-Κριτική της Οντολογίας του Heidegger, υπό Ιωάννου Ν. Θεοδωρακόπουλου, σε https://digitallibrary.academyofathens.gr/archive/item/16176?lang=el

11 Ενδεκτικά βλ. Διονύσης Φιλίππου, Ο δικαιοπολιτικός Heidegger στο έργο του Χάρη Παπαχαραλάμπους: «Στα μονοπάτια της Σιγής. Ο Heidegger και το Δίκαιο», The Art of Crime, Νοέμβριος 2024, σε https://theartofcrime.gr/%CE%BF-%CE%B4%CE%B9%CE%BA%CE%B1%CE%B9%CE%BF%CF%80%CE%BF%CE%BB%CE%B9%CF%84%CE%B9%CE%BA%CF%8C%CF%82-heidegger-%CF%83%CF%84%CE%BF-%CE%AD%CF%81%CE%B3%CE%BF-%CF%84%CE%BF%CF%85-%CF%87%CE%AC%CF%81%CE%B7/

12 Ενδεικτικά βλ. https://en.wikipedia.org/wiki/Object-oriented_ontology#:~:text=In%20metaphysics%2C%20object%2Doriented%20ontology,the%20existence%20of%20nonhuman%20objects.


Πατριαρχία και Εμπορευματική Κοινωνία: Φύλο χωρίς το Σώμα (2009), Roswitha Scholz

Roswitha Scholz, “ Patriarchy and Commodity Society: Gender without the Body (2009)”, Mediations. Journal of the Marxist Literary Group, Vol...