Ο Νικ Λαντ είναι φιλόσοφος. Όλο το εἶναι του περιστρέφεται γύρω από αυτήν την ιδιότητα και αναπτύσσεται επ' αυτής με Καντιανό καθαρό τρόπο. Επιπρόσθετα, κι αυτό είναι που έχει σημασία και βαρύτητα, είναι ένας φιλόσοφος της φιλοσοφίας της πράξης, ήτοι διαθέτει και πραγματώνει τεχνικοεπιστημονική ικανότητα.
Με δεδομένο ότι έχει επίσημα αναγνωρισθεί ως ο πιο επιδραστικός Άγγλος φιλόσοφος των τελευταίων 3 δεκαετιών, η κοινή γνώμη συνεχίζει να τον θέλει ως το “παιδί” της Αγγλόσφαιρας. Αυτή η μυθική εικόνα ίσως να ταίριαζε στην όψη του πριν 25 χρόνια. Στα χρόνια της Σανγκάης, ο Λαντ προβάλλει ως ένας τύπος χωρίς μαλλιά και με κάποια παραπανίσια κιλά, που ίσως είναι δείγμα ωριμότητας.
Συχνά, ποικίλοι δημοσιολογούντες και επαΐοντες υποπίπτουν στο σφάλμα κατηγοριοποίησης του Λαντ με ταξινομητικά κριτήρια λαμβανόμενα ευθέως από το φάσμα της συμβατικής πολιτικής γεωγραφίας. Με τον ίδιο τρόπο, ακόμα και οι γνώστες των φιλοσοφικών υποθέσεων αμελούν ότι απ' όταν ξέκοψε οργανικά με τα αγγλοσαξονικά πανεπιστήμια, τα πλείστα εκ των διαδικτυακών εγχειρημάτων του έχουν υλικό και πραγματικό πειραματικό χαρακτήρα.
Στα τεχνολογικά και γνωσιακά πειράματα, ο νόμος της αξίας και ο αξιακός προσδιορισμός είναι πιο εφαρμοστέος απ' ότι πχ. στο εμπόριο. Έτσι ένα zero ή selfunded budget πείραμα, ακόμα κι αν είναι μη επιτυχές όσον αφορά τις αρχικές υποθέσεις εργασίας του, ως βιομηχανικό προτσές, είναι απίστευτα πιο πετυχημένο, από ένα regularly ή officially budget πείραμα το οποίο πετυχαίνει πχ. στα 3/4 των αρχικών υποθέσεων και των στόχων. Αυτό είναι η άνεση του να δουλεύεις ανεξάρτητα (δηλαδή μη χρηματοδοτούμενα) της Ακαδημίας και της κρατικής γραφειοκρατίας. Όμως, από αυτό, αφ' ής στιγμής η εργασία σου έχει ξεπεράσει το ασεμπλάζ και έχει αποκτήσει βιομηχανικό χαρακτήρα και ικανότητα, συνεπάγεται μια ανώτερης ποιότητας εργασιακή και τεχνοεπιστημονική υπευθυνότητα και συνέπεια αντικειμενικά επιβαλλόμενη από το ίδιο το σύστημα υπαγωγής της εργασίας στο κεφάλαιο.
Φυσικά, αυτά δεν καθίστανται εισέτι κατανοητά, και κάποιοι συνεχίζουν να απαιτούν τα αθώα χρόνια της έρευνας της κυβερκουλτούρας, μόνο επειδή δι' αυτού του τρόπου μπορούν να νοσταλγούν την ddr και την post-kgb.
Μια αναδρομή στο έργο του καθίσταται αναγκαία:
Στο διδακτορικό του συνθέτει επί μιας Χαϊντεγκεριανής πραγματικής εκτάσεως κομβικά στοιχεία από τη φαινομενολογία, τη θεωρία περί έργου τέχνης και τη φιλοσοφία της γλώσσας. Από αυτό εξάγεται και αναπτύσσεται ένας νέος τύπος κατανόησης και εφαρμογής των πραγματικοτήτων της πραγμάτωσης και της ενεργοποίησης.
Στη δημοσίευσή του περί Καντ και απαγόρευσης της αιμομιξίας (που συνιστά ένα φιλοσοφικό ορόσημο για το σύγχρονο αγγλικό και βρετανικό κόσμο) εντάσσεται στο συνολικό πρόγραμμα ριζοσπαστικής κριτικής εις βάρος της νεωτερικότητας και παρουσιάζει μια νέα θεμελίωση της φιλοσοφίας της επιθυμίας.
Διανοίγει δυο δρόμους: παράλληλους και διατεμνόμενους: από τη μια, μια χωρική επιστροφή στην κλασική πολιτική οικονομία και σε στοιχεία από την κριτική της, που οδηγεί στον επιταχυντισμό, κατανοούμενο σε πρώτο χρόνο μέσα από Σουμπετεριανούς όρους, και από την άλλη, την ανάπτυξη της υπερκαταληπτικής γραμματείας που εμπλέκει κοσμολογικές προβληματικές, κριτικές διερευνήσεις περί της στρατηγικής, εγκατεστημένες νοητικότητες και γνωσιακά παίγνια.
Συνέκλινε προς την κριτική του Yarvin στο Cathedral την οποία ανέπτυξε σε πιο υλιστικές κατευθύνσεις ως το συνολικότερο project του “Dark Enlightenment”. Αυτό αποτελεί και το US άνοιγμα του Λαντ.
Στα της Σανγκάης χρόνια αναπτύσσει μια επικέντρωση σε θεωρητικές προβληματικές της εφαρμοσμένης πολιτικής οικονομίας, κύρια επί του μερκαντιλισμού, των ετερόδοξων οικονομικών και του μαλθουσιανισμού, κάτι που οδηγεί στη σύνταξη και έκδοση σε τέσσερις τόμους των “Εμπλοκων με την πραγματικότητα”, και το οποίο συνιστά τη Λαντιανή εκδοχή της κριτικής της πολιτικής οικονομίας, καθώς και σε μια κριτική κατανόηση με όρους θεωρητικής φυσικής των αλυσίδων κρυπτονομισμάτων.
Έχουμε την υπόθεση ότι ο Λαντ δεν έχει αναγνώσει με συστηματικά ενδελεχή τρόπο το “Das Kapital” σε όλη την πληρότητά του. Αυτό ίσως είναι το ατού του. Το ότι δηλαδή επιχειρεί σύνταξη κριτικής της πολιτικής οικονομίας με Λαντιανούς όρους. Απ' αυτήν την άποψη, η Λαντιανή κριτική στο κεφάλαιο γίνεται με τους όρους της επισήμανσης περί Γραικών στην Eισαγωγή των Grundrisse. Πρόκειται δηλαδή για μια πολιτισμικά ελληνική κριτική κατανόηση των προβληματικών του Κεφαλαίου. Αυτό επιφέρει και την ανάλογη μερικότητα, αλλά τον γειώνει με το κοσμικό πολυεπίπεδο του πολιτισμικά ελληνικού χώρου. -Δεν είναι κάτι που μας είναι an sich ευχάριστο, αν και
we have no open accounts with Nick Land _